Να 'μαι λοιπόν παραδομένος στην μισθωτή εργασία. Το βασικό συναίσθημα μου όλη αυτή την πρώτη περίοδο μέχρι να βρω δουλειά και μετά που βρήκα ήταν: "έτσι είναι λοιπόν το να είσαι ανακασμένος να δουλέψεις". Ακούγεται αφελές και πιθανά εκτός τόπου και χρόνου. Όχι δεν ήμουν κανένας φαντασιόπληκτος πιο μικρός, ούτε του "κουτιού", αλλά είναι άλλο πράγμα να φαντάζεσαι κάποιον που είναι αναγκασμένος να δουλέψει και άλλο να είσαι κάποιος που είναι αναγκασμένος να δουλέψει. Και φυσικά δεν το λέω γενικά και αόριστα αυτόν τον εξαναγκασμό αλλά ειδικά και συγκεκριμένα. Πρέπει να δουλέψεις για να έχεις φαί να φας. Με άλλα λόγια είναι η διαφορά μεταξύ της διατύπωσης μιας θέσης και της ίδιας της θέσης.
Είμαι λοιπόν εκεί. Μόνος και εξαναγκασμένος. Μία βία που δεν είναι η βία του γκλομπ του μπάτσου αλλά μία καθημερινή ήπια αλλά συνεχώς παρούσα. Σαν ένα βούισμα στα αυτιά, δεν το ακούς όταν έχει φασαρία αλλά όταν κοπάσει η φασαρία παραμένει εκεί. Μία βία η οποία δεν είναι η βία του μικροαστού που αναρωτιέται ποια είναι μία "καλή δουλειά" που μπορώ να κάνω αλλά του εργάτη που η βία του λέει πρέπει να βρεις μια οποιαδήποτε δουλειά για να ζήσεις. Μία βία που υποχωρεί λίγο όταν βρεις μία δουλειά αλλά φουντώνει όταν είσαι άνεργος, μία βία που μπορεί να έχει την ρουτίνα της καθημερινότητας αλλά ξέρει να χτυπάει βαριά σαν απειλή αν τυχόν δεν είσαι καλός στη δουλειά σου ή άμα τους πας κόντρα.
Περισσότερο ηττημένος, δεμένος και σκυμμένος δεν είχα υπάρξει ποτέ μέχρι τότε στη ζωή μου. Και να λοιπόν το πρώτο μάθημα που πήρα. Μπορώ πια να καταλάβω (όχι απαραίτητα να δικαιολογήσω) καλύτερα κάποιες στάσεις και συμπεριφορές συναδέλφων που συνάντησα μέσα στους χώρους δουλειάς. Μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος σκύβει το κεφάλι, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος είναι ρουφιάνος, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος θέλει να σε φάει. Πιο μικρός όπου τα περισσότερα πράγματα στο κεφάλι μου ήταν αποτέλεσμα ανάγνωσης, πίστευα ότι η ρουφιανιά, το γλείψιμο και η υποταγή είναι κάτι σαν μια φιλοσοφική αντίληψη των πραγμάτων, όπου ο άλλος ανάμεσα σε μία γκάμα επιλογών έρχεται να επίλεξει κάποιαν απο αυτές. γρήγορα κατάλαβα ότι δεν ακριβώς έτσι. Κάθε τι από τα παραπάνω είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος να επιβιώσεις μέσα σε μία συγκεκριμένη εργασιακή συνθήκη, ακόμα παραπέρα τη ρουφιανιά, το γλύψιμο και την υποταγή την προωθεί ως τον ευκολότερο τρόπο ένα συγκεριμένο σύστημα οργάνωσης της ζωής και της παραγωγής. Επομένως οι περισσότεροι θα ακολουθήσουν αυτόν τον πιο εύκολο και γρήγορο δρόμο προκειμένου να ζήσουν και να επιβιώσουν μέσα σε αυτή την οργάνωση της παραγωγής.
Εννοείται ότι υπάρχουν και άλλες στάσεις όπου μπορεί κανείς να πάρει μέσα σε έναν εργασιακό χώρο σαν ατομικότητα. Ένας απο αυτούς είναι η αδιαφορία. Πας κάνεις τη δουλειά σου, λες στον εαυτό σου εγώ δεν είμαι η δουλειά μου και σχολάς. Ένας άλλος είναι να κραήσεις την αξιόπρεπεια σου. Ένας τρίτος είναι να τα κάνεις όλα μπάχαλο. Δεν θα μακρυγορήσω επ' αυτών. Για μένα η καλύτερη και η ορθότερη στάση μέσα στη δουλειά είναι να κρατάς την αξιόπρεπεια σου, να είσαι συνεπής ως προς τους συναδέλφους σου. Να μη λουφάρεις εις βάρος τους, να μην κάνεις πράγματα που μπορεί να τους εκθέσουν και να δείχνεις ενδιαφέρον για τα προβλήματα της δουλειάς. Με άλλα λόγια για μένα η καλύτερη στάση είναι εκείνη η οποία προωθεί την ενότητα με όχι απαραίτητα όλους αλλά τουλάχιστον με όσους περισσότερους συναδέλφους γίνεται. Εγώ όλη εκείνη την περίοδο ελάχιστα από αυτά έκανα. Τα 500 ευρώ δεν μου φτάναν ούτε για ζήτω και σε περίπτωση απόλυσης δεν έβγαινα ταμείο και δεν είχα κάποια αποζημείωση λόγω σύμβασης. Προσπάθησα να κρατήσω μία αξιοπρεπή στάση, το κεφάλι μου το έσκυψα, όποτε μπορούσα τράβαγα λίγο το σχοινί, δεν ρουφιάνευα ποτέ φυσικά και δεν έγλυφα ποτέ κανέναν.
Εκεί λοιπόν αυτούς τους λίγους μήνες που έκατσα κατάλαβα και άλλα πράγματα. Σε διάφορα επίπεδα. Είδα από κοντά και καθημερινά αυτό το ον που ονομάζεται καταναλωτής. Και που είναι τα πάντα και δεν είναι τίποτα. Είδα μαζικές συμπεριφορές. Και κατάλαβα ότι υπάρχουν άνθρωποι των οποίων η μόνη διασκέδαση είναι να πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ για να εξακριβώσουν αν λένε αλήθεια οι διαφημίσεις. Είδα όσο πιο καθαρά μπορεί να δει κανείς τη βασική λογική του "καταναλωτή" έχω 10 ευρώ στην τσέπη και θα σας γαμήσω όλους. Είδα και πήρα μερικά μαθήματα απο συναδέλφους. (Περιστατικό. Είναι η κοπέλα με την πλάτη γυρισμένη στον πελάτη και κάνει κάτι στον πάγκο. "Ψιτ, Ψιτ ο πελάτης". Γυρνά αυτή απότομα και του λεει: "Το όνομα μου είναι Πόπη, δεν έχω κανένα πρόβλημα να με φωνάζεται με το μικρό μου. Επίσης ακούς και στο κυρία και στο δεσποινίς. Μπορείτε να με φωνάζεται και κοπελιά επειδή είμαι από χωριό. Πάντως ψιτ δεν με λένε. Τι θα θέλατε;").
Ένα από το πράγματα που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν το shoplifting. Καταρχήν αυτοί που κατακλέβουν δεν είναι τόσο οι πελάτες όσο εμείς οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Και αυτό το λέω τιμητικά. Αν και για μένα η συγκεκριμένη δραστηριότητα είχε λάβει διαστάσεις επιβιωτικού χαρακτήρα μιας και όπως ξανα είπαμε 500 ευρώ δεν είναι μισθός αλλά χαρτζηλίκι (σημ. αν δεν είχα από κωλοφαρδία ένα σχετικό χαμηλό νοίκι στα 200 8α ζοριζόμουνα άγρια.) Τέλος πάντων με τις μικροκλοπές προσπαθούσα να γλυτώσω χρήματα. Καφέ ας πούμε πολύ σπάνια αγόραζα ή λάδι. Ωστόσο, αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση αφορούσε τις κλοπές των πελατών. Μέχρι τότε νόμιζα ότι γενικώς είναι κάτι που κάνουμε εμείς οι άγριοι νεολαίοι. Μαλακίες. Όλος ο κόσμος κλέβει. Κανονικά και με το νόμο. Όλη αυτή η εικόνα που αποκόμισα απο εκεί μας βοήθησε να ξεδιαλύνουμε κάποια πράγματα και πολιτικά. Εδώ είναι το κείμενο που δημοσιέυσαμε στο Κιβώτιο.
