Μέρος Τρίτο


Ενότητα Γ’


Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας


Ξεκινώντας την περιγραφική μας (και μόνο ως ένα βαθμό αναλυτική) προσπάθεια όσον αφορά την ΛΔΚ θα πρέπει να πούμε ένα πράγμα. Τις περισσότερες φορές βρεθήκαμε ανάμεσα σε δύο πόλους. Από την μία έχουμε εκθειαστικές αναλύσεις και περιγραφές και από την άλλη καταδίκες και παραπληροφόρηση. Κάτι το οποίο δεν ίσχυε σε μεγάλο βαθμό για τις πηγές που είχαμε για την πριν το 1949 περίοδο. Πολλές φορές έπρεπε να διαλέξουμε. Και δεν έπρεπε να διαλέξουμε ανάμεσα σε δύο απόψεις, αλλά ανάμεσα σε δύο αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα δεδομένα. Τις περισσότερες φορές είχαμε από την μία φιλοκινέζους αναλυτές και από την άλλη (ας τους πούμε…) «καπιταλιστές». Τι είναι αλήθεια; Τι είναι ψέμα; Δυστυχώς είμαστε πολύ μακριά (με πολλούς τρόπους) για να κρίνουμε βεβαιότητα. Είστε αναγκασμένοι, σαν αναγνώστες, να βασιστείτε αρχικά στην δικιά μας κρίση και την όποια οξυδέρκεια τυχόν διαθέτουμε.

Ακόμα, βασική προϋπόθεση ανάγνωσης του κειμένου: ξεχάστε την ΕΣΣΔ. Η όποια γνώση για αυτή δεν αποτελεί εργαλείο για την ανάλυση της ΛΔΚ.

1. Η Ανόρθωση (1949-1952)

Το 1949 η χώρα βρίσκονταν σε άθλια οικονομική κατάσταση. Από το 1911 η χώρα βρίσκονταν στην μεγαλύτερη της έκταση σε διαρκή εμπόλεμη κατάσταση. Επαναστάσεις, εξεγέρσεις, εμφύλιοι, εισβολές και επιδρομές των ξένων, πλημμύρες, λιμοί. Η βιομηχανία και το εμπόριο στα μεγάλα αστικά κέντρα είχε περιπέσει σε ακινησία. Η βιομηχανική βάση στην Μαντζουρία είχε λαφυραγωγηθεί από την ΕΣΣΔ (μηχανήματα και εξοπλισμοί πάνω από 2 δις δολάρια). Τα υδατοφράγματα και τα αρδευτικά έργα χρειάζονταν επισκευές. Οι σιδηροδρομικές γραμμές ήταν σε άθλια κατάσταση. Ο βιομηχανικός τομέας ήταν συγκεντρωμένος στα ανατολικά παράλια και στην Μαντζουρία και στα χέρια ξένων. Επρόκειτο κυρίως για ελαφρά βιομηχανία. Η αγροτική παραγωγή ήταν τεχνολογικά καθυστερημένη, τα 4/5 του πληθυσμού που ήταν αγρότες παρήγαγαν και ένα μεγάλο μέρος των αγαθών που χρησιμοποιούσαν. Στην ενδοχώρα, διατηρούνταν ακόμα οι φεουδαρχικές δομές, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες οι οποίοι αποτελούσαν ένα κάτω από 10% του πληθυσμού, έπαιρναν τη μισή σοδειά, και οι αγρότες παρέμεναν εξαθλιωμένοι και καταχρεωμένοι.

Έτσι από το 1949 και μετά γίνεται μία προσπάθεια μέσω μεταρρυθμίσεων προκειμένου να δημιουργηθούν εκείνες οι οικονομικές βάσεις που «θα οδηγούσαν στον σοσιαλισμό». Όμως κατά αυτή την πρώτη τριετία δεν έγιναν μεγάλες εθνικοποιήσεις, με μόνη εξαίρεση τα βιομηχανικά περιουσιακά στοιχεία των υποστηρικτών του ΚΜΤ. Αυτοί χαρακτηρίζονταν σαν «γραφειοκράτες καπιταλιστές» σε αντίθεση με τους «εθνικούς καπιταλιστές», οι οποίοι ήταν κυρίως μικροί καπιταλιστές, τους οποίους το καθεστώς έβρισκε χρήσιμους και τους οποίους θα προσπαθούσε σταδιακά να τους αφομοιώσει. Έπαιρναν κέρδη από τις επιχειρήσεις τους και αρκετά μεγάλο μισθό για να συνεχίσουν να τις διευθύνουν. Ακόμα ιδρύονταν και μικτές επιχειρήσεις μεταξύ κράτους και ιδιωτών.

Στον αγροτικό τομέα συνεχίζονταν ο αναδασμός της γης που είχε ξεκινήσει ήδη πριν από το 1949 στις απελευθερωμένες περιοχές. Ωστόσο, ο αναδασμός δεν ήταν εξισωτικός, αν και περίπου 300 εκατ. αγρότες επωφελήθηκαν άμεσα από αυτόν, ουσιαστικά απλά μειώθηκε το χάσμα μεταξύ των πολύ πλούσιων και των πολύ φτωχών αγροτών. Οι γαιοκτήμονες δεν έχασαν εντελώς την γη τους και οι μεσαίοι αγρότες πήραν μέρος στον αναδασμό. Η Κίνα στα πρώτα τρία χρόνια της σαν Λαϊκή Δημοκρατία είναι μία χώρα μικροϊδιοκτητών. Ο απώτατος όμως στόχος όσον αφορούσε την γεωργική παραγωγή ήταν η πλήρης κοινωνικοποίηση της, αλλά ακόμα σε αυτή την περίοδο δεν υπήρχαν ούτε οι υλικές και τεχνολογικές βάσεις για κάτι τέτοιο αλλά ούτε και οι πολιτικές προϋποθέσεις. Ωστόσο, κάποια ψήγματα κοινωνικοποίησης θα συνεχίσουν να υπάρχουν: οι ομάδες αλληλοβοήθειας που αρχικά ήταν 5-10 νοικοκυριά οργανωμένα σε προσωρινή βάση για την εποχή της έντονης απασχόλησης και είχαν σαν στόχο να καλύπτουν ανάγκες για εργατικά χέρια, για εργαλεία και για ζώα, υπήρχαν ήδη πριν από το 1949. Μέσα σε αυτή την 3ετία θα αποκτήσουν μία πιο σταθερή βάση, θα αποκτήσουν κάποια κοινή περιουσία και θα διευρυνθούν. Στα 1952 ένα πάνω από 40% των αγροτικών νοικοκυριών ανήκουν σε τέτοιες ομάδες.

Γενικότερα μέσα σε αυτή την τριετία έγινε μία προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας, και το 1952 όλοι οι δείκτες έφτασαν στα ίδια ποσοστά ή και σε ανώτερα από αυτά της πριν το ’49 περιόδου. Ένας αμερικανός διπλωμάτης αναφέρει σε μία έκθεση του προς την Οικονομική Επιτροπή του κογκρέσου:

«Η νέα κυβέρνηση σε ένα αξιόλογα σύντομο χρονικό διάστημα:

-Εξαφάνισε την ληστεία.

-Επανέφερε σε λειτουργία το κατεστραμμένο σιδηροδρομικό δίκτυο.

-Επιδιόρθωσε και επέκτεινε το παραμελημένο σύστημα αρδεύσεων.

-Αντικατέστησε το διεφθαρμένο γραφειοκρατικό σύστημα της τοπικής κυβέρνησης με καθώς φαίνεται αδιάφθορα κομμουνιστικά στελέχη.

-Εισήγαγε ένα σταθερό νόμισμα και ενίσχυσε ένα φορολογικό σύστημα σε εθνικό επίπεδο.

-Άρχισε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δημόσιας υγεία και εξυγίανσης.»

Πριν κλείσουμε αυτή την ενότητα θα πρέπει να αναφερθούμε και στον πόλεμο της Κορέας και ειδικότερα στον ρόλο της Κίνας σε αυτόν. Στις 25 Ιουνίου 1950 θα ξεσπάσει ο πόλεμος της Κορέας, ο στρατός της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κορέας (τις αιτίες δυστυχώς δεν τις γνωρίζουμε) θα περάσει το 38ο παράλληλο που μέχρι τότε ήταν τα σύνορα μεταξύ της βόρειας και της νότιας και μέσα σε δύο μέρες θα καταλάβει την πρωτεύουσα Σεούλ. Σχεδόν αμέσως οι ΕΠΑ θα στείλουν στρατό και θα ζητήσουν από τον ΟΗΕ την αποστολή στρατευμάτων και από άλλες χώρες, σταδιακά σε διάστημα 3 μηνών περίπου θα αναχαιτιστεί η επίθεση της Βόρειας Κορέας και η πολυεθνική δύναμη θα καταλάβει την πρωτεύουσα της βόρειας Κορέας. Το διάστημα μέχρι την είσοδο της Κίνας στον πόλεμο της Κορέας (στις 18 Οκτωβρίου 1950), η Κίνα με την ΕΣΣΔ θα έχουν έντονες διπλωματικές διαβουλεύσεις. Η Κίνα έχει αμυντική συμφωνία με την ΕΣΣΔ η οποία την υποχρέωνε να πολεμήσει σε περίπτωση που η Κίνα δεχόταν επίθεση, ενώ ταυτόχρονα δεν θα μπορούσε να επιτεθεί ευθέως στις ΕΠΑ λόγω των συμφωνιών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τέλος πάντων, η Κίνα θα δημιουργήσει ένα εθελοντικό σώμα στρατού 700.000 (!!!) στρατιωτών, και η ΕΣΣΔ θα στείλει αεροπορία με τα διακριτικά και τις στολές του εθελοντικού σώματος της Κίνας, τα οποία θα εισβάλλουν στην Κορέα, και το οποία μέσα σε ένα μήνα θα καταλάβουν πάλι την Σεούλ φέρνοντας την πολυεθνική δύναμη του ΟΗΕ σε πολύ δύσκολη θέση. Η κατάσταση στα τέλη του 1950 θα έχε φτάσει στα σημείο όπου οι αμερικάνοι να λένε ότι θα ρίξουν 26 ατομικές βόμβες στην Μαντζουρία, και ότι θα κηρύξουν τον πόλεμο στην Κίνα και την ΕΣΣΔ, από την άλλη οι σύμμαχοι των ΕΠΑ είναι ήδη πολύ δυσαρεστημένοι με την κατάσταση που έχουν πάρει τα πράγματα μια και οι απώλειες είναι εξαιρετικά μεγάλες (μόνον η Τουρκία θα χάσει σε ένα βράδυ 5.000 άντρες). Η κατάσταση από το ’51 μέχρι το ’53 θα είναι αυτή ενός πιο περιορισμένου πολέμου. Το ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι γιατί η Κίνα θα εισέλθει στον πόλεμο της Κορέας. Οι απαντήσεις που θα μπορούσαν να δοθούν είναι πολλές και όλες με αρκετά λογικά επιχειρήματα από πίσω τους. Αφήνουμε απέξω τους όποιους ιδεολογικούς (περί διεθνιστικής αλληλεγγύης κλπ) για να επικεντρωθούμε σε έναν μάλλον πιο πραγματιστικό. Η Κίνα το 1950 ήταν σχετικά εξασφαλισμένη από στρατιωτική επίθεση στα βόρεια και στα δυτικά, στο νότο ήταν ο ορεινός όγκος των Ιμαλαΐων, και χώρες όπως η Βιρμανία, το Λάος και το Βιετνάμ (στο οποίο από τότε γινόταν αντιαποικιοκρατικός αγώνας) , όχι και πολύ στενοί σύμμαχοι των δυτικών, έμενε η ανατολή. Η Ιαπωνία ήταν σχεδόν κατεστραμμένη τότε και η Ταϊβάν μόλις είχε δημιουργηθεί, επιπλέον ήταν νησιά, πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαζόταν ιδιαίτερη προσπάθεια η στρατιωτική επίθεση από κει στην Κίνα. Με αυτή την έννοια η χερσόνησος της Κορέας μοιάζει με γέφυρα που βγάζει απευθείας στην καρδιά της Κίνας. Ένα καπιταλιστικό κράτος εκεί προφανώς δεν είναι απειλή για την Κίνα, αλλά μία πολυεθνική δύναμη 20 κρατών θυμίζει στην Κίνα έναν αιώνα αποικιοκρατίας. Η Κίνα με επιθετικό τρόπο έκοψε μια και καλή τις ορέξεις εναντίον της.

2. Το Πρώτο Πενταετές Σχέδιο (1952-1957)

Το 1952 θα τεθεί σε εφαρμογή το Πρώτο Πενταετές Σχέδιο, με την καθοδήγηση σε τεχνικούς αλλά και οικονομική βοήθεια από την ΕΣΣΔ. Μεγαλύτερη προτεραιότητα δόθηκε στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας, οι οποίες προβλέπονταν να αυξήσουν κατά πολύ την παραγωγή τους. Οι βιομηχανίες καταναλωτικών αγαθών με την σειρά τους θα αύξαναν και αυτές την παραγωγή τους. Το μοντέλο αυτό της ανάπτυξης ήταν μία αντιγραφή αρχικά των ανάλογων της ΕΣΣΔ όμως σε μία χώρα με την πολυπλοκότητα της Κίνας γρήγορα οδήγησε στην σπατάλη και την αποδιάρθρωση οπότε και θα δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες στις τοπικές κυβερνήσεις. Η ΕΣΣΔ είχε συμφωνήσει να παραδώσει στην Κίνα μέσα στα 3 πενταετή περίπου 300 εργοστάσια όλων των ειδών και να εκπαιδεύσει τους Κινέζους ώστε να μπορούν να τα κινήσουν, το 1957 θα έχουν κατασκευαστεί 68 εργοστάσια, ενώ όταν θα αποχωρήσουν οι σοβιετικοί το 1960 θα είναι έτοιμα 154 εργοστάσια. Οι περισσότεροι στόχοι του Πρώτου πενταετούς θα καλυφθούν και κάποιοι θα ξεπεράσουν τις προγνώσεις. Η ακαθάριστη αξία όλης της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας θα σημειώσει μία αύξηση γύρω στο 100% (κάποιοι μιλούν για 128% και άλλοι για 86%).

Η στρατηγική στην γεωργία ήταν η βαθμιαία κολεκτιβοποίηση της παραγωγής. Οι ομάδες αλληλοβοήθειας ενθαρρύνθηκαν ώστε να συγκροτηθούν σε κοοπερατίβες, κίνηση η οποία όμως προχωρούσε με αργά βήματα. Το ’55 ο Μάο Τσε Τουνγκ στο κείμενο του «Για το ζήτημα του γεωργικού συνεταιρισμού» θα προδιαγράψει την εξέλιξη και την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής: «Αν δεν μπορέσουμε να λύσουμε το πρόβλημα του αγροτικού συνεταιρισμού σε μία περίοδο 3 περίπου 5ετών σχεδίων, δηλαδή αν δεν μπορέσει η γεωργία μας να κάνει ένα άλμα από την καλλιέργεια μικρής κλίμακας με ζωοκίνητα αγροτικά εργαλεία στην μηχανοποιημένη καλλιέργεια μεγάλης κλίμακας, συμπεριλαμβανομένης και της εκτεταμένης ανάκτησης της γης με κρατική οργάνωση, τότε δεν θα καταφέρουμε να λύσουμε την αντίθεση ανάμεσα στην συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για εμπορεύσιμα σιτηρά και βιομηχανικές πρώτες ύλες, και στα τωρινά γενικά χαμηλά, επίπεδα της συγκομιδής βασικών καλλιεργειών· η σοσιαλιστική μας εκβιομηχάνιση θα αντιμετωπίσει εξαιρετικές δυσκολίες και δεν θα μπορέσουμε να την ολοκληρώσουμε.» Τότε θα σχηματιστούν κοοπερατίβες οι οποίες οι μικρότερες θα περιλαμβάνουν 20-40 νοικοκυριά και οι μεγαλύτερες από 100 εώς και 300. Στα τέλη του ’56 το 88% του αγροτικού πληθυσμού είναι οργανωμένο σε κοοπερατίβες. Η κοοπερατίβα σαν τρόπος οργάνωσης θα παρουσιάσει τέσσερα βασικά πλεονεκτήματα α) καλύτερη χρησιμοποίηση της εργασίας β) μεγαλύτερη δυνατότητα αποταμίευσης και επένδυσης γ) ορθολογιστικότερη χρήση των φυσικών πόρων και δ) καλύτερη παροχή κοινωνικής πρόνοιας. Στα τέλη του ’56 η αγροτική παραγωγή έχει αυξηθεί κατά 25% περίπου σε σχέση με το ’52.

Στα τέλη του πρώτου 5ετούς σχεδίου, η αύξηση και της αγροτικής παραγωγής και της ελαφριάς βιομηχανίας δεν ήταν αυτή που αναμενόταν, ή μάλλον δεν ήταν αυτή που όπως θα πει ο Μάο Τσε Τουνγκ θα επέτρεπε την σοσιαλιστική εκβιομηχάνιση. Εδώ θα διατυπώσουμε μία υποψία μας. Η μέχρι τότε αγροτική παραγωγή στην Κίνα δεν είχε «καπιταλιστικά χαρακτηριστικά», περιορίζονταν απλά στο να συντηρεί και να βελτιώνει τους όρους ζωής των αγροτών, με μία άλλη λέξη ήταν ακόμα εν πολλοίς φεουδαρχική. Αυτό που έμπαινε σαν ζήτημα ήταν να μπορέσει η αγροτική παραγωγή να δημιουργήσει ένα πλεόνασμα (πόρων, σιτηρών και κεφαλαίου) έτσι ώστε πάνω εκεί να αναπτυχθεί η βιομηχανία. Με μία λέξη χρειαζόταν να γίνει μία πρωταρχική συσσώρευση.

3. Τα εκατό λουλούδια

Γενικότερα και μέχρι το 1956 η κατάσταση δεν θα είναι και κατά πολύ καλύτερη από ότι το 1952, από την μία σταθεροποιήθηκαν μία σειρά πραγμάτων, αλλά από την άλλη δεν υπήρξε και μία σαφής καλυτέρευση στο βιοτικό επίπεδο. Στα τέλη του ’56 η κοινωνική δυσαρέσκεια θα είναι έντονη, κυρίως στα αστικά κέντρα. Επιπλέον, στα ανώτερα κλιμάκια του ΚΚΚ θα αρχίσουν να κυκλοφορούν φήμες σχετικά με τον μυστικό λόγο του Νικήτα Χρουστσόφ στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΕΣΣΔ, κάτι το οποίο θα οξύνει τις ενδοκομματικές αντιπαραθέσεις. Η «αποσταλινοποίηση» θα αποτελέσει μια μοναδική ευκαιρία για τους αντίπαλους του Μάο Τσε Τουνγκ και της κλίκας του να πάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο της ΚΕ. Ο Μάο Τσε Τουνγκ θα αντιληφθεί γρήγορα τον κίνδυνο αυτό, και τον Απρίλη του 1956 θα επαναφέρει στο προσκήνιο της ιδεολογίας την θεωρία του σχετικά με τις αντιφάσεις την οποία είχε διατυπώσει το 1937: «κάποιες αφελείς ιδέες υποστηρίζουν πως οι αντιφάσεις παύουν να υπάρχουν σε μια σοσιαλιστική κοινωνία. Το να αρνείσαι την ύπαρξη των αντιφάσεων συνεπάγεται με άρνηση της διαλεκτικής. Οι αντιφάσεις σε διαφορετικές κοινωνίες διαφέρουν σε χαρακτήρα, όπως και οι μορφές των επιλύσεών τους, όμως η κοινωνία αναπτύσσεται πάντοτε μέσα από τις συνεχείς αντιφάσεις». Οι αντιφάσεις όχι μόνο συνεχίζουν να υπάρχουν στην υπό διαμόρφωση σοσιαλιστική κοινωνία, μα αποτελούν τον ίδιο τον κινητήρα της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Έτσι, ο Μάο Τσε Τουνγκ θα καταλογίσει την Ουγγρική επανάσταση στην άκαμπτη γραφειοκρατία του καθεστώτος, και την άνοιξη του 1956 θα προτείνει ως αντίδοτο σε τέτοια φαινόμενα: «ας ανθίσουν εκατό λουλούδια κι ας συγκρουστούν εκατό απόψεις». Αυτό το έναυσμα για ανοιχτή κριτική από τα κάτω ήταν διαμετρικά αντίθετο στις απόψεις του ηγετικού αντίπαλου του Μάο Τσε Τουνγκ, Λιού Σάο Τσι, ο οποίος διακήρυττε συνεχώς την ανάγκη για πειθαρχία, υπομονή και εγκράτεια. Ο Μάο Τσε Τουνγκ πιθανώς έλπιζε πως οι διανοούμενοι μεθυσμένοι από την νέα ελευθερία θα κινηθούν υποστηρικτικά προς τις θέσεις της ομάδας του, όμως το ακριβώς αντίθετο θα συμβεί. Μια σειρά από διανοούμενους αλλά κι όλο και περισσότεροι απλοί πολίτες θα αρχίσουν να ασκούν κριτική στο εξουσιαστικό μονοπώλιο του κόμματος. Σύντομα η κατάσταση θα ξεφύγει από τον έλεγχο και θα ξεσπάσουν εξεγέρσεις στα αστικά κέντρα. Ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ, υπασπιστής του Λιού Σάο Τσι, θα διευθύνει την καταστολή μέσα στα πλαίσια της «Αντι-δεξιάς εκστρατείας» και 400.000 έως 500.000 θα σταλούν σε «στρατόπεδα αναμόρφωσης μέσω της εργασίας» (λαογκάι). Παράλληλα ο Μάο Τσε Τουνγκ θα υποστηρίξει πως σκοπός της εκστρατείας ήταν «να προσελκύσουμε τα φίδια έξω από τις τρύπες τους και να τα τσακίσουμε».

4. Το Μεγάλο Άλμα Προς Τα Εμπρός (1957-1961)

Είπαμε πριν ότι η αγροτική παραγωγή χρειαζόταν μια σειρά αναδιαρθρώσεων προκειμένου να ξεπεράσει τον κυρίως φεουδαρχικό της χαρακτήρα, και το βασικότερο να μπορεί να υποστηρίξει την ανάπτυξη του βιομηχανικού τομέα. Έτσι το καλοκαίρι του ’58 εγκαινιάστηκε η πολιτική του «Μεγάλου Άλματος προς τα εμπρός». Πρόκειται ουσιαστικά για μία σχεδόν εκ βάθρων αναδιάρθρωση και της κοινωνικής και της οικονομικής οργάνωσης της χώρας, και ταυτόχρονα μία απάντηση για την δυσαρέσκεια που είχε δημιουργηθεί στα πρώτα 8 χρόνια της ΛΔΚ. Θα εντοπίσουμε κάποια βασικά χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου για να την κατανοήσουμε. Όμως ας πούμε κάτι προκαταρκτικά: η πολιτική του Μεγάλου Άλματος προς τα εμπρός θεωρήθηκε καταστροφική για την Κίνα, αργότερα θα αναθεωρηθεί και ο Μάο Τσε Τουνγκ θα παραγκωνιστεί. Τα πράγματα δεν είναι όμως τόσο απλά. Από μακριά η εικόνα όσον αφορά το Μεγάλο Άλμα μας δείχνει την μία χρονιά οι Κινέζοι να φυτεύουν παντού στάρι και την αμέσως επόμενη να φτιάχνουν παντού υψικαμίνους για το ατσάλι. Μοιάζει αστείο ίσως το ότι κάποιοι μέσα σε δύο χρόνια θα «οικοδομούσαν το σοσιαλισμό» με στάρι και ατσάλι. Άραγε είναι περισσότερο αστείο από το λενινιστικό «Κομμουνισμός=σοβιέτ+εξηλεκτρισμός»;

Το πρώτο βήμα για να γίνει το Μεγάλο Άλμα ήταν η δημιουργία των λαϊκών κοινοτήτων (κομμούνες ή κολεκτίβες). Μάλλον είναι λάθος να κάνουμε σύγκριση με την βίαιη κολεκτιβοποίηση του σταλινικού καθεστώτος. Τις περισσότερες των περιπτώσεων η κολεκτιβοποίηση ήταν κατά κάποιο τρόπο «εθελοντική», μοιάζει αδύνατο μέσα σε 6 μήνες το 90% του πληθυσμού να έχει οργανωθεί στην βάση της κολεκτίβας με έξωθεν βία. Αν και η «Αντιδεξιά εκστρατεία» ίσως σε κάποιο βαθμό να λειτούργησε αποτρεπτικά για πιθανές διαφωνίες. Τί ήταν όμως αυτές οι κολεκτίβες; Οι κολεκτίβες θα δημιουργηθούν από συνένωση των κοοπερατίβων αρχικά και σε ένα επόμενο στάδιο κολεκτίβες θα σχηματίζονται με την ένωση μικρότερων κολεκτίβων. Ήδη από το 1957 και στην βάση της αναγκαιότητας κάποιων μεγάλων αρδευτικών έργων δημιουργούνται κάποιες πρώιμες κολεκτίβες. Τον Σεπτέμβρη του ’58 ο κόμμα θα δώσει την έγκριση του για αυτό τον τύπο οργάνωσης και οι 750.000 κοοπερατίβες θα συνενωθούν σε 23.384 κολεκτίβες. Ο αριθμός των ατόμων που περιελάμβαναν κυμαίνονταν από 5.000 εώς και 100.000. Αργότερα ο αριθμός των κολεκτίβων θα φτάσει τις 70.000 αλλά θα μειωθεί και ο αριθμός του πληθυσμού τους. Οι κολεκτίβες δεν ήταν απλά παραγωγικές μονάδες, αλλά είχαν και κυβερνητικά καθήκοντα, ενώ ακόμα φρόντιζαν για την εκπαίδευση, την υγεία και την άμυνα.

Μία πολύ σημαντική καινοτομία των κολεκτίβων ήταν η εισαγωγή του μισθού προς το άτομο, (μέχρι πριν στις αγροτικές περιοχές τα χρήματα πήγαιναν στον γηραιότερο της οικογένειας), ακόμα εξασφαλίζονταν σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό κάποιες προνοιακές αποδοχές: βρεφονηπιακοί σταθμοί, σπίτια για τους γηραιότερους, κοινοτικά εστιατόρια και καντίνες με δωρεάν φαγητό. Σε κάποια φάση μάλιστα οι κολεκτίβες στις εξαγγελίες τους για τις παροχές άρχισαν να διαγωνίζονται στο ποια θα ήταν αυτή που πρόσφερε τα περισσότερα δωρεάν αγαθά, κάτι όμως που στην γενική εικόνα του δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα και έτσι οι περισσότερες παροχές ουδέποτε υλοποιήθηκαν. Το πιο συνηθισμένο φαινόμενο ήταν πάντως οι κολεκτίβες να δίνουν κάποια δωρεάν τρόφιμα. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα όπου τα κοινοτικά εστιατόρια έδιναν δωρεάν φαγητό αναφέρθηκαν περιπτώσεις διαγωνισμού στο φαγητό. Ο πιο κομμουνιστής ήταν αυτός που έτρωγε περισσότερο!!!

Μία ακόμα σημαντική λεπτομέρεια είναι ότι στην βάση των κολεκτίβων δημιουργήθηκε και πολιτοφυλακή, η οποία θα ήταν υπεύθυνη για την άμυνα της κολεκτίβας σε περίπτωση επίθεσης, με αυτό τον τρόπο κάθε κολεκτίβα ήταν και μία στρατιωτική μονάδα.

Όσον αφορά την ιδιοκτησία, η κατάσταση ήταν κάπως μπλεγμένη. Τα εργαλεία και τα ζώα ήταν κοινής ιδιοκτησίας, όμως η ατομική ιδιοκτησία της γης παρέμενε σε ένα σημαντικό ποσοστό γύρω στο 20% (το ποσοστό είσως να είναι πιο μεγάλο), και είναι λογικό κάτι τέτοιο, η βασική επιθυμία των αγροτών εδώ και κάτι αιώνες ήταν μία: γη. Το ξεπέρασμα μίας τέτοιας αντίληψης χρειάζεται χρόνο. Από την άλλη η βιομηχανία ήταν στην ιδιοκτησία των κομμούνων.

Αρχικά η βασική δραστηριότητα των κομμούνων ήταν τα αρδευτικά και τα εγγειοβελτιωτικά έργα. Αυτός ο τύπος οργάνωσης επέτρεπε σε πιο μεγάλη κλίμακα και τον καλύτερο σχεδιασμό ενός έργου, και την καλύτερη κινητοποίηση των εργατών και εργατριών για αυτό τον σκοπό. Ωστόσο δεν ήταν μόνο αυτό. Περιελάμβανε την μικρή ντόπια βιομηχανία: σίδερο και ατσάλι, παραγωγή λιπασμάτων από ευτελή υλικά, εργοστάσια τροφίμων, βιοτεχνίες χαρτιού κλπ. Ακόμα η κολεκτίβα ήταν και μια μονάδα κρατικής εξουσίας.

Η δημιουργία των κολεκτίβων ήταν το εργαλείο για μία αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής αλλά και όχι μόνο αυτής. Οι κολεκτίβες ήταν μία προσπάθεια να ορθολογικοποιηθεί η παραγωγή σε διάφορα ζητήματα. Από την καλλιέργεια αυτή καθαυτή μέχρι και την διαχείριση του εργατικού δυναμικού. Και από την μεταφορά εργατικής δύναμης σε άλλους τομείς μέχρι την πολυειδίκευση. Οι αγρότες στην ενασχόληση τους με τις καλλιέργειες είχαν μεγάλα διαλείμματα στα οποία κάθονταν (το 1930 οι εργάσιμες μέρες του αγρότη ήταν 190, στις κολεκτίβες πάνω από 250), η κολεκτίβα σε αυτό το κενό που είναι πάλι –μετά την αύξηση της απασχόλησης στην καλλιέργεια- 5 μήνες περίπου στρέφει την εργατική δύναμη σε άλλες κατευθύνσεις, είτε εντός της κολεκτίβας (έργα υποδομών για τις καλλιέργειες, μικρή βιοτεχνική παραγωγή, υπηρεσίες πρόνοιας κλπ) είτε εκτός (μεγάλης έκτασης έργα: φράγματα, κανάλια, δεξαμενές, βιομηχανίες). Ταυτόχρονα δεν αφήνει και πολύ χρόνο να πάει χαμένος, πάντα υπάρχουν πράγματα τα οποία θα πρέπει να γίνουν, έτσι οι αγρότες γίνονται με έναν καινούριο τρόπο, ίσως πιο συγκροτημένα και με μεγαλύτερη οργανική σχέση, ξυλουργοί, μεταλλουργοί, κτίστες, ανθρακωρύχοι κλπ, ενώ αναπτύσσεται και μία αλληλένδετη σχέση με την μικρή και μεσαία βιομηχανία. Τέλος η κολεκτίβα καταφέρνει να κινητοποιήσει μεγάλο πλήθος ανθρώπων σε ένα και μόνο έργο, επιτρέποντας την γρήγορη αποπεράτωση του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η κολεκτίβα σημαίνει εντατικοποίηση της εργασίας και καλύτερη διαχείριση της εργατικής δύναμης.

Την περίοδο του Μεγάλου Άλματος θα την χωρίσουμε αυθαίρετα σε τρεις στιγμές: Στην στιγμή του σταριού, στην στιγμή του ατσαλιού και στην στιγμή του «λιμού».

Το 1958 είναι η χρονιά του σταριού, παντού σε όλη την χώρα φυτεύεται στάρι (ακόμα και στις διαχωριστικές νησίδες των δρόμων λέει μία τελειωμένη κινεζόφιλη…). Συνθήματα και προπαγανδιστικές αφίσες καλούν τις κολεκτίβες να κινητοποιήσουν όλες τους τις δυνάμεις για να αυξήσουν την παραγωγή του σταριού. Και όντως η κινητοποίηση ήταν τεράστια, όλη σχεδόν η εργατική δύναμη της Κίνας απασχολήθηκε σε αυτή την εργασία. Όμως ο ενθουσιασμός δεν ήταν αρκετός, και όταν μιλάμε για το μέγεθος της Κίνας, και για την οικονομική της κατάσταση η οποία δεν έδινε και μεγάλες δυνατότητες διαχείρισης μίας κρίσης, μικρά λάθη μπορούν να αποβούν καταστροφικά. Πολλοί πειραματισμοί στην καλλιέργεια θα αποδειχθούν καταστροφικοί (καρποί σε φυτεμένοι σε μεγάλη πυκνότητα σάπισαν κλπ). Ακόμα ο ενθουσιασμός και ο ανταγωνισμός μεταξύ των κομμούνων τις έκανε να υπερβάλλουν στις εκτιμήσεις τους όσον αφορούσε την πρόβλεψη για την σοδειά. (Είναι πιο πολύ αστείο αλλά αξίζει να το αναφέρουμε: η Άννα Στρονγκ στο «Η γένεση των κινέζικων λαϊκών κοινοτήτων» (κολεκτίβες) εξηγεί αυτή την υπερβολή «Οι χωρικοί δεν είχαν δει ποτέ τόσο πλούσια συγκομιδή. Δεν είχαν ούτε πλάστιγγες, ούτε μέτρα χωρητικότητας, ούτε αποθήκες γνωστής χωριτικότητας, ούτε γερανούς για την μέτρηση. Έκαναν έναν τίμιο υπολογισμό σε συνθήκες ευφορίας…» Πολύ αγαπούν αυτοί οι δυτικοί κινεζόφιλοι τους κινέζους τελικά… Οι φτωχοί πρώτη φορά είδαν τέτοια σοδειά και πώς να μετρήσουν αφού δεν ξέρουν να μετρούν. Εμείς ωστόσο θα διατυπώσουμε μία άλλη υποψία, οι αγρότες σε μία σειρά καθεστώτων από φεουδαρχικά μέχρι «σοσιαλιστικά» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προσπαθούσαν να κρύψουν την σοδειά τους και όχι να την παρουσιάσουν σαν μεγαλύτερη. Πιστεύουμε ότι αυτή η κοινωνική εμπειρία στους αγρότες της Κίνας δεν χάθηκε στα 10 χρόνια της ΛΔΚ.) Λίγα νούμερα: τον Δεκέμβρη του ’58 το υπουργείο Γεωργίας είχε ένα νούμερο που μιλούσε για 446 εκατ. τόνους σταριού. «Αυθαίρετα» οι σοφοί τεχνοκράτες του υπουργείου έκοψαν από αυτή την εκτίμηση 76 εκατ. τόνους, «για να ισοσκελίσει τις επαρχιώτικες υπερβολές» (sic) κάνοντας έναν υπολογισμό στα 375 εκατ. τόνους. Αυτό είναι και το νούμερο πάνω στο οποίο θα βασιστεί ο προγραμματισμός για το ’59. Όμως και αυτό το νούμερο ήταν υπερβολικό. Ο Ζου Εν Λάι τον Αύγουστο του ’59 θα αναφέρει σε μία έκθεση του προς την Εθνική Αντιπροσωπεία ότι το νούμερο που έδιναν οι στατιστικολόγοι ήταν περίπου 250 εκατ. τόνοι. Μιλάμε για μία τελική διαφορά γύρω στα 200 εκατ. τόνους. Ένα ακόμα μοιραίο λάθος ήταν ότι σε πολλές περιπτώσεις η σοδειά αφέθηκε να σαπίσει στα χωράφια, διότι δεν υπήρχαν πια αρκετά εργατικά χέρια τα οποία είχαν κατευθυνθεί στην παραγωγή ατσαλιού. Ένα τελευταίο λάθος ήταν ακόμα ότι τα υποτιθέμενα πλεονάσματα της παραγωγής δόθηκαν στην κυβέρνηση. Με μία λέξη: το ’58 ήταν η αρχή μίας δύσκολης τριετίας. Μάλλον δεν έχει και πολύ πρακτικό νόημα να αναλύσουμε το γιατί έγιναν αυτά τα λάθη, πολύ περισσότερη σημασία έχει το ότι έγιναν, και ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχει ότι θα ακολουθήσουν και άλλα.

Η επόμενη στιγμή είναι η στιγμή του ατσαλιού. Πριν καλά καλά η τεράστια εργατική δύναμη τελειώσει με την συγκομιδή του σταριού, στρέφεται στην μαζική παραγωγή ατσαλιού. Οι αγρότες λοιπόν, θα παρήγαγαν ατσάλι. Όμως βιομηχανική υποδομή δεν υπήρχε, κάποιο σχέδιο ακόμα και για τα πιο απλά πράγματα μίας τέτοιας περίπλοκης παραγωγής ούτε, ένας στοιχειώδης κεντρικός σχεδιασμός απουσίαζε. Έτσι λοιπόν, οι κινέζοι αγρότες έφτιαξαν υψικαμίνους μόνοι τους έλιωναν ότι μέταλλο μπορούσαν να βρουν και υποτίθεται ότι έφτιαχναν ατσάλι. Φυσικά η παραγωγή ατσαλιού εκτοξεύθηκε στα ύψη, η παραγωγή σχεδόν διπλασιάστηκε σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά φτάνοντας τους 11 εκατ. τόνους. Όμως όλο αυτό το ατσάλι θα αποδειχτεί άχρηστο για βιομηχανική χρήση. Θα αντιγράψουμε ένα απόσπασμα, το οποίο όμως νομίζουμε ρίχνει αρκετό φως στο κλίμα που επικρατούσε: «Έκαναν ατσάλι γιατί ήταν κάτι το πατριωτικό, γιατί η Κίνα έφτιαχνέ ατσάλι προτού ακόμη η Ευρώπη ξυπνήσει, και τώρα η Κίνα θα ξεπερνούσε την Αγγλία και πάλι, γιατί το ατσάλι ήταν πάντοτε χρήσιμο, για τα αγροτικά εργαλεία και για τις σιδηροτροχιές, για την άμυνα και για την βιομηχανοποίηση της χώρας. Έφτιαχναν ατσάλι γιατί έτσι θα γινότανε οι ίδιοι εργάτες ατσαλιού και όχι πια απλοί χωρικοί. (…) Φτιάχνοντας ατσάλι ένοιωθε ο καθένας ότι ήταν ένας από τα 650 εκατ. ανθρώπους που όλοι έφτιαχναν ατσάλι και έκαναν την είσοδο τους στο σύγχρονο κόσμο.» Εν τω μεταξύ, κάποιοι ξένοι αναλυτές παρακολουθώντας την παραγωγή του ατσαλιού από τους χωρικούς και κάνοντας μία εκτίμηση κόστους θα πουν χαρακτηριστικά ότι το ατσάλι που παράγονταν κόστιζε πιο ακριβά και από χρυσάφι!!!

Το τραγικό αυτά τα χρόνια, δεν ήταν ούτε οι λάθος εκτιμήσεις του σταριού ούτε η χαμηλή ποιότητα του ατσαλιού, το πολύ περισσότερο τραγικό ήταν ότι υπήρξε μία τεράστια κινητοποίηση του πληθυσμού χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Πράγμα που είχε και σαν συνέπεια το ότι εγκαταλείφθηκαν πολύ πιο ζωτικές για την επιβίωση παραγωγικές δραστηριότητας.

Το 1960 θα είναι μία δύσκολη χρονιά από πολλές πλευρές. Ένα πρώτο πρόβλημα είναι η απόσυρση, λόγω της σινοσοβιετικής διαμάχης, της βοήθειας της ΕΣΣΔ σε κεφάλαια, τεχνική γνώση και έμψυχο δυναμικό. Οι σοβιετικοί τεχνικοί εγκατέλειψαν τα εργοστάσια που κατασκευαζόταν (περί των 150 ο αριθμός) και πήραν μαζί τους και τα σχέδια, αφήνοντας τους κινέζους μόνους τους να βρουν την άκρη. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι θα ενσκήψουν τεράστιες πλημμύρες και παρατεταμένες ξηρασίες (ο Κίτρινος ποταμός στο Σαντούγκ θα ξεραθεί για ένα μήνα, κάτι ανήκουστο στην κινέζικη ιστορία). Οι καταστροφές στην αγροτική παραγωγή ήταν τεράστιες, η μισή σχεδόν καλλιεργήσιμη έκταση της Κίνας πλήχθηκε είτε από παρατεταμένες ξηρασίες είτε από καταστροφικές πλημμύρες. Αν και οι δυτικοί παρουσιάζουν τις ξηρασίες και τις πλημμύρες σαν λιμό και αντίθετα οι κινεζόφιλοι σαν να μην συνέβη κάτι (παρά μόνο ότι «οι κινέζοι έβαλαν στους εαυτούς τους δελτίο»), μάλλον υπερβάλλουν και οι δύο. Το σίγουρο είναι ότι ο λιμός του 1960 ουδεμία σχέση είχε με άλλους λιμούς της κινέζικης ιστορίας. Τα εκατομμύρια νεκρών από ασιτία, ο κανιβαλισμός από την πείνα, η εγκατάλειψη τεράστιων περιοχών και η μαζική μετανάστευση σε άλλες περιοχές που ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά των προηγούμενων λιμών δεν θα επαναληφθούν πάλι το 1960. Υπήρξε μία έλλειψη τροφίμων, υπήρξε περιορισμός στα αγαθά, μπήκαν δελτία για τα τρόφιμα, και ίσως πολλές χιλιάδες ή και εκατομμύρια όντως να πέθαναν από την πείνα (ένας αριθμός που υπάρχει και που μιλάει για 20 εκατ. είναι προβληματικός, διότι δεν λέει τι περιλαμβάνει (παιδική θνησιμότητα, φυσικούς θανάτους). Όμως η αλήθεια είναι ότι οι κολεκτίβες βοήθησαν να αντιμετωπιστούν οι περισσότεροι κίνδυνοι, το σύστημα διανομής αγαθών και βοήθειας λειτούργησε αρκετά καλά, η κεντρική κυβέρνηση εισήγαγε μεγάλες ποσότητες σταριού από τον Καναδά, και η ύπαρξη της ατομικής ιδιοκτησίας και της ατομικής παραγωγής για ιδιωτική κατανάλωση θα είναι οι παράγοντες που θα αποτρέψουν μία μαζική καταστροφή. Ακόμα, η προηγούμενη εμπειρία των κολεκτίβων για το στάρι και το ατσάλι επέτρεψε την συγκέντρωση εργατικών χεριών για να σωθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς. Η αλήθεια είναι ότι η ΛΔΚ ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει με αρκετά καλύτερους όρους την ξηρασία και τις πλημμύρες και το ΚΚΚ αποδείχτηκε ικανό να διαχειριστεί με ικανοποιητικό τρόπο την κρίση, ένα επιχείρημα για αυτό είναι ίσως το ότι τις ξηρασίες και τις πλημμύρες δεν τις ακολούθησαν κοινωνικές αναταραχές και αυτό χαρακτηριστικό παλιότερων χρόνων. Όμως τα πράγματα θα ήταν κατά πολύ καλύτερα, αν δεν είχαν προηγηθεί τα δύο προηγούμενα καταστροφικά για την οικονομία χρόνια. Και αυτό το ήξεραν πολύ καλά πρώτοι από όλους οι ίδιοι οι χωρικοί.

Το Μεγάλο Άλμα θα είναι μία αποτυχημένη απόπειρα. Τίνος όμως πράγματος απόπειρα; Θα ριψοκινδυνεύσουμε μία εκτίμηση. Το Μεγάλο Άλμα ήταν μία αποτυχημένη απόπειρα για να επιτευχθεί μία πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου, όχι όμως ακριβώς με καπιταλιστικούς όρους. Η απόπειρα στόχευε στο να δώσει μία ώθηση στα θεμέλια της οικονομίας παράγοντας δύο κεντρικά αγαθά: στάρι και ατσάλι. Πιο συγκεκριμένα παράγοντας ένα πλεόνασμα σταριού, θα έβαζε την αγροτική παραγωγή σε μία διαδικασία ανάπτυξης και όχι συντήρησης, σπρώχνοντας ένα βήμα την βιομηχανική παραγωγή. Από την άλλη μία αρχική ανάπτυξη της βιομηχανίας θα έδινε και αυτή με την σειρά της ένα μικρό σπρώξιμο στην αγροτική παραγωγή, οδηγώντας σταδιακά σε μία συνολική ανάπτυξη της οικονομίας. Όμως αυτή η απόπειρα θα αποτύχει και οι εμπνευστές της, ο Μάο Τσε Τουνγκ και οι υποστηρικτές του στο κόμμα θα παραμεριστούν και θα πέσουν σε δυσμένεια.

5. Η νέα οικονομική πολιτική (1961-1964)

Η αλλαγή στην πολιτική και την οικονομία του κόμματος θα οριστικοποιηθεί τον Γενάρη του 1961 στην 9η Ολομέλεια του 8ου Συνεδρίου του ΚΚΚ. Καταρχήν χαλάρωσε ο πολιτικός έλεγχος του κόμματος πάνω στον πληθυσμό και υπήρξαν κάποια στοιχεία φιλελευθεροποίησης σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Οι πιο σημαντικές όμως αλλαγές θα γίνουν με την εισαγωγή της πολιτικής του «σαν ζι γι μπάο» που σήμαινε την επαναφορά των ιδιωτικών αγροκτημάτων, την χρήση του νοικοκυριού σαν λογιστική μονάδα στις κομμούνες και την ανάληψη της μοναδικής υπευθυνότητας για τους συντελεστές του κέρδους και της παραγωγής από την μεριά των επιχειρήσεων στις κομμούνες.

Όλα αυτά θα επιφέρουν μία σειρά σημαντικών αλλαγών. Θα αναπτυχθούν αρκετά τα ιδιωτικά αγροκτήματα και πάλι. Στο Γιουνάν η αγροτική παραγωγή από ιδιωτικά αγροκτήματα θα είναι μεγαλύτερη από αυτή των κολεκτίβων το 1962, και στις επαρχίες Γκουιτζόου και Σετσουάν τα ιδιωτικά αγροκτήματα θα είναι περισσότερα από αυτά των κολεκτίβων. Αναπτύσσεται επίσης, μία μαύρη αγορά, αλλά και ελεύθεροι χώροι ιδιωτικού εμπορίου, καθώς η επίσημη πολιτική χαλάρωσε την διοικητική ρύθμιση των τιμών της αγοράς και υποδείκνυε ότι το επίπεδο των κερδών έπρεπε να γίνει κριτήριο για την λειτουργία ακόμα και των κολεκτίβων. Τέλος, θα αναπτυχθεί η παράλληλη ενασχόληση των αγροτών στις κολεκτίβες αλλά και σε ιδιωτικής πρωτοβουλίας δραστηριότητες (λαχανικά και χοιροτροφία). Σαν επιστέγασμα όλων αυτών μέσα στις κολεκτίβες ο κόσμος άρχισε να παίρνει βαθμούς παραγωγής και το εισόδημα τους προσαρμόστηκε στην ποσότητα και την ποιότητα της δουλειάς.

Η αγροτική παραγωγή λοιπόν φαίνεται να «σπάει». Από την μια οι αγρότες δουλεύουν στην κολεκτίβα ενώ από την άλλη αυτοαπασχολούνται στα δικά τους αγροκτήματα την παραγωγή των οποίων την νέμονται οι ίδιοι είτε για ιδιοκατανάλωση είτε για προμήθεια στην μαύρη αγορά. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθούν και δύο κύκλοι κυκλοφορίας των αγαθών: ο επίσημος και η μαύρη αγορά. Το ΚΚΚ θα προσπαθήσει να ελέγξει την μαύρη αγορά με δύο τρόπους, κάνοντας ως ένα βαθμό νόμιμο το ελεύθερο εμπόριο και αναπροσαρμόζοντας την πολιτική προμήθειας, κατά κύριο λόγο θα κάνει το πρώτο. Επιπλέον η εργασία στις κολεκτίβες θα ορίζεται ολοένα και περισσότερο με όρους κέρδους, ποιοτικής παραγωγής, αποτελεσματικότητας και αντιστοιχία αυτών με τον μισθό.

Στην βιομηχανία θα συμβεί μία παρόμοια μετατόπιση. Από τους στόχους για την παραγωγή στους στόχους για το κέρδος και από τον έλεγχο των συνδικάτων και των επιτροπών του κόμματος στον έλεγχο των διαχειριστών και των τεχνοκρατών, και από τα ηθικά κίνητρα (πολιτικά και ιδεολογικά) στα υλικά. Τώρα πια αυτό που μετράει για το ποιος θα παίρνει αποφάσεις δεν θα είναι το αν είναι «κόκκινος», αλλά το αν είναι «εμπειρογνώμονας». Θα εισαχθούν στην βιομηχανική παραγωγή τα πριμ για «οικονομία στην εργασία» , «ποιότητα», για ασφάλεια για «λογικές υποδείξεις» κλπ., η αποδοτικότητα, ενώ θα ενισχυθεί ο ρόλος, η θέση και η εξουσία των διευθυντών· όπως αναφέρει και ένας εργάτης τυπογραφείου, συμπυκνώνοντας πολύ καλά την νέα κατάσταση: «Ο καταστατικός χάρτης της βιομηχανίας αυτός που τώρα τον λέμε τα 70 καταστροφικά σημεία του Λιου Σάο Τσι, ήταν η δύναμη που ήλεγχε τα πάντα. Αυτό το επίσημο κείμενο επέμενε ότι ο Διευθυντής είχε την πλήρη υπευθυνότητα. Οι κανονισμοί έλεγχαν τον άνθρωπο και όχι αντίστροφα. Η ουσία του συστήματος ήταν ότι όσοι παράγουν περισσότερο ανταμείβονται, ενώ όσοι παράγουν λιγότερο τιμωρούνται. (…) Υπήρχε ένα πολύπλοκο σύστημα για τα πριμ, με βραβεία για την ισότητα, την παραγωγικότητα, την ασφάλεια, την εξοικονόμηση πρώτων υλών και τον αριθμό των παρουσιών στις συναντήσεις. Αν οι μηχανές πάθαιναν βλάβη πληρώναμε πρόστιμο, όπως και για την χαμηλή ποιότητα της παραγωγής, για αποτυχία στους συντελεστές ή στις παρουσίες στις συναντήσεις. Αυτή η έμφαση στα υλικά κίνητρα διαίρεσε τους εργάτες.» Αλλού ένας εργάτης σε εργοστάσιο ντηζελομηχανών και αντλιών της Σαγκάης θα πει: «Ο διευθυντής ήταν έντονα υπέρ της δουλειάς με το κομμάτι, και μέσα από αυτό αναπτύχθηκαν εντάσεις ανάμεσα σε νεαρούς εργάτες και σε παλαίμαχους και σε βοηθητικό προσωπικό.»

Ένα πρώτο συμπέρασμα; Η ΝΟΠ του ’61- ’64 δεν ήταν κάτι άλλο πέρα από μία προσπάθεια εισαγωγής του φορντισμού-τεϊλορισμού στην παραγωγή. Για να κάνουμε μία σύνοψη θα λέγαμε ότι η ΝΟΠ θέλησε να επιτύχει δύο πράγματα: α. την αποδοχή της αντίληψης ότι το εργοστάσιο και το χωράφι είναι μία παραγωγική μονάδα στην οποία προτεραιότητα έχει η παραγωγικότητα και άλλα οικονομικά κριτήρια, σε αντίθεση με την προηγούμενη αντίληψη του Μεγάλου Άλματος ότι αυτοί οι χώροι είχαν πολύ περισσότερο μία πολιτική σημασία, β. μία αυξανόμενη διαφοροποίηση στις καθαρές απολαβές χάρη στα πριμ, τα μπόνους, και την δουλειά με το κομμάτι.

Η οικονομική θεωρία που διατυπωνόταν πίσω από αυτή την αλλαγή συνοψίζονταν στο ότι τα παραγωγικά κεφάλαια έπρεπε να διοχετεύονται σε όσες επιχειρήσεις είχαν αποδείξει ότι ήταν ικανές να πετύχουν ένα ποσοστό κέρδους πάνω από τον μέσο όρο για την βιομηχανία και όχι σε όσες είχαν επίδοση μικρότερη από αυτόν. Ταυτόχρονα, για να μετρηθεί η επίδοση, το ποσοστό κέρδους θα έπρεπε να ενσωματωθεί στο «ήθος» μιας επιχείρησης, δηλαδή ουσιαστικά το πόσο ανταγωνιστική είναι (οργανώνοντας αποδοτικότερα την παραγωγή, εξοικονομώντας πρώτες ύλες κλπ) σε σχέση με τις υπόλοιπες.

Τι όμως συμβαίνει στην Κίνα κατά εκείνη την περίοδο; Θα επιχειρήσουμε εδώ μία μικρή και ίσως πρωτόλεια ανάλυση της ταξικής σύγκρουσης. (Εδώ ας περιορίσουμε τον όρο «τάξη» στα συγκροτημένα κοινά συμφέροντα μεταξύ των υποκειμένων για να συνεννοούμαστε).

Στο επίπεδο του κόμματος υπάρχουν δύο τάξεις με αντιτιθέμενα συμφέροντα.

Από την μία είναι οι «επαγγελματίες επαναστάτες» δηλαδή οι άνθρωποι εκείνοι οι οποίοι έχουν αφιερώσει την ζωή τους στο κόμμα και την επανάσταση και των οποίων η δεξιότητα δεν είναι άλλη από το να «κάνουν επανάσταση». Στο καθεστώς της ΛΔΚ αυτό το συλλογικό υποκείμενο αντλεί κύρος και εξουσία, και έχει συγκεκριμένα υλικά και κοινωνικά προνόμια όσο διαχειρίζεται την ιδεολογία και την πολιτική, ακόμα περισσότερο αυτό το συλλογικό υποκείμενο «υπάρχει» όσο «υπάρχει» και μία επανάσταση που πρέπει να γίνει, όταν πάψει να υπάρχει «επανάσταση» παύει να υπάρχει και το ίδιο.

Από την άλλη τώρα μετά την ίδρυση της ΛΔΚ θα κάνουν και την εμφάνιση τους οι διευθυντές και οι τεχνοκράτες των επιχειρήσεων. Είπαμε στην αρχή αυτού του κειμένου ότι γενικευμένη εθνικοποίηση των εργοστασίων ποτέ δεν έγινε στην Κίνα, στην οποία η πολιτική του ΚΚΚ σε σχέση με τις επιχειρήσεις και τους ιδιοκτήτες αυτών, ήταν η αφομοίωση, δηλαδή η ενσωμάτωση τους στο σοσιαλιστικό κράτος. Προφανώς όλοι αυτοί δεν είχαν και πολλές επιλογές, πέραν του να αφομοιωθούν. Και ακόμα πιο σίγουρα όταν κανείς έχει να διαλέξει μεταξύ της εξορίας, του θανάτου και του να είναι διευθυντής στην έστω πρώην επιχείρηση του, μάλλον θα διαλέξει το τελευταίο. Από την άλλη οι νέοι τεχνοκράτες που θα αναλάβουν μετά το ’49 προφανώς δεν προέρχονταν από την μεγάλη αγροτική μάζα, η οποία ήταν αυτή που στήριξε το ΚΚΚ, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι θα ήταν μάλλον αστοί και μικροαστοί. Ακόμα το 5ετές σχέδιο όντας μία ακριβής αντιγραφή της σοβιετικού τύπου ανάλυσης ως ένα βαθμό θα δημιούργησε ένα στρώμα διευθυντών κατά τα πρότυπα της σοβιετικής γραφειοκρατίας που στην περίοδο που αναφερόμαστε θα υπήρχε ακόμα. Όλοι αυτοί προφανώς δεν θα ήταν ικανοποιημένοι παίρνοντας έναν μισθό ελάχιστα ανώτερο του εργάτη και μην έχοντας σχεδόν καμία εξουσία μέσα στους χώρους παραγωγής.

Όμως εδώ ας μην κάνουμε ένα βασικό λάθος που έχουν κάνει μάλλον οι περισσότεροι αναλυτές των «ενδογραφειοκρατικών συγκρούσεων». Δεν αντιλαμβανόμαστε την σύγκρουση αυτή σαν ενδογραφειοκρατική, για δύο λόγους. Πρώτον γιατί ειδικά στην Κίνα, το ΚΚΚ είχε μία πολύ ευρεία κοινωνική υποστήριξη πολύ πριν καταλάβει την εξουσία (στην ΕΣΣΔ δεν συνέβαινε το ίδιο), και με αυτή την έννοια είναι πολύ δύσκολο να διαχωρίσει κανείς τον γραφειοκράτη από τον χωρικό (πολλοί διευθυντές κολεκτίβων ήταν σχεδόν αγράμματοι αγρότες…), επιπλέον οι τάξεις αυτές πατάνε σε κοινωνικά συμφέροντα ευρέων κοινωνικών ομάδων. Δεύτερον, η όποια ταξική σύγκρουση σε μία κοινωνική οργάνωση που υπάρχει σχεδόν μόνο ένα πράγμα (το κόμμα) που αλλού θα μπορούσε να εκφραστεί τουλάχιστον καταρχήν, αν όχι μέσα στο ίδιο το κόμμα.

Με τα παραπάνω δεν λέμε και ούτε υπονοούμε ότι δεν υπήρχε τότε εργατική και αγροτική τάξη. Υπήρχαν, αλλά στα μέσα του ’50 η πρώτη ήταν αδύναμη ακόμα και η δεύτερη θα στηρίζει ακόμα ανοιχτά το ΚΚΚ.

Τα «εκατό λουλούδια» δεν ήταν παρά η πρώτη φάση της σύγκρουσης μεταξύ αυτών των δύο τάξεων, και το Μεγάλο Άλμα η προσπάθεια να υλοποιηθεί και να τεθεί στην πράξη ένας τρόπος κοινωνικής οργάνωσης ο οποίος καταρχήν θα εξασφάλιζε την ύπαρξη και την συντήρηση των «επαγγελματιών επαναστατών». Όμως το Μεγάλο Άλμα θα αποτύχει, και οι «επαγγελματίες επαναστάτες» θα χάσουν την πολιτική υποστήριξη. Αυτό θα εκμεταλλευθούν οι διευθυντές και οι τεχνοκράτες για να κάνουν κάτι ανάλογο (με την ίδια πολιτική σημασία). Αυτοί δεν θα αποτύχουν με τον ίδιο τρόπο ακριβώς, θα αποτύχουν επειδή έκαναν πολύ ορατή στα μάτια των διευθυνόμενων και των εκμεταλλευόμενων την διεύθυνση και την εκμετάλλευση, και το λάθος τους θα είναι ακόμα πιο μεγάλο, μιας και σε επίπεδο θεσμικής εξουσίας υπάρχει ένας αντίπαλος ικανός να εκμεταλλευτεί αυτό το πράγμα…

0 Comments:

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα