Πριν ένα και πλέον μήνα ξεκίνησα να γράφω για την διαδικασία "αυτοαπόλυσης" μου. Το άφησα στη μέση. Όπως και την ίδια διαδικασία. Για διάφορους λόγους που θα εξηγήσω σε αυτή την ενότητα. Εδώ και πολύ καιρό τριγυρίζει στο μυαλό μου να αρχίσω σιγά σιγά να περιγράφω την εργασιακή μου εμπειρία. Γράφοντας αργά αργά κομμάτι κομμάτι, πράγματα που συνέβησαν και πράγματα που έκανα. Δουλειά όχι εύκολη, μιας και απαιτεί μια αποστασιοποίηση, επίσης και κουραστική. Δεν μπορείς να γυρνάς από το 8ωρο και να σκέφτεσαι τη δουλειά, θες να πιεις ένα καφέ να έρθεις στα ίσα σου. Πόσο μάλλον να μπαίνεις σε μία διαδικασία τέτοια.
Λοιπόν, προχωρώ και ελπίζω να ευδοκιμίσει αυτή η προσπάθεια.
Αυτή τη στιγμή δουλεύω επί 5 συναπτά έτη, με μόνα διαστήματα μη εργασίας αυτά των κανονικών μου αδειών. Είχα ξαναδουλέψει και πριν στη ζωή μου φυσικά, η αλήθεια είναι ότι από τα 15-16 μου έχω κανει διάφορες δουλειές. Στην αρχή για χαρτζηλίκι και για να "στρώσω" (καθότι ατίθασος έφηβος), στη συνέχεια και μεγαλώνοντας σιγά-σιγά το να δουλεύω τα καλοκαίρια είχε γίνει κανόνας. Οκ, μεγάλωσα σε νησί και δεν είχα ανάγκη διακοπών με την έννοια που έχουν οι αθηναίοι, αλλά καλοκαιρινές διακοπές μπορώ να δηλώσω ότι έκανα για πρώτη φορά στη ζωή μου στα 28 μου (όντας πια και εγώ "αθηναίος". Δεν ήμουνα ο Καίλας φυσικά, και ούτε ο μοναδικός πιτσιρικάς στο νησί που έκανε το σερβιτόρο τα καλοκαίρια. Στις τουριστικές περιοχές αυτός είναι ο κανόνας για τους περισσότερους που δεν δουλεύουν στο δημόσιο. Εφτά μήνες δουλειά στο φουλ και πέντε στην ανεργία. Έτσι δούλευαν και δουλεύουν οι γονείς μου έτσι δούλευα και εγώ. Βασικά έκανα το σερβιτόρο σε ένα μακρινό μπάρμπα που είχε μια ψαροταβέρνα περίπου εσώκλειστος έμενα εκεί δηλ. Τις πρώτες δύο χρονιές εκεί στα 15 και στα 16 λεφτά δεν έπερνα καθόλου. Μοιράζόμουν μαζί με τον ξάφερφό μου τα φιλοδωρήματα, και μας φτάναν μια χαρά. Ο πατέρας ξεφορτωνόταν από τα έξοδα μου και εγώ ξεφορτωνόμουν τον πατέρα μου. Κάπου εκεί όμως ανάμεσα στα 16 και 17 και στη φάση της φουλ αρχικής πολιτικοποίησης μου άρχισα να συνειδητοποιώ κάποια πράγματα. Από την αρχή διαπραγματεύτηκα την εργατική μου δύναμη ζήτησα μισθό. Και πήρα. Σαν αυτόν που παίρνουν οι φαντάροι. Δούλευα δύο μήνες 12 και πλέον ώρες και στο τέλος πήρα 100 χιλιάρικα. Το Σεπτέμβρη εκείνης της χρονιάς ένιωσε πολύ καλά τι πάει να πει εκμετάλλευση. Και όπως πάντα είναι καλύτερα να τη μαθαίνεις από δικούς σου ανθρώπους παρά από ξένους.
Το επόμενο καλακαίρι δεν πήγα στο μπάρμπα μου. Ο πατέρας μου μου βρήκε δουλειά στην εταιρεία ενοικιάσεων καροτσιών αποσκευών στο αεροδρόμιο του νησιού. Ελαστικότητα; Με τρέλλα. Μπορούσες να πας τρεις φορές στο 24ωρο από δύο ώρες τη φορά. Φράγκα 900 δραχμές η ώρα. Το καροτσάκι έκανε 300 να το πάρεις. Όλοι μας εκεί πιτσιρικάδες εκεί στα 18 με 20. Και δύο μετανάστες αλβανοί στους οποίους κανένας μας δεν μίλαγε στην αρχή. Όχι από κάνα ρατσιστικό μένος. Μάλλον από αδιαφορία και από ντροπή μιας και ήταν κατα πολύ μεγαλύτεροι μας. Στα 25. Τέλη Ιούλη αρχές Αυγούστου είμουνα παλιός και είχα μάθει τα κόλπα της δουλειάς. Τσεπώναμε όλοι φράγκα με τρέλλα. 900 η ώρα; 3000 τσεπώνα. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες αλλά υπήρχαν πολλοί τρόποι. Ο πιο κλασσικός ήταν να σου ζητήσει ένας επιβάτης καροτσάκι από κάπου που πας να το μαζέψεις, παίρνεις τα 300 και κάνεις την πάπια. Επίσης τα βραδυνά είχαν καλα λεφτά μιας και η αφεντικίνα έλειπε. Σε κάθε τρια καροτσάκια το ένα πήγαινε στην τσέπη μου. Τότε θυμάμαι είχα πιάσει και φιλίες με τον ένα μετανάστη, οποίος έμενε σε μία σκηνή με τον άλλον εκεί κοντά στο αεροδρόμιο... Είχε γίνει και ένα περιστατικό θυμάμαι που με είχε τσαντίσει πολύ. Σε κάποια φάση, ζητάνε από τα μεγάφωνα κάποιον γιατρό, το παιδί αυτό είχε σπουδάσει γιατρός στα Τίρανα. Έτσι φεύγει τρέχοντας να βοηθήσει. Γυρνάει μετά σχεδόν κλαίγοντας, γιατί δεν τον άφησαν να βοηθήσει. Σιγά μην είσαι γιατρός εσύ του είπαν... Μου λέει ρε φίλε, δεν ήθελα λεφτά, να βοηθήσω ήθελα... Τον θυμάμαι ακόμα, να 'ναι καλά ο άνθρωπος όπου και να είναι.
Η επόμενη δουλειά άργησε να έρθει, μιας και έπρεπε να διαβάσω για τις πανελλήνιες. Έχουμε φτάσει πια στο χειμώνα του '96-'97 όπου και πιάνω την πρώτη κανονική μου δουλειά, με ένσημα ωράριο και ρεπό. Εισπράκτορας στο αστικό Κτελ του νησιού. Και όχι μόνο πιάνω κανονική δουλειά αλλά τη βρίσκω και μόνος μου. Τέρμα το νταβατζιλίκι του μπαμπά. Γενικως καλή δουλειά. Βαρέα και ανθιυγειινά, υπερωρίες πληρωμένες κανονικά. Τα ωράρια ήταν λίγο αυστηρά φυσικά. Οι ιδιοκτήτες των λεωφορειών ΟΛΟΙ χουντικοί γιατί επι χούντας κονόμησαν τα λεωφορεία, και μιας και η δουλειά μπήκε τέσσερεις μήνες μέσα στο χειμώνα το περισσότερο της ήταν σχετικά χαλαρή. Και απο φράγκα μία χαρά. Θυμαμαι ο πρώτος μου μισθός ήταν 210.000 χιλιάδες. Το γιόρτασα αγοράζοντας ενα μικρό hi-fi και 2 cd. To Red Medicine των Fugazi και μία συλλογή Clash. Πάλι φυσικά βρήκα τρόπο να τσεπώνω μερικά φράγκα παραπάνω. Αν και οι ελεγκτές έμπαιναν τρεις φορές στο 8ωρο να μας ελέγξουν. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες απλά έδινα ήδη κομμένα εισητήρια στους επιβάτες και γω τσέπωνα το αντίτιμο μιας και αυτά τα εισητήρια δεν φαίνονταν κάπου ότι κόπηκαν!!! Καφρίλες... χιχι...
Οκ μέχρι εδώ. Σταματώ σε αυτή τη φάση την εισαγωγή μου. Στην συνέχεια όλες οι δουλειές που θα πιάσω θα είναι ως φοιτητής, και παρακάτω θα μπω αναλυτικά στην πρόσφατη καριέρα μου στα super markets.
2 Comments:
-
- Salah ad-Din said...
28 Ιουλίου 2007 στις 12:26 π.μ.ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΚΟΥΦΑΛΑ που μου φαγες το 300αρκο στο αεροδρομιο της Κερκυρας το καλοκαιρι του 96? Και δεν ειχα να φαω στη λεσχη της γιουνικο μετα? Σε βρήκα επιτελους. Θα σου ζητησω και τους τοκους τωρα αληταμπουρα.- βα.αλ. said...
28 Ιουλίου 2007 στις 10:41 μ.μ.Μην ανησυχείς. Πήγαν για καλό σκοπό. Για τους τόκους ΟΚ. Αλλά σε είδος. Εκείνη την εποχή με 300 δρχ έτρωγες δύο πίττες με σουβλάκι και μία κοκα κόλα. Άλλωστε η πλειονότητα των 300άρικων σε αυτά πήγαινε... Αν θες κερνάω δύο πίττες... θα είμαι και χουβαρντάς καθότι διατίθεμαι να κεράσω μπυρα αντι για κοκα κόλα μιας και μεγαλώσαμε! (Άντε και ένα παγωτό μετά για αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης...)
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)