Γενικώς όλη αυτή η εμπειρία μου με προσγείωσε για τα καλά σε μία πραγματικότητα η οποία ήρθε να συγκριθεί με κάποια πράγματα που είχα στο κεφάλι μου και κάποια να τα διαψεύσει, κάποια να τα επιβεβαιώσει και κάποια να τα αλλάξει. Ήξερα πολυ καλά μέχρι τότε ότι ήμουνα γιος εργατών. (Και οι δύο οι γονείς μου δουλεύουν εποχιακά στο νησί σε τουριστικές επιχειρήσεις.) Τώρα έγινα και ο ίδιος εργάτης.
Υπάρχει φυσικά εδώ ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα. Και μάλλον αυτό προσπαθώ να διερευνήσω ενδόμυχα. Είμαι ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος από τα 15 μου. Οι βασικοί λόγοι που με οδήγησαν στην πολιτικοποίηση τότε είναι μάλλον οι ίδιοι με πολύ λιγότερη αφαίρεση με αυτούς που και σήμερα με κρατούν πολιτικοποιημένο. Επιπλέον η πολιτικοποίηση μου δεν είναι απλά στα πλαίσια μίας φιλοσοφικής υποστήριξης κάποιων πραγμάτων αλλά κάτι επιπλέον. Είναι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας νέων πραγμάτων και ρήξη με τις ιδεολογίες και τις αγκυλώσεις της ιστορικής ήττας του επαναστατικού κινήματος. Ωραία... πως λοιπόν εγώ, προσωπικά, μέσα στη δουλειά μου ή και μέσα στη γειτονιά μου, ή όπου τέλος πάντων μπορώ να βρεθώ μπορώ να λειτουργήσω προς αυτή την κατεύθυνση; Με απλά λόγια ποιο είναι το όριο μου σαν ατομική ύπαρξη μέσα σε μία κοινωνική δραστηριότητα. Επίσης ποια η σχέση του πολιτικού και του προσωπικού; Του κοινωνικού και του πολιτικού; Έλα ντε... Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτά τα ερωτήματα υποβόσκουν κάτω από αυτή την εξιστόρηση.
Θα σταματήσω εδώ. Αύριο θα συνεχίσω περιγράφοντας το κλείσιμο της παρουσίας μου εκεί και την είσοδο μου στην τωρινή δουλειά.
ΥΓ. Στη φώτο σοκαρισμένος από το γεγονός ότι πούλαγα πατάτες τις οποίες απαγορευόταν να φυτευτούν σκανάρω μία ετικέτα και την κρατάω για 4 χρόνια στο σκληρό δίσκο.
Είμαι λοιπόν εκεί. Μόνος και εξαναγκασμένος. Μία βία που δεν είναι η βία του γκλομπ του μπάτσου αλλά μία καθημερινή ήπια αλλά συνεχώς παρούσα. Σαν ένα βούισμα στα αυτιά, δεν το ακούς όταν έχει φασαρία αλλά όταν κοπάσει η φασαρία παραμένει εκεί. Μία βία η οποία δεν είναι η βία του μικροαστού που αναρωτιέται ποια είναι μία "καλή δουλειά" που μπορώ να κάνω αλλά του εργάτη που η βία του λέει πρέπει να βρεις μια οποιαδήποτε δουλειά για να ζήσεις. Μία βία που υποχωρεί λίγο όταν βρεις μία δουλειά αλλά φουντώνει όταν είσαι άνεργος, μία βία που μπορεί να έχει την ρουτίνα της καθημερινότητας αλλά ξέρει να χτυπάει βαριά σαν απειλή αν τυχόν δεν είσαι καλός στη δουλειά σου ή άμα τους πας κόντρα.
Περισσότερο ηττημένος, δεμένος και σκυμμένος δεν είχα υπάρξει ποτέ μέχρι τότε στη ζωή μου. Και να λοιπόν το πρώτο μάθημα που πήρα. Μπορώ πια να καταλάβω (όχι απαραίτητα να δικαιολογήσω) καλύτερα κάποιες στάσεις και συμπεριφορές συναδέλφων που συνάντησα μέσα στους χώρους δουλειάς. Μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος σκύβει το κεφάλι, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος είναι ρουφιάνος, μπορώ να καταλάβω γιατί ο άλλος θέλει να σε φάει. Πιο μικρός όπου τα περισσότερα πράγματα στο κεφάλι μου ήταν αποτέλεσμα ανάγνωσης, πίστευα ότι η ρουφιανιά, το γλείψιμο και η υποταγή είναι κάτι σαν μια φιλοσοφική αντίληψη των πραγμάτων, όπου ο άλλος ανάμεσα σε μία γκάμα επιλογών έρχεται να επίλεξει κάποιαν απο αυτές. γρήγορα κατάλαβα ότι δεν ακριβώς έτσι. Κάθε τι από τα παραπάνω είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος να επιβιώσεις μέσα σε μία συγκεκριμένη εργασιακή συνθήκη, ακόμα παραπέρα τη ρουφιανιά, το γλύψιμο και την υποταγή την προωθεί ως τον ευκολότερο τρόπο ένα συγκεριμένο σύστημα οργάνωσης της ζωής και της παραγωγής. Επομένως οι περισσότεροι θα ακολουθήσουν αυτόν τον πιο εύκολο και γρήγορο δρόμο προκειμένου να ζήσουν και να επιβιώσουν μέσα σε αυτή την οργάνωση της παραγωγής.
Εννοείται ότι υπάρχουν και άλλες στάσεις όπου μπορεί κανείς να πάρει μέσα σε έναν εργασιακό χώρο σαν ατομικότητα. Ένας απο αυτούς είναι η αδιαφορία. Πας κάνεις τη δουλειά σου, λες στον εαυτό σου εγώ δεν είμαι η δουλειά μου και σχολάς. Ένας άλλος είναι να κραήσεις την αξιόπρεπεια σου. Ένας τρίτος είναι να τα κάνεις όλα μπάχαλο. Δεν θα μακρυγορήσω επ' αυτών. Για μένα η καλύτερη και η ορθότερη στάση μέσα στη δουλειά είναι να κρατάς την αξιόπρεπεια σου, να είσαι συνεπής ως προς τους συναδέλφους σου. Να μη λουφάρεις εις βάρος τους, να μην κάνεις πράγματα που μπορεί να τους εκθέσουν και να δείχνεις ενδιαφέρον για τα προβλήματα της δουλειάς. Με άλλα λόγια για μένα η καλύτερη στάση είναι εκείνη η οποία προωθεί την ενότητα με όχι απαραίτητα όλους αλλά τουλάχιστον με όσους περισσότερους συναδέλφους γίνεται. Εγώ όλη εκείνη την περίοδο ελάχιστα από αυτά έκανα. Τα 500 ευρώ δεν μου φτάναν ούτε για ζήτω και σε περίπτωση απόλυσης δεν έβγαινα ταμείο και δεν είχα κάποια αποζημείωση λόγω σύμβασης. Προσπάθησα να κρατήσω μία αξιοπρεπή στάση, το κεφάλι μου το έσκυψα, όποτε μπορούσα τράβαγα λίγο το σχοινί, δεν ρουφιάνευα ποτέ φυσικά και δεν έγλυφα ποτέ κανέναν.
Εκεί λοιπόν αυτούς τους λίγους μήνες που έκατσα κατάλαβα και άλλα πράγματα. Σε διάφορα επίπεδα. Είδα από κοντά και καθημερινά αυτό το ον που ονομάζεται καταναλωτής. Και που είναι τα πάντα και δεν είναι τίποτα. Είδα μαζικές συμπεριφορές. Και κατάλαβα ότι υπάρχουν άνθρωποι των οποίων η μόνη διασκέδαση είναι να πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ για να εξακριβώσουν αν λένε αλήθεια οι διαφημίσεις. Είδα όσο πιο καθαρά μπορεί να δει κανείς τη βασική λογική του "καταναλωτή" έχω 10 ευρώ στην τσέπη και θα σας γαμήσω όλους. Είδα και πήρα μερικά μαθήματα απο συναδέλφους. (Περιστατικό. Είναι η κοπέλα με την πλάτη γυρισμένη στον πελάτη και κάνει κάτι στον πάγκο. "Ψιτ, Ψιτ ο πελάτης". Γυρνά αυτή απότομα και του λεει: "Το όνομα μου είναι Πόπη, δεν έχω κανένα πρόβλημα να με φωνάζεται με το μικρό μου. Επίσης ακούς και στο κυρία και στο δεσποινίς. Μπορείτε να με φωνάζεται και κοπελιά επειδή είμαι από χωριό. Πάντως ψιτ δεν με λένε. Τι θα θέλατε;").
Ένα από το πράγματα που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν το shoplifting. Καταρχήν αυτοί που κατακλέβουν δεν είναι τόσο οι πελάτες όσο εμείς οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Και αυτό το λέω τιμητικά. Αν και για μένα η συγκεκριμένη δραστηριότητα είχε λάβει διαστάσεις επιβιωτικού χαρακτήρα μιας και όπως ξανα είπαμε 500 ευρώ δεν είναι μισθός αλλά χαρτζηλίκι (σημ. αν δεν είχα από κωλοφαρδία ένα σχετικό χαμηλό νοίκι στα 200 8α ζοριζόμουνα άγρια.) Τέλος πάντων με τις μικροκλοπές προσπαθούσα να γλυτώσω χρήματα. Καφέ ας πούμε πολύ σπάνια αγόραζα ή λάδι. Ωστόσο, αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση αφορούσε τις κλοπές των πελατών. Μέχρι τότε νόμιζα ότι γενικώς είναι κάτι που κάνουμε εμείς οι άγριοι νεολαίοι. Μαλακίες. Όλος ο κόσμος κλέβει. Κανονικά και με το νόμο. Όλη αυτή η εικόνα που αποκόμισα απο εκεί μας βοήθησε να ξεδιαλύνουμε κάποια πράγματα και πολιτικά. Εδώ είναι το κείμενο που δημοσιέυσαμε στο Κιβώτιο.
Γενικώς όλη αυτή η εμπειρία μου με προσγείωσε για τα καλά σε μία πραγματικότητα η οποία ήρθε να συγκριθεί με κάποια πράγματα που είχα στο κεφάλι μου και κάποια να τα διαψεύσει, κάποια να τα επιβεβαιώσει και κάποια να τα αλλάξει. Ήξερα πολυ καλά μέχρι τότε ότι ήμουνα γιος εργατών. (Και οι δύο οι γονείς μου δουλεύουν εποχιακά στο νησί σε τουριστικές επιχειρήσεις.) Τώρα έγινα και ο ίδιος εργάτης.
Υπάρχει φυσικά εδώ ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα. Και μάλλον αυτό προσπαθώ να διερευνήσω ενδόμυχα. Είμαι ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος από τα 15 μου. Οι βασικοί λόγοι που με οδήγησαν στην πολιτικοποίηση τότε είναι μάλλον οι ίδιοι με πολύ λιγότερη αφαίρεση με αυτούς που και σήμερα με κρατούν πολιτικοποιημένο. Επιπλέον η πολιτικοποίηση μου δεν είναι απλά στα πλαίσια μίας φιλοσοφικής υποστήριξης κάποιων πραγμάτων αλλά κάτι επιπλέον. Είναι προς την κατεύθυνση της δημιουργίας νέων πραγμάτων και ρήξη με τις ιδεολογίες και τις αγκυλώσεις της ιστορικής ήττας του επαναστατικού κινήματος. Ωραία... πως λοιπόν εγώ, προσωπικά, μέσα στη δουλειά μου ή και μέσα στη γειτονιά μου, ή όπου τέλος πάντων μπορώ να βρεθώ μπορώ να λειτουργήσω προς αυτή την κατεύθυνση; Με απλά λόγια ποιο είναι το όριο μου σαν ατομική ύπαρξη μέσα σε μία κοινωνική δραστηριότητα. Επίσης ποια η σχέση του πολιτικού και του προσωπικού; Του κοινωνικού και του πολιτικού; Έλα ντε... Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτά τα ερωτήματα υποβόσκουν κάτω από αυτή την εξιστόρηση.
Θα σταματήσω εδώ. Αύριο θα συνεχίσω περιγράφοντας το κλείσιμο της παρουσίας μου εκεί και την είσοδο μου στην τωρινή δουλειά.
ΥΓ. Στη φώτο σοκαρισμένος από το γεγονός ότι πούλαγα πατάτες τις οποίες απαγορευόταν να φυτευτούν σκανάρω μία ετικέτα και την κρατάω για 4 χρόνια στο σκληρό δίσκο.
2 Comments:
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τέλος πάντων για μένα η σωστή συναδελφική στάση είναι δεν ρίχνουμε το συνάδελφο.