Ερχόμαστε λοιπόν στον Νοέμβρη του 2003, όπου για μία σειρά από προσωπικούς λόγους αποφασίζω-αναγκάζομαι να εγκατασταθώ στην πρωτεύουσα. Έρχομαι λοιπόν με καμιά 300 ευρά στην τσέπη χωρίς τίποτα σίγουρο να βρω δουλειά και σπίτι. Να 'ναι καλά κάποιοι φίλοι που είχαν την υπομονή να με φυλοξενίσουν κάνα δίμηνο. Έρχομαι λοιπόν και ψάχνω οτιδήποτε. Ντάξει όχι οτιδήποτε. Βασικά κοιτάω στο εμπόριο. Αλλά έκανα και μία αίτηση στα Goodies. Η πρώτη δουλειά ήταν απελπιστική. Δούλεψα για ένα 5ήμερο σε ένα βιβλιοχαρτοπωλείο στο Ν. Ηράκλειο. Χάλια μαύρα. Οι τύποι, ένα ζευγάρι, για εκτέλεση. Ερχόταν μία κοπέλα για ημιαπασχόληση και τι στέλνανε στο πατάρι για δουλειά, οπότε και η αφεντικίνα άνοιγε το κλειστό κύκλωμα να δει αν δούλευε η κοπέλα. Ευτυχώς με διώξανε με ένα 150 με μπόλικη φασαρία που τους έκανα, ευτυχώς γιατί ήμουνα τόσο πιεσμένος που θα έμενα. Μετά από λίγο καιρό με καλούν για δουλειά κατευθείαν σε μία μικρή αλυσίδα s/m που είχα κάνει μία αίτηση. Η δουλειά είναι σε ένα μικρό μαγαζί κάπου στο Κουκάκι. Ξεκινάω να δουλεύω 5 Δεκεμβρίου.

Σύμβαση αορίστου μεν, ημερομίσθιο δε, ειδικότητα εργάτης αποθήκης. Μαλακίες. Μέσα σε 2 μήνες είχα μάθει τα πάντα. Ταμείο, φόρτωμα, καθαριότητα (αν και η βασική μου δικαιοδοσία ήταν οι αποθήκες), μανάβικο, τιμές και θέλαν να με βάλουνε και στα τυριά. Α! Έκανα και παραδόσεις στα γύρω σπίτια... Λίγο πιο μετά πήγαινα και τις καταθέσεις της ημέρας στην τράπεζα 3.000 με 4.000 κάθε μέρα. Παιδί για όλες τις δουλειές δηλ. Αν μου έκοβε λίγο τότε θα την είχα κάνει κανονικά με τις εισπράξεις. Τέλος πάντων.

Ο πρώτος μήνας είναι εφιάλτης που είμαι υποχρεωμένος να ζήσω. Δούλευα συνέχεια χωρίς ρεπό από την πρώτη μέρα στις 5 του μήνα εώς και τα Θεοφάνεια, πολύ συχνά και καμιά ώρα παραπάνω. Υποτίθεται ότι θα δούλευα πενθήμερο αλλά ο διευθυντής μου είπε τότε ότι θα πληρωνόμουνα τα παραπάνω μεροκάμματα. Όταν ήταν να πληρωθώ φυσικά πήρα τα μπαλάκια μου. Πληρώθηκα για πενθήμερη δουλειά. Το εξωφρενικό ποσό των 480 ευρώ. Υπήρχαν και χειρότερα όμως. Μία καινούρια 4ωρη δούλευε όλο τον Δεκέμβρη σαν 8ωρη και δεν πληρώθηκε ούτε μία ώρα παραπάνω. Επι τόπου έφυγε. Εγώ κάνοντας λίγο φασαρία -όχι τίποτα τραγικό βέβαια- κατάφερα να πάρω τις 5 μέρες που μου χρωστάγανε σε "κοπάνες". Στους 2 επόμενους μήνες έλειψα λοιπόν 5 μέρες που τις πληρώθηκα. Με απλά λόγια: Δουλεύεις όποτε σε θέλουμε και όταν δεν σε θέλουμε πέρνεις ρεπό. Θυμάμαι τότε δεν είχε ψηφιστεί ακόμα ο νόμος ο οποίος επέτρεπε και επίσημα αυτό.

Λοιπόν ας τα βάλω όμως όλα σε μία θεματική σιερά γιατί θα γίνει μπάχαλο.

Συνθήκες εργασίας. Τα βασικά τα είπαμε. Η δουλειά είχε τρελλό κουβάλημα, με τα χέρια και την πλάτη έτσι; Επίσης έκανα τα πάντα εκτός από κρέατα και τυριά. Ωράριο 8 με 4 κανονικά αλλά δύο φορές την εβδομάδα το 2 ωρο υπερωρία ήταν στο πρόγραμμα. Ρεπό στην αρχή έπαιρνα Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη. Μετά μου το δώσανε μόνιμα Σάββατο που δεν είχε παραλαβές. Πρωινός μόνιμα. Μισθός με ημερομίσθιο και άρα εξαρτιόταν πόσες μέρες δούλευα το μήνα πάνω από 500 άντε 510 δεν πήγαινε με τίποτα και με καμία κυβέρνηση.

Το υπόλοιπο προσωπικό. Το χάος το ίδιο. Ο διευθυντής; Γενικώς ένας τύπος κάπως περίεργος. Δεν ήταν αυστηρός και δεν έχωνε μπινελίκια, στα όρια που του δινόταν φρόντιζε για κάποια πράγματα, γενικώς έμπαινε σε μια διαδικασία να σε υποχρεώσει, να σε εξυπηρετήσει δηλ. έτσι ώστε μετά να πάρει πίσω. Πάντως έδινε και προκαταβολικά κάποια πράγματα, αλλά βασιζόταν πάρα πολύ στο διαπροσωπικό. Ο τύπος ήταν βορειοηπειρώτης παρακαλώ. Δηλ. αλβανός. Ήταν από τους πρώτους και ξεκίνησε δουλεύοντας στις αποθήκες σπάζοντας χαρτοκιβώτια. Στην Αλβανία είχε σπουδάσει μουσική και θα γινόταν μαέστρος. Η γυναίκα του οικονομολόγος. Η περίπτωση του τότε με είχε προβληματίσει αρκετά. Αλλά δεν είναι του παρόντος να το αναπτύξω. Ξαφνικά βρίσκεσαι σε μία αντίφαση όπου ένας μετανάστης μία δηλ. πολύ συγκεκριμένη φιγούρα είναι προιστάμενος σου όχι μόνο εσένα αλλά και αρκετών άλλων. Βγήκα αρκετό καιρό μετά από αυτή την αντίφαση αλλά μόνο στο διανοητικό της επίπεδο. Όπου δηλ. κατάλαβα ότι σημασία δεν έχει καμία απολύτως εθνικότητα αλλά ξεκάθαρα και μόνο η θέση μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.

Η υποδιευθύντρια όταν ήρθε (αφού εγώ ήμουνα εκεί ήδη κάνα δίμηνο) ήταν μία σκύλα και μισή. Χρειάστηκε να τσακώνομαι κάνα δύο βδομάδες μέχρι να την φέρω στα ίσα μου. Από ένα σημαίο όμως και μετά κατάλαβα ότι αυτή και και ο διευθυντής έπαιζαν το γνωστό ρόλο του καλού και του κακού. Ο ένας καλός και η άλλη κακή. Όπως στρατό περίπου όπου ο δοίκας είναι όλο κατανόηση για τους φαντάρους ενώ οι λοχαγοί μας γαμάνε κανονικά.

Το υπόλοιπο προσωπικό; Υπήρχαν 3 8ωρες μόνιμα. Οι οποίες τρωγόντουσαν μονίμως μεταξύ τους. Η μία να βγάλει τα μάτια της αλληνής. Συχνά χωρίς λόγο, ετσι μάλλον για να έχουμε λίγη δράση στο βαρετό 8ωρο. Προσπάθησα λίγο να της φέρω πιο κοντά αλλά το μόνο που κατάφερα ήταν να προκύψει μία συμμαχία των 2 εναντίον της τρίτης. Τρελλή επιτυχία η παρέμβαση μου.

Μετά ήταν οι 4ωρες. Με αυτές συνονοούμουν καλύτερα. Πιο κοντά στην ηλικία μου γενικώς αλλά γρήγορα φεύγανε σχεδόν όλες. Γιατί; Ποιος ξέρει άραγε πιθανά επειδή ο καπιταλισμός δίνει τεράστιες ευκαιρίες κοινωνικής ανέλιξης...

Γενικώς σε αυτή τη δουλειά υπήρξα απόλυτα υποταγμένος. Δεν παρατράβαγα το σχοινί. Δεν έκανα καμία σχεδόν πολιτική κουβέντα. Ωστόσο κάποια γενικά συμπεράσματα αλλά και το πως κινήθηκα θα τα γράψω σε μία επόμενη ανάρτηση γιατί αυτή έχει βγει ήδη πολύ μεγάλη.

0 Comments:

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα