Η χτεσινή "συγκέντρωση" στο Σύνταγμα που όλοι φορούσαν μαύρα και "πενθούσαν" ήταν ένας μεταμοντέρνος πολτός. Ένα συνονθύλευμα lifestyle, χαλαρής διαμαρτυρίας και "ευαισθησίας". Ήταν το τίποτα των ημερών μας συμπυκνωμένο σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται διαδήλωση. Είναι το θέαμα που γίνεται πραγματικότητα. Είναι το τίποτα μιας εποχής που ολοένα τείνει να γίνει μία εποχή τίποτα.

Το δε φωνάζουμε συνθήματα των οργανωτών, άρα δεν μιλάμε, δεν είναι τυχαίο. ΑΛΛΩΣΤΕ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΠΟΥΝ. Τι συνθήματα να φωνάξουν; Τι να απαιτήσουν; Από ποιον; Εναντία ποιανού και υπερ τίνος; Αυτό κατά καμία έννοια δεν είναι όυτε διαδήλωση ούτε συγκέντρωση ούτε διαμαρτυρία. Η γλώσσα του ανθρώπου φανερώνει πολλές φορές και το νόημα των πραγμάτων. Δια - δήλωση, δια - μαρτυρία, συν - κέντρωση. Προθέσεις που προσθέτουν στην αρχική λέξη. Η διαδήλωση είναι κάτι παραπάνω από μία δήλωση κοκ. Οι διοργανωτές και οι περευρισκόμενοι δεν είχαν τίποτα να δηλώσουν, τίποτα να κεντρώσουν και τίποτα να μαρτυρήσουν.

Η ιστορία της κοινωνίας λέει ότι η πολιτική είναι και λόγος όπως και πράξη. Κακώς λοιπόν πολλοί σύντροφοι δίνουν οποιαδήποτε πολιτικά χαρακτηριστικά σε αυτό το πράγμα. Δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα χάπενινγκ, ή στην καλύτερη ένα μεγάλο μνημόσυνο.

Υπάρχουν άφθονες μαρτυρίες ότι ο κόσμος έκραξε διάφορους αριστερούς και αναρχικούς-αντιεξουσιαστές που παρευρέθησαν. Αυτό προκάλεσε αρκετές συζητήσεις. Οι άνθρωποι που ήταν εκεί με τα μαύρα εξοργίστηκαν και γιουχάισαν γιατί δεν ήθελαν συνειδητά ή ασυνείδητα να παραδεχτούν ένα πράγμα: Ότι αν θες να έχεις μία στοιχειωδώς συνεπή στάση απέναντι στην οικολογική καταστροφή, στη δυστυχία που προκαλεί αυτή, στα προβλήματα που δημιουργεί θα πρέπει να είσαι τουλάχιστον αριστερός (έστω και συνασπισμένος), γιατί ασυνείδητα ή συνειδητά ΟΛΟΙ μας γνωρίζουμε και ΟΛΟΙ τους γνωρίζουνε ότι η οικολογική καταστροφή προκαλείται από ένα συγκεκριμένο πολιτικοοικονομικό σύστημα. Το οποίο εδώ και 300 χρόνια λέγεται καπιταλισμός και εδώ και 200 χρόνια το πολεμάνε κάποιοι που λέγονται ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ και ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ. Αυτό ήταν το πρόβλημα τους. Ότι αυτοί με τα πανώ είναι το λογικό συμπέρασμα της αγανάκτησης που τους κατέβασε στο Σύνταγμα. Αυτό όμως δεν τους άρεσε. Και φυσικά δεν τους αρέσει. Γιατί αν τους άρεσε αυτοί οι 10.000 θα ήταν ΗΔΗ κομμουνιστές ή αναρχικοί.

Ώφειλαν όμως σαν ευασιθητοποιημένοι και πολιτικοποιημένοι πολίτες που είναι οι bloggers (επιτρέψτε μου εδώ ένα χρατς χρατς) να γνωρίζουν μερικά πράγματα. Θα έπρπε να γνωρίζουν ότι εδώ και τουλάχιστον μία 20ετία οι αναρχικοί και οι αριστεροί ήταν οι πρώτοι που στάθηκαν απέναντι και αντιδρούσαν στις διάφορες αναπτύξεις. Ανάπτυξη ας πούμε σαν αυτή που θέλανε να κάνουνε στη Γαυδοπούλα, όπου θα ισοπεδώνανε το νησάκι για να το κάνουν διακομεταμιστικό λιμάνι (κάτι σαν αυτό που θέλουνε να κάνουνε στο Τυμπάκι τώρα). Αυτοί που τρέξανε τότε αυτό, όπως άπειρα και αμέτρητα περιστατικά και σχέδια σε όλη την Ελλάδα ήταν και είναι κομμουνιστές και αναρχικοί. Σας αρέσει δεν αρέσει αγαπητοί 10.000 μαυροντυμένοι.

Θα γίνω κυνικός γιατί δεν μπορώ να είμαι κάτι άλλο. Οι 10.000 οργίστηκαν τις τελευταίες μέρες, στενοχωρήθηκαν, μπορεί κάποιοι να έκλαψαν. Οργισμένος όμως είναι και ο Ευαγγελάτος, στενοχωρημένος είναι και ο Χατζηνικόλάου. Και ο Βύρωνας μπορεί να έκλαψε... Ε και; Έγινε κάτι;

Μέσα στον Αύγουστο ήμουνα στον τόπο καταγωγής μου. Την Κέρκυρα. Εκεί υπάρχει μία παραλία, το Μπαρμπάτι. Το Μπαρμπάτι έχει έναν τεράστιο ελαιώνα δίπλα στη θάλασσα. Το Μπαρμπάτι είχε έναν ελαιώνα. Γιατί τώρα ανάμεσα στα δέντρα υπάρχουν καμία 30αριά διόρωφα διάσπαρτα σε όλο το μήκος. Και οι ελαιώνες ως γνωστόν δεν έχουν σπίτια αλλά μόνο ελιές. Σκεφτόμουνα τότε οργισμένος: Θα στεναχωρηθώ αν αρπάξει μια πυρκαγιά εδώ και τα γαμήσει ΟΛΑ. Όχι λέω δεν θα στενοχωρηθώ. Γιατί ήδη ΕΧΟΥΝ ΓΑΜΗΘΕΙ ΟΛΑ. Και όταν έχουν ΓΑΜΗΘΕΙ ΟΛΑ στο όνομα της ανάπτυξης, του κέρδους, των μικρών και μεγάλων συμφερόντων, της ανάπτυξης του τόπου και δε συμμαζεύεται δεν μαζεύεσαι να κάνεις το μαυροντυμένο μαλάκα στο Σύνταγμα. Απλά πράγματα.

Δεν είμαι λοιπόν πια στεναχωρημένος, ούτε οργισμένος, ούτε αγανακτισμένος. Στεναχωρέθηκα, οργίστηκα και αγανάκτησα στα 15 και στα 17 και στα 19 μου. Είμαστε κομμουνιστές αναρχικοί και πολεμάμαμε αυτό τον κόσμο και θα τον πολεμάμε μέχρι να πεθάνουμε. ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΝΑ ΖΕΙ ΚΑΝΕΙΣ. Έχετε ήδη βγάλει το σκασμό, γυρίστε και στο σπιτάκι σας τώρα. Άλλωστε πάντα εκεί ήσασταν.

Ανεμομαζώματα διαολοσκορπίσματα λέει ο σοφός τούτος λαός. Τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο.

Θα κλείσω με ένα τσιτάτο. "Όταν οι προλετάριοι φλυαρούν ο κόσμος τρέμει συθέμελα".

ΥΓ. Ένας σύντροφος αναρωτήθηκε πως και μαζέυτηκε τόσος κόσμος. Οι απαντήσεις που έχω είναι πολλές.

Α. Και η ΑΕΚ μαζεύει κόσμο.
Β. Ο Χριστοδολόπουλος μαζεύει ακόμα περίσσοτερο.
Γ. Πολλά media προμοτάρουν και σπρώχνουν με τρέλλα αυτή την απολιτικοποιημένη και ευαισθητοποιημένη τάση στα blogs.
Δ. Υποπτεύομαι ότι πίσω απο όλα αυτά κρύβεται κάποιος Πασοκικός δάκτυλος.
Ε. Οι άνθρωποι μαζεύονται για διάφορους λόγους σε αυτό τον κόσμο. Και ο κόσμος αυτός μαζεύει τους ανθρώπους για διάφορους πάλι λόγους. (Σε στρατόπεδα, σε σχολεία, σε σουπερ μάρκετ κλπ.)


Μετά τις δηλώσεις και τις αποκαλύψεις του Οσάμα που σαν τραγόμορφος (δηλ. Σατανάς) περιφερόταν στην Πελλοπόνησο ο ηγέτης της ορθοδοξίας εξαπέλυσε την οργή του θεού πάνω στους αλλόθρησκους και οχτρούς. Στάθηκε ψηλά σε έναν πύργο και ανεφώνησε:

Δέν γνωρίζουμε, Κύριε, τίς αἰτίες αὐτῶν τῶν πυρκαϊῶν. Ἀλλ’ εἴτε αὐτές ὀφείλονται στόν καύσωνα ἤ σέ ἀμελῆ ἐνέργεια ἀνθρώπου, συγχώρησε τούς ἀμελεῖς καί διάσωσε τόν λαόν Σου καί τήν κληρονομίαν Σου ἀπό τήν ἀπειλή, ἀπό τυχόν συνέχιση τῆς καταστροφῆς καί ἀπό ἀναζωπύρηση τῶν ἑστιῶν. Ἐάν, ὅμως, οἱ φωτιές ὀφείλονται σέ δόλια ἐνέργεια ἐμπρηστῶν, τότε, Κύριε, στεῖλε τή δίκαιη ὀργή Σου ἐπάνω τους καί τιμώρησέ τους παραδειγματικά γιά τό ἔγκλημα πού θεληματικά διέπραξαν σέ βάρος ὅλου τοῦ λαοῦ μας καί τῆς Δημιουργίας Σου.
Κύριε, εἴμεθα ἁμαρτωλοί καί ὁμολογοῦμε τά πάθη μας. Ὅμως Κύριε «Σοί μόνῳ ἁμαρτάνομεν ἀλλά καί σοί μόνῳ λατρεύομεν». Ἀναγνωρίζουμε τά λάθη μας καί μετανοοῦμε γι’ αὐτά μέ δάκρυα. Συγχώρησέ μας τούς ἁμαρτωλούς καί δίδαξέ μας τά δικαιώματά Σου. Σ’ αὐτή τή δύσκολη ὥρα μέ τό εὐλογημένο χέρι Σου σκέπασέ μας καί προστάτευσε τόν τόπο μας, ρῦσαι μας ἀπό πάσης περιστάσεως καί ξαναδῶσε μας τή χαρά τῆς εὐτυχίας καί τῆς ἀσφάλειας. Πρεσβευτές μας ἐπικαλούμεθα τήν Πάναγνη Μητέρα Σου καί ὅλους τους Ἁγίους Σου. Ἀμην».

Όταν έπαψε κεραυνοί χτυπούν μαζικά το στρατό του οχτρού. Από τα δεξία η Υπερμάχος Στρατηγός Ντόρα με λάβαρο το ποτραίτο του ηγέτη Κων. Μητσοτάκη που φέρνει ανείπωτο τρόμο στους οχτρούς και τους κάνει να χέζονται πάνω τους επιτίθεται και τους κατατροπώνει. Από τα αριστέρα ο Τριάντης υψώνει την Ολυμπία στους ουρανούς και μαζί με την ομάδα Ε και ειδικό επικεφαλή το Λιακόπουλο χτυπάνε και συρρικνώνουν τον αντίπαλο.

Αύριο αναμένονται οι κινήσεις του αντιπάλου.

Ο Στ. Μάνος υπό την απειλή της ανεργίας σκέφτεται να γράψει σενάριο και να το δώσει στο Hollywood.

Εγώ μέσα σε τόση γελοιότητα μάλλον θα μεταναστεύσω στη Γροιλανδία.



Μετά τις αποκαλύψεις του Υπουργού Δημοσίας Τάξης κ. Βύρωνα Πολύδωρα περί ασύμετρων απειλών που προέρχονται από ξένα κέντρα και τα οποία έχουν σαν μοναδικό στόχο να μην βγει κυβέρνηση η ΝΔ, ορίστε και οι αποδείξεις στο βίντεο. Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν κρύβεται πίσω από τους εμπρησμούς στην Πελλοπόνησο και Εύβοια. Εδώ τον βλέπουμε σε αποκλειστικό βίντεο να κόβει βόλτες στα βουνά της Ηλείας, της Αρκαδίας και της Μεσσηνίας (για την Εύβοια έβγαλε άλλο βίντεο) και να εξετάζει τους καλύτερους δυνατούς χώρους να χτυπήσει. Η κυβέρνηση κύρηξε την χώρα σε Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης, κύρηξε τον πόλεμο σε όλο το μουσουλμανικό τόξο, κύρηξε 3ημερο εθνικό πένθος, κύρηξε εκλογές και κύρηξε την έναρξη της Σούπερ Λίγκας όπου αντεθνικός δάκτυλος ανέβαλε.

Η αθλιότητα της επόμενης μέρας είναι ακόμα μεγαλύτερη από την αθλιότητα του Σαββατοκύριακου που πέρασε. Για να νομίζουν οι μαλάκες ότι το κράτος είναι σε εγρήγορση γεμίσανε όλη την Αθήνα μπάτσους οπλισμένους σαν αστακούς, για να θολώσουν τα νερά του πιο τελειωμένου μικροπολιτικού παιχνιδιού άρχισαν τις παπαριές περί ασύμμετρων απειλών ξένων δακτύλων και δεν συμμαζεύται. Άλλωστε σε αυτή την χώρα ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΦΕΡΕΙ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΕΥΘΥΝΗ. Και φυσικά πάντα μα πάντα φταίνει ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΛΛΟΙ. Τούρκοι, άγγλοι, γάλλοι, πορτογάλοι, εαμοβούλγαροι κομμουνιστοσυμμορίτες, αντιεξουσιαστές, ο Αλαβάνος, οι γκρίζοι και οι εξωγήινοι, ο σατανάς κλπ. κλπ.



Το παραπάνω βίντεο είναι από την προχθεσινή πορεία στη Θεσσαλονίκη για την δολοφονία του Τόνυ Ονούα. Αυτό που βλέπετε εδώ είναι το μπλοκ της αριστεράς και των αντιρατσιστικών οργανώσεων να κάνουν στην άκρη για να περάσουν οι αστυνομικοί και να πάνε εκεί όπου μετανάστες και αντιεξουσιαστές λιθοβολούν το τμήμα. Την αριστερά την ξέρουμε πολύ καλά και αυτό δεν κάνει την παραμικρή έκπληξη. Έχουν κάνει πολύ χειρότερα στην ιστορία τους και αυτό έχει πολύ απλή ερμηνεία για τους κομμουνιστές και ειδικά τους λενινιστές αυτό που έχει σημασία είναι το κόμμα και η οργάνωση, μία απεργία ένα κίνημα μας ενδιαφέρει και εμπλεκόμαστε σε αυτό μόνο στο βαθμό που μας αποδίδει καρπούς στην κομματική μας πολιτική. Επιπλέον το όργιο νομιμοφροσύνης που διακατέχει όλους τους αριστερούς είναι τεράστιο. Ακόμα και αν διαφωνούσαν με την βία στο δρόμο είχαν πολιτικό καθήκον σαν κομμουνιστές να σταθούν απέναντι στους μπάτσους εμποδίζοντας τους όσο πιο πολύ μπορούσαν έστω με μία καθιστική. Όμως όχι, κάνουμε στην άκρη. Πίσω ρε ξεφτίλες...


Αυτή η ανάρτηση είναι μάλλον προέκταση της προηγούμενης μιάς και κινείται μάλλον στο ίδιο σκεπτικό. Το Μάρτη που πέρασε είχα πάει στο Αυτόνομο Στέκι στην παρουσιάση του βιβλίου του Άκη Γαβριηλίδη Η Αθεράπευτη Νεκροφιλία του Ριζοσπαστικού Πατριωτισμού. Στο εν λόγω βιβλίο ο συγγραφέας ανάμεσα στα άλλα επικαλείται το τραύμα της ήττας και του εμφυλίου σαν βασικό συστατικό της πολιτικοποίησης των κομμουνιστών, (αλλά σε κάποιο βαθμό και των αναρχικών). Η εισήγηση που είχε γίνει βασίστηκε και ανέλυσε ως επί το πλείστον αυτό το σημείο. Θυμάμαι τότε αυτό μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση. Όταν μίλησα θυμάμαι είχα πει περίπου ότι το γεγονός της πολιτικοποίησης ανθρώπων για καθαρά οικογενειακούς λόγους (ο παπούς ήταν στον εμφύλιο και ο μπαμπάς είναι στο ΚΚΕ) είναι γενικώς μια εξαίρεση στον τρόπο που πολιτικοποιούνται οι άνθρωποι ιστορικά. Ιστορικά οι άνθρωποι πολιτικοποιούνταν μέσα απο τις διαδικασίες των αγώνων, όπου και ανάλογα ριζοσπαστικοποιούνταν. Με αυτό δεν λέω ότι άλλοι τρόποι πολιτικοποίησης δεν υπήρξαν μέσα στην ιστορία ή δεν έχουν και αυτοί το μερίδιο τους σε αυτή την υπόθεση. Με αυτή την έννοια είπα συνεχίζοντας την τοποθέτηση μου εμένα το βασικό κίνητρο "ψυχολογικά" δεν είναι η επίδεση και η επούλωση ενός τραύματος αλλά η χαρά και η ευχαρίστηση. Σαν βασικό παράδειγμα επ' αυτού είχα φέρει την πρώτη μου εμπειρία πολιτικοποίησης στις καταλήψεις του '90-'91. Το συναίσθημα πηδάω το φράχτη και μπαίνω στο κατειλλημένο σχολείο, όπου εδώ ανήκω, όπου εδώ είμαστε όλοι μαζί ενάντια σε αυτούς, όπου πετάγαμε πορτοκάλια στους καθηγητές που περναν απουσίες και στους αστυνομικούς και στους γονείς είναι απο εκείνα τα συναισθήματα που χαράζουν βαθιά έναν 14 χρονο. Αυτό το ανεπανάληπτο συναίσθημα του είμαστε εδώ, στεκόμαστε απέναντι σας, αγωνιζόμαστε για αυτά που πιστεύουμε, υψώνουμε το ανάστημα μας ένα μάτσο πιτσιρικάδες και πιτσιρίκες απέναντι σε έναν κόσμο που δεν μας ρωτάει για τίποτα, κάνοντας αυτοψυχανάλυση θα έλεγα ότι επιδιώκω και συνεχώς επεδίωκα να ξαναζήσω. Για να το πω και πιο πολιτικά γιατί δεν πολυσυμπαθώ τα ψυχολογικά και ψυχαναλυτικά, αυτό που πάντα επιδίωκα ήταν να ζω εντός μίας συνθήκης αγώνα, πολιτικού, κοινωνικού, συνδικαλιστικού. Ένιωθα και νιώθω ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ζω έξω από το να αγωνίζομαι ενάντια σε ένα κοινωνικό σύστημα που με καταπιέζει και εκμεταλλεύεται. (Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι κάνας στρατευμένος με την έννοια του μιλιτάντη απλά μάλλον προσπαθώ να εντάξω όσο πιο μεγάλα τμήματα της ζωής μου γίνεται σε μία συνθήκη αγώνα.)

Εδώ θα κάνουμε ένα μουσικό διάλλειμα για να ακούσουμε το Shockwork από έναν δίσκο που έβγαλαν απο κοινού οι Test Dept με την South Wales Striking Miners Choir προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η απεργία των ανθρακωρύχων. Στην αρχή του τραγουδιού μιλάει ένας εργάτης (βασικά για αυτό το βάζω) όπου ακούγωντας και κυρίως ακούγοντας το πάθος στη φωνή του νιώθω το δικό μου πάθος και νιώθω πέρα από αυτό το πάθος του να αγωνίζεσαι όχι για μερικά υψηλά ιδανικά αλλά για την ίδια τη ζωή σου.

Get this widget | Share | Track details

(Το τραγούδι το αφιερώνει ο Κάρολος στον Φρειδερίκο και τον ευχαριστεί για την αμέριστη συμπαράσταση και τα δανεικά)

Ας έρθουμε όμως στην ιστορία μας. Όπως έχω πει και πιο πριν βρέθηκα μέσα σε μία εργασιακή συνθήκη πλήρους αποτελμάτωσης. Από την μία η προσωπική συνθήκη έμοιαζε πάρα πολύ με τις γενικότερες συνθήκες υποταγής και σιωπής που επικρατούν στους εργασιακούς χώρους και από την άλλη δεν υπήρχαν ούτε και τα πιο στοιχειώδη επίπεδα συσπείρωσης των εργαζομένων σε μία κοινή βάση. Τους τελευταίους 2 μήνες είχε αρχίσει να μου την δίνει η όλη κατάσταση ξεκόλωμα, λίγα λεφτά (πιο κάτω και απο τα λίγα) και καμία δυνατότητα για οτιδήποτε. Επιπλέον είχε έρθει μία καινούρια υποδιευθύντρια που αποφάσισε να μου κάνει τη ζωή δύσκολη να μου τη λέει για 5 λεπτά καθυστέρηση ή γιατί πέταξα το λάχανο ενώ δεν ήταν πολύ σάπιο. Τέλος πάντων μία 4 ωρη μου λέει να πάω στην εταιρεία που δούλευε πριν μιας και εκεί ήταν καλύτερα. Μου ειχε πει τότε ότι θα έπαιρνα με το που θα πήγαινα 620 (από τα 490 ειναι πολύ καλύτερα πιστεύω) έτσι λοιπόν πάω κάνω μια αίτηση, περνάω μία συνέντευξη όπου έπρεπε να βάλω κατι κουκιδες σε κάτι κύκλους και να λύσω μερικές πράξεις. Μετά από κάνα 2 βδομάδες με πέρνουν τηλέφωνο, προσλαμβάνεστε και τέτοια... Και έτσι ξεκινάει η καριέρα μου. Πιάνω δουλειά εκεί Τρίτη και 13 το καλοκαίρι του 2004. Ωραία εποχή.


Να 'μαι λοιπόν παραδομένος στην μισθωτή εργασία. Το βασικό συναίσθημα μου όλη αυτή την πρώτη περίοδο μέχρι να βρω δουλειά και μετά που βρήκα ήταν: "έτσι είναι λοιπόν το να είσαι ανακασμένος να δουλέψεις". Ακούγεται αφελές και πιθανά εκτός τόπου και χρόνου. Όχι δεν ήμουν κανένας φαντασιόπληκτος πιο μικρός, ούτε του "κουτιού", αλλά είναι άλλο πράγμα να φαντάζεσαι κάποιον που είναι αναγκασμένος να δουλέψει και άλλο να είσαι κάποιος που είναι αναγκασμένος να δουλέψει. Και φυσικά δεν το λέω γενικά και αόριστα αυτόν τον εξαναγκασμό αλλά ειδικά και συγκεκριμένα. Πρέπει να δουλέψεις για να έχεις φαί να φας. Με άλλα λόγια είναι η διαφορά μεταξύ της διατύπωσης μιας θέσης και της ίδιας της θέσης.

Είμαι λοιπόν εκεί. Μόνος και εξαναγκασμένος. Μία βία που δεν είναι η βία του γκλομπ του μπάτσου αλλά μία καθημερινή ήπια αλλά συνεχώς παρούσα. Σαν ένα βούισμα στα αυτιά, δεν το ακούς όταν έχει φασαρία αλλά όταν κοπάσει η φασαρία παραμένει εκεί. Μία βία η οποία δεν είναι η βία του μικροαστού που αναρωτιέται ποια είναι μία "καλή δουλειά" που μπορώ να κάνω αλλά του εργάτη που η βία του λέει πρέπει να βρεις μια οποιαδήποτε δουλειά για να ζήσεις. Μία βία που υποχωρεί λίγο όταν βρεις μία δουλειά αλλά φουντώνει όταν είσαι άνεργος, μία βία που μπορεί να έχει την ρουτίνα της καθημερινότητας αλλά ξέρει να χτυπάει βαριά σαν απειλή αν τυχόν δεν είσαι καλός στη δουλειά σου ή άμα τους πας κόντρα.

Περισσότερο ηττημένος, δεμένος και σκυμμένος δεν είχα υπάρξει ποτέ μέχρι τότε στη ζωή μου. Και να λοιπόν το πρώτο μάθημα που πήρα. Μπορώ πια να καταλάβω (όχι απαραίτητα να δικαιολογήσω) καλύτερα κάποιες στάσεις και συμπεριφορές συναδέλφων που συνάντησα μέσα στους χώρους δουλειάς. Μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος σκύβει το κεφάλι, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος είναι ρουφιάνος, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος θέλει να σε φάει. Πιο μικρός όπου τα περισσότερα πράγματα στο κεφάλι μου ήταν αποτέλεσμα ανάγνωσης, πίστευα ότι η ρουφιανιά, το γλείψιμο και η υποταγή είναι κάτι σαν μια φιλοσοφική αντίληψη των πραγμάτων, όπου ο άλλος ανάμεσα σε μία γκάμα επιλογών έρχεται να επίλεξει κάποιαν απο αυτές. γρήγορα κατάλαβα ότι δεν ακριβώς έτσι. Κάθε τι από τα παραπάνω είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος να επιβιώσεις μέσα σε μία συγκεκριμένη εργασιακή συνθήκη, ακόμα παραπέρα τη ρουφιανιά, το γλύψιμο και την υποταγή την προωθεί ως τον ευκολότερο τρόπο ένα συγκεριμένο σύστημα οργάνωσης της ζωής και της παραγωγής. Επομένως οι περισσότεροι θα ακολουθήσουν αυτόν τον πιο εύκολο και γρήγορο δρόμο προκειμένου να ζήσουν και να επιβιώσουν μέσα σε αυτή την οργάνωση της παραγωγής.

Εννοείται ότι υπάρχουν και άλλες στάσεις όπου μπορεί κανείς να πάρει μέσα σε έναν εργασιακό χώρο σαν ατομικότητα. Ένας απο αυτούς είναι η αδιαφορία. Πας κάνεις τη δουλειά σου, λες στον εαυτό σου εγώ δεν είμαι η δουλειά μου και σχολάς. Ένας άλλος είναι να κραήσεις την αξιόπρεπεια σου. Ένας τρίτος είναι να τα κάνεις όλα μπάχαλο. Δεν θα μακρυγορήσω επ' αυτών. Για μένα η καλύτερη και η ορθότερη στάση μέσα στη δουλειά είναι να κρατάς την αξιόπρεπεια σου, να είσαι συνεπής ως προς τους συναδέλφους σου. Να μη λουφάρεις εις βάρος τους, να μην κάνεις πράγματα που μπορεί να τους εκθέσουν και να δείχνεις ενδιαφέρον για τα προβλήματα της δουλειάς. Με άλλα λόγια για μένα η καλύτερη στάση είναι εκείνη η οποία προωθεί την ενότητα με όχι απαραίτητα όλους αλλά τουλάχιστον με όσους περισσότερους συναδέλφους γίνεται. Εγώ όλη εκείνη την περίοδο ελάχιστα από αυτά έκανα. Τα 500 ευρώ δεν μου φτάναν ούτε για ζήτω και σε περίπτωση απόλυσης δεν έβγαινα ταμείο και δεν είχα κάποια αποζημείωση λόγω σύμβασης. Προσπάθησα να κρατήσω μία αξιοπρεπή στάση, το κεφάλι μου το έσκυψα, όποτε μπορούσα τράβαγα λίγο το σχοινί, δεν ρουφιάνευα ποτέ φυσικά και δεν έγλυφα ποτέ κανέναν.

Εκεί λοιπόν αυτούς τους λίγους μήνες που έκατσα κατάλαβα και άλλα πράγματα. Σε διάφορα επίπεδα. Είδα από κοντά και καθημερινά αυτό το ον που ονομάζεται καταναλωτής. Και που είναι τα πάντα και δεν είναι τίποτα. Είδα μαζικές συμπεριφορές. Και κατάλαβα ότι υπάρχουν άνθρωποι των οποίων η μόνη διασκέδαση είναι να πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ για να εξακριβώσουν αν λένε αλήθεια οι διαφημίσεις. Είδα όσο πιο καθαρά μπορεί να δει κανείς τη βασική λογική του "καταναλωτή" έχω 10 ευρώ στην τσέπη και θα σας γαμήσω όλους. Είδα και πήρα μερικά μαθήματα απο συναδέλφους. (Περιστατικό. Είναι η κοπέλα με την πλάτη γυρισμένη στον πελάτη και κάνει κάτι στον πάγκο. "Ψιτ, Ψιτ ο πελάτης". Γυρνά αυτή απότομα και του λεει: "Το όνομα μου είναι Πόπη, δεν έχω κανένα πρόβλημα να με φωνάζεται με το μικρό μου. Επίσης ακούς και στο κυρία και στο δεσποινίς. Μπορείτε να με φωνάζεται και κοπελιά επειδή είμαι από χωριό. Πάντως ψιτ δεν με λένε. Τι θα θέλατε;").

Ένα από το πράγματα που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν το shoplifting. Καταρχήν αυτοί που κατακλέβουν δεν είναι τόσο οι πελάτες όσο εμείς οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Και αυτό το λέω τιμητικά. Αν και για μένα η συγκεκριμένη δραστηριότητα είχε λάβει διαστάσεις επιβιωτικού χαρακτήρα μιας και όπως ξανα είπαμε 500 ευρώ δεν είναι μισθός αλλά χαρτζηλίκι (σημ. αν δεν είχα από κωλοφαρδία ένα σχετικό χαμηλό νοίκι στα 200 8α ζοριζόμουνα άγρια.) Τέλος πάντων με τις μικροκλοπές προσπαθούσα να γλυτώσω χρήματα. Καφέ ας πούμε πολύ σπάνια αγόραζα ή λάδι. Ωστόσο, αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση αφορούσε τις κλοπές των πελατών. Μέχρι τότε νόμιζα ότι γενικώς είναι κάτι που κάνουμε εμείς οι άγριοι νεολαίοι. Μαλακίες. Όλος ο κόσμος κλέβει. Κανονικά και με το νόμο. Όλη αυτή η εικόνα που αποκόμισα απο εκεί μας βοήθησε να ξεδιαλύνουμε κάποια πράγματα και πολιτικά. Εδώ είναι το κείμενο που δημοσιέυσαμε στο Κιβώτιο.

Γενικώς όλη αυτή η εμπειρία μου με προσγείωσε για τα καλά σε μία πραγματικότητα η οποία ήρθε να συγκριθεί με κάποια πράγματα που είχα στο κεφάλι μου και κάποια να τα διαψεύσει, κάποια να τα επιβεβαιώσει και κάποια να τα αλλάξει. Ήξερα πολυ καλά μέχρι τότε ότι ήμουνα γιος εργατών. (Και οι δύο οι γονείς μου δουλεύουν εποχιακά στο νησί σε τουριστικές επιχειρήσεις.) Τώρα έγινα και ο ίδιος εργάτης.

Υπάρχει φυσικά εδώ ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα. Και μάλλον αυτό προσπαθώ να διερευνήσω ενδόμυχα. Είμαι ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος από τα 15 μου. Οι βασικοί λόγοι που με οδήγησαν στην πολιτικοποίηση τότε είναι μάλλον οι ίδιοι με πολύ λιγότερη αφαίρεση με αυτούς που και σήμερα με κρατούν πολιτικοποιημένο. Επιπλέον η πολιτικοποίηση μου δεν είναι απλά στα πλαίσια μίας φιλοσοφικής υποστήριξης κάποιων πραγμάτων αλλά κάτι επιπλέον. Είναι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας νέων πραγμάτων και ρήξη με τις ιδεολογίες και τις αγκυλώσεις της ιστορικής ήττας του επαναστατικού κινήματος. Ωραία... πως λοιπόν εγώ, προσωπικά, μέσα στη δουλειά μου ή και μέσα στη γειτονιά μου, ή όπου τέλος πάντων μπορώ να βρεθώ μπορώ να λειτουργήσω προς αυτή την κατεύθυνση; Με απλά λόγια ποιο είναι το όριο μου σαν ατομική ύπαρξη μέσα σε μία κοινωνική δραστηριότητα. Επίσης ποια η σχέση του πολιτικού και του προσωπικού; Του κοινωνικού και του πολιτικού; Έλα ντε... Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτά τα ερωτήματα υποβόσκουν κάτω από αυτή την εξιστόρηση.

Θα σταματήσω εδώ. Αύριο θα συνεχίσω περιγράφοντας το κλείσιμο της παρουσίας μου εκεί και την είσοδο μου στην τωρινή δουλειά.

ΥΓ. Στη φώτο σοκαρισμένος από το γεγονός ότι πούλαγα πατάτες τις οποίες απαγορευόταν να φυτευτούν σκανάρω μία ετικέτα και την κρατάω για 4 χρόνια στο σκληρό δίσκο.


Ερχόμαστε λοιπόν στον Νοέμβρη του 2003, όπου για μία σειρά από προσωπικούς λόγους αποφασίζω-αναγκάζομαι να εγκατασταθώ στην πρωτεύουσα. Έρχομαι λοιπόν με καμιά 300 ευρά στην τσέπη χωρίς τίποτα σίγουρο να βρω δουλειά και σπίτι. Να 'ναι καλά κάποιοι φίλοι που είχαν την υπομονή να με φυλοξενίσουν κάνα δίμηνο. Έρχομαι λοιπόν και ψάχνω οτιδήποτε. Ντάξει όχι οτιδήποτε. Βασικά κοιτάω στο εμπόριο. Αλλά έκανα και μία αίτηση στα Goodies. Η πρώτη δουλειά ήταν απελπιστική. Δούλεψα για ένα 5ήμερο σε ένα βιβλιοχαρτοπωλείο στο Ν. Ηράκλειο. Χάλια μαύρα. Οι τύποι, ένα ζευγάρι, για εκτέλεση. Ερχόταν μία κοπέλα για ημιαπασχόληση και τι στέλνανε στο πατάρι για δουλειά, οπότε και η αφεντικίνα άνοιγε το κλειστό κύκλωμα να δει αν δούλευε η κοπέλα. Ευτυχώς με διώξανε με ένα 150 με μπόλικη φασαρία που τους έκανα, ευτυχώς γιατί ήμουνα τόσο πιεσμένος που θα έμενα. Μετά από λίγο καιρό με καλούν για δουλειά κατευθείαν σε μία μικρή αλυσίδα s/m που είχα κάνει μία αίτηση. Η δουλειά είναι σε ένα μικρό μαγαζί κάπου στο Κουκάκι. Ξεκινάω να δουλεύω 5 Δεκεμβρίου.

Σύμβαση αορίστου μεν, ημερομίσθιο δε, ειδικότητα εργάτης αποθήκης. Μαλακίες. Μέσα σε 2 μήνες είχα μάθει τα πάντα. Ταμείο, φόρτωμα, καθαριότητα (αν και η βασική μου δικαιοδοσία ήταν οι αποθήκες), μανάβικο, τιμές και θέλαν να με βάλουνε και στα τυριά. Α! Έκανα και παραδόσεις στα γύρω σπίτια... Λίγο πιο μετά πήγαινα και τις καταθέσεις της ημέρας στην τράπεζα 3.000 με 4.000 κάθε μέρα. Παιδί για όλες τις δουλειές δηλ. Αν μου έκοβε λίγο τότε θα την είχα κάνει κανονικά με τις εισπράξεις. Τέλος πάντων.

Ο πρώτος μήνας είναι εφιάλτης που είμαι υποχρεωμένος να ζήσω. Δούλευα συνέχεια χωρίς ρεπό από την πρώτη μέρα στις 5 του μήνα εώς και τα Θεοφάνεια, πολύ συχνά και καμιά ώρα παραπάνω. Υποτίθεται ότι θα δούλευα πενθήμερο αλλά ο διευθυντής μου είπε τότε ότι θα πληρωνόμουνα τα παραπάνω μεροκάμματα. Όταν ήταν να πληρωθώ φυσικά πήρα τα μπαλάκια μου. Πληρώθηκα για πενθήμερη δουλειά. Το εξωφρενικό ποσό των 480 ευρώ. Υπήρχαν και χειρότερα όμως. Μία καινούρια 4ωρη δούλευε όλο τον Δεκέμβρη σαν 8ωρη και δεν πληρώθηκε ούτε μία ώρα παραπάνω. Επι τόπου έφυγε. Εγώ κάνοντας λίγο φασαρία -όχι τίποτα τραγικό βέβαια- κατάφερα να πάρω τις 5 μέρες που μου χρωστάγανε σε "κοπάνες". Στους 2 επόμενους μήνες έλειψα λοιπόν 5 μέρες που τις πληρώθηκα. Με απλά λόγια: Δουλεύεις όποτε σε θέλουμε και όταν δεν σε θέλουμε πέρνεις ρεπό. Θυμάμαι τότε δεν είχε ψηφιστεί ακόμα ο νόμος ο οποίος επέτρεπε και επίσημα αυτό.

Λοιπόν ας τα βάλω όμως όλα σε μία θεματική σιερά γιατί θα γίνει μπάχαλο.

Συνθήκες εργασίας. Τα βασικά τα είπαμε. Η δουλειά είχε τρελλό κουβάλημα, με τα χέρια και την πλάτη έτσι; Επίσης έκανα τα πάντα εκτός από κρέατα και τυριά. Ωράριο 8 με 4 κανονικά αλλά δύο φορές την εβδομάδα το 2 ωρο υπερωρία ήταν στο πρόγραμμα. Ρεπό στην αρχή έπαιρνα Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη. Μετά μου το δώσανε μόνιμα Σάββατο που δεν είχε παραλαβές. Πρωινός μόνιμα. Μισθός με ημερομίσθιο και άρα εξαρτιόταν πόσες μέρες δούλευα το μήνα πάνω από 500 άντε 510 δεν πήγαινε με τίποτα και με καμία κυβέρνηση.

Το υπόλοιπο προσωπικό. Το χάος το ίδιο. Ο διευθυντής; Γενικώς ένας τύπος κάπως περίεργος. Δεν ήταν αυστηρός και δεν έχωνε μπινελίκια, στα όρια που του δινόταν φρόντιζε για κάποια πράγματα, γενικώς έμπαινε σε μια διαδικασία να σε υποχρεώσει, να σε εξυπηρετήσει δηλ. έτσι ώστε μετά να πάρει πίσω. Πάντως έδινε και προκαταβολικά κάποια πράγματα, αλλά βασιζόταν πάρα πολύ στο διαπροσωπικό. Ο τύπος ήταν βορειοηπειρώτης παρακαλώ. Δηλ. αλβανός. Ήταν από τους πρώτους και ξεκίνησε δουλεύοντας στις αποθήκες σπάζοντας χαρτοκιβώτια. Στην Αλβανία είχε σπουδάσει μουσική και θα γινόταν μαέστρος. Η γυναίκα του οικονομολόγος. Η περίπτωση του τότε με είχε προβληματίσει αρκετά. Αλλά δεν είναι του παρόντος να το αναπτύξω. Ξαφνικά βρίσκεσαι σε μία αντίφαση όπου ένας μετανάστης μία δηλ. πολύ συγκεκριμένη φιγούρα είναι προιστάμενος σου όχι μόνο εσένα αλλά και αρκετών άλλων. Βγήκα αρκετό καιρό μετά από αυτή την αντίφαση αλλά μόνο στο διανοητικό της επίπεδο. Όπου δηλ. κατάλαβα ότι σημασία δεν έχει καμία απολύτως εθνικότητα αλλά ξεκάθαρα και μόνο η θέση μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.

Η υποδιευθύντρια όταν ήρθε (αφού εγώ ήμουνα εκεί ήδη κάνα δίμηνο) ήταν μία σκύλα και μισή. Χρειάστηκε να τσακώνομαι κάνα δύο βδομάδες μέχρι να την φέρω στα ίσα μου. Από ένα σημαίο όμως και μετά κατάλαβα ότι αυτή και και ο διευθυντής έπαιζαν το γνωστό ρόλο του καλού και του κακού. Ο ένας καλός και η άλλη κακή. Όπως στρατό περίπου όπου ο δοίκας είναι όλο κατανόηση για τους φαντάρους ενώ οι λοχαγοί μας γαμάνε κανονικά.

Το υπόλοιπο προσωπικό; Υπήρχαν 3 8ωρες μόνιμα. Οι οποίες τρωγόντουσαν μονίμως μεταξύ τους. Η μία να βγάλει τα μάτια της αλληνής. Συχνά χωρίς λόγο, ετσι μάλλον για να έχουμε λίγη δράση στο βαρετό 8ωρο. Προσπάθησα λίγο να της φέρω πιο κοντά αλλά το μόνο που κατάφερα ήταν να προκύψει μία συμμαχία των 2 εναντίον της τρίτης. Τρελλή επιτυχία η παρέμβαση μου.

Μετά ήταν οι 4ωρες. Με αυτές συνονοούμουν καλύτερα. Πιο κοντά στην ηλικία μου γενικώς αλλά γρήγορα φεύγανε σχεδόν όλες. Γιατί; Ποιος ξέρει άραγε πιθανά επειδή ο καπιταλισμός δίνει τεράστιες ευκαιρίες κοινωνικής ανέλιξης...

Γενικώς σε αυτή τη δουλειά υπήρξα απόλυτα υποταγμένος. Δεν παρατράβαγα το σχοινί. Δεν έκανα καμία σχεδόν πολιτική κουβέντα. Ωστόσο κάποια γενικά συμπεράσματα αλλά και το πως κινήθηκα θα τα γράψω σε μία επόμενη ανάρτηση γιατί αυτή έχει βγει ήδη πολύ μεγάλη.

Back to Vietnam

Επιστροφή λοιπόν στο πεδίο μάχης της μητρόπολης. Δύο βδομάδες "ξεκούρασης" βέβαια δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που τραβάμε κάθε μέρα. Απλά γέμισαν οι μπαταρίες λίγο. Δεν θα ευχυθώ καλό χειμώνα όπως μου ευχήθηκαν όλοι στη δουλειά. (Άλλωστε το καλοκαίρι τελειώνει 21 Σεπτέμβρη έχουμε ακόμα ένα μήνα.)

Με το που γύρισα τα νέα ήταν ευχάριστα. Η δολοφονία ενός μετανάστη μας έφτιαξε πάλι το κέφι. Ευτυχώς γιατί είχα ανησυχήσει προς στιγμήν από το μεγαλείο της δημοκρατίας που ετοιμάζεται για εκλογές.

ΥΓ. Αποφάσισα να το ρίξω και λίγο έξω. Η μουσική υπόκρουση προστίθεται στην πλούσια ύλη αυτού του ταπεινού ιστολογίου. Για αρχή στα πλατώ μας οι Deep Freeze Mice με το Under The Coffee Table από το Lp Saw A Ranch House Burning Last Night. To αφιερώνει η Λίτσα σε όλους τους μεγάλους έρωτες της ζωής της. Για αφιερώσεις απευθυνθείτε στα σχόλια.


Get this widget | Share | Track details

Νεότερες αναρτήσεις Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα