Μέρος Δεύτερο


Ενότητα Β’

Η Κίνα από το 1911 εώς και το 1949

1. Η Αστικοδημοκρατική Επανάσταση

Ανάμεσα στους δημοκράτες που μέσα από τόσα χρόνια εξορίας είχαν συσσωρεύσει μπόλικο ιδεαλισμό μα ελάχιστη επαφή με το κοινωνικό, υπήρχε μόνο μια συναίνεση: η αυτοκρατορία δεν μπορούσε να βελτιωθεί, μπορούσε μονάχα να καταστραφεί. Από το 1840 κιόλας, το αρχαίο μοτίβο της δυναστικής αποσύνθεσης είχε αρχίσει να γίνεται ορατό. Η αποτυχία της αυτοκρατορίας να υπερασπιστεί τον εαυτό της εναντίον των «ξένων διαβόλων» κατά τον Πόλεμο του Οπίου, η εξέγερση των Ταϊπίνγκ, η κατάληψη του Πεκίνου το 1860 από τους άγγλους και τους γάλλους, η προσάρτηση του Ανάμ (Ινδοκίνα) από την Γαλλία το 1884, και ο εξευτελιστικός πόλεμος με την Ιαπωνία το 1895, είχαν καταστρέψει το όποιο κύρος των Μαντσού. Τα τελευταία χρόνια της δυναστείας των Τσινγκ θα χαρακτηριστούν από μια απελπισμένη προσπάθεια της αυτοκράτειρας Τζου Σι (γνωστή και ως Ντάουγκερ) να ανακόψει το μεταρρυθμιστικό κίνημα . Μετά τον θάνατό της, η ανατρεπτική δουλειά τόσο των δημοκρατών, όσο και των μυστικών εταιριών θα φουντώσει. Και όταν τελικά η τυχαία ανάφλεξη εκρηκτικών υλών σε μια δημοκρατική γιάφκα στο Γουχάν οδηγήσει σε στάση του στρατού στην πόλη, ο νότος θα περάσει χωρίς αντίσταση στα χέρια των επαναστατών. Ο βορράς ωστόσο, πάντα πιο συντηρητικός και λιγότερο επηρεασμένος από ξενόφερτες ιδέες, θα παραμείνει πιστός στο στέμμα. Το Πεκίνο θα επιστρατεύσει την στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Γιουάν Σιχ Κάι, εραστή της νεκρής αυτοκράτειρας, ο οποίος μετά τον πόλεμο του 1895 είχε επιχειρήσει να εκσυγχρονίσει τον αυτοκρατορικό στρατό κατά το ιαπωνικό μοντέλο των Μειτζί, και είχε τσακίσει την εξέγερση των Αϊχοτουάν στο Σαντόνγκ. Υπό την ηγεσία του, ο αυτοκρατορικός στρατός μπόρεσε με ευκολία να κρατήσει το μέτωπο του Γιανγκτσέ. Ο Γιουάν ωστόσο γνώριζε πως οι δυτικές δυνάμεις επιθυμούσαν την πτώση της δυναστείας αλλά όχι την κατάρρευση της αυτοκρατορίας σε εμφύλιο πόλεμο. Έτσι, θα προδώσει το στέμμα και θα προτείνει συμμαχία με τους δημοκρατικούς υπό τον όρο να τεθεί πρόεδρος της δημοκρατίας. Από τη μεριά της, η δημοκρατική ηγεσία ήλπιζε πως με αυτόν τον τρόπο θα απόφευγε την οικονομική ισοπέδωση της χώρας και την ξένη παρέμβαση από τους ιάπωνες ή την Ρωσσία στην Μαντζουρία. Η δημοκρατική ηγεσία παρεξηγούσε τον αντιμαντζουισμό του νότου για δημοκρατικό προοδευτισμό: πίστευε πως η δημοκρατία είναι ένα κοινωνικό πεπρωμένο και πως η έκδοση συντάγματος θα εγγυηθεί τον εκσυγχρονισμό της χώρας. Το πρώτο κοινοβούλιο του 1912 δεν άφηνε χώρο για άλλες τέτοιες αυταπάτες. Οι ψήφοι πωλούνταν ανοιχτά και η διαφθορά ξεχείλιζε από κάθε θεσμό: «μια μαϊμού είχε ντυθεί με τα ρούχα του Δούκα Τσου». Ο Γιουάν Σιχ Κάι σκοπεύοντας να ιδρύσει την δική του δυναστεία μετά την αποτυχία του δημοκρατικού ιντερλουδίου, πίστευε πως μπορούσε να βρει υποστήριξη στην παλιά γραφειοκρατική τάξη, όσο και στην πολιτική παθητικότητα της αγροτιάς. Εξασφαλίζοντας ένα μεγάλο δάνειο από τις ξένες δυνάμεις, ο Γιουάν θα καταλύσει το κοινοβούλιο, και θα ανακηρυχθεί αυτοκράτορας δολοφονώντας και εξορίζοντας εκατοντάδες δημοκράτες. Όλα έμοιαζαν ν’ ακολουθούν το παλιό μοτίβο. Η παρηκμασμένη δυναστεία είχε πέσει υπό την ηγεσία του ικανότερου στρατιώτη της ο οποίος θα ίδρυε μια νέα σφριγηλή σειρά αυτοκρατόρων μετά από τις εθιμοτυπικές καθυστερήσεις και τις ευγενικές αρνήσεις κάθε τέτοιας του πρόθεσης. Τόσο στον Γιουάν όσο και σε πολλούς σύγχρονους του όλα αυτά έμοιαζαν φυσικά και δικαία. Η Δημοκρατία δεν ήταν παρά ένα εφήμερο όνειρο κάποιων επαναπατρισμένων φοιτητών. Όμως τον Μάη του 1915 η Ιαπωνία θα κάνει μια κίνηση ματ, παρουσιάζοντας τις διάσημες 21 απαιτήσεις της. Η αποδοχή τους θα σήμαινε την ουσιαστική υποταγή της Κίνας. Ο Γιουάν θα προσπαθήσει να κερδίσει χρόνο, διαπραγματευόμενος τις απαιτήσεις. Έτσι, το κύρος του θα καταστραφεί. Βάσει του κομφουκιανού ηθικού κώδικα, η εμπιστοσύνη είναι η ύψιστη αρετή ενός ηγέτη κράτους, και αυτή απουσίαζε κραυγαλέα από την πολιτική καριέρα του Γιουάν. Τον Δεκέμβρη, ο διοικητής του στρατού του μακρινού Γιουνάν θα κηρύξει ανταρσία, θα ακολουθήσουν όλο και περισσότερα τάγματα, πολλά με χρηματική και λογισμική υποστήριξη της Ιαπωνίας. Με τη Κίνα στα πρόθυρα του εμφυλίου, ο Γιουάν θα παραιτηθεί και θα πεθάνει τον Μάη του 1916.

Η άξαφνη κατάρρευση του αυτονόητου δημιούργησε ένα πρωτοφανές κενό εξουσίας στο Κεντρικό Βασίλειο. Είχαν παρέλθει πέντε χρόνια από την δημοκρατική επανάσταση και κανένα από τους στόχους της δεν είχε επιτύχει. Η χώρα ήταν πιο αδύναμη, πιο διασπασμένη και πιο οικονομικά στατική από ποτέ. Επιπλέον, το δημοκρατικό κίνημα ήταν ανίκανο τόσο να αντιτάξει ένα εθνικό μέτωπο απέναντι στον ιαπωνικό επεκτατισμό, όσο και να καλύψει το κενό εξουσίας μετά τον θάνατο του Γιουάν. Έτσι η Κίνα θα περάσει στα χέρια των οπλαρχηγών. Τόσο η κυβέρνηση των υπουργών στο Πεκίνο, όσο και η δημοκρατική ηγεσία στην Καντόνα θα βρεθούν στο έλεος άπληστων στρατηγών και πλιατσικολόγων. Ολόκληρη η κοινωνική ισορροπία της αγροτικής κοινωνίας θα διαλυθεί. Ορδές στρατιωτών θα σπαράξουν τους αγρούς, λεηλατώντας και βιάζοντας. Η κατάσταση αυτή θα διαρκέσει στις αγροτικές περιοχές μέχρι το 1925 και θα καταστρέψει τους δυο κεντρικούς στυλοβάτες του παλιού κοινωνικό-πολιτικού συστήματος: α) τις δημόσιες υπηρεσίες (γραφειοκρατία): η τάξη των διανοούμενων θα αποσυρθεί για πρώτη φορά στην κινέζικη ιστορία από την διακυβέρνηση και θα καταφύγει στα πανεπιστήμια των προστατευμένων πόλεων της Σαγκάης και του Χονγκ Κονγκ. Η διακυβέρνηση θα εγκαταλειφθεί σε οπορτουνιστές στρατιώτες χωρίς καμία ταξική συνείδηση, β) το αρδευτικό σύστημα θα καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς αφαιρώντας τις υλικές βάσεις τόσο της αγροτικής παραγωγής, όσο και της πολιτικής της ιεραρχίας η οποία βασίζονταν στην συγκεντροποιημένη συντήρηση και διεύρυνση αυτών των έργων.

Η κατάσταση στις πόλεις ήταν πολύ διαφορετική από αυτή στους αγρούς. Βρισκόμενοι σε καθημερινή και άμεση επαφή με τους ευρωπαϊκούς τρόπους και ιδέες, οι εργάτες και οι νεολαίοι θα σχηματίσουν γρήγορα κινηματικές δομές και δράση.

2. Το Κίνημα της 4ης Μάη

Κατά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ανίσχυρη κυβέρνηση των υπουργών στο Πεκίνο θα αναγκαστεί να κηρύξει τυπικά πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις, επιτρέποντας έτσι την αρπαγή των Γερμανικών Εκχωρήσεων (concessions) στο Σαντόνγκ και τη Σαγκάη από την Αντάντ. Αυτό θα προκαλέσει το πρώτο εθνικιστικό κύμα οργής το 1919, με το κίνημα της 4ης Μάη. Οι φοιτητές θα απαιτήσουν την ανεξαρτησία των εμπορικών σταθμών και την επιστροφή του Σαντόνγκ στην Κίνα, ζητώντας από την Κινεζική επιτροπή να αρνηθεί να υπογράψει την συνθήκη των Βερσαλλιών. Όταν αυτή αρνηθεί στις 3 του Μάη, ξεσπούν ταραχές στη Σαγκάη και η κυβέρνηση συλλαμβάνει 1,000 διαδηλωτές. Την επόμενη ημέρα οι έμποροι κι οι εργάτες της πόλης θα κηρύξουν απεργία αλληλεγγύης προς τους συλληφθέντες. Τελικά, η κυβέρνηση θα απελευθερώσει τους διαδηλωτές φοιτητές. Το κίνημα της 4ης Μάη θα έφερνε για πρώτη φορά σε επαφή τους φοιτητές και τους αστούς διανοούμενους με τους εργάτες. Η εθνική μπουρζουαζία έβλεπε την Ιαπωνία ως τον κυριότερο εχθρό των συμφερόντων της. Έτσι, σε μεγάλο βαθμό υποστήριξε τις εργατικές κινητοποιήσεις, ενώ ορισμένοι καπιταλιστές έφτασαν σε σημείο να παροτρύνουν τις απεργίες στα εργοστάσιά τους. Η αστική τάξη θα προσπαθήσει να προσεταιρισθεί το εργατικό κίνημα. Ο πρύτανης του πανεπιστήμιου του Πεκίνου θα οργανώσει συγκέντρωση στην Τιαναμέν με θέμα την «αποθέωση των εργατών», ενώ στη Σαγκάη τα αφεντικά θα προσπαθήσουν να σχηματίσουν σύνδεσμο βιομηχανικών εργατών υπό τον έλεγχό τους. Ωστόσο, ένα μεγάλο τμήμα της εξεγερμένης φοιτητικής νεολαίας θα κατευθυνθεί προς τους εργάτες με γνήσια πρόθεση συνεργασίας, με κεντρικό σύνθημα «να πάμε στον λαό». Αυτοί οι φοιτητές θα ενταχθούν τελικά στο αναρχικό κίνημα ή στο ΚΚΚ.

3. Το Εργατικό Κίνημα

Παράλληλα με το πατριωτικό κίνημα των φοιτητών, η δεκαετία του ’20 θα δει μια έξαρση των εργατικών αγώνων, κυρίως στα Κινεζικά λιμάνια και την Βρετανική αποικία του Χονγκ Κονγκ. Οι Ναυτεργάτες του Χονγκ Κονγκ αποτελούσαν μια προωθημένη επαναστατική τάξη λόγω του ότι ταξίδευαν μεταξύ Ασίας και Δύσης κι ήταν οι πρώτοι που επηρεάζονταν και εμπνέονταν από το διεθνές εργατικό κίνημα. Όταν το 1920 μια αντιπροσωπεία θα επιχειρήσει να μονοπωλήσει το δικαίωμα πρόσληψης ναυτεργατών στα πλοία της αγγλικής Τσανγκ Σιν, οι ναυτεργάτες θα αρχίσουν να οργανώνονται. Σύντομα θα ιδρύσουν το Ενωμένο Κεντρικό Συνδικάτο των Κινέζων Ναυτεργατών το οποίο διεξάγοντας αρχικά μικρής κλίμακας διεκδικητικούς αγώνες θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των εργατών. Μέσα σε ένα χρόνο από την ίδρυση του θα θεσπίσει Τμήμα Προπαγάνδας και Τμήμα Προστασίας των Απεργών, καθώς και ένα σύλλογο για την ενίσχυση της αύξησης των μισθών. Έτσι τον Σεπτέμβρη του 1921 το Συνδικάτο θα παρουσιάσει στους καπιταλιστές το αίτημα για αύξηση των μισθών. Τα αφεντικά θα αγνοήσουν το αίτημα, και στις 12 του Γενάρη το Συνδικάτο θα τους δώσει διορία 24 ωρών να απαντήσουν. Πριν περάσουν καν 12 ώρες θα κηρυχθεί απεργία από όλα τα κινεζικά, ιαπωνικά, αμερικανικά, ολλανδικά και γαλλικά πλοία. Η απεργία θα εξαπλωθεί, και η βρετανική κυβέρνηση θα κηρύξει την περιοχή σε κατάσταση πολιορκίας, και θα συλλάβει εκατοντάδες εργάτες. Τα γραφεία του Συνδικάτου θα περικυκλωθούν από στρατό. Όταν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, οι βρετανοί θα προσπαθήσουν να φέρουν ναυτεργάτες από το Νινγκμπό, τη Σαγκάη, την Σιγκαπούρη και της Φιλιππίνες. Όμως κι αυτή η τακτική θα μείνει χωρίς αποτέλεσμα μιας και τα τοπικά συνδικάτα μποϋκόταραν τις προσπάθειες των βρετανών. Μέσα σε εντεινόμενο κλίμα τρομοκρατίας, οι εργάτες του Χονγκ Κονγκ αποφασίζουν να κηρύξουν γενική απεργία αλληλεγγύης. Αρτοποιοί, τυπογράφοι, υπηρέτες, σιδηροδρομικοί, ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, ζαχαροπλάστες, γαλατάδες, κούλιδες, μάγειροι και κηπουροί θα συμμετέχουν όλοι στην απεργία της 27ης του Φλεβάρη. Τελικά οι βρετανοί θα υποχωρήσουν, και στις 5 του Μάρτη θα υπογραφτεί νέα συλλογική σύμβαση. Μέσα στα επόμενα χρόνια το εργατικό κίνημα θα εξαπλωθεί στην ενδοχώρα με άγριες απεργίες στα ανθρακωρυχεία του Καϊλάν και των σιδηροδρομικών της γραμμής Πεκίνο-Γουχάν.

Η τελική έκρηξη θα σημειωθεί το 1925 στην «πόρνη της ανατολής», την Διεθνή Εκχώρηση της Σαγκάης. Η Σαγκάη αποτελούσε πυρήνα του οικονομικού επεκτατισμού της Ιαπωνίας. Η ίδρυση ιαπωνικών υφαντουργικών εργοστασίων στην Κίνα ήταν για των ιαπωνικό ιμπεριαλισμό ένα δραστικό μέτρο για την διεξαγωγή του οικονομικού του σχεδιασμό. Η Κίνα διέθετε φτηνά εργατικά χέρια, και το καθεστώς στις Εκχωρήσεις δεν επέτρεπε την οργάνωση των εργατών. Το 1925 οι Ιάπωνες καπιταλίστες είχαν 41 υφαντουργία στις ακτές της Κίνας απασχολώντας 88,000 εργάτες καλύπτοντας το 1/3 της υφαντουργικής βιομηχανίας στην Κίνα. Η μεταχείριση των Κινέζων εργατών στα ιαπωνικά εργοστάσια ήταν βάναυση, και οι ξυλοδαρμοί ήταν καθημερινοί. Την 1η του Φλεβάρη του 1925 θα ξεσπάσει η απεργία στα υφαντουργία της Σαγκάης, η αφετηρία της λεγόμενης «Μεγάλης Επανάστασης» του 1925-1927. Στην απεργία θα συμμετέχουν 40,000 εργάτες και θα ακολουθήσει γενική απεργία των ιαπωνικών υφαντουργιών στην αλλοτινή πρωτεύουσα της Γερμανικής αποικίας, Τσινγκντάο. Στις 15 του Μάη δυνάμεις ασφαλείας των ιαπώνων αφεντικών θα επιτεθούν σε εργάτες μέσα σε υφαντουργείο της Σαγκάης δολοφονώντας 11 εργάτες, ενώ στις 28 του ίδιου μήνα μονάδες του ναυτικού υπό ιαπωνικές διαταγές θα ανοίξουν πυρ σκοτώνοντας 8 εργάτες. Το βίαιο αυτό κύμα καταστολής θα προκαλέσει την οργή όχι μόνο του προλεταριάτου αλλά και των φοιτητών και της μπουρζουαζίας. Στις 30 του Μάη φοιτητές από όλες τις σχολές της Σαγκάης θα κατακλύσουν τους δρόμους βγάζοντας λόγους αλληλεγγύης προς τους εργάτες και εναντίον του ιαπωνικού επεκτατισμού. Πάνω από 2,000 φοιτητές θα κατακλύσουν τον κεντρικό δρόμο της διεθνούς Εκχώρησης Ναντζίνγκ Λου φωνάζοντας «Η Σαγκάη στους Σαγκαϊνούς». Καθώς η μέρα περνούσε ο αριθμός των διαδηλωτών όλο και μεγάλωνε απαιτώντας την απελευθέρωση 100 συλληφθέντων διαδηλωτών. Όταν 10,000 διαδηλωτές περικυκλώσουν το αστυνομικό τμήμα οπού βρίσκονταν οι κρατούμενοι, οι Ινδοί αστυφύλακες θα ανοίξουν πυρ εναντίον των πολιορκητών, σκοτώνοντας 13.

Την σφαγή της 30 του Μάη θα ακολουθήσουν πολλές μέρες ταραχών και σφαγών που θα συγκλονίσουν την κοινωνία της Σαγκάης, την πλέον εξευρωπαϊσμένη της Άπω Ανατολής. Οι δρόμοι της Σαγκάης θα γεμίσουν τανκ, ιππικό και πυροβολικό. Στις 3 του Ιούνη Αμερικανοί και Ιταλοί πεζοναύτες θα κάνουν απόβαση στην πόλη ελέγχοντας τα εργοστάσια ηλεκτρισμού και ύδρευσης. Οι εργάτες θα απαντήσουν με γενική απεργία. Μέχρι τις 5 του Ιούνη ο αριθμός των απεργών θα φτάσει τους 200,000. Το μέγεθος και η ταχύτητα της βίαιης αλυσοειδούς αντίδρασης των μαζών ήταν πρωτοφανής. Σε ολόκληρη την Κίνα θα ξεσπάσουν άγριες συγκρούσεις και απεργίες. Για πρώτη φορά μετά την Επανάσταση ολόκληρη η κοινωνία θα μαζικοποιηθεί εναντίον της συμμαχίας οπλαρχηγών-Πεκίνου-αποικιοκρατών. Τόσο οι οπλαρχηγοί όσο και το Πεκίνο άρχισαν να καταγγέλλονται ως «σκυλιά του ιμπεριαλισμού». Οι ξένοι άρχισαν να μιλάνε για το πνεύμα των Αϊχοτουάν και απαίτησαν αυξημένη στρατιωτική παρουσία, κάτι που ενίσχυσε την ιδέα ότι οι οπλαρχηγοί και οι ξένοι σχεδιάζουν τον οριστικό διαμελισμό και αποικιοποίηση της χώρας. Ο πραγματικός κίνδυνος του 19ου αιώνα προβαλλόταν στον 20ο, ως αποτελεσματικό όπλο προπαγάνδας. Στις 23 του Ιούνη, 100,000 φοιτητές και εργάτες θα διαδηλώσουν στους δρόμους του Χονγκ Κονγκ. Το βρετανικό ναυτικό θα ανοίξει πυρ σκοτώνοντας 50 αγωνιστές. Οι εργάτες θα απαντήσουν επιβάλλοντας ολικό αποκλεισμό του λιμανιού και εμπάργκο των ξένων συμφερόντων με μαζική αποχώρηση του εργατικών από κάθε ξένη επιχείρηση κι εργοστάσιο. Το εμπόριο της αποικίας θα καταστραφεί. 3.000 επιχειρήσεις θα φαλιρίσουν, ενώ το εισαγόμενο εμπόρευμα θα περιοριστεί στο 16% του φυσιολογικού. Τα αφεντικά θα ζητήσουν την αποστολή στρατεύματος από το Λονδίνο και την κατάληψη της ταραχοποιού Καντόνας η οποία είχε κηρυχθεί Κομμούνα από τους απεργούς εργάτες. Όμως το Στέμμα θα απαντήσει πως «δεν ξεχνά ότι το Χονγκ Κονγκ αντιμετωπίζει δυσκολίες, αλλά η γενική κατάσταση δεν μας επιτρέπει προς το παρόν να στείλουμε στρατό». Η κυβέρνηση του Λονδίνου ήταν όμηρος των εργατικών αγώνων που διεξάγονταν στις μητροπόλεις της αυτοκρατορίας. Ο αποκλεισμός του λιμανιού θα αρθεί τελικά μόνο μετά από διαπραγματεύσεις του ΓκουοΜινΝτανγκ (ΚΜΤ) στην Καντόνα με τους Βρετανούς, και μεγάλο μέρος των απεργών (υπολογίζονται στους 3,000) θα πάρει μέρος στην βόρεια εκστρατεία.

4. Η Σοβιετική Ένωση και το ΓκουοΜινΝτανγκ

Την ίδια περίοδο οι Μπολσεβίκοι θα στείλουν τον κομισάριο Γιόφ στο Πεκίνο, οπού η νέα Σοβιετική κυβέρνηση θα αποποιηθεί όλων των εμπορικών προνομίων της Ρωσσίας επί της Κίνας. Στους αστικούς κύκλους της Κίνας θα αρχίσει να επικρατεί μια ευνοϊκή σύγκριση της στάσης των Μπολσεβίκων με αυτή των δυτικών δυνάμεων, η οποία θα ενισχυθεί όταν Βρετανία και Αμερική αρνηθούν να αναγνωρίσουν την δημοκρατική σκιώδη κυβέρνηση του Σουν Γιατ Σεν στην Καντόνα (κάτι που θα αποσταθεροποιούσε την Ινδοκίνα και τις Ινδίες). Η συντήρηση των εμπορικών σταθμών και ιδιαίτερα του καθεστώτος της Σαγκάης αποτελούσε άμεση απειλή του δημοκρατικού σχεδίου, μιας και οι περιοχές αυτές χρησίμευαν ως πλυντήρια χρήματος και καταφύγια για τους οπλαρχηγούς, την μαφία και άλλα παράσιτα. Το 1921 ο Σουν Γιατ Σεν θα συναντήσει τον Γιόφ στην Σαγκάη. Η συνάντησή τους θα καταλήξει σε συμφωνία ότι και οι δυο πλευρές, το ΚΚΕΣΣΔ και το Εθνικό Κόμμα της Κίνας (ΓκουοΜινΝτανγκ- ΚΜΤ) αναγνώριζαν ότι ο κομμουνισμός δεν είναι κατάλληλος για την Κίνα. Η ΕΣΣΔ υποσχόταν ωστόσο αμέριστη βοήθεια για τον εθνικό/δημοκρατικό αγώνα, ενώ το ΚΜΤ τη συμμαχία με το εμβρυακό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΓκονγκΤσανγκΝτανγκ - ΚΚΚ) το οποίο είχε ιδρυθεί το 1921 ταυτόχρονα στη Σαγκάη και στο Παρίσι υπό την ηγεσία του καθηγητή Τσεν Του Σιού, του γαλλομαθούς Ζου Εν Λάι, του στρατιωτικού Τσου Τεχ, και του βιβλιοθηκάριου Μάο Τσε Τουνγκ, και στο οποίο το ΚΜΤ θα παραχωρήσει την αρμοδιότητα της αγροτικής πολιτικής. Όλη η ΚΕ του ΚΚΚ προερχόταν από το δυτικό κεντρικό τομέα της Κίνας, μια περιοχή που είχε πληγεί ιδιαίτερα από τους οπλαρχηγούς, οπού ο μιλιταρισμός είχε επιτελέσει τις μεγαλύτερες αυθαιρεσίες, κι όπου η αγροτική εξαθλίωση έφτανε στα όρια της γενοκτονίας. Με την συμφωνία Μποροντίν-Σεν, τα μέλη του ΚΚΚ μπορούσαν να συμμετέχουν ατομικά στο ΚΜΤ. Πιο πρακτικά ωστόσο, η συμφωνία Γιόφ-Σεν θα οδηγήσει στην αναδιοργάνωση του ΚΜΤ υπό τα πρότυπα του ΚΚΕΣΣΔ: πολιτικοί κομισάριοι, επιτροπές, όργανα μαζικής προπαγάνδας και αυστηρή πειθαρχία. Το ΚΜΤ δεν υποστήριζε πια ότι δουλεύει για την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, αλλά για την επιβολή μιας κομματικής δικτατορίας η οποία θα κυβερνήσει για μερικά χρόνια κηδεμονίας έως ότου ο λαός αποκτήσει την απαιτούμενη ωριμότητα και γνώση για να κυβερνήσει τον εαυτό του. Επιπλέον, το ΚΜΤ θα δώσει νέα έμφαση στον εθνικιστικό του χαρακτήρα: το μείζον πρόβλημα δεν θα είναι πια οι αδυναμίες της ίδιας της Κίνας, όσο οι εξουσίες και τα προνόμια των ξένων δυνάμεων. Η ανάκτηση της κυριαρχίας ήταν ο κύριος σκοπός του επαναστατικού κόμματος, ενώ η κοινωνική επανάσταση, η αγροτική μεταρρύθμιση κοκ ερχόντουσαν δεύτερα, τρίτα, τέταρτα και καταϊδρωμένα. Ο αυταρχισμός του ΚΜΤ ήταν μια νέα πολιτική μορφή, η οποία μιμούταν το σοβιετικό μοντέλο χωρίς όμως να υιοθετεί το δόγμα που ενδεχομένως έδινε νόημα στις μπολσεβικικές πολιτικές επιλογές.

5. Η Βόρεια Εκστρατεία

Λίγους μήνες αργότερα και μετά τον θάνατο του Σουν Γιατ Σεν, η ηγεσία του ΚΜΤ θα αρχίσει να προετοιμάζει εκστρατεία για κατάκτηση του βορρά υπό την ηγεσία του Τσιανγκ Κάι Σεκ, ενός στρατηγού ο οποίος είχε σταλεί από τον Σουν στη Μόσχα για στρατιωτική εκπαίδευση, και ο οποίος διοικούσε το νέο στρατιωτικό κολέγιο της Γουαμπόα. Υπό τις συνθήκες του κινήματος της 30ης του Μάη, η βόρεια εκστρατεία ήταν εγγυημένη. Μέσα σε λίγους μήνες, ο Εθνικός Επαναστατικός Στρατός θα περάσει τον Γιανγκτσέ και θα καταλάβει τις τρεις πόλεις του Γουχάν, θα κυκλώσει το Ναντζίνγκ και την Σαγκάη, φέροντας μαζί του ένα κύμα κοινωνικής επανάστασης. Οι κομμουνιστές κομισάριοι θα διαχυθούν στις αγροτικές περιοχές ξεσηκώνοντας τους αγρότες εναντίον των τσιφλικάδων. Ωστόσο το ΚΜΤ ενδιαφερόταν ελάχιστα για την αλλαγή των οικονομικών συνθηκών και των παραγωγικών σχέσεων. Ο στόχος του ήταν η κατάκτηση της εξουσίας. Παρά την αυξημένη στρατιωτική παρουσία των άγγλων, οι επαναστάτες θα καταλάβουν το Ναντζίνγκ όπου θα ακολουθήσει σφαγή των ξένων. Η Σαγκάη θα πέσει υπό την γενική απεργία των εργοστασιακών εργατών. Για τις ξένες δυνάμεις ξαφνικά το ακατανόητο χάος της ανταρσίας πείρε τη μορφή ενός ρώσο-κινούμενου κομμουνιστικού σχεδίου.

Η οργανωτική ακρίβεια του ΚΚΚ υπό την ηγεσία του Ζου Εν Λάι στην Σαγκάη όμως ανησυχούσε και το ΚΜΤ, η ηγεσία του οποίου φοβότανε τον εξοπλισμό των αγροτικών μαζών και τη ριζική μεταμόρφωση των ταξικών ισορροπιών. Ο Τσιανγκ Κάι Σεκ θεωρούσε ήδη αρκετό καιρό πως η συμμαχία του κόμματος των γαιοκτημόνων και των εμπόρων με αυτό των αγροτών και των εργατών ήταν ανέφικτη. Όμως η εθνικιστική ηγεσία στο Γουχάν, υπό την καθοδήγηση του κομισάριου Μπορόντιν, ήταν υπερβολικά εξαρτώμενη από τη Μόσχα (η οποία δεν εμπιστευόταν το ΚΚΚ) για να κάνει μια τέτοια ρήξη. Έτσι, στις 26 του Μάρτη το 1926 ο Τσιανγκ Κάι Σεκ θα χτυπήσει, σφαγιάζοντας μια κομμουνιστική πικετοφορία στη Σαγκάη, κηρύσσοντας πραξικόπημα εναντίον της εθνικιστικής ηγεσίας. Οι ρώσοι σύμβουλοι γυρίσανε στη Μόσχα, και το 1928 τα εθνικιστικά στρατεύματα θα προελάσουν προς το Πεκίνο. Οι διανοούμενοι και οι αστοί θα στηρίξουν αμέριστα το καθεστώς του ΚΜΤ, το οποίο θεωρούσαν όχι μόνο αποκλειστικό αντιπρόσωπο της εθνικής ανεξαρτησίας, αλλά φυσικά και των ταξικών τους συμφερόντων. Τα εθνικιστικά στρατεύματα θα εισβάλλουν στο Πεκίνο, θα εκδιώξουν τον πολέμαρχο Τσανγκ Τσο Λιν στην Μαντζουρία όπου θα δολοφονηθεί από τους γιαπωνέζους. Νέα εθνικιστική πρωτεύουσα θα κηρυχθεί το Ναντζίνγκ (νότιος πρωτεύουσα). Η εθνικιστική ηγεσία θα μπει σε μια μακρά διαδικασία διαπραγμάτευσης με της ξένες δυνάμεις σχετικά με τα προνόμια τους και τις Εκχωρήσεις, οι οποίες δεν θα ολοκληρωθούν ποτέ.

6. Η Ιαπωνική Επιθετικότητα

Στο μεταξύ η Μαντζουρία περνούσε υπό τον έλεγχο των γιαπωνέζων οι οποίοι δεν θα αργήσουν να την προσαρτήσουν και να δημιουργήσουν το κράτος μαριονέτα, το Μαντζουκούο με ηγέτη-βιτρίνα τον έκπτωτο τελευταίο αυτοκράτορα Που Γι. Μετά την επανάσταση των Μεϊτζί το 1868 η Ιαπωνία είχε ακολουθήσει ένα πρόγραμμα εντατικής εκβιομηχάνισης και συγκεντροποίησης από την οποία θα προκύψουν μια σειρά από πανίσχυρες βιομηχανίες, τα λεγόμενα ζαϊμπάτσου (Μιτσουμπίσι, Μιτσούι, Γιασούντα κοκ). Κατά τον Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο του 1905, η Ιαπωνία θα κάνει για πρώτη φορά στρατιωτική χρήση της βιομηχανίας της με τρανά αποτελέσματα (στην πρώτη ομοβροντία του ιαπωνικού στόλου θα βυθιστούν 6 ρώσικα πλοία και οι Ρώσοι θα υποχωρήσουν). Θα ακολουθήσει μια περίοδος επεκτατισμού προς τα νησιά του Ειρηνικού, όμως η παγκόσμια οικονομική κρίση θα οδηγήσει σε κατάρρευση της τιμής του μεταξιού, σε μαζική ανεργία και σε ραγδαία μαζικοποίηση των εργατών καθώς και άνθηση του αναρχικού κινήματος. Οι πολιτικοί οι οποίοι προέρχονταν από και κατευθύνονταν προς τα ζαϊμπάτσου έμοιαζαν ανίκανοι να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα. Έτσι τον Σεπτέμβρη του 1931, η στρατιωτική ηγεσία θα κινηθεί να καταλάβει την Μαντζουρία χωρίς έγκριση του κοινοβουλίου με σκοπό να εγκαταστήσει μια βάση έξω από τις Ιαπωνικές νήσους από όπου θα μπορούσε να δράσει ως αντίβαρο προς τα ζαϊμπάτσου και την πολιτική ελίτ. Η στρατιωτική κατοχή των βορειοανατολικών επαρχιών της Κίνας θα είναι βάναυση και εμπνευσμένη από τον ιταλικό φασισμό. Κάθε εργατική οργάνωση θα κατασταλεί, η εκπαίδευση θα ελέγχεται ολοκληρωτικά, και η βιομηχανία θα αναπτυχθεί με κύριο προσανατολισμό τους οπλισμούς. Με βάση την Μαντζουρία, οι φασίστες και ο στρατός θα αρχίσουν να ασκούν όλο και μεγαλύτερη επιρροή στην Ιαπωνική κοινωνική ζωή. Σε απάντηση, το 1932 ο Δεσμός του Αίματος, μια ομάδα αγροτών με ηγέτη έναν Βουδιστή ιερέα με μπακουνικές καταβολές θα ορκιστεί να σφαγιάσει την «ηγετική κλίκα» που ευθυνόταν για την μιζέρια της αγροτιάς. Η εξέγερση θα πάρει μεγάλη διάσταση μα θα κατασταλεί από τον στρατό ο οποίος θα συνεχίσει ωστόσο την επίθεση εναντίον των ζαϊμπάτσου δολοφονώντας τον πρωθυπουργό και άλλους πολιτικούς. Θα ακολουθήσει ένα κύμα λευκής τρομοκρατίας έως ότου ο αυτοκράτορας συνεργαστεί με τους φασίστες στρατιωτικούς και διαλύσει όλα τα πολιτικά κόμματα και τα συνδικάτα, αναγκάζοντας και τα ζαϊμπάτσου να δεχτούν την αλλαγή στην εξουσία. Η νέα αυτοκρατορική στρατοκρατούμενη Ιαπωνία θα θεωρήσει την εμφυλιοπολεμική Κίνα ζωτικό της χώρο, και το 1932 το Ιαπωνικό ναυτικό θα κάνει απόβαση στην Σαγκάη, αλλά θα απωθηθεί από τους Βρετανούς. Ωστόσο με βάσεις τις πρώην γερμανικές εκχωρήσεις οι οποίες βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους, οι ιάπωνες φασίστες θα οργανώσουν μια στρατιωτικά και οικονομικά επιθετική πολιτική η οποία θα κλιμακωθεί το 1937 με την κατά κράτος επίθεση της Αυτοκρατορίας εναντίον των Κινεζικών εδαφών.

7. Από το Σοβιέτ του Κιάνσι στην Μεγάλη Πορεία

Κατά τα χρόνια της ιαπωνικής επιθετικότητας, η εθνικιστική ηγεσία θα αφοσιωθεί στην καταπολέμηση των κομμουνιστών μέσα από πανάκριβες, πολύνεκρες και μάταιες εκστρατείες. Η δεκάχρονη πολιτική της «εσωτερικής ειρηνοποίησης πριν την αντίσταση στην εξωτερική επίθεση» σήμαινε ριζική στροφή στην ταξική ανάλυση του ΚΚΚ. Μέχρι το 1927 οι κομμουνιστές πίστευαν πως η συνεργασία με την εθνική μπουρζουαζία ήταν αναπόφευκτη μιας και βάση της «θεωρίας των σταδίων» έπρεπε πρώτα να τελεστεί μια αστική επανάσταση η οποία θα οδηγούσε στην εκβιομηχάνιση και στη δημιουργία ενός προλεταριάτου το οποίο θα μπορούσε να οργανώσει την κομμουνιστική επανάσταση. Ήταν αδιανόητο για την λενινιστική ορθοδοξία την επανάσταση να την κάνουνε οι αγρότες. Με την αποτυχία της συνεργασίας και την καταστολή των εργατικών κινημάτων, το ΚΚΚ αρχικά δεν θα επαναπροσανατολιστεί. Υπό την ηγεσία του Τσου Τεχ, θα ιδρυθεί την 1η του Αυγούστου του 1927 ο Κόκκινος Στρατός ο οποίος θα προσπαθήσει να καταλάβει μια σειρά από πόλεις όπου πίστευε ότι το εργοστασιακό προλεταριάτο θα στήριζε μαζικά τον ένοπλο αγώνα. Παρά τις συνεχείς επελάσεις τους όμως, οι κομμουνιστές δεν κατάφεραν να κρατήσουν καμία πόλη και κατέληξαν μετά από λίγο να περιπλανιούνται στα βουνά και τις ζούγκλες του Χουνάν, και κυρίως στις ερημιές του Τσινγκ Κανγκ Σαν. Εκεί ο Κόκκινος Στρατός θα υποστεί την πρώτη του μεταλλαγή υπό την επιρροή του Μάο. Ο Μάο είχε περάσει πολλά χρόνια εργαζόμενος στις επαρχίες του νότου. Όντας αποκομμένος από τους ινστρούχτορες της Μόσχας η προσέγγιση του ήταν εμπειρική: οι αγρότες όχι το ανύπαρκτο προλεταριάτο μπορούσαν να στηρίξουν την κομμουνιστική επανάσταση. Οι ιδεολογικές επιρροές του Μάο ήταν καθαρά κινεζικές. Ανάμεσα τους δεσπόζει η θεώρηση του Λι Ντα Τσάο, ο οποίος ήδη από το 1918 θα διατυπώσει την θεωρία πως η επιτυχία της ρωσικής επανάστασης οφείλεται στο γεγονός ότι είναι «πολιτισμικά οπισθοδρομική» κι έχει ως συνέπεια «μεγάλο ενεργειακό απόθεμα για μελλοντική πρόοδο». Το 1919 ο Λι θα εκδώσει το άρθρο «Νεολαία και τα χωριά» όπου θα υποστηρίξει την ναρόντνικη θέση της «επιστροφής στον λαό» και πως ενώ οι πόλεις είναι φωλιές της ανισότητας, η εξοχή είναι έδαφος για την ηθική καλλιέργεια: «Η Κίνα είναι ένα αγροτικό έθνος και η πλειοψηφία των εργαζόμενων μαζών αποτελείται από αγρότες. Εάν δεν απελευθερωθούν, τότε το έθνος δεν μπορεί να απελευθερωθεί». Η επιρροή του Λι πάνω στον Μάο μέχρι την εκτέλεση του το 1927 θα είναι θεμελιακή. Την ίδια χρονιά, ο άμεσα επηρεασμένος Μάο θα εκδώσει άρθρο με τίτλο «η μεγάλη ενότητα των λαϊκών μαζών» όπου δίνει έμφαση στην προτεραιότητα της θέλησης και της επαναστατικής συνείδησης των μαζών. Υπό την προεδρία του Σουν Γιατ Σεν, ο Μάο θα γίνει κεντρικό στέλεχος του υπό κομμουνιστικό έλεγχο Αγροτικό Υπουργείο του ΚΜΤ. Μέσα από συνεχή επαφή με τους αγρότες θα καταλήξει πως η θέση του Λι, ότι οι αγρότες δεν χρειάζονται προλεταριακή καθοδήγηση, μα μπορούν μόνοι και με τις δικές τους δυνάμεις να ανατρέψουν τους ιμπεριαλιστές και τους μιλιταριστές, είναι ορθή. Μετά μια σειρά αγροτικών εξεγέρσεων το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1927, ο Μάο και ο Τσου Τεχ θα αναδιοργανώσουν τους στόχους του κόμματος με κύριο πια τον αναδασμό, και στρατηγική την αποφυγή των πόλεων και την μαζικοποίηση των αγροτών. Οι τσιφλικάδες κυνηγήθηκαν και σφαγιάστηκαν, αξιωματικοί του ΚΜΤ εκτελέστηκαν. Αυτές οι μέθοδες είχαν μεγάλη απήχηση στους αγρότες. Τον χειμώνα του 1927 οι επιχειρήσεις του ΚΚΚ θα είναι τόσο επιτυχημένες ώστε θα κηρυχθεί την Κινεζική Σοβιετική Δημοκρατία του Κιάνσι. Η πλειοψηφία της ΚΕ θεωρούσε το σοβιέτ πλήρες κράτος το οποίο έπρεπε να αντιμετωπίσει τον εχθρό μετωπικά κι όχι μέσω του ανταρτοπόλεμου.

Παράλληλα υπό τις οδηγίες της Κομιντέρν, οι κομμουνιστές θα επιχειρήσουν να διεισδύσουν σε περιοχές οπού το ΚΜΤ είχε μικρό έλεγχο με σκοπό την ανατροπή και την εγκατάσταση μιας όλο και μεγαλύτερης σοβιετικής βάσης στα μετόπισθεν. Βάσει αυτού του σχεδίου, για παράδειγμα, ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ και ο Ζανγκ Ζου Γι θα φτάσουν με την βοήθεια του Χο Τσι Μινγκ στην επαρχία του Γκουανγκσί, μια απομακρυσμένη περιοχή στα σύνορα της Ινδοκίνας. Μέσα σε λίγους μήνες θα οργανώσουν τον 7ο Κόκκινο Στρατό εξαπολύοντας αντάρτικο εναντίον των ολιγάριθμων κυβερνητικών θέσεων. Το κίνημα θα διαδοθεί με μεγάλη ταχύτητα και μέχρι τον Δεκέμβρη πάνω από ένα εκατομμύριο αγρότες θα δηλώσουν συμμετοχή στο σοβιέτ. Όμως εδώ όπως και στο Τζιαγκσί οι χειρισμοί των κομμουνιστών ήταν κακοχρονισμένοι, άλλοτε πολύ δισταχτικοί κι άλλοτε αψυχολόγητα ραγδαίοι προξενώντας σωρεία προβλημάτων και γενική δυσαρέσκεια. Το ΚΜΤ θα εξαπολύσει τεράστιες εκστρατείες για να τσακίσει το Σοβιέτ του Τζιαγκσί και τους επίγονους του στο Χουνάν και τον νότο.

Οι επιχειρήσεις αυτές έμειναν χωρίς επιτυχία έως ότου το ΚΜΤ αρχίσει να χρησιμοποιεί μια μέθοδο αργής ασφυξίας του Σοβιέτ. Έτσι, οι κομουνιστές θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν το Κιάνσι και να αρχίσουν στις 16 του Οκτώβρη του 1934 την περίφημη Μεγάλη Πορεία κατά την οποία 90,000 άνδρες και 30 γυναίκες (μήκος πορείας 100 χιλιόμετρα) με ηγέτες των Μάο, τον Ζου Εν Λάι, τον Λιού Σάο Τσι, τον Ντενγκ Σιάο Πινγκ, τον Λιν Μπιάο, τον Πενγκ Ντε Χουάι και τον Τσου Τεχ, θα διασχίσει 9,500 χιλιόμετρα μέσα από τις φτωχότερες περιοχές της Κίνας, 18 οροσειρές και 24 μεγάλα ποτάμια, καταδιωκόμενη από τα εθνικιστικά στρατεύματα και 10 στρατούς πολέμαρχων. Οι κομμουνιστές κινιόντουσαν μόνο νύχτα καλύπτοντας 30 χιλιόμετρα κάθε μέρα. Τον Γενάρη του 1935 θα φτάνουν στο Ζουνγί στο βόρειο Γκουιτζό όπου θα καλεστεί συνέδριο και θα επικρατήσουν οι απόψεις του Μάο και όχι του κομισάριου της Κομιντέρν Όττο Μπράουν. Ακολουθώντας τακτική ζιγκ-ζαγκ, οι επαναστάτες θα καταφέρουν να μπερδέψουν τους εθνικιστές και να πάρουν πρώτοι τον έλεγχο του ορεινού περάσματος του Λουσάν, με προβάδισμα πέντε λεπτών. Η Πορεία συνέχισε τον δρόμο της προς τον βορά υπό συνεχή αεροπορικό βομβαρδισμό της εθνικιστικής αεροπορίας, και έχοντας να αντιμετωπίσουν την δυσπιστία των εκατοντάδων φυλών που κατοικούν στις άγριες περιοχές της δυτικής Κίνας αλλά και τα αφιλόξενα παγωμένα βουνά και τους μεγάλους βάλτους του Σετσουάν οπού κάθε βήμα κόστιζε και τη ζωή ενός άνδρα. Οι αγώνες της Μεγάλης Πορείας θα γίνουν γρήγορα θρύλος: πώς οι στρατιώτες φέρανε υφασμάτινα ιδεογράμματα στα σακίδια τους ώστε να βοηθήσουν τους συντρόφους τους να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν, πώς κατά την διάβαση των μεγάλων βάλτων η οπισθοφυλακή έπλενε τα σκατά της εμπροσθοφυλακής προς αναζήτηση τροφής, κοκ, όλα αυτά θα καταγραφτούν από τον μοναδικό δυτικό που κατάφερε να διεισδύσει στις κομμουνιστικές περιοχές κατά την διάρκεια του εμφυλίου, τον Έντγκαρντ Σνόου, ο οποίος θα περιγράψει την Μεγάλη Πορεία στο Κόκκινο Άστρο Πάνω από την Κίνα. Όταν οι κομμουνιστές φτάσανε τελικά στο Γιενάν της επαρχίας Σενσί, 60,000 είχαν πεθάνει. Το αποτέλεσμα της Μεγάλης Πορείας δεν ήταν απλά η διάσωση του Κόκκινου Στρατού, αλλά κυρίως η ζύμωση του με τις αγροτικές μάζες, κάτι που θα άλλαζε τόσο τον κινέζικο κομμουνισμό όσο και τους αγρότες. Οι κομουνιστές θα φτάσουν τελικά αποδεκατισμένοι αλλά με τεράστιο εμπειρικό οπλοστάσιο και έχοντας συνταράξει τις κοινωνικές σχέσεις της αγροτιάς (κατάσχεση ιδιοκτησίας γαιοκτημόνων φορατζήδων και αξιωματικών, ανακατανομή της γης, εξοπλισμών των αγροτικών μαζών, πολιτική αναδιοργάνωση).

Με βάση το Γιενάν, το ΚΚΚ θα επιχειρήσει να οικοδομήσει μια σοβιετική κοινωνία, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση. Βασισμένοι όχι τόσο στην ιδέα του Μαρξ περί ικανοτήτων και αναγκών, όσο στην υπόσχεση του Δρ Σουν Γιατ Σεν για «γη σε αυτούς που την καλλιεργούν», οι κομμουνιστές θα οργανώσουν πολιτικά τις τρεις κόκκινες επαρχίες με βασική μονάδα το συμβούλιο του χωριού. Πάνω από αυτό υπήρχε το κοινοτικό συμβούλιο, το συμβούλιο της ευρείας κοινότητας και τα επαρχιακά και κεντρικά συμβούλια. Κάθε χωριό εξέλεγε τους αντιπροσώπους του για τα ανώτερα σοβιέτ μέχρι και τους αντιπροσώπους για το Συνέδριο των Σοβιέτ. Σε κάθε κοινοτικό σοβιέτ λειτουργούσαν διάφορες επιτροπές. Την μεγαλύτερη δύναμη την είχε η Επαναστατική Επιτροπή η οποία εκλεγόταν έπειτα από την κατάληψη της κοινότητας από τον Κόκκινο Στρατό, και αφού περνούσε ένα διάστημα συστηματικής προπαγάνδας, μέσα από μια μαζική συγκέντρωση. Αυτή η επιτροπή καλούσε εκλογές ή και ανακαλούσε τα εκλεγμένα σώματα, σε στενή συνεργασία με το ΚΚΚ. Οι διάφορες λοιπές οργανώσεις συντονίζονταν από το ΚΚΚ και τον Κόκκινο Στρατό, και γενικός σκοπός της σοβιετικής οργάνωσης της αγροτικής κοινωνίας ήταν να δοθεί σε κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί η εκτέλεση κάποιας συγκεκριμένης εργασίας. Η αύξηση της παραγωγής και η εκμετάλλευση των έρημων εκτάσεων που συνήθως άνηκαν σε απόντες γαιοκτήμονες αποτελούσε άξονα της οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας: «να κινητοποιηθούν γυναίκες, παιδιά και γέροι να πάρουν μέρος στην ανοιξιάτικη φυτεία και καλλιέργεια, να αναλάβει καθένας σύμφωνα με την ικανότητά του να εκτελέσει ένα κύριο ή δευτερεύον καθήκον στην εργατική διαδικασία της παραγωγής για παράδειγμα, τα «μεγάλα πόδια» (όχι δεμένα) και οι νέες γυναίκες πρέπει να κινητοποιηθούν να οργανώσουν ομάδες εκμάθησης της παραγωγής με ποικιλία καθηκόντων από το καθάρισμα της γης μέχρι το κύριο καθήκον της ίδιας της αγροτικής παραγωγής. Μικρά πόδια (δεμένα πόδια), νέα αγόρια και γέροι πρέπει να κινητοποιηθούν για να βοηθήσουν στο ξεχορτάριασμα, στο μάζεμα κοπριάς και σε άλλα δευτερεύοντα καθήκοντα». Η γη μπορούσε να καλλιεργείται είτε ατομικά, όπου στον καθένα αφηνόταν όση έκταση μπορούσε να καλλιεργήσει ο ίδιος, είτε συλλογικά, ιδιαίτερα στην περίπτωση καλλιέργειας γαιών του Κόκκινου Στρατού, ή μέσω οργανώσεων εργατικής αλληλοβοήθειας που σκοπό είχαν να εκλείψουν οι περίοδοι οκνηρίας των ατομικών εργατών. Η τοκογλυφία και η σκληρή φορολογία θα καταργηθούν, η Κεντρική Σοβιετική Κυβέρνηση θα δώσει ζωογόνα αγροτικά δάνεια με 5% επιτόκιο ενώ θα γίνουν οι πρώτες προσπάθειες για ένα καθολικό εκπαιδευτικό σύστημα και για ίδρυση αγροτικών και κτηνοτροφικών σχολών. Το δέσιμο των ποδιών, η παιδοκτονία, η παιδική σκλαβιά, η πολυγαμία και η πορνεία θα απαγορευτούν. Έτσι με την ταυτόχρονη οικονομική, πολιτική και πολιτιστική επαν-οργάνωση της ζωής (κάτι που οι κομμουνιστές ονόμασαν «τρία σε ένα»), στην αγροτική φεουδαλική νοοτροπία θα αρχίσει να εισχωρεί σιγά-σιγά η αντίληψη ενός ευρύτερου χώρου κοινωνικής ζωής.

Στο Γιενάν θα δοκιμαστεί λοιπόν για πρώτη φορά το ιδεολογικό οπλοστάσιο του μαοϊσμού με συστηματικό τρόπο οδηγώντας σε μια σειρά από πολιτικές αλλά και γενικότερες στάσεις προς την πραγματικότητα οι οποίες αργότερα θα ονομαστούν «ο Δρόμος του Γιενάν» σε αντιπαράθεση με τον «Σοβιετικό Δρόμο» της εκβιομηχάνισης και του γραφειοκρατικού συγκεντρωτισμού. Κατά τον Μάο η πιστή αντιγραφή των επιλογών της ΕΣΣΔ αποτελούσε βασικό λάθος που οδήγησε στην ήττα του σοβιέτ του Τζιαγκσί: «δεν υπάρχει αφηρημένος μαρξισμός, αλλά μόνο συγκεκριμένος μαρξισμός…ο μαρξισμός που πείρε εθνική μορφή, δηλαδή ο μαρξισμός ο εφαρμοσμένος στις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν στην Κίνα…πρέπει να πάψουμε να γράφουμε ξερά δοκίμια πάνω σε ξένα πρότυπα». Αυτό που απασχολούσε τους μαοϊκούς ήταν πως αν και ο αναδασμός της γης είχε πετύχει, και η μίσθωση της γης είχε καταργηθεί, οι αγρότες ήταν αφοσιωμένοι ο καθένας στον κλήρο του, κι έτσι οι γεωργικές τεχνικές παρέμεναν πρωτόγονες, και η παραγωγικότητα χαμηλή. Σκοπός της κομμουνιστικής ηγεσίας κατά του μαοϊκούς έπρεπε να είναι η απελευθέρωση της ενεργητικότητας και της δημιουργικότητας των μαζών και η χρησιμοποίηση της στην ένοπλη πάλη, στην οικονομική ανάπτυξη και στον κοινωνικό μετασχηματισμό, η λεγόμενη «μαζική γραμμή». Παράλληλα, με βάση το Γιενάν, οι κομμουνιστές βρίσκονταν πια πολύ πιο κοντά στο σινο-ιαπωνικό μέτωπο. Η κομμουνιστική ηγεσία θα εξαπολύσει αντι-γιαπωνέζικη προπαγάνδα με πατριωτικές κορώνες εθνικής ενότητας, «οι κινέζοι δεν πολεμάν μεταξύ τους», με σκοπό την προσέγγιση τάξεων οι οποίες δεν είχαν αντικειμενικό συμφέρον στην κομμουνιστική επανάσταση, μα των οποίων ο πλούτος και τα προνόμια απειλούνταν πολύ πιο άμεσα από τον ιαπωνικό επεκτατισμό.

8. Το Πατριωτικό Μέτωπο

Την ίδια περίοδο, το ΚΜΤ εξελίχθηκε και παρήκμασε. Η πρακτική του κόμματος ήταν δικτατορική, κάτι που συχνά οδηγούσε σε ανταρσίες μέσα στις ίδιες του τις τάξεις. Γρήγορα η υπόσχεση για ενότητα, μεταρρύθμιση και εκσυγχρονισμό καταβροχθίστηκαν από μια σειρά από ίντριγκες και εσωτερικές ταραχές. Υπήρξαν βέβαια κάποιες βελτιώσεις: ραγδαία επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου, εγκαθίδρυση συστήματος δημόσιας υγείας. Όμως η αγροτική μεταρρύθμιση παρέμενε στα χαρτιά. Έτσι, το 1936, καθώς ο μόνος ιδεολογικός σύνδεσμος του καθεστώτος, ο εθνικισμός, αποδεικνυόταν κούφιος μπροστά στην ιαπωνική απειλή, κι ο Τσιανγκ Κάι Σεκ αποτύγχανε να χαίρει τον λαϊκό σεβασμό ενός αυτοκράτορα, μιας και με δυσκολία συγκρατούσε τους στρατηγούς του ενωμένους, η κρίση θα είναι ante portas. Οι κομμουνιστές είχαν εκτελέσει την Μεγάλη Πορεία, και καλούσαν το έθνος να ενωθεί εναντίον των γιαπωνέζων οι οποίοι βρίσκονταν στις απαρχές ενός νέου αιματηρού κύκλου επιθετικότητας. Έτσι, όταν τον Δεκέμβρη του 1936 ο Τζερεναλίσσιμο (Τσιανγκ Και Σεκ) έφτασε στην αρχαία πόλη του Σι’άν κοντά στην κομμουνιστική επικράτεια ώστε να συντονίσει μια ακόμα εκστρατεία εξολόθρευσης με την βοήθεια του πολέμαρχου Τσανγκ Σουέ Λιάνγκ, γιο του Τσανγκ Τσο Λιν και εξόριστο ηγέτη της Μαντζουρίας, τα μαντζουριανά στρατεύματα σήκωσαν ανταρσία και κήρυξαν τον Τσιανγκ Κάι Σεκ όμηρο μέχρι να συνάψει σύμφωνο πατριωτικού μετώπου με τους κομμουνιστές.. Μετά από μακρές συνομιλίες με τον Ζου Εν Λάι, ο αρχηγός των εθνικιστών συμφώνησε σε γενική αμνηστία, ανακωχή και την κατασκευή ενιαίου αμυντικού μετώπου. Έτσι, οι κομμουνιστές καταλύσανε το ανεξάρτητο κράτος τους και αναστείλανε την ανακατανομή της γης, διατηρώντας όμως τα μειωμένα ενοίκια στις περιοχές που ελέγχανε. Τέλος κατέλυσε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος μετατράπηκε στον 8ο στρατό της Δημοκρατίας, της οποίας την προεδρία διατήρησε ο Τσιανγκ Και Σεκ. Αν και αυτές οι υποχωρήσεις βρήκαν αντίθετη μια μεγάλη μερίδα κομμουνιστών, κυρίως τροτσκιστών, η τάξη των διανοούμενων καταγοητεύτηκε από το κόμμα που ήταν διατεθειμένο να θυσιάσει τα συμφέροντα του για το καλό της πατρίδας. Το πανεπιστήμιο των κομμουνιστών στο Γιενάν θα γίνει πόλος έλξης χιλιάδων φοιτητών από ολόκληρη την Κίνα οι οποίοι θα γαλουχηθούν στις αρχές του Διαφωτισμού και του μαρξισμού-λενινισμού.

9. Το Αντάρτικο

Η κομουνιστική ηγεσία είχε υιοθετήσει ένα νέο πρόγραμμα βάσει του οποίου ο πόλεμος με την Ιαπωνία θα εγγυούταν την τελικό θρίαμβο του κομμουνισμού. Τα εθνικιστικά στρατεύματα θα κατατροπώνονταν γρήγορα από την ιαπωνική πολεμική μηχανή, η οποία θα κατέστρεφε τις υποδομές του καθεστώτος, αλλά δεν θα μπορούσε να κυριαρχήσει στους αγρούς εκτός κι αν άπλωνε τον στρατό της στην κινεζική απεραντοσύνη. Με ήδη δέκα χρόνια εμπειρίας στον ανταρτοπόλεμο, οι κομμουνιστές γνώριζαν πολύ καλά πώς να χειριστούν μια τέτοια κατάσταση. Το πρόβλημα που αντιμετώπισε η ηγεσία του ΚΚΚ ήταν πώς μπορεί ένας εκβιομηχανοποιημένος στρατός να ηττηθεί από έναν άτακτο. Κατά τον αμερικανό καθεστωτικό αναλυτή εκεί που ο εκβιομηχανοποιημένος στρατός αναζητάει την υπεροχή μέσω συμπαγών στρατιωτικών παραγόντων όπως η υπεροπλία, ο αριθμός των στρατιωτών και η λογιστική υποστήριξη, ο Μάο έκτισε την δύναμη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΛΑΣ) σε αφηρημένους παράγοντες του χρόνου, του χώρου και της θέλησης. Εγκατέλειπε χώρο για να κερδίσει χρόνο, και χρησιμοποιούσε τον χρόνο για να χτίσει την θέληση του ΛΑΣ, και την θέληση του αντιστεκόμενου πληθυσμού: «με τον κοινό λαό όλης της χώρας θα φτιάξουμε μια θάλασσα που θα πνίξει τον εχθρό». Το στρατιωτικό πρόβλημα του Μάο ήταν πώς να οργανώσει τον χώρο ώστε να κερδίσει χρόνο, ενώ το πολιτικό του πρόβλημα ήταν πώς να οργανώσει τον χρόνο για να παράγει θέληση. Σκοπός του Μάο ήταν η επιμήκυνση του πολέμου κι όχι η κατάληξη του: ο διαρκής πόλεμος. «Όταν ο Κόκκινος Στρατός πολεμάει, δεν πολεμάει απλά για να πολεμήσει, αλλά για να αγκιτάρει τις μάζες, να τις οργανώσει και να τις βοηθήσει να εγκαθιδρύσουν επαναστατική πολιτική εξουσία, πέρα από αυτούς τους στόχους η μάχη χάνει το νόημα της και ο Κόκκινος Στρατός τον λόγο ύπαρξής του». Για τον Μάο ο ανταρτοπόλεμος είναι ένα μεγάλο σχολείο: «κύρια μέθοδός μας είναι να μάθουμε τον πόλεμο από τον πόλεμο… η ίδια η πράξη είναι εκμάθηση. Υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ του στρατιώτη και του κοινού πολίτη, μα όχι κι ένα Σινικό τοίχος, κι αυτό το χάσμα γρήγορα γεφυρώνεται με το να συμμετέχει στην επανάσταση, στον πόλεμο». Πρόκειται για μια εντελώς καινούργια μέθοδο πολέμου όπου η αφύπνιση της λαϊκής συνείδησης και η συμμετοχή του λαού στον επαναστατικό αγώνα είναι ο πρώτος και κύριος στόχος των ανταρτών: «η τακτική του ανταρτοπόλεμου αποτελείται από τα ακόλουθα σημεία: χωρίζουμε τις δυνάμεις μας για να ξεσηκώσουμε τις μάζες, συγκεντρώνουμε τις δυνάμεις μας για να τσακίσουμε τον εχθρό. Ο εχθρός προελαύνει, εμείς υποχωρούμε. Ο εχθρός στρατοπεδεύει, τον παρενοχλούμε. Ο εχθρός κουράζεται, του επιθετόμαστε. Ο εχθρός υποχωρεί, τον καταδιώκουμε. Πρέπει να απλώσουμε σταθερές βάσεις επιχειρήσεων. Πρέπει να προχωράμε κατά κύματα. Όταν μας καταδιώκει ισχυρός αντίπαλος πρέπει να κάνουμε κυκλωτικές κινήσεις. Πρέπει να ξεσηκώσουμε τον μεγαλύτερο αριθμό μαζών στον μικρότερο δυνατό χρόνο με τις καλύτερες μεθόδους. Αυτές οι τακτικές είναι σαν να ρίχνουμε ένα δίχτυ. Κάθε στιγμή πρέπει να μπορούμε να το ρίξουμε ή να το τραβήξουμε. Το απλώνουμε για να κερδίσουμε τις μάζες, το μαζεύουμε για να αντιμετωπίσουμε τον εχθρό». Και ο χρόνος δεν είναι απαραίτητος μόνο για αυτό: «ο χρόνος είναι απαραίτητος όχι μόνο για την πολιτική μαζικοποίηση αλλά για να επιτρέψουμε στην εγγενή αδυναμία του εχθρού να αναπτυχθεί μέσω των πιέσεων του πολέμου». Έτσι το βιομηχανικό αβαντάζ της Ιαπωνίας, εκτός κι αν ήταν άμεσα αποτελεσματικό δεν μπορούσε να αποζημιώσει τα λάθη που θα προκύπτανε από την επιμήκυνση του πολέμου. Αυτό που τελικά θα οδηγήσει στην ήττα του εχθρού, είτε εξωτερικού είτε εσωτερικού, είναι κατά τον Μάο οι εσωτερικές του αντιφάσεις: «όταν κατανοήσουμε όλες τις αντιφάσεις θα δούμε πως η επαναστατική παλίρροια εναντίον των ιμπεριαλιστών, των οπλαρχηγών και των γαιοκτημόνων είναι αναπόφευκτη και θα έρθει πολύ σύντομα. Ολόκληρη η Κίνα είναι σπαρμένη με ξερά κλαριά που γρήγορα θα αρπάξουν φωτιά. Η παροιμία “μια και μόνο φλόγα ξεκινάει την πυρκαγιά στην στέπα” αποτελεί ικανή περιγραφή της εξέλιξης της παρούσας κατάστασης». Παράλληλα, ο Μάο έχοντας πια τον πλήρη έλεγχο του ΚΚΚ θα επιχειρήσει την Κινεζοποίηση του Μαρξισμού, δηλαδή την πλήρη εφαρμογή της «μαζικής γραμμής». Όντας επί χρόνια αναγκασμένο να στηρίξει τις δυνάμεις του σε μια αγροτική τάξη της οποίας τα επαναστατικά χαρακτηριστικά δεν αναγνωρίζονταν από τον μαρξισμό, το κόμμα είχε καταλήξει πως «υπό αυτές τις συνθήκες, η μόνη δυνατή μέθοδος είναι η εντατικοποίηση της πολιτικής εκπαίδευσης, ώστε να επιτευχθεί μια ποιοτική αλλαγή αυτών των στοιχείων». Αυτή η πεποίθηση, πως με την κατάλληλη πολιτική εκπαίδευση οποιοσδήποτε μπορεί να μεταμορφωθεί σε επαναστατική πρωτοπορία, με άλλα λόγια η πίστη στην άπειρη ικανότητα των υποκειμενικών συνθηκών να αλλάξουν τις αντικειμενικές συνθήκες, αποτελεί τον κορμό της λεγόμενης Σκέψης του Μάο η οποία θα επιβληθεί κατά τα τελευταία χρόνια του αντι-ιαπωνικού πολέμου μέσω της λεγόμενης εκστρατείας αναμόρφωσης των κομματικών στελεχών, γνωστής ως τσενγκ φενγκ. Ανάμεσα στο 1942 και το 1944 εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη θα οδηγηθούν σε εννιάμηνη συλλογική μελέτη, κριτική και αυτοκριτική. Το κίνημα τσενγκ φενγκ έθετε σαν στόχους του την α) ελάττωση και την κάμψη της γραφειοκρατίας στην κυβέρνηση, το κόμμα και τον στρατό, και την ενθάρρυνση ανάδειξης ηγεσίας μέσω της λαϊκής συμμετοχής στα κατώτερα επίπεδα, β) να πάνε οι διανοούμενοι στα χωριά για να διδάξουν και να διδαχτούν, γεφυρώνοντας το χάσμα πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, γ) να οργανωθούν συνεταιρισμοί που θα αποσπάσουν τον οικονομικό και κοινωνικό προσανατολισμό και μέριμνα του αγρότη από την σφαίρα της οικογένειας και αν την στρέψουν προς την αμοιβαία συλλογική αλληλοβοήθεια, ώστε να διευκολυνθεί η εντατικοποίηση της ανάπτυξης, δ) να ανοίξουν ημερήσια και νυχτερινά σχολεία, ομάδες αλφαβητισμού, να απλοποιηθεί η γραφή (κάποιοι λέγανε να λατινοποιηθεί) και να διδαχτούν βασικές αρχές υγιεινής.

10. Ο Δεύτερος Εμφύλιος

Σε αντίθεση με τους κομμουνιστές το ΚΜΤ θα ακολουθήσει μια καταστροφική πολιτική πολέμου των χαρακωμάτων. Το 1937 οι Ιάπωνες θα κυκλώσουν την εθνικιστική πρωτεύουσα Ναντζίνγκ και η ηγεσία του ΚΜΤ θα διαφύγει στο Τσονγκτσίν κλειδώνοντας τις πύλες τις οχυρής πόλης αποτρέποντας την διαφυγή των κατοίκων της. Οι γιαπωνέζοι θα εισβάλλουν στην πόλη εξαπολύοντας ένα όργιο σφαγών κατά των αμάχων, τον λεγόμενο Βιασμό του Ναντζίνγκ. Μέσα σε τρις βδομάδες 300,000 πολίτες θα βρουν φρικτό θάνατο ενώ εκατομμύρια άλλοι θα ακρωτηριασθούν και θα βιαστούν. Το ΚΜΤ δεν θα καταφέρει ποτέ να προβάλλει πολιτική ή στρατιωτική αντίσταση στους εισβολείς, αν και συχνά θα προσπαθήσει να εμποδίσει την κομμουνιστική αντίσταση στον βορρά. Ωστόσο, όταν μετά την Χιροσίμα η Ιαπωνική Αυτοκρατορία συνθηκολογήσει, το ΚΜΤ θα τεθεί από τους Συμμάχους επικεφαλής της Κίνας, οδηγώντας σε νέα φάση του εμφυλίου πολέμου ο οποίος θα διαρκέσει μέχρι το 1949.

Καθοριστικός παράγοντας για τον εμφύλιο ήταν η στάση της ΕΣΣΔ μετά το τέλος του πολέμου. Η ΕΣΣΔ θα κηρύξει τον πόλεμο στην Ιαπωνία εννέα ημέρες πριν την συνθηκολόγηση της Αυτοκρατορίας. Κατά αυτές τις εννέα ημέρες, τα στρατεύματα του Στάλιν θα καταλάβουν την Μαντζουρία, την πλέον βιομηχανοποιημένη περιοχή στην Κίνα. Εάν οι Σοβιετικοί είχαν παραδώσει την Μαντζουρία στο ΚΚΚ, η κυριαρχία του στην Κινεζική ολότητα θα ήταν δεδομένη. Αντιθέτως, οι σοβιετικοί λεηλάτησαν τις βιομηχανικές υποδομές της Μαντζουρίας καταστρέφοντας το βιομηχανικό δυναμικό της πιο αναπτυγμένης επαρχίας και το στρατιωτικό αβαντάζ του ΚΚΚ. Η πολιτική αυτή εξασφάλιζε ζωτικό υλικό για την σπαραγμένη σοβιετική βιομηχανία, ενώ παράλληλα ήλπιζε να δημιουργήσει μια σχέση εξάρτησης του ΚΚΚ με το Κρεμλίνο σε περίπτωση νίκης των κομμουνιστών.

Η Κινεζική κομμουνιστική ηγεσία είχε καιρό τώρα δείξει επικίνδυνα σημάδια ανεξαρτησίας από την Κομιντέρν, και ο Στάλιν περιφρονούσε βαθιά τις πολιτικές επιλογές και τις στρατιωτικές στρατηγικές του Μάο. Τα αισθήματα ήταν αμοιβαία: λέγεται πως αφού τελείωσε ο πόλεμος στην Ευρώπη, ο Στάλιν έστειλε στον Μάο ένα ρωσικό πόνημα για τον πόλεμο των παρτιζάνων κατά την Γερμανική εισβολή. Όταν ο Μάο το έδειξε στον Λιν Μπιάο, τον ικανότερο στρατηγό του αντάρτικου, ο Λιν απάντησε «αν είχαμε αυτό το κείμενο σαν μπούσουλα θα είχαμε εκμηδενιστεί δέκα χρόνια τώρα». Παρά το σοβιετικό σαμποτάζ, ο Κόκκινος Στρατός θα αποδειχθεί πολύ ικανότερος του εθνικιστικού, ο οποίος θα περάσει γρήγορα στην άμυνα. Οι εθνικιστικές δυνάμεις θα πολιορκηθούν στις Μαντζουριανές πόλεις, αντιμετωπίζοντας σοβαρές ελλείψεις τροφής, ενώ το Σαντόνγκ, κλειδί για τον έλεγχο των περιοχών του Κίτρινου Ποταμού θα χανόταν υπό την κομμουνιστική επέλαση. Η ασύδοτη οικειοποίηση των κατασχεμένων από τους γιαπωνέζους κινεζικών επιχειρήσεων από τις τέσσερις ισχυρές οικογένειες της εθνικιστικής ηγεσίας, οι βάρβαρες μέθοδες καταστολής της Τε Γου, της μυστικής αστυνομίας, στα πανεπιστήμια και ο γενικότερος εκφασισμός της κοινωνίας υπό τον έλεγχο του ΚΜΤ είχε δημιουργήσει μια αντίσταση πλήρους κοινωνικού και ταξικού φάσματος εναντίον των εθνικιστών.

Όμως το Κρεμλίνο πίεζε μέσω του Λιου Σάο Τσι το ΚΚΚ να μην επιχειρήσει μια τελική επέλαση εναντίον του ΚΜΤ, υποστηρίζοντας πως υπό τις συνθήκες της κρίσης του αποκλεισμού του Βερολίνου κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ζου Εν Λάι θα αντιταχθεί στις ντιρεκτίβες της Μόσχας, υποστηρίζοντας πως η επανάσταση είναι πια ένα ώριμο φρούτο. Θα επικρατήσει η άποψή του, και υπό την ιδιοφυή στρατηγική καθοδήγηση του Λιν Μπιάο, ο Κόκκινος Στρατός θα εκτελέσει μια σειρά από κυκλωτικές κινήσεις αναγκάζοντας τους εθνικιστές να καταφύγουν στο οχυρωμένο Πεκίνο. Θα ακολουθήσει πολιορκία 6 εβδομάδων κατά την οποία οι κομουνιστές θα ρίξουν ελάχιστες τουφεκιές, ενώ οι εθνικιστές θα προσπαθούν με κάθε μέσω να εγκαταλείψουν την πόλη. Μετά τον ακριβή βομβαρδισμό των αρχηγείων της Τε Γου, στις 22 του Γενάρη το 1949, ο εναπομείναν εθνικιστικός στρατός θα συνθηκολογήσει. Το ΚΚΚ θα έρθει σε επαφή με τον εθνικιστή αντιπρόεδρο στο Ναντζίνγκ δίνοντας του την ευκαιρία να δηλώσει την πλήρη συνθηκολόγηση του ΚΜΤ με αντάλλαγμα κάποια συμμετοχή της αριστερής του πτέρυγας στην κυβέρνηση. Υπό την απειλή της Τε Γου, ο Λι Τσουνγκ Ρεν θα αρνηθεί και θα το σκάσει νύχτα. Η απελευθέρωση του νότου θα ήταν εύκολη δουλειά. Η ηγεσία του ΚΜΤ θα καταφύγει στην Ταϊβάν οπού θα επιβάλει φασιστικό καθεστώς το οποίο θα διαρκέσει μέχρι και την δεκαετία του ‘90. Την 1η Οκτωβρίου θα κηρυχθεί από τις πύλες της Απαγορευμένης Πόλης στην πλατειά Τιαναμέν του Πεκίνου η ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.


0 Comments:

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα