Στο κείμενο του, λοιπόν, ο βααλ υπογραμμίζει την ανάγκη να κινηθούμε προς την κατεύθυνση αυτού που θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε ως μια «γείωση της θεωρίας», μια συνάντηση της με την πραγματικότητα, σημείο στο οποίο ο βααλ δίνει ιδιαίτερη έμφαση, αντιδιαστέλλοντας την πραγματικότητα αυτή με τις ιδέες.
Δεν αντιδιαστέλλω ακριβώς την πραγματικότητα με τις ιδέες. Εξάλλου γράφω “Κάτι το οποίο είναι μόνο εν μέρει (και μάλιστα σε μικρό μέρος) σωστό.” Αυτό εγώ δεν το θεωρώ αντιδιαστολή μάλλον, όσο επέκταση και εμπλουτισμό. Επανακαθορισμό σωστότερα. Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι κλπ...
Βέβαια το ερώτημα που άμεσα ανακύπτει, σε εμάς τουλάχιστον, κατόπιν αυτής της διάκρισης αφορά τη φύση της πραγματικότητας αυτής, το από ποιόν διαμορφώνεται, από ποιόν νοηματοδοτείται. Γιατί ασφαλώς δεν υπάρχει σε αυτήν ένα εγγενές, αυθύπαρκτο νόημα. Κάθε κοινωνία συγκροτείται ως τέτοια, διαμέσου της δημιουργίας ενός κόσμου φαντασιακών σημασιών, οι οποίες καθορίζουν την πραγματικότητα, ενσαρκωνόμενες σε κάθε πτυχή της. Ο καπιταλισμός αναμφίβολα, όπως λέει ο βααλ είναι πραγματικότητα, είναι σχέση. Μια σχέση η οποία, για να το πούμε σε αδρές γραμμές, μεταφράζεται στην ανταλλαγή της δημιουργικής δύναμης του εργαζομένου με τη δυνατότητα απόκτησης εμπορευμάτων που βέβαια συμβαδίζει με την κεντρική θέση, την οποία η παραγωγή και οι οικονομία εν γένει καταλαμβάνουν στην υφιστάμενη κοινωνική θέσμιση.
Εντάξει εδώ είναι προφανές ότι διαφωνώ. Η κοινωνία, ακόμα και οι φαντασιακές σημασίες καθορίζονται από τους ταξικούς και κοινωνικούς ανταγωνισμούς. Από τα αντιτιθέμενα συμφέροντα που εκδιπλώνονται και πολεμάνε μέσα σε μία κοινωνία. Εδώ με τη λέξη συμφέρον είναι προφανές ότι δε θέλω κατά καμία έννοια να περιορίσω την έννοια συμφέρον σε μία οικονομική διάσταση και μόνο. Συμφέρον είναι επίσης και επιθυμίες, ιδέες, στάσεις, συμπεριφορές δραστηριότητες αλλά φυσικά και πολιτικές ιδέες και απόψεις. Οι φαντασιακές σημασίες είναι για μένα προφανές ότι προκύπτουν ΜΕΣΑ από αυτή τη σύγκρουση. Όταν ο Σ ή Β ασκούσε κριτική στην γραφειοκρατική κοινωνία δεν το έκανε σε ένα αφηρημένο επίπεδο ιδεών που είχαν οι εργάτες της ΕΣΣΔ, αλλά αντιθέτως στη σωστή προσέγγιση και ανάλυση εκείνου του κομματιού της σοβιετικής πραγματικότητας στο οποίο μπορούσαν να έχουν πρόσβαση. Η αρχική θεώρηση ότι η ΕΣΣΔ είναι μία ταξική κοινωνία και άρα εκεί μέσα υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ εργατών και διευθυντών, τους ώθησε να δουν τις κλοπές μηχανημάτων, τα σαμποτάζ, τις αδικαιολόγητες απουσίες για παράδειγμα σαν ένα κομμάτι του ταξικού ανταγωνισμού που λάμβανε χώρα εκεί. Το ότι επιβεβαιώθηκαν τόσο γρήγορα σχεδόν σε όλα όσα έλεγε η ομάδα για τις γραφειοκρατίες επιβεβαιώνει και το σωστό της θεώρησης της. Αυτή όμως η φαντασιακή σημασία που, ας πούμε, κατασκεύασε ο Σ ή Β, δεν τους ήρθε από κάνα πλατωνικό σύμπαν αλλά από μία συγκεκριμένη μέθοδο, ματιά και προσέγγιση. Και αν δεν είχαν επιβεβαιωθεί να πω ότι μάλλον θα παραβλέπαμε αυτή την προσέγγιση του Σ ή Β παρά θα της δίναμε σημασία. Αυτό που λέω και ξαναλέω, δεν είναι να αφήσετε τις ιδέες και να ασχοληθείτε με την πραγματικότητα. Αυτό που λέω είναι ότι οι ιδέες είναι ΚΟΜΜΑΤΙ του κόσμου, και πρέπει να επανακαθορίσετε τις σχέσεις σας με αυτές. Όχι μόνο εσείς φυσικά. Για μένα όπως και κάπως και να ακούγεται δεν πρέπει οι εργάτες, οι εκμεταλλευόμενοι, οι καταπιεζόμενοι να γίνουν κομμουνιστές, αναρχικοί, καστοριαδικοί, αλλά αντιθέτως οι κουμμουνιστές, οι αναρχικοί, οι καστοριαδικοί να γίνουν εργάτες και εκμεταλλευόμενοι.
Επίσης στο κείμενο του βααλ προβάλλεται η βεβαιότητα ότι είναι το επαναστατικό κίνημα που, παρέχοντας απτές λύσεις ανταγωνιστικές ως προς την κυρίαρχη πραγματικότητα, προτάσσοντας μια άλλη, είναι αυτό που οδηγεί κάποιον στο να γίνει επαναστάτης και όχι οι ιδέες. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε εμείς συνιστούμε… ιστορικό παράδοξο, καθότι ούτε κανένα κίνημα διακρίνουμε να υφίσταται, ούτε και καμία «άλλη» πραγματικότητα –εκτός βέβαια και αν λογίζεται ως τέτοια η προσπάθεια του «χώρου» για απόδραση από την πραγματικότητα διαμέσου της υποκουλτούρας. Αυτή η «άλλη πραγματικότητα» δε κατά τη δική μας γνώμη ποτέ δεν υπήρξε. Το εργατικό κίνημα, φερ’ ειπείν, δεν ήταν μια «άλλη πραγματικότητα», υπήρξε πτυχή μιας πραγματικότητας, η οποία διακρινόταν από μια θεμελιώδη αντινομία.
Ναι όντως συνιστούμε ιστορικό παράδοξο. Υπάρχει όμως μήπως κάποια ιστορική ομαλότητα πάνω στην οποία η ύπαρξη μας παραδοξολογεί;;; Μάλλον όχι. Είναι προφανές φυσικά του τι είδους ερμηνεία κάνεις στα ίδια πράγματα. Αν δεν υπήρχε η Ουγγαρία το '56, ο Μάης του '68, πιστεύεις ότι θα έδινε κανείς σημασία στις ιδέες του Σ ή Β και της ΚΔ; Αν δεν υπήρχε το '36, πόσους ουσιαστικούς λόγους θα είχε κανείς να είναι αναρχικός; Αν δεν υπήρχε το '17 θα έδινε κανείς σημασία στον Λένιν και τον Τρότσκι; Αν δεν υπήρχε η Παρισινή Κομμούνα, και το τεράστιο εργατικό και επαναστατικό κίνημα του 19ου αιώνα πιστεύετε ότι θα θυμόμασταν ακόμα τους Μάρξηδες και τους Μπακούνηδες; Όχι φυσικά. Το ίδιο ισχύει και ανάποδα. Οι απόψεις του Στίνα και της ομάδας του έχασαν εν μέσω της Κατοχής και του Εμφυλίου (όχι απαραίτητα στο επίπεδο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης αλλά κυρίως στο επίπεδο της κοινωνικής πραγματικότητας), αυτό πιστεύετε δεν έχει επηρεάσει την αποδοχή και την ιστορική συνέχεια τέτοιων απόψεων; Με απλά λόγια θα είσαστε και θα είμασταν αυτόνομοι αν δεν είμασταν πεπεισμένοι για την σημασία συγκεκριμένων ιστορικών παραδειγμάτων; Αυτή η προσέγγιση είναι ουσιαστικά μία διευρυμένη ερμηνεία της θέσης ότι οι άνθρωποι πολιτικοποιούνται μέσα από τα κινήματα και όχι απαραίτητα συμμετέχοντας σε αυτά αλλά ακόμα και κρίνοντας τα. Αυτό το οποίο βασικά λέω είναι ότι εμείς σαν πολιτικά υποκείμενα είμαστε διαχωρισμένοι, και το νόημα αυτού του διαχωρισμού είναι ότι η συνάδελφος μου η Ματίνα δεν πρόκειται να οριστικοποιηθεί επειδή θα διαβάσει την Φαντασιακή ή την Κοινωνία του θεάματος... Και το νόημα δεν είναι να προσεγγίσεις τη Ματίνα σαν Καστοριαδικός αλλά σαν συνάδελφος της. Μόνο έτσι ξεπερνιέται αυτός ο διαχωρισμός. Είναι προφανές ότι οι άνθρωποι δεν έγιναν κουμμουνιστές επειδή διαβάσανε Μαρξ.
Επίσης θα διαφωνήσω κάθετα στο αν το επαναστατικό κίνημα είναι πτυχή της πραγματικότητας ή άλλη πραγματικότητα. Στο βαθμό που τοποθετείται ενάντια στην πραγματικότητα είναι ΑΛΛΗ πραγματικότητα. (Ή τουλάχιστον προσπαθεί να είναι).
Η δε ανάδυση του οφείλετο, όχι στις «αντικειμενικές υλικές συνθήκες», στα κοινά συμφέροντα της εργατικής τάξης –ή, έστω, δεν απετέλεσαν αυτά τον καθοριστικό παράγοντα–, αλλά, όπως και η ανάδυση της εργατικής τάξης καθεαυτής, ως διαδικασίας αυτοδημιουργίας, στην πεποίθηση περί ύπαρξης κοινών συμφερόντων.
Μπορείτε να μου αποσαφηνίσετε που ακριβώς είναι το όριο ανάμεσα στην υλική συνθήκη 5000 εργαζομένων σε μία αλυσίδα παραγωγής, που παίρνουν τα ίδια λεφτά, δουλεύουν με τους ίδιους ρυθμούς, έχουν το ίδιο αφεντικό και μένουν λίγο πολύ στην ίδια συνοικία και στο ότι αυτοί δεν έχουν ίδια συμφέροντα αλλά πιστεύουν ότι έχουν; Εγώ δε βλέπω πάντως καμία διαφορά. Αντικειμενικές συνθήκες υπάρχουν. Αυτό δε σημαίνει όμως σχεδόν τίποτα από μόνο του. Το να τις αγνοείς όμως και πλήρως είναι λάθος κατά τη γνώμη μου. Αν αγνοείς κάτι σύντομα θα έρθει η στιγμή που θα σε αγνοήσει και αυτό.
Η κοινωνική ανθρωπολογία του εργατικού κινήματος για την οποία κάνουμε λόγο στο κείμενο μας ανήκει στο παρελθόν για τους λόγους που επιχειρήσαμε να αναλύσουμε στο «η πολιτικη…». Οι άνθρωποι, αντίθετα με ότι ισχυρίζεται ο βααλ στο κείμενο του, είναι ωφελιμιστές. Και αυτό όχι επειδή υφίσταται κάποια αναλλοίωτη εις το διηνεκές «ανθρωπινή φύση», αλλά επειδή απλούστατα κάθε κοινωνία που επιδιώκει να διαιωνίζεται ως έχει παράγει τον αντίστοιχο ανθρωπολογικό τύπο, ο οποίος ανταποκρίνεται στην επιδίωξη της αυτή. Αυτός ο ανθρωπολογικός τύπος που οι σύγχρονες κοινωνίες παράγουν πρέπει να έχει ανοσία στην ανοησία που τις χαρακτηρίζει. Πρέπει να αγνοεί τη ζωτική ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής για νόημα. Είναι η επιδίωξη για διάσωση ενός νοήματος εκείνη που μπορεί να οδηγήσει το ανθρώπινο όν ακόμη και στη θυσία της βιολογικής του ύπαρξης, καθότι μιλάμε για ένα ζώο τρελό και καθόλου «ορθολογικό». Και η διάσπαρτη από «μάρτυρες» ιστορία του επαναστατικού κινήματος δεν συνάδει με τη θεωρία περί «λύσεων» που ωθούν τους ανθρώπους να γίνουν επαναστάτες. Κάθε άλλο. Την κάνει να φαντάζει αυθαίρετη.
Αυτή την παράγραφο πραγματικά δεν μπορώ να την καταλάβω. (Μπορεί και να μη θέλω...). Από την άλλη υπάρχουν νοήματα στα οποία αδυνατώ να δώσω ερμηνεία τι είναι ας πούμε η ζωτική ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής για νόημα; Τι είναι ωφελιμισμός ας πούμε; Επίσης γενικώς νομίζω ότι η προσέγγιση σας αυτή στην ιστορική εξέλιξη είναι μάλλον εκτός τόπου και χρόνου. Αν ο άνθρωπος επιθυμούσε να παράγει και να αναπαράγει ένα συγκεκριμένο νόημα θα είμασταν ακόμα ευτυχείς πάνω στα δέντρα και μέσα στις σπηλιές. Αντιθέτως ακριβώς επειδή προσπαθεί διαρκώς να αλλάξει αυτό το πράγμα έχουμε φτάσει εδώ που έχουμε φτάσει. Και αυτό δεν το λέω με την έννοια της ιστορικής προόδου απαραίτητα αλλά με την έννοια της ιστορικής εξέλιξης. Να 'στε σίγουροι ότι πριν μόνο 50 χρόνια μία τέτοια δημόσια συζήτηση θα είχε εξασφαλίσει για όλους μας έναν ομαδικό τάφο στο Λαζαρέττο.
Ας ξεδιαλύνουμε εδώ μια παρεξήγηση που προέκυψε, αποσαφηνίζοντας ότι, αναφερόμενοι στη επικράτηση του αιτήματος περί «διαρκούς ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων», εννοούμε πως η προέλαση της ανάπτυξης, φέροντας ως προαπαιτούμενο την εγκαθίδρυση του ανταγωνισμού και του ατομικισμού, προϋποθέτει παράλληλα τη διάβρωση αξιών όπως η αλληλεγγύη και η κοινότητα. Αναφερόμαστε στην ηγεμονία του επί του συλλογικού φαντασιακού –η οποία ασφαλώς, πρέπει να πούμε, μιας και θίγεται από το βααλ, πως δεν άφησε ανεπηρέαστο και το εργατικό κίνημα. Η γραφειοκρατικοποίηση του δεν προέκυψε ερήμην του, αλλά κατέστη δυνατή ακριβώς εξαιτίας της εγκόλπωσης, της εσωτερίκευσης σε μεγάλο βαθμό των σημασιών που είναι σύμφυτες με αυτήν.
Θα επιμείνω είναι πολύ πιο περίπλοκη διαδικασία από αυτό που περιγράφεται. Δεν διαφωνώ καθέτως, ωστόσο είναι πολύ μεγάλη συζήτηση του τι έκανε το εργατικό κίνημα αυτό που είναι σήμερα...
Κατόπιν αυτής της διευκρινιστικής παρένθεσης ας επανέλθουμε στα περί «άλλης» πραγματικότητας. Εμείς αρεσκόμαστε να υπογραμμίζουμε ότι για να θέλει κανείς κάτι άλλο πρέπει να είναι σε θέση να το φανταστεί και, αντιστρόφως, δεν μπορεί κανείς να φανταστεί κάτι άλλο εάν δεν το θέλει. Και αρκεί να στρέψει κανείς το βλέμμα γύρω του για να διαπιστώσει ότι… καμιά από τις εν λόγω συνθήκες δεν πληρείται. Αυτό το οποίο φαντάζονται και επιθυμούν οι άνθρωποι σήμερα είναι αυτό που υπόσχεται η καταναλωτική κοινωνία. Αυτόν τον εγκλωβισμό της φαντασίας και ως εκ τούτου της δημιουργικότητας εντός των ασφυκτικών πλαισίων που ορίζονται από την παντοκρατορία της οικονομίας είναι που φιλοδοξούσαμε να καταδείξουμε μετερχόμενοι τον όρο «πραγμοποίηση». Ασφαλώς εμείς δεν ενστερνιζόμαστε αυτό το οποίο ο Μαρξ εννοεί με τον όρο αυτό. Αντίθετα θεωρούμε ότι ο εργαζόμενος δεν είναι «πράγμα», ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να τον μετατρέψει σε τέτοιο και πως η επίτευξη του στόχου αυτού θα σήμαινε την κατάρρευση του ίδιου του καπιταλισμού. Κατάρρευση στην οποία θα συμπαρέσυρε δίχως άλλο τον ανθρώπινο πολιτισμό. Αυτό το οποίο θέλαμε να υπογραμμίσουμε με τη συγκεκριμένη –ενδεχομένως ασαφή και ανοιχτή σε παρερμηνείες, όπως οφείλουμε να παραδεχτούμε– διατύπωση είναι ο φόβος μας ότι αυτή η εγγενής τάση του καπιταλισμού τείνει να υλοποιηθεί. Και αυτός ο φόβος θεμελιώνεται στα σημάδια ατόνησης που παρουσιάζει η άλλοτε σθεναρή αντίσταση που οι άνθρωποι προέβαλλαν στην τάση αυτή, διεκδικώντας τη ενεργή συμμετοχή σε κάθε έκφανση της καθημερινής ζωής από ένα καθεστώς που τους αποκλείει από αυτήν.
Ωραία, αν ισχύουν όλα όσα λέτε, τότε ελάχιστο -εώς καθόλου θα τολμήσω να πω- έχει η ύπαρξη μας. Το μόνο που φαίνεται να αφήνει μία πόρτα ανοιχτή στο σκοτεινό κελάρι που μας έκλεισε ο καπιταλισμός είναι ένα τείνει... Τα πράγματα είναι απλά. Οι καιροί της ήττας των επαναστατικων κινημάτων ήταν πάντα δύσκολοι. Πιστεύετε ότι οι σύντροφοι του Σ ή Β ήταν σε καλύτερη μοίρα; Το αντίθετο θα έλεγα, μιας και είχαν να αντιπαλέψουν και την σταλινική διστρέβλωση του επαναστατικού προτάγματος. Τέλος πάντων, παραδέχεστε και οι ίδιοι ότι είστε ασαφείς. Δε θα επεκταθώ γιατί μάλλον θα παρεξηγήσω. Απλά να ρωτήσω πάλι αυτό το έρμο το γιατί εσείς κάνετε ό,τι κάνετε...
Υπό τις συνθήκες αυτές ακόμη και ο εθελοντισμός φαντάζει ως αμυδρή αχτίδα ελπίδας που δεν αρκεί όμως για να διασκεδάσει τους φόβους που προκαλεί –σε εμάς τουλάχιστον– αυτή η εποχή η διακρινόμενη από την παντελή στειρότητα και έλλειψη πρωτοτυπίας που εντοπίζουμε σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δημιουργίας. Εν μέσω αυτής της περιρρέουσας ατμόσφαιρας ασφαλώς και επιχειρούμε ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα να κάνουμε τις ιδέες μας πράξη, οφείλει όμως κανείς να παραδεχτεί ότι αυτό δεν συνιστά το πλέον εύκολο έργο για μια ομάδα, η οποία αριθμεί… τρία μέλη –και η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν μπορεί ποτέ να καταστεί πρωτοπορία, όπως αναφέρει ο βααλ, επειδή απλούστατα ποτέ δεν επεδίωξε κάτι που της μοιάζει απεχθές. Διανύουμε όπως φαίνεται μια περίοδο μεταβατική. Το τι μέλει να επακολουθήσει μένει να φανεί. Όμως ότι και να επακολουθήσει δεν μπορεί να ανάγεται σε ότι έχει προηγηθεί, να αποτελεί απλά ένα συνονθύλευμα φθαρμένων υλικών, καταλοίπων προγενέστερων κοινωνικοϊστορικών θεσμίσεων. Το εργατικό κίνημα, τα επαναστατικά κινήματα του παρελθόντος, ναι, ηττήθηκαν οριστικά, δεν μπορούμε, δεν θα αρκούσε ποτέ, να πιάσουμε το νήμα από εκεί που αφέθηκε. Κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν την άρνηση της ιστορίας ως κοινωνικής δημιουργίας. Είναι αναγκαία η αναζωογόνηση της ανθρώπινης φαντασίας. Οι ενδείξεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Εκείνο στο οποίο μπορούμε να ελπίζουμε είναι το απροσδόκητο της ανθρώπινης δημιουργίας. Επιθυμούμε όσο τίποτε άλλο μια έκρηξη που, προκύπτοντας από το πουθενά, όπως ο Μάης του ΄68, θα έρθει και θα διαψεύσει, θα συντρίψει την πεσιμιστική μας διάθεση. Ως τότε ευελπιστούμε να συμβάλλουμε με όσες δυνάμεις έχουμε στον ερχομό αυτής της απρόσμενης επανάκαμψης της κοινωνίας στο προσκήνιο. Και όταν αυτή η επανάκαμψη συντελεσθεί, δεν θα λυπηθούμε καθόλου αν η πραγματικότητα θα μας έχει ξεπεράσει…
Εδώ τα βάζετε κάτω και τα λέτε όλα σε πέντε προτάσεις. Καταρχήν ας πούμε τι ακριβώς είναι αυτό που έχει ηττηθεί οριστικά; Η επιθυμίες και οι αγώνες των εκμεταλλευομένων; Ο σταλινισμός, ο λενινισμός, ο αναρχισμός; Θα πρέπει να ξέρετε ότι το επαναστατικό κίνημα γενικώς ποτέ δεν είχε καμία τρελλή συνοχή έτσι και αλλιώς αλλά το να αναφέρεστε σε όλη την ιστορία του επαναστατικού κινήματος τόσο αφοριστικά συνιστά σφάλμα. Απλούστατα επειδή έχουν ηττηθεί ΠΟΛΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ πράγματα στο επαναστατικό κίνημα... Το '68 δεν ήρθε από το πουθενά και καμία εξέγερση, και κανένα κίνημα δεν ήρθε από το πουθενά, αυτό δε σημαίνει ότι απαραίτητα όλα είναι προϊόν αντικειμενικών ιστορικών συνθηκών αλλά μάλλον ότι είναι αποτέλεσμα απλά ιστορικών συνθηκών.
Δεν υπάρχει απαισιοδοξία και αισιοδοξία, υπάρχει μόνο η πραγματικότητα, η συνείδηση και η δράση.
Κατηγορία: Αναλύσεις
8 Comments:
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
afiste ta mpla mpla kai peste ti ginete ekei kato
Τώρα όσον αφορά την κριτική σας δεν θα τη συμμεριστώ απόλυτα. Θέλω να είμαι βέβαιως ότι όλο και κάτι θα δούμε σύντομα από τους συντρόφους σχετικό.
Είμαι όμως αφάνταστα πεινασμένος για κριτικές και αυτοκριτικές που γίνονται με σοβαρότητα και σεβασμό προς και από συντρόφους και συντρόφισσες. Επίσης έχω λυσσάξει από την πείνα για μερικές σοβαρές κουβέντες από το χώρο. Ότι τρώμε, λυπάμαι αλλά δεν είναι παρά δυο φέτες ψωμί.
Τελος πάντων και εγώ αναρωτιέμαι που είναι διάφοροι "επαναστάτες", με διάφορες αφορμές και με διάφορους λόγους. Βέβαια δεν μπορεί να είναι όλοι σε όλα, αλλά δε νομίζω ότι έτσι και αλλιώς ότι αυτοί που λείπουν από τις δράσεις και τις απεργίες είναι βυθισμένοι στην επεξεργασία της επαναστατικής θεωρίας --μάλλον είναι ΓΕΝΙΚΩΣ κάπου αλλού...
Στέφανος απο Πρωτοβουλία Αυτόνομων Κέρκυρας