Ανοίξανε οι βόθροι

Μέσα στις "γιορτές" (για όποιον μπορεί να γιορτάζει) πέσανε πολλοί πυροβολισμοί. Το να μιλήσει κανείς για στρατηγική της έντασης μοιάζει πιθανά σε κάποιους υπερβολικό. Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να μιλήσει για άνεση για κάτι τέτοιο ακόμα, κυρίως επειδή τα παραδείγματα και οι αναπαραστάσεις αυτό που ιστορικά ονομάζεται στρατηγική της έντασης έχει να κάνει με την Ιταλία του '70 και άρα άλλα μεγέθη, άλλες συνθήκες, άλλες εποχές. Ωστόσο, εδώ καλούμαστε να δούμε την ελληνική περίπτωση επιτέλους ιστορικά...

Το σίγουρο είναι ένα. Με όλα αυτά τα σκοτεινά, αδιευκρίνιστα, περίεργα συμβάντα (πυροβολισμοί στο Περιστέρι, στον Προαστιακό, στην κλούβα των ΜΑΤ και τώρα στο υπουργείο Πολιτισμού), επιχειρείται ένα πράγμα καταρχήν η αναδόμηση του αισθήματος ασφαλείας (και του νταβατζή του που είναι φυσικά το κράτος) και η αναδόμηση του κύρους της ΕΛ.ΑΣ. Και τα δύο είχαν γίνει σκόνη από την εξέγερση του Δεκέμβρη. Και όχι τίποτα άλλο αλλά θα χρειαστούν πάρα πολύ αυτά στην εποχή κρίσης που έρχεται να κάτσει στο σβέρκο μας. Έχουμε μπροστά μας δύο τρόπους να τη βγάλουμε, ή με μπάτσους και lifestyle ή με αγώνες και διαδηλώσεις. Το παλιό καλό ερώτημα της συντρόφισσας Ρόζας: Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα.

Αυτό που θα επιχειρηθεί, αυτό που επιχειρείται ήδη είναι η ίδια διαδικασία που ξεκίνησε από το χτύπημα στους δίδυμους πύργους και ζήσαμε την ελληνική της εκδοχή με την 17Ν. Τα ίδια επιχειρήματα, τα ίδια λόγια, οι ίδιες λύσεις. Παρακάτω αντιγράφω κάποιο πολύ παλιο κείμενο από το Τραίνο στο οποίο συμμετείχα και αφορούν αυτές τις περιπτώσεις. Τα κείμενο είναι γραμμένο το 2002. Για όποιον θυμάται εκείνες τις εποχές, ήταν πολύ "δύσκολο" κείμενο.

Και για να το λήγω κάπως εδώ. Ένα είναι το "σκοτεινό και περίεργο" χτύπημα αυτών των ημερών: ΑΥΤΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΚΟΥΝΕΒΑ. Όλα τα υπόλοιπα "χτυπήματα" είναι πιο φωτεινά και από τον αυγουστιάτικο ήλιο στη Μακρόνησο. Είναι όλα του κράτους.

Το κείμενο έχει τίτλο Πρόγραμμα Σπουδών.

I. Πα­ρα­γω­γή και Επε­ξερ­γα­σί­α Ι­δε­ο­λο­γί­ας (Υ­πο­χρε­ω­τι­κό μά­θη­μα Β’ Ε­ξα­μή­νου)

Οι και­ροί εί­ναι δύ­σκο­λοι… και δεν θα μας χα­ριστούν…
Ο ψυ­χρός πό­λε­μος δεν έ­χει τε­λειώ­σει α­κό­μα, και μάλ­λον αρ­γεί να τε­λειώ­σει. Η λο­γι­κή που ε­γκα­θι­δρύ­θη­κε πά­νω στον πλα­νή­τη αυ­τή την πε­ρί­ο­δο, πα­ρα­μέ­νει. Κα­θα­ρή, διαυ­γής, δρο­σε­ρή σαν τα λα­σπό­νε­ρα… Οι νι­κη­τές του ψυ­χρού πο­λέ­μου δεν ή­ταν τό­σο οι ε­πα, ή ο «ε­λεύ­θε­ρος κό­σμος» και ητ­τη­μέ­νοι οι κομ­μου­νι­στές και ο «υ­παρ­κτός σο­σια­λι­σμός» τους. Αυ­τός ο ο­ποί­ος νί­κη­σε στον ψυ­χρό πόλε­μο ή­ταν η διαί­ρε­ση του κό­σμου σε κα­λό και κα­κό. Νί­κη­σε ο μα­νι­χα­ϊ­σμός, δηλ. η ι­δε­ο­λο­γί­α. Το γνω­στό ε­κεί­νο σύ­μπαν της αιώ­νιας πά­λης του κα­λού και του κα­κού.
Στο σύ­μπαν του κα­λού και του κα­κού η ι­δέ­α της ε­πα­νά­στα­σης και της αλ­λα­γής αυ­τού του καρ­φω­μέ­νου κό­σμου ε­ξο­στρα­κί­ζε­ται… Την στιγ­μή που εκ­βια­στι­κά τί­θε­ται το ψυ­χρο­πο­λε­μι­κό ε­ρώ­τη­μα ή με τον «κομ­μου­νι­σμό» ή με τον κα­πι­ταλι­σμό, τα κοι­νω­νι­κά υ­πο­κεί­με­να ε­γκλω­βί­ζο­νται. Ε­γκλω­βί­ζο­νται πρώ­τα α­πό όλα σε έ­να τρό­πο σκέ­ψης. Ε­γκλω­βί­ζο­νται σε μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ό­που ο «κομ­μου­νι­σμός» μάλ­λον δεν εί­ναι κα­θό­λου κομ­μου­νι­σμός και ό­που ο κα­πι­τα­λι­σμός πα­ρα­εί­ναι κα­πι­τα­λι­σμός. Ε­γκλω­βί­ζο­νται στο «πραγ­μα­τι­κό», στο ε­φι­κτό… Ικα­νο­ποιού­νται με ψί­χου­λα… Την στιγ­μή που το α­νέ­φι­κτο εί­ναι ί­σως η μό­νη ανε­κτή πα­τρί­δα… Α­πο­κλεί­στη­κε το α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό πρό­ταγ­μα και μεί­να­με να γρά­φου­με ποι­η­μα­τά­κια για το Στά­λιν… Για­τί αυ­τό ή­ταν το κα­λύ­τε­ρο που μπο­ρού­σε να δώ­σει το α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό ό­ρα­μα των αν­θρώ­πων, οι ε­πι­θυ­μί­ες τους, οι πό­νοι τους και οι χα­ρές τους, τα κλε­φτά χα­μό­γε­λα και τα καυ­τά τους δά­κρυα. Μεί­να­με στην ο­λι­γάρ­κεια, μεί­να­με χα­μέ­νοι να δια­λέ­ξου­με χα­σά­πη…
Αυ­τό εί­ναι η ήτ­τα μας, αυ­τό εί­ναι το βά­ρος που θα πρέ­πει να ξε­τι­νά­ξου­με α­πό τις πλά­τες μας για να ξα­να­ση­κω­θού­με. Να ε­πα­νε­φεύ­ρου­με.
Ο ψυ­χρός πό­λε­μος δεν τε­λεί­ω­σε. Τα παι­χνι­δά­κια του μα­νι­χα­ϊ­σμού ε­πα­να­λαμ­βά­νο­νται με χί­λιους δια­φο­ρε­τι­κούς τρό­πους. Αυ­τός ο κό­σμος γνω­ρί­ζει ό­τι δεν εί­ναι α­νε­κτός, γνω­ρί­ζει πο­λύ κα­λά ό­τι οι άν­θρω­ποι τον πο­λε­μούν με 12.643 τρόπους, και έ­χο­ντας αυ­τή την γνώ­ση ε­πι­διώ­κει να εί­ναι του­λά­χι­στον α­να­γκαί­ος. Ε­πι­διώ­κει να γί­νει του­λά­χι­στον α­να­γκαί­ος και να πεί­σει, να εκ­βιά­σει τους αν­θρώ­πους να α­πο­δε­χτούν, να πα­ρα­δε­χτούν αυ­τή την α­να­γκαιό­τη­τα. Κα­τά την διάρ­κεια του ψυ­χρού πο­λέ­μου, στη δύ­ση το ζή­τη­μα τί­θε­ται στην ε­ξής βά­ση: «α­πει­λεί­στε α­πό τον «κομ­μου­νι­σμό» και ‘μεις θα σας προ­στα­τέ­ψου­με». Εύ­κο­λα πεί­θε­ται κα­νείς ό­ταν «κομ­μου­νι­σμός» εί­ναι η εσ­σδ. Και ό­ταν την δε­κα­ε­τί­α του ’70 εμ­φα­νί­ζε­ται το α­ντάρ­τι­κο πό­λης, με πρώ­το και κα­λύ­τερο πα­ρά­δειγ­μα την ι­τα­λί­α, το ε­ρώ­τη­μα τέ­θη­κε α­κό­μα σα­φέ­στε­ρα: «ε­μείς το Κρά­τος έ­χου­με του­λά­χι­στον έ­ναν κοι­νό ε­χθρό με ‘σας τους πο­λίτες, την τρο­μο­κρα­τί­α. Με άλ­λα λό­για έ­χου­με του­λά­χι­στον έ­ναν λό­γο ύ­παρ­ξης». Τα ε­κά­στο­τε Κρά­τη με αυ­τό τον τρό­πο έ­παιρ­ναν την συ­ναί­νε­ση των πο­λι­τών τους. Ει­δι­κό­τε­ρα, ό­σον α­φο­ρά την ι­τα­λί­α, (ό­που δυ­στυ­χώς δεν μπορού­με να πε­ρι­γρά­ψου­με την κοι­νω­νι­κή κα­τά­στα­ση ε­κεί το ’70, πα­ρά μό­νο λέ­γοντας ό­τι α­πό το ’69 και με­τά η χώ­ρα βρί­σκο­νται στα πρό­θυ­ρα του εμ­φυ­λί­ου πολέ­μου), αυ­τό το ε­ρώ­τη­μα ή­ταν αυ­τό που χτύ­πη­σε το ε­κεί κί­νη­μα, με αυ­τό τον τρό­πο ε­ξα­σφα­λί­στη­κε η συ­ναί­νε­ση των ι­τα­λών πο­λι­τών, που πα­ρα­δέ­χτη­καν ό­τι όντως τε­λι­κά έ­χει έ­ναν του­λά­χι­στο λό­γο ύ­παρ­ξης το ι­τα­λι­κό Κρά­τος.
Η φύ­ση του μα­νι­χα­ϊ­σμού, εί­ναι να το­πο­θε­τεί τον ε­ρω­τώ­με­νο σε έ­να σκο­τει­νό σύ­μπαν ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης, που ση­μα­σί­α δεν έ­χει ποια θα εί­ναι η α­πά­ντη­ση αλ­λά η ί­δια η δια­δι­κα­σί­α της α­πά­ντη­σης. Α­νά­με­σα στο κα­λό και το κα­κό ό­τι και να ε­πι­λέ­ξει κα­νείς ευ­νο­εί την ύ­παρ­ξη και του α­ντι­θέ­του. Στο ε­ρώ­τη­μα καλό ή κα­κό, εί­τε α­πα­ντώ­ντας κα­λό εί­τε α­πα­ντώ­ντας κα­κό, α­πο­δέ­χε­σαι μό­νο έ­να πράγ­μα τε­λι­κά, ό­τι υ­πάρ­χει κα­λό και κα­κό και τί­πο­τα έ­ξω α­πό αυ­τά τα δύ­ο… Στην τε­λι­κή άλ­λω­στε ο μα­νι­χα­ϊ­σμός δεν εί­ναι καν μα­νι­χα­ϊ­σμός, και το ε­ρώ­τη­μα του εί­ναι σα­φές: α­πο­δέ­χε­σαι ό­τι υ­πάρ­χει το κα­λό και το κα­κό; Δύ­ο εί­ναι οι απα­ντή­σεις σε αυ­τό το ε­ρώ­τη­μα: η πρώ­τη, το α­πο­δέ­χο­μαι και εί­μαι εί­τε με το κα­λό εί­τε με το κα­κό, και η δεύ­τε­ρη δεν το α­πο­δέ­χο­μαι και ά­ντε σε κα­νέ­να μονα­στή­ρι με αυ­τές σας τις μα­λα­κί­ες. Δυ­στυ­χώς και ευ­τυ­χώς υ­πάρ­χει μόνο ο άν­θρω­πος.

Ι­Ι. Ε­φαρ­μο­σμέ­νη Ιδε­ο­λο­γί­α (Υ­πο­χρε­ω­τι­κό μά­θη­μα Δ’ Ε­ξα­μή­νου)

Ας έρ­θου­με ό­μως στο σή­με­ρα. Το χτύ­πη­μα στους δί­δυ­μους πύρ­γους, έ­θε­σε μια πα­ραλ­λα­γή του πα­ρα­πά­νω ε­ρω­τή­μα­τος: υ­πάρ­χει του­λά­χι­στον έ­νας πο­λύ κα­λός λό­γος που οι Ε­ΠΑ εί­ναι α­να­γκαί­ες πά­νω στον πλα­νή­τη, η α­πει­λή των φα­να­τι­κών τρο­μο­κρα­τών πο­λε­μι­στών του ι­σλάμ που θέ­λουν να μας κά­νουν ό­λους μου­σουλ­μά­νους. Και για ό­σους δια­φω­νούν και δεν κα­τα­λα­βαί­νουν θα το θέ­σου­με πιο α­πλά: ή με μας ή με τους τρο­μο­κράτες!
Α­να­φερ­θή­κα­με πα­ρα­πά­νω σε δύ­ο του­λά­χι­στον χρη­σι­μό­τη­τες που έ­χει αυτός ο μα­νι­χα­ϊ­σμός για την κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ο πρώ­τος εί­ναι η α­πόκτη­ση της κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης μέ­σω της α­να­γνώ­ρι­σης ε­νός του­λά­χι­στον κοι­νού ε­χθρού και του Κρά­τους και των εκ­με­ταλ­λευο­μέ­νων. Ο δεύ­τε­ρος εί­ναι ο α­πο­κλει­σμός της ο­ποιασ­δή­πο­τε άλ­λης λύ­σης, της ο­ποιασ­δή­πο­τε άλ­λης προ­οπτι­κής. Και ο τρί­τος να α­πο­κλει­στεί ε­ξαρ­χής ό­τι οι τρο­μο­κρά­τες εί­ναι αυτοί που θέ­τουν τους μα­νι­χα­ϊ­σμούς. Ό­ταν το Κρά­τος των ε­πα λέ­ει ή με ‘μας ή με τους τρο­μο­κρά­τες, λέ­ει ε­πί­σης ό­τι οι τρο­μο­κρά­τες εί­ναι άλ­λοι και ό­χι οι ε­πα, ή ο­ποιο­δή­πο­τε Κρά­τος που ε­πα­να­λαμ­βά­νει αυ­τό το ε­ρώ­τη­μα.
Ο κα­πι­τα­λι­σμός πά­νω στον πλα­νή­τη δεν α­πει­λεί­ται πρα­κτι­κά (δηλ. κοι­νω­νι­κά) και ά­με­σα που­θε­νά και α­πό κα­νέ­ναν. Τα α­φε­ντι­κά ό­μως δεν εί­ναι και μό­να τους πά­νω σε αυ­τόν τον πλα­νή­τη. Αυ­τό ση­μαί­νει ό­τι οι ε­ξου­σί­ες ό­σο πα­ντο­δύ­ναμες και να εί­ναι, ε­νός βαθ­μού κοι­νω­νι­κή συ­ναί­νε­ση θα πρέ­πει να την έ­χουν, ή να την ε­ξα­σφα­λί­σουν ή να την εκ­βιά­σουν. Α­κό­μα και για να γί­νει έ­νας πό­λε­μος οι άν­θρω­ποι πρέ­πει να πει­στούν ό­τι αυ­τός θα πρέ­πει να γί­νει, διό­τι αν δεν πει­στούν δεν θα πά­νε να πο­λε­μή­σουν. Η δια­φο­ρά ί­σως, με­τα­ξύ α­πο­λυ­ταρ­χι­κών κα­θε­στώ­των και δη­μο­κρα­τι­κών εί­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο δια­φο­ρά κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης. Τα πρώ­τα θέ­λουν λι­γό­τε­ρη για­τί α­να­πλη­ρώ­νουν το υ­πό­λοι­πο με την βί­α, τα δεύ­τε­ρα θέ­λουν πε­ρισ­σό­τε­ρη και ε­πί­σης α­να­πλη­ρώ­νουν το υ­πό­λοι­πο με την βί­α. Έ­χο­ντας μεί­νει μό­νος του ο κα­πι­τα­λι­σμός (χω­ρίς δηλ. α­ντα­γω­νι­στή), α­πο­φα­σί­ζει να εκ­δι­πλώ­σει ό­λη την έ­κτα­ση των δυ­να­το­τή­των του. Να ε­πε­κτα­θεί, να φτά­σει α­πό τον πιο ψη­λό ου­ρα­νό στο πιο τα­πει­νό κύτ­τα­ρο, να α­να­πτυ­χθεί, να κα­τα­κτή­σει τα πά­ντα. Με άλ­λα λό­για: ο τα­ξι­κός πό­λε­μος δεν έ­χει στα­μα­τήσει, συ­νε­χί­ζε­ται αλ­λά η πρω­το­βου­λί­α των κι­νή­σε­ων βρί­σκε­ται σχε­δόν α­πο­κλει­στι­κά στα χέ­ρια των ι­διο­κτη­τών αυ­τού του κό­σμου. Κά­θε υ­πο­χώ­ρη­ση των ταξι­κών α­ντι­πά­λων του κα­πι­τα­λι­σμού ση­μαί­νει και ε­πέ­κτα­ση του ί­διου. Δεν υπάρ­χουν ά­δεια τε­τρά­γω­να στην σκα­κιέ­ρα.
Σε πα­γκό­σμιο ε­πί­πε­δο τώ­ρα, το υ­πό δια­μόρ­φω­ση κλί­μα με­τά τις 11-9 εί­ναι σα­φές: η πα­γκό­σμια κυ­ριαρ­χί­α κα­τα­σκευά­ζει έ­ναν ι­δε­ο­λο­γι­κό α­ντί­πα­λο, και εί­ναι α­να­γκα­σμέ­νη να κα­τα­σκευά­σει έ­ναν τέ­τοιο για να α­πο­κτή­σει την συ­ναί­νε­ση, να την εκ­βιά­σει. Διό­τι, ευ­τυ­χώς δεν μπο­ρούν α­κό­μα να βγουν και να πουν: θα πο­λε­μή­σου­με το Ι­ράκ για τα πε­τρέ­λαια του. Ό­χι βέ­βαια πως αυ­τό δεν το γνω­ρίζουν ή­δη οι πά­ντες, αλ­λά στο ε­πί­πε­δο της κυ­ρί­αρ­χης ι­δε­ο­λο­γί­ας θα έ­χουν πρόβλη­μα. Διό­τι άλ­λω­στε δεν αρ­κεί να πει­στούν μό­νο οι α­με­ρι­κά­νοι πο­λί­τες, αλλά θα πρέ­πει να υ­πάρ­χει και σε κά­ποιο βαθ­μό πα­γκό­σμια συ­ναί­νε­ση για αυ­τόν τον πό­λε­μο. Έ­τσι λοι­πόν πια, δεν μπο­ρούν να κα­τη­γο­ρή­σουν το ι­ράκ ό­τι συ­νεργά­ζε­ται με την εσ­σδ, για αυ­τό και το κα­τη­γο­ρούν ό­τι εί­ναι τρο­μο­κρά­της και εν­δε­χό­με­νη α­πει­λή για το έν­δο­ξο α­με­ρι­κα­νι­κό έ­θνος.
Ε­πι­πλέ­ον, ε­νώ η εσ­σδ ή­ταν κά­τι πο­λύ συ­γκε­κρι­μέ­νο και α­πτό, η τρο­μο­κρα­τί­α εί­ναι το α­κρι­βώς α­ντί­θε­το. Και έ­χει και αυ­τό τα κα­λά του. Δί­νει ό­λη την δυ­νατό­τη­τα σε αυ­τόν που έ­χει την δύ­να­μη να ο­ρί­σει. Και φυ­σι­κά γνω­ρί­ζου­με ποιος έ­χει και την δύ­να­μη του ο­ρι­σμού… Έ­χου­με α­να­φερ­θεί στο πα­ρελ­θόν μέ­σα α­πό αυ­τό το έ­ντυ­πο ε­κτε­τα­μέ­να στο ζή­τη­μα της τρο­μο­κρα­τί­ας. Ας θυ­μηθού­με μό­νο το ε­ξής: ο χα­ρα­κτη­ρι­σμός «τρο­μο­κρά­της» σε έ­να κα­θε­στώς, σε έ­να συλ­λο­γι­κό υ­πο­κεί­με­νο δεν γί­νε­ται μό­νο για ι­δε­ο­λο­γι­κούς λό­γους (κα­μί­α ι­δεο­λο­γί­α δεν βρί­σκε­ται μό­νο στα χαρ­τιά βέ­βαια…) αλ­λά έ­χει και με­ρι­κές πρακτι­κές συ­νέ­πειες… Πρώ­τα α­πό ό­λα, δί­νει την δυ­να­τό­τη­τα με­γα­λύ­τε­ρης ε­λευ­θερί­ας κι­νή­σε­ων σε αυ­τόν που πο­λε­μά­ει την «τρο­μο­κρα­τί­α», και α­κό­μα το­πο­θετεί σε χα­μη­λό­τε­ρο ε­πί­πε­δο τον τρο­μο­κρά­τη. Εί­ναι δια­φο­ρε­τι­κό δύ­ο Κρά­τη να κη­ρύσ­σουν πό­λε­μο (που θα πρέ­πει να α­κο­λου­θού­νται κά­ποιοι κα­νό­νες και διεθνείς συμ­βά­σεις που πα­ρό­λη την γε­λοιό­τη­τα της ι­σχύς τους έ­ναν ρό­λο στις δια­κρα­τι­κές σχέ­σεις τον έ­χουν, μι­κρό, με­γά­λο, ση­μα­ντι­κό, α­σή­μα­ντο α­νά­λογα με την πε­ρί­πτω­ση…), και δια­φο­ρε­τι­κό έ­να κυ­ρί­αρ­χο Κρά­τος να πο­λε­μά τρο­μοκρά­τες. Ρω­τή­στε τους αιχ­μά­λω­τους τα­λι­μπάν στο Γκουα­ντα­νά­μο, κά­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο θα ξέ­ρουν…

III. Το­πι­κές Ι­δε­ο­λο­γι­κές Ε­φαρ­μο­γές (Υ­πο­χρε­ω­τι­κό Ερ­γα­στή­ριο Στ’ Ε­ξα­μή­νου)

Έ­να ό­μορ­φο ζε­στό Σαβ­βα­τό­βρα­δο του Ιου­νί­ου σκά­ει μί­α βόμ­βα στα χέ­ρια κά­ποιου στο λι­μά­νι του Πει­ραιά…
Α­πό τό­τε ό­σο ό­μορ­φα μπο­ρεί να ή­ταν τα ζε­στά βρά­δια του κα­λο­και­ριού, έ­χα­σαν πια και την ε­λά­χι­στη αυ­τή ο­μορ­φιά τους. Αυ­τό που πριν ή­ταν υ­πο­ψί­α τώ­ρα έγι­νε βε­βαιό­τη­τα. Δεν μας μι­λά­ει πια κά­θε βρά­δυ η α­στυ­νο­μί­α στα δελ­τί­α ει­δήσε­ων, α­πλού­στα­τα ε­πει­δή τα δελ­τί­α ει­δή­σε­ων εί­ναι α­στυ­νο­μί­α.
Το με­γά­λο μυ­στι­κό θέ­α­μα που παί­χτη­κε το κα­λο­καί­ρι, και με­τά α­πό α­παί­τη­ση των τη­λε­θε­α­τών θα παί­ζεται και ό­λο το χει­μώ­να, δεν δια­φέ­ρει και πο­λύ α­πό αυ­τό που συμ­βαί­νει σε πα­γκό­σμιο πε­δί­ο.
Η ι­δε­ο­λο­γι­κή χρή­ση της τρο­μο­κρα­τί­ας έ­χει πολ­λές πτυ­χές, πέ­ραν των ό­σων ανα­φέ­ρα­με πα­ρα­πά­νω και εκ­δη­λώ­νε­ται σε έ­να πλή­θος ση­μεί­ων και στην ελ­λη­νική πε­ρί­πτω­ση: το αί­σθη­μα α­σφά­λειας του πο­λί­τη, η κοι­νω­νι­κή συ­ναί­νε­ση ε­νόψει και του πο­λέ­μου στο ι­ράκ, ο­λυ­μπιά­δα, ε­ξο­στρα­κι­σμός και συ­κο­φά­ντη­ση της ι­δέ­ας της ε­πα­νά­στα­σης, η κοι­νω­νι­κή α­νο­χή για τον χα­φιέ. Διε­ξο­δι­κά δεν έχου­με την δυ­να­τό­τη­τα να α­να­φερ­θού­με σε αυ­τά, ω­στό­σο να ση­μειώ­σου­με με­ρικά πράγ­μα­τα.
Προ­κα­ταρ­κτι­κά να ση­μειώ­σου­με ό­μως ό­τι στην Ελ­λά­δα συ­νέ­βη το ε­ξής: ο κό­σμος δεν εί­χε πει­στεί ό­τι κιν­δυ­νεύ­ει α­πό την «τρο­μο­κρα­τί­α», φυ­σι­κά α­κρι­βώς για­τί δεν κιν­δύ­νευε. Και έ­να βα­σι­κό που ε­πιχει­ρεί­ται τώ­ρα εί­ναι να πει­στεί για αυ­τό α­κρι­βώς που δεν εί­χε πει­στεί τόσον και­ρό. Να πει­στεί του­λά­χι­στον α­να­δρο­μι­κά. Να πα­ρα­δε­χτεί του­λά­χι­στον έστω και κα­θυ­στε­ρη­μέ­να ό­τι έ­χει αυ­τός ά­δι­κο και το Κρά­τος δί­κιο. Το ελ­λη­νικό Κρά­τος, θέ­λει να χτυ­πή­σει παι­χνι­διά­ρι­κα τον πο­λί­τη του στο μά­γου­λο και να του πει: «Α­τι­μού­τσι­κο, άλ­λη φο­ρά να με πι­στεύ­εις ό­ταν σου λέ­ω για τρομο­κρα­τί­α.» Να κά­νου­με μια α­να­γω­γή; Αυ­τό που έ­γι­νε στις 11-9, δεν ή­ταν ί­σως τί­ποτα πα­ρα­πά­νω α­πό έ­να κα­λό ε­πι­χεί­ρη­μα στα χέ­ρια του α­με­ρι­κά­νι­κου Κρά­τους. Το ί­διο ί­σως να συμ­βαί­νει και με την ελ­λη­νι­κή 29-6. Έ­να κα­λό ε­πι­χεί­ρη­μα.
Το αί­σθη­μα για την α­σφά­λεια του πο­λί­τη μπαί­νει για άλ­λη μια φο­ρά στο προ­σκή­νιο, και το ελ­λη­νι­κό Κράτος, ταυ­τό­χρο­να με την αλ­λα­γή της ει­κό­νας της α­στυ­νο­μί­ας, ε­πι­χει­ρεί, α­φού καλ­λιερ­γή­σει αυ­τή την ψευ­δή α­να­γκαιό­τη­τα να το ι­κα­νο­ποι­ή­σει… Σαν το γιατρό, που έ­χει το φάρ­μα­κο και κα­τα­σκευά­ζει την α­σθέ­νεια… Το ελ­λη­νι­κό Κράτος (που χαί­ρει της α­πό­λυ­της πε­ρι­φρό­νη­σης των πο­λι­τών του βλ. «Μα εί­ναι κράτος, αυ­τό που έ­χου­με;») ε­πι­χει­ρεί να πεί­σει πό­σο κα­λός ντα­βάς εί­ναι. Ε­πί­σης ε­νώ στην δε­κα­ε­τί­α του ’90 ο σκλη­ρός πυ­ρή­νας αυ­τού του αι­τή­μα­τος ή­ταν η «εγκλη­μα­τι­κό­τη­τα των με­τα­να­στών» τώ­ρα, που αυ­τοί έ­χουν «νο­μι­μο­ποι­η­θεί» και ε­ντα­χθεί (δηλ. το κρά­τος έ­χει κα­τα­φέ­ρει να ε­λέγ­ξει ρο­ές και ρεύ­μα­τα), ο σκλη­ρός πυ­ρή­νας αυ­τού του αι­τή­μα­τος έ­χει κα­τα­στεί ο «α­ντι­τρο­μο­κρα­τι­κός» πό­λε­μος.
Πα­ρα­πά­νω α­να­φερ­θή­κα­με στα πε­ρί κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης, τα ο­ποί­α ι­σχύ­ουν και έ­να προς έ­να και για την ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση. Στην ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρί­α τώ­ρα, και ε­νό­ψει της ε­πί­θε­σης στο ι­ράκ, το ελ­λη­νι­κό κρά­τος -μέ­σα στα πλαί­σια και του διε­θνούς κλί­μα­τος- θα εκ­βιά­σει και αυ­τό την κοι­νω­νι­κή συ­ναί­νε­ση, προ­σπα­θώ­ντας ε­πί­σης, μέ­σα στα πλαί­σια της ε­ε να α­πο­κο­μί­σει και αυ­τό τα οφέ­λη α­πό μια ε­πί­θε­ση στο ι­ράκ. Συ­μπλη­ρω­μα­τι­κά, σαν μια μι­κρή με­τα­φο­ρά του πα­γκό­σμιου κλί­μα­τος, το ελ­λη­νι­κό Κρά­τος θέ­λει να μας πεί­σει ό­τι δεν εί­ναι αυ­τό τρο­μο­κρά­της. Θέ­λει να κα­τα­κτή­σει το δι­καί­ω­μα του ο­ρι­σμού της τρο­μοκρα­τί­ας. Δι­καί­ω­μα, που de facto α­πο­κλεί­ει αυ­τόν που ο­ρί­ζει α­πό τον ο­ρι­σμό.
Και να μην ξε­χνά­με και την ο­λυ­μπιά­δα, αυ­τή την «υ­πέ­ρο­χη ευ­και­ρί­α» για πολλά πράγ­μα­τα. Το ση­μα­ντι­κό σε αυ­τή την πε­ρί­πτω­ση εί­ναι ό­τι για έ­να διά­στημα, σί­γου­ρα και κά­ποιο και­ρό πριν, αλ­λά κυ­ρί­ως κα­τά την διάρ­κεια των α­γώ­νων θα υ­πάρ­ξει έ­νας πε­ριο­ρι­σμός της ό­ποιας «α­στι­κής νο­μι­μό­τη­τας», προ­κει­μένου να δια­φυ­λα­χθεί η α­σφά­λεια και η ει­κό­να της χώ­ρας. Και για αυ­τόν το λό­γο, λοι­πόν, θα πρέ­πει να ε­ξα­σφα­λι­στεί έ­να «πο­σό» κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης.
Έ­να α­κό­μα ση­μεί­ο, εί­ναι το κλί­μα κοι­νω­νι­κής α­νο­χής προς τον χα­φιε­δισμό που καλ­λιερ­γεί­ται. Κλί­μα που δεν συ­νί­στα­ται, στο ό­τι θα γί­νουν ό­λοι χαφιέ­δες, ού­τε οι χει­ρό­τε­ροι μπά­τσοι δεν το θέ­λουν αυ­τό, αλ­λά πο­λύ πε­ρισ­σό­τερο στο ό­τι η φι­γού­ρα του ρου­φιά­νου αρ­χί­ζει να γί­νε­ται α­νε­κτή κοι­νω­νι­κά…
Τέ­λος, ε­πει­δή πά­ντα εί­ναι κα­λό να ξα­να­γρά­φο­νται έ­στω και οι υ­πο­ση­μειώ­σεις της ι­στο­ρί­ας, οι κύ­ριοι ξα­μό­λη­σαν τους γρα­φιά­δες τους. Μα­θαί­νου­με λοιπόν, ό­τι στην ι­τα­λί­α το ‘70 υ­πήρ­χαν μό­νο οι ΕΤ. Λο­γι­κό, τα κα­τει­λημ­μέ­να ερ­γοστά­σια και οι μα­ζι­κές α­παλ­λο­τριώ­σεις κα­λό εί­ναι να ξε­χνιού­νται. Ας μεί­νουμε να θυ­μό­μα­στε με­ρι­κές αμ­φι­βό­λου προ­έ­λευ­σης κά­νες. Το ί­διο ι­σχύ­ει και για την ελ­λά­δα: το ’70 και το ’80, δεν υ­πήρ­ξαν πο­τέ. Το μό­νο που υ­πήρ­ξε ή­ταν η 17Ν. Δεν υ­πήρ­ξαν πο­τέ ά­γριες α­περ­γί­ες και κα­τα­λή­ψεις. Λο­γι­κό να θέ­λουν οι κύριοι ό­λα αυ­τά να ξε­χα­στούν, το μό­νο λο­γι­κό για ‘μας να τα ξα­να­θυ­μή­σου­με και να τα ξα­να­θυ­μη­θού­με.
Και έ­τσι λοι­πόν μπαί­νει το ε­ρώ­τη­μα, ε­ρώ­τη­μα ε­πα­να­λαμ­βά­νου­με ψευ­δές, την στιγ­μή που πρό­κει­ται για το ί­διο πράγ­μα, η δη­μο­κρα­τί­α τους εί­ναι τρο­μο­κρα­τι­κή, και η τρο­μο­κρα­τί­α τους δη­μο­κρα­τι­κή…
Ρω­τούν λοι­πόν οι κύ­ριοι:Ή με την δη­μο­κρα­τί­α ή με την τρο­μο­κρα­τί­α…

ΙV. Ει­δι­κά Ζη­τή­μα­τα Ε­φαρ­μο­σμέ­νης Ι­δε­ο­λο­γί­ας (Προ­αι­ρε­τι­κό Ζ’ Ε­ξα­μή­νου)

Πα­ρα­πά­νω α­να­φερ­θή­κα­με διε­ξο­δι­κά για την ου­σί­α αυ­τού του ε­ρω­τή­μα­τος και την φύ­ση του. Και ό­τι το σημα­ντι­κό­τε­ρο εί­ναι ό­ταν μπαί­νουν τέ­τοια ε­ρω­τή­μα­τα, ό­χι το τι θα δια­λέξεις αλ­λά ό­τι θα δια­λέ­ξεις.
Το πρώ­το λά­θος εκ των πραγ­μά­των εί­ναι ό­τι έ­γι­νε μια ε­πι­λο­γή. Και η ε­πιλο­γή αυ­τή, ά­σχε­τα με το ποια ή­ταν, μό­νο ε­νι­σχυ­τι­κά λει­τούρ­γη­σε για το ελ­ληνι­κό Κρά­τος.
Το για­τί η α­ρι­στε­ρά α­ντέ­δρα­σε ό­πως α­ντέ­δρα­σε, δεν μπο­ρεί να α­πα­ντη­θεί ικα­νο­ποι­η­τι­κά μέ­σα σε λί­γες γραμ­μές. Ω­στό­σο θα προ­σπα­θή­σου­με να θί­ξου­με κάποια ζη­τή­μα­τα. Το Κρά­τος δεν ζή­τη­σε α­πό την α­ρι­στε­ρά εγ­γυ­ή­σεις νο­μι­μό­τητας. Αυ­τές τις έ­χει ή­δη ε­δώ και του­λά­χι­στον 60 χρό­νια. Το Κρά­τος ζή­τη­σε α­πό την α­ρι­στε­ρά το δι­καί­ω­μα να ο­ρί­ζει αυ­τό το πε­ριε­χό­με­νο του ό­ρου τρο­μο­κρά­της. Και η α­ρι­στε­ρά του το έ­δω­σε… Ψέλ­λι­σε ε­κεί κά­τι δια­μαρ­τυ­ρί­ες για το ό­τι «οι ξέ­νες μυ­στι­κές υ­πη­ρε­σί­ες α­λω­νί­ζουν στην ελ­λά­δα» και πρό­τει­νε «να α­φήσου­με τις αρ­χές μό­νες τους να κά­νου­νε την δου­λειά τους». Η στά­ση αυ­τή ή­ταν α­να­με­νό­με­νη. Τα πράγ­μα­τα βέ­βαια δεν πά­νε πά­ντα κα­λά για τα ε­πι­τε­λεί­α της α­ρι­στε­ρής κα­θο­δή­γη­σης. Και αυ­τό για­τί οι πιο δε­ξιές φρά­ξιες του ελ­λη­νι­κού κρά­τους βρή­καν ευ­και­ρί­α να κα­τη­γο­ρή­σουν την α­ρι­στε­ρά για «ι­δε­ο­λο­γι­κή συγ­γέ­νεια» και «α­νο­χή» σε σχέ­ση με την «τρο­μο­κρα­τί­α». Η α­ρι­στε­ρά τσί­μπησε και έ­δω­σε την ευ­και­ρί­α στο Ση­μί­τη να βγαί­νει και να λέ­ει «για λα­θρε­πι­βάτες της α­ρι­στε­ράς» και «ό­τι εί­ναι ά­δι­κο να χρε­ώ­νε­ται η πρα­κτι­κή της 17Ν σε κά­ποια ι­δε­ο­λο­γί­α». Το με­γά­λο δό­λω­μα (τι δό­λω­μα δηλ. που αυ­τό ή­ταν δυ­να­μί­της σε ε­νυ­δρεί­ο) που τσί­μπη­σαν οι κε­ντρι­κές ε­πι­τρο­πές του α­ρι­στε­ρι­σμού, οι ο­ποί­ες ε­νώ παί­ζουν και αυ­τές ε­ντός της α­στι­κής νο­μι­μό­τη­τας, πα­ράλ­λη­λα οφεί­λουν να δια­τη­ρούν μια ε­πα­να­στα­τι­κή φρα­σε­ο­λο­γί­α για να ε­γκλω­βί­ζουν τον κό­σμο που σέρ­νουν στα μα­ντριά τους, ή­ταν η «συ­κο­φά­ντη­ση του α­ντι­δι­κτατο­ρι­κού α­γώ­να». Ο α­γώ­νας δηλ. που στα βι­βλί­α του κρά­τους έ­γι­νε για την ε­γκαθί­δρυ­ση της δη­μο­κρα­τί­ας. Και εί­ναι βέ­βαια τοις πά­σι γνω­στό ό­τι οι κα­λύ­τεροι δη­μο­κρά­τες εί­ναι οι α­ρι­στε­ροί. Και η κυ­βέρ­νη­ση πά­λι να υ­πε­ρα­σπί­ζε­ται τον α­ντι­δι­κτα­το­ρι­κό α­γώ­να, α­φού αυ­τός έ­χει χά­σει το ό­ποιο ου­σια­στι­κό (δηλ. ε­πα­να­στα­τι­κό) πε­ριε­χό­με­νο εί­χε, να ξυ­πνά­ει μέ­σα μας το α­ντι­δε­ξιό σύν­δρο­μο και η α­στι­κή δη­μο­κρα­τί­α για μια α­κό­μα φο­ρά να δι­καιώ­νε­ται…
Το ποια και το τι εί­ναι η α­ρι­στε­ρά στην ελ­λά­δα εί­ναι μια με­γά­λη κου­βέ­ντα που πρέ­πει κά­πο­τε να α­νοί­ξει. Έ­να πρώ­το που θα πρέ­πει κά­πο­τε να ει­πω­θεί είναι το πό­σο στα­λι­νι­κή εί­ναι η ελ­λη­νι­κή α­ρι­στε­ρά. Έ­να δεύ­τε­ρο, να μια κα­λή δου­λειά ι­στο­ρι­κού, εί­ναι τα ε­γκλή­μα­τα που έ­χουν στην πλά­τη τους αυ­τά τα καθάρ­μα­τα και που έ­χουν ξε­χα­στεί. Θα το θέ­σου­με α­πλά: ό­που δεν έ­φτα­νε το δε­ξιό πα­ρα­κρά­τος, έ­φτα­νε το α­ρι­στε­ρό. Η στα­λι­νι­κή τρο­μο­κρα­τί­α έ­χει ένδο­ξες σε­λί­δες στο η­με­ρο­λό­γιο της. Η 17Ν δεν εί­ναι πα­ρά α­πλά έ­να ό­μορ­φο παιδί του ελ­λη­νι­κού στα­λι­νι­σμού. Ού­τε το πιο ά­σχη­μο, ού­τε το πιο ό­μορ­φο και ούτε καν το πιο αι­μο­βό­ρο. Α­πλά και μό­νο ε­ξί­σου α­πο­τρό­παιο και ε­ξί­σου ε­χθρι­κό…
Α­πό την άλ­λη έ­να κομ­μά­τι των α­ναρ­χι­κών ε­πι­μέ­νει α­στι­κο­δη­μο­κρα­τι­κά. Δεν θα στα­θού­με βέ­βαια σε τα­κτι­κές και ρη­το­ρεί­ες που θε­ω­ρούν τον Κου­φο­ντί­να κοι­νω­νι­κό ε­πα­να­στά­τη (στοι­χειώ­δης σε­μνό­τη­τα ε­πι­τάσ­σει αυ­τός ο χα­ρα­κτηρι­σμός να α­φή­νε­ται στην δια­κρι­τι­κή ευ­χέ­ρεια της ι­στο­ρί­ας), και ού­τε στον λό­γο και την πρα­κτι­κή ε­κεί­νη που η μό­νη του αι­τί­α ύ­παρ­ξης εί­ναι να «την σπάει» και να «τη λέ­ει» στο Κρά­τος. Δεί­ξα­με πα­ρα­πά­νω τι ση­μαί­νει αυ­τή η ε­πι­λογή. Με το να ε­πι­διώ­κεις ό­μως να α­να­γνω­ρι­στούν σαν πο­λι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι (για­τί δεν γρά­φε­στε στην Διε­θνή Α­μνη­στί­α;) οι της 17Ν, α­γνο­είς ό­τι ό­λοι οι κρα­τού­με­νοι εί­ναι πο­λι­τι­κοί, με το να ε­πι­διώ­κεις δί­και­η δί­κη, α­γνο­είς το τι εί­ναι και τι δεν εί­ναι αυ­τό το Κρά­τος και αυ­τή η α­στι­κή δι­καιο­σύ­νη, και τέ­λος με το να α­γνο­είς την κρι­τι­κή και στην 17Ν ε­πι­διώκεις να α­γνο­ή­σεις γε­νι­κά την κρι­τι­κή (αυ­τή την πιο μι­ση­τή γυ­ναί­κα στην Ελ­λά­δα τα τε­λευ­ταί­α 234.333 χρό­νια).
Να προ­σθέ­σου­με και το γε­γο­νός ό­τι ο διά­λο­γος του «χώ­ρου» γί­νε­ται μέ­σω της ε­λευ­θε­ρο­τυ­πί­ας και του indymedia;

Το μη­δέν και το ά­πει­ρο (με σα­φή προ­τί­μη­ση στο ά­πει­ρο)

Η θέ­ση μας εί­ναι ξε­κά­θα­ρη: Αρ­νού­μα­στε να πά­ρου­με θέ­ση στα ψευ­δο­διλ­λήμα­τα που θέ­τει σή­με­ρα η κυ­ριαρ­χί­α, εί­τε α­πό την ορ­θή εί­τε α­πό την α­νά­πο­δη. Δεν α­να­γνω­ρί­ζου­με το Κρά­τος σαν αρ­μό­διο να του δια­τυ­πώ­σου­με τις προ­θέ­σεις μας, ού­τε τι ε­πι­λο­γές κά­νου­με. Προ­θέ­σεις και ε­πι­λο­γές άλ­λω­στε α­πό καιρό δια­τυ­πω­μέ­νες και ό­χι με α­πο­δέ­κτη το Κρά­τος. Τα ζη­τή­μα­τα της βί­ας, και των με­θό­δων που θα χρη­σι­μο­ποι­η­θούν ή χρη­σι­μο­ποιού­νται εί­ναι υ­πό­θε­ση του α­ντα­γω­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος, και να τα θέ­σει και να τα λύ­σει. Σί­γα μην δώ­σου­με και έγ­γρα­φη α­να­φο­ρά στον Χρυ­σο­χοί­δη πως θα κα­τα­λύ­σου­με τους θεσμούς και θα ε­γκα­θι­δρύ­σου­με τα ερ­γα­τι­κά συμ­βού­λια…
Ό­μως ο­φεί­λου­με μια κα­ταρχήν το­πο­θέ­τη­ση πά­νω σε αυ­τά α­κρι­βώς τα ζη­τή­μα­τα· α­ντι­γρά­φου­με: «Οι ε­κρηκτι­κές ύ­λες που θα α­να­τι­νά­ξουν στον α­έ­ρα την εκ­με­ταλ­λευ­τι­κή κοι­νω­νί­α έ­χουν αρ­χί­σει ή­δη να συσ­σω­ρεύ­ο­νται στα θε­μέ­λια της. Αυ­τές δεν εί­ναι οι μπό­μπες, η α­το­μι­κή τρο­μο­κρα­τί­α, οι α­πα­γω­γές αλ­λά η κρι­τι­κή σκέ­ψη, η αμ­φι­σβή­τη­ση, η αυ­το­νο­μί­α, η α­πο­δέ­σμευ­ση α­πό την κη­δε­μο­νί­α της κομ­μα­τι­κής και συν­δι­καλι­στι­κής γρα­φειο­κρα­τί­ας, η πνευ­μα­τι­κή χει­ρα­φέ­τη­ση α­πό τις ε­πί­ση­μες και α­νε­πί­ση­μες ι­δε­ο­λο­γί­ες, α­πό τις αυ­θε­ντί­ες και την πα­τριω­τι­κή μυ­θο­λο­γί­α.» Δεν έ­χει ση­μα­σί­α ποιος τα γρά­φει αυ­τά, α­πλά για να θυ­μού­νται οι νέ­οι και να μα­θαί­νουν οι πα­λιοί να α­να­φέ­ρου­με τον τό­πο και το χρό­νο. Ελ­λά­δα 1978… Ε­κτί­μηση μας εί­ναι ό­τι α­πό αυ­τό το ση­μεί­ο και πέ­ρα θα πρέ­πει να ξε­κι­νή­σει η συ­ζή­τη­ση.
Δύ­ο α­κό­μα ση­μειώ­σεις:
Η ε­πα­νά­στα­ση δεν εί­ναι νό­μι­μη ή πα­ρά­νο­μη και ού­τε υ­πάρ­χει ου­δε­μί­α πε­ρί­πτω­ση να εί­ναι εί­τε το έ­να εί­τε το άλ­λο. Η ε­πα­νά­στα­ση ή εί­ναι ή δεν εί­ναι. Εί­ναι ά­θλιο να ε­πι­διώ­κεις να εί­σαι νό­μι­μος και εί­ναι η­λί­θιο να ε­πι­διώκεις να εί­σαι πα­ρά­νο­μος. Το πρώ­το κρι­τή­ριο για την α­νά­πτυ­ξη μιας δρά­σης θα πρέ­πει να εί­ναι το αν προ­ά­γει ή ό­χι τον κοι­νω­νι­κό α­ντα­γω­νι­σμό.
Αυ­τό που μας θέ­τει α­ντι­μέ­τω­πους με το έ­νο­πλο εί­ναι η λο­γι­κή της πρω­τοπο­ρί­ας. Αυ­τή εί­ναι η σπον­δυ­λι­κή στή­λη που συν­δέ­ει τους Για­κω­βί­νους, τον Μπλαν­κί, τον Νε­τσά­γεφ, τον Λέ­νιν, τον Γκε­βά­ρα, την RAF, τις Ερυ­θρές Τα­ξιαρ­χί­ες και την 17Ν. Αυ­τή την λο­γι­κή πρέ­πει να την τσα­κί­ζου­με, ό­που και αν την βρί­σκου­με και ό­σο «α­γα­θές» και να εί­ναι οι προ­θέ­σεις των υ­ποκει­μέ­νων της. Εί­ναι άλ­λο πράγ­μα το έ­νο­πλο και άλ­λο πράγ­μα οι εκ­με­ταλ­λευό­με­νοι που παίρ­νουν τα ό­πλα για να διε­ξά­γουν εν ο­νό­μα­τι τους ε­πα­να­στα­τι­κό α­γώ­να.
Στο ε­ρώ­τη­μα τρο­μο­κρα­τί­α ή δη­μο­κρα­τί­α ό­μως, η α­πά­ντη­ση δεν έ­χει δο­θεί α­κό­μα.
Οι και­ροί εί­ναι δύ­σκο­λοι… και δεν θα μας χα­ρι­στούν… ας μην τους χα­ρι­στού­με ού­τε και ‘μεις…

1 Comment:

  1. Ανώνυμος said...
    ανοιξανε οι βοθροι δε λες τιποτα..

    απο την αλλη, αν είναι ο λάκος σου πολύ βαθύς, χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς κλπ κλπ

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα