Ο σύντροφος Hobo, μας έκανε την τιμή να μας στείλει τη μετάφραση του κειμένου του Caffentzis έχω αναφέρει παρακάτω. Ακολουθεί μία μικρή εισαγωγή του μεταφραστή.
Η παρακάτω μετάφραση έγινε πολύ γρήγορα, είναι σχετικά ελεύθερη, αλλά ακριβής στα νοήματα του πρωτότυπου (υπάρχει το αγγλικό κείμενο με το οποίο μπορεί να αντιπαρατεθεί και οι υποδείξεις για διορθώσεις είναι ευπρόσδεκτες). Μεταφράζω το food crisis ως «κρίση των τροφίμων» και όχι ως «επισιτιστική κρίση», ούτε ως «διατροφική κρίση». Ο πρώτος όρος παραπέμπει μάλλον σε μια κρίση πραγματικής έλλειψης τροφίμων (όπως π.χ. στο β- παγκόσμιο πόλεμο), ενώ ο δεύτερος σε κρίση στην ποιότητα των τροφίμων (π.χ. διοξίνες, μελανίνες, κλπ). Ενώ αυτό το οποίο μάλλον συμβαίνει είναι μία κρίση που αφορά το εμπόρευμα τρόφιμα σαν χρηματιστηριακή αξία. Οι υποσημειώσεις στο τέλος, οι τονισμοί και τα εισαγωγικά (αλλά όχι όλη η στίξη), είναι του Caffentzis. Οι ελάχιστες δικές μου, είναι ενσωματωμένες στο κείμενο, ως στμ.
Μετάφρασα το κείμενο γιατί αποτελεί πιθανόν το καλύτερο γραπτό που διάβασα φέτος, όχι μόνο σε σχέση με την κρίση. Αξίζει να διαβαστεί τουλάχιστον δύο φορές και να συζητηθεί αρκετά. Αξίζει επίσης να διανεμηθεί πλατιά. Δεν γράφονται συχνά τέτοια πράγματα σήμερα.
Κάποια πράγματα που αναφέρονται επίσης στο κείμενο, ή στις παραπομπές, και έχω την εντύπωση ότι δεν μας είναι γνωστά, όπως οι “clean clothes” campaigns (καμπάνιες «καθαρά ρούχα»), ή οι διαδηλώσεις σε Φιλιππίνες και Μεξικό σε κάποιες φάσεις αυτής της κρίσης, είναι σημαντικό να ερευνηθούν και να αναδειχτούν. Κατά την γνώμη μου, βεβαίως, βεβαίως…
Αυτά.
Ηobo
Ερμηνεύοντας την κρίση των τροφίμων
Μετά από τρεις δεκαετίες σχετικής σταθερότητας, οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται δραματικά για πάνω από τρία χρόνια. Ανάμεσα στο Μάη του 2007 και του 2008 η τιμή του καλαμποκιού αυξήθηκε κατά 46%, του σιταριού κατά 80%, της σόγιας κατά 72%, του ρυζιού κατά 75%. Σαν αποτέλεσμα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο πρόγραμμα την Ηνωμένων Εθνών για τα τρόφιμα (UN World Food Program), επιπλέον 130 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν προστεθεί στα εκατοντάδες εκατομμύρια των κιόλας λιμοκτονούντων, ή όσων υποφέρουν από υποσιτισμό.
Δεν αποτελεί έκπληξη, ότι σε μια ντουζίνα πόλεων σε όλο τον κόσμο, από το Πορτ- ο- Πρενς στο Κάιρο και στην Μανίλα, ότι οι άνθρωποι έχουν κατέβει σε διαμαρτυρίες ενάντια στην οικονομική ποινή θανάτου που τους έχει επιβληθεί, γνωρίζοντας ξεκάθαρα, πως οι διακυμάνσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, δεν είναι «γεγονότα της φύσης». Πράγματι, τα ιερογλυφικά των τιμών των τροφίμων και κρύβουν και αποκαλύπτουν ένα κόσμο σχεδίων, πολιτικών και αγώνων που έχουμε ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε, για να είμαστε ικανοί να ερμηνεύσουμε τις ρίζες της «κρίσης των τροφίμων».
Για τις τέλειες θύελλες και τις παράλογες φούσκες
Το πρώτο μας βήμα πρέπει να είναι η απόρριψη του χαρακτηρισμού αυτής της κρίσης, σαν «τέλειας θύελλας», δηλαδή σαν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων που κανένας δεν θα ήταν δυνατό να προβλέψει. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από την αλήθεια. Όπως και με την «ενεργειακή κρίση», που έστειλε τις τιμές του πετρελαίου στον ουρανό, η άνοδος των τιμών στα τρόφιμα βασικής διατροφής, ήταν εύκολα προβλέψιμη και πραγματικά προβλέφτηκε από αναλυτές και ακτιβιστές σε όλο τον κόσμο. Για χρόνια, πράσινοι, οικο-φεμινίστριες, και πάνω από όλα, μέλη των κινημάτων ειρήνης, ισχυρίζονταν πως οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιβάλλει η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στις χώρες του παγκόσμιου Νότου, στο όνομα της οικονομικής ανάκαμψης και της δομικής προσαρμογής, θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα στην παραγωγή τροφίμων και στην ικανότητα των ανθρώπων να αναπαράγουν τους εαυτούς τους.(1)
Παρόλα αυτά, η δομική προσαρμογή παρέμεινε η Βίβλος για την ρύθμιση των οικονομιών στην Αφρική, την Ασία και στην Λατινική Αμερική μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με αυτή, κυβερνήσεις σ’ αυτές τις περιοχές πιέστηκαν να ιδιωτικοποιήσουν το χρόνο μίσθωσης της γης, να κόψουν τις επιδοτήσεις στους αγρότες, αν ανακατευθύνουν των γεωργική παραγωγή προς εξαγόμενα αγαθά, ενώ άνοιγαν την πόρτα σε εισαγωγή τροφίμων (ειδικά από τις ΗΠΑ και τις χώρες της ΕΕ). Επιπρόσθετα, αναγκάζονταν να καταστρέψουν τα αποθέματα τροφίμων, με το επιχείρημα, ότι τέτοιοι προστατευτικοί μηχανισμοί δεν έχουν θέση στο ελεύθερο εμπόριο, στην παγκόσμια οικονομία, όπου τα τρόφιμα φτάνουν με ευκολία και φτηνά στα χέρια των καταναλωτών.
Ακόμα κι όταν συσσωρεύονταν οι ενδείξεις, πως αυτές οι πολιτικές δημιουργούσαν συνθήκες λιμού και μείζονες εξαρθρώσεις του κοινωνικού ιστού, κάνοντας εκατομμύρια ανθρώπους να εξαρτώνται από τις παραξενιές της διεθνούς αγοράς, οι ενστάσεις απορρίφθηκαν. «Ειδικοί» επικαλέστηκαν την αρχή του «συγκριτικού πλεονεκτήματος» και κρίθηκε «σκανδαλώδες» για τις χώρες του Νότου να απαιτούν «διατροφική ανεξαρτησία», δηλ. «το δικαίωμα κάθε πληθυσμού αν αποφασίζει τι θα φάει και πώς να το παράγει, έχοντας πρόσβαση σε γη και δάνεια με φτηνά επιτόκια», όταν τα τρόφιμα βασικής ανάγκης αυτών των χωρών μπορούν πιθανώς να παράγονται «πιο αποδοτικά» στις ΗΠΑ(2). Σαν αποτέλεσμα, σε διάστημα δύο δεκαετιών, πολλές χώρες που ήταν εντελώς αυτάρκεις στην παραγωγή τροφίμων, έγιναν ένα δίκτυο εισαγωγέων των τροφικών αποθεμάτων από την Ευρώπη, ή τις ΗΠΑ και εκατομμύρια μικρών γεωργών καταστράφηκαν, εξαναγκασμένοι να μεταναστεύσουν σε πόλεις ή στο εξωτερικό. Πολλοί στην Ινδία, συντριμμένοι από τα χρέη, οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία (150.000 στα τελευταία χρόνια)(3).
Στην Ευρώπη επίσης, από την δημιουργία της Κοινής Αγοράς, η πιθανότητα της τροφικής αυτάρκειας υπονομεύθηκε, καθώς ο αντικειμενικός σχηματισμός της γεωργικής παραγωγής έχει γίνει η συντήρηση μιας κερδοφόρου δομής τιμών, ακόμα κι αν κατορθώνεται διαμέσου της καταστροφής του περισσότερου πλούτου. Χτίζοντας ένα υψηλά κερδοφόρο γεωργικό τομέα, στην πραγματικότητα, σημαίνει την θέσμιση αναλογιών ρύθμισης, τι ποσότητας κάθε προϊόντος ένα μέλος της χώρας επιτρέπεται να παράγει, και την επιβολή αυστηρών προστίμων σε εκείνους που υπερβαίνουν αυτές τις ποσότητες. Βασισμένη στην χώρα και ειδικά στην αναλογία που της αντιστοιχεί, αγρότες γαλακτοκομίας έχουν πληρωθεί να σκοτώνουν τις «παραπάνω» αγελάδες τους, ούτως ώστε η παραγωγή γάλακτος να μην υπερβεί τα όρια που έχουν προγραφεί, και έχουν φάει πρόστιμο όταν δεν συμμορφώνονται, ενώ άλλοι αγρότες έχουν αναγκαστεί να ξεπατώσουν οπωροφόρα δέντρα, να καταστρέψουν τις «παραπάνω» σοδειές, και πάει λέγοντας.
Συνοψίζοντας, ενώ η επίσημη ρητορική εκφρασμένη από τον οργανισμό για τα τρόφιμα και την γεωργία (FAO), έχει βάλει σαν στόχο την παγκόσμια «ασφάλεια τροφίμων», η παραγωγή τεχνητής «σπανιότητας» στην υπηρεσία των υψηλότερων κερδών και η απάλειψη των αυτοσυντηρούμενων αγροτών, έχουν γίνει η πραγματική κατευθυντήρια οδηγία της διεθνούς πολιτικής για τα τρόφιμα, εδώ κι αρκετό καιρό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, να μιλήσεις για «κρίση τροφίμων» σαν ένα αποτέλεσμα, για το οποίο δεν υπήρχε πρόθεση, ή να την κατηγορήσεις για τις υψηλές τιμές του πετρελαίου, ή για την αλλαγή κατεύθυνσης της γης προς τα βιοκαύσιμα, ή την αυξημένη ζήτηση σόγιας στην Κίνα, είναι ένα προκάλυμμα. Πράγματι, αποτελεί άσκηση κυνισμού της Παγκόσμιας Τράπεζας να κουνάει το δάκτυλο στις κυβερνήσεις που προάγουν την παραγωγή βιοκαυσίμων, όπως έγινε πρόσφατα.(4) Η παραγωγή βιοκαυσίμων είναι τέλεια εναρμονισμένη με τις πολιτικές προτάσεις που έχουν συστηματικά προάγει την εμπορευματοποίηση της γεωργίας και την μεγιστοποίηση του κέρδους σε βάρος των υποκείμενων αναγκών.
«Τέλεια θύελλα», όμως, δεν είναι μόνο μια περιγραφή που θολώνει τους κοινωνικούς παράγοντες τους υπεύθυνους για την ξαφνική αύξηση των τιμών των τροφίμων. Επειδή, η κρίση απεικονίζεται επίσης συχνά σαν μια τιμή «φούσκα», που καθοδηγείται από μια παράλογη κερδοφόρα δραστηριότητα κοντόθωρων επενδυτών, οι οποίοι πλειοδοτούν στο μέλλον του σιταριού, του καλαμποκιού, του ρυζιού, μακράν από την «πραγματική αξία» τους με μια απελπισμένη επιθυμία να στίψουν κάθε τελευταία σταγόνα κέρδους πριν η φούσκα σκάσει και οι τιμές καταρρεύσουν. Υπονοείται έτσι, ότι αυτοί οι επενδυτές έχουν πιαστεί σ’ αυτή την διαδικασία, όπως οι άνθρωποι που δεν έχουν χρήματα για να πληρώσουν το καλαμποκάλευρο για να φτιάξουν τις τορτίγιες της μέρας! Έτσι, σύμφωνα με αυτή την λογική, αν μια αγοραστική φούσκα είναι υπεύθυνη για τον θάνατο από πείνα και υποσιτισμό εκατομμυρίων, τότε κανένας δεν είναι υπεύθυνος.
Η περιγραφή σαν «φούσκα» της ανόδου των τιμών είναι εύλογη, διότι όλο και περισσότερες όψεις του καπιταλισμού σ’ αυτή την νεοφιλελεύθερη περίοδο, έχουν «οικονομικοποιηθεί». Έτσι, οι μεγάλες εμπορικές ανταλλαγές για σπόρους, επενδύσεις τροφίμων και κερδοσκοπικού κεφαλαίου, έχουν συνδεθεί με αγροεπιχειρήσεις και με εταιρίες επεξεργασίας τροφίμων, σαν οι κύριοι αγοραστές και πωλητές. Αυτές οι εταιρίες, εμπλέκονται σ' αυτές τις αγορές, όχι με σκοπό να βγάλουν κέρδος πουλώντας εμπορεύματα, ή διαμέσου της χρήσης αυτού του κέρδους να παράγουν άλλα εμπορεύματα, αλλά στην πώληση του δικαιώματος να πουλάς εμπόρευμα σε κάποια καθορισμένη τιμή στο μέλλον. Αυτή η κίνηση δημιουργεί τις συνθήκες για την ανάπτυξη μιας φούσκας.
Η μέθοδος της «φούσκας», η οποία αύξησε δραματικά την τιμή των βασικών ειδών διατροφής είναι αρκετά διαφορετική από τον τρόπο που γινόταν στην τελευταία ιστορική αύξηση των τιμών αυτών, στα πρώιμα χρόνια των 70ς. Όπως περιγράφει εντυπωσιακά ο Harry Cleaver, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δημιούργησε απελπιστικά μια έλλειψη σπόρων, βάζοντας όρια στις διανομές πολλών τετραγωνικών μέτρων γης για καλλιέργεια το 1970, το '71 και το '72, ακόμα και μετά που συμφώνησε μια μαζική αγοροπωλησία σπόρων με την Σοβιετική Ένωση (5). Αυτό οδήγησε σε μια σπανιότητα σπόρων στην παγκόσμια αγορά και μια δραματική αύξηση της τιμής τους. Αυτός ο τύπος του χειρισμού της αγοράς, έγινε κατά την διάρκεια της Κεϋνσιανής περιόδου, όταν το κράτος μπορούσε δικαιωματικά να ελέγξει την αγορά. Μετά από αυτό, υπήρξε η περίοδος του ελέγχου των μισθών από το Νίξον. Στην παρούσα νεοφιλελεύθερη περίοδο, αυτό το ανοιχτό σχέδιο θα ήταν ένα ιδεολογικό ανάθεμα, ειδικά για την διακυβέρνηση του προέδρου Μπους, και έτσι οι αυξήσεις στις τιμές των σπόρων πραγματοποιούνται διαμέσου της αγοράς.
Αλλά δεν πρέπει να εξαπατηθούμε με την σκέψη ότι οι «φούσκες» είναι διαστροφές χωρίς πρόθεση, που με τον καιρό θα διορθωθούν και τα πάντα θα επιστρέψουν στο «φυσιολογικό». Αν και οι «φούσκες» δεν είναι παράλογες, παρόλα αυτά οι επενδυτές που εμπλέκονται σ’ αυτές μπορεί να είναι. Οι φούσκες δομούνται, φουσκώνουν και σπάνε από τους οικονομικούς θεσμούς και το κράτος (για ένα κλασικό παράδειγμα δες το ρόλο του Ομοσπονδιακού αποθέματος (Federal Reserve) του Alan Greenspan στην φούσκα των «dot.com» στα τέλη των 90ς). Έχουν τους σκοπούς και τους τραπεζίτες τους, τους εκτελεστές επενδυτικού κεφαλαίου, και οι επίσημοι των κυβερνήσεων της ΕΕ και των ΗΠΑ, είναι υπεύθυνοι για την δημιουργία και για την κατάρρευση τους, συμπεριλαμβανομένου αυτής της «φούσκας» των τιμών των τροφίμων του 2008.
Το γιατί της κρίσης των τιμών των τροφίμων.
Εάν η «κρίση των τιμών των τροφίμων» είναι αποτέλεσμα όχι λάθους και παραλόγου, αλλά σχεδίου και καπιταλιστικής λογικής, ποιος είναι ο σκοπός της; Τι αντικειμενικότητες υποτίθεται ότι κατορθώνει; Πιο πλατιά, ποια είναι η σημαντικότητα από την σκοπιά των βράχυ- και μάκρο-πρόθεσμων τάσεων της καπιταλιστικής συσσώρευσης και των ταξικών σχέσεων;
Μια βέβαια απάντηση σ’ αυτά τα ζητήματα είναι ότι η παρούσα κρίση τιμών των τροφίμων είναι το τελευταίο βήμα στην διεθνή πορεία του κεφαλαίου προς την εγκατάσταση του ελέγχου του, πάνω στις κύριες πλανητικές πηγές ενέργειας και αξίας: η παραγωγή τροφίμων είναι το κλειδί για την ρύθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων, του επιπέδου των μισθών, και της παραγωγής της εργατικής δύναμης σε κάθε τμήμα του κόσμου. Είναι μια μακρά πορεία που πάει πίσω στην αποικιοκρατική περίοδο, όταν όχι μόνο η γη και άλλες φυσικές πηγές απαλλοτριώθηκαν από το κεφάλαιο, αλλά το προσανατολισμένο για εξαγωγή ρευστό από τις σοδειές και οι μονοκαλλιέργειες, είχαν εφαρμοστεί σε βάρος των αναγκών επιβίωσης των αποικιοκρατούμενων λαών. Από τότε, κάθε νέα πολιτική που αναφέρεται στην γεωργία και στην παραγωγή τροφίμων (κατά καιρούς εμπλέκοντας «φτηνά» και άλλες φορές «ακριβά» τρόφιμα), έχει διαμορφωθεί από της αρχή ότι εκείνος που ελέγχει την παραγωγή τροφίμων, ελέγχει επίσης την πολιτική οικονομία του πλανήτη.
Οι οδηγίες της ιδιωτικοποίησης των κοινοτικών γαιών και της βιομηχανοποίησης της γεωργίας διαμέσου του ριζώματος της χημικής βιομηχανίας και αργότερα της βιοτεχνολογίας, από την Πράσινη Επανάσταση στην επινόηση των Γενετικά Τροποποιημένων (GM) Σπόρων, ρυθμίστηκαν προς αυτό τον σκοπό. Έτσι ήταν η πολιτική των γεωργικών επιδομάτων και της «βοήθειας σε τρόφιμα», την οποία, οι ΗΠΑ (ο κύριος κινητήρας στην εμπορευματοποίηση και επιχειρηματικοποίηση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων), έχει προωθήσει από τα 50ς. Ένα σημείο στροφής ήταν η Food for Peace Act (η δράση «Τρόφιμα για Ειρήνη»), που πολιτικοποίησε την βοήθεια σε τρόφιμα και άρχισε να κάνει τυπικά της αποικιακές χώρες να εξαρτώνται από τους σπόρους των ΗΠΑ. Το μεγαλύτερο κομμάτι από αυτά, κατορθώθηκε διαμέσου της πολιτικής των «φτηνών» τροφίμων, που, τότε, υποτίμησε τα προς το ζειν των αυτάρκων αγροτών στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική, κάνοντας αδύνατο γι’ αυτές να ανταγωνιστούν με την καλά επιδοτούμενη και βιομηχανοποιημένη γεωργία των ΗΠΑ.
Είναι σημαντικό εδώ να τονίσουμε ότι η χρήση των τροφίμων σαν μέσο δημιουργίας εξάρτησης, έχει γίνει η καρδιά της ανόδου των αγροεπιχειρήσεων και η περιθωριοποίηση εκατομμυρίων μικρών αγροτών επίσης στις ΗΠΑ. Και είναι μια πολιτική που έχει συνεχιστεί μέχρι σήμερα, όπως αποδεικνύεται από την ισχυρή άρνηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να αποδεχτεί την πρόκληση πολλών ΜΚΟ, οι οποίες αγοράζουν τρόφιμα με τα χρήματα που «δωρίζει» στις τοπικές αγορές από των αγρότες των «φτωχών χωρών», παρά εισάγοντας τα από τις ΗΠΑ. Αυτή η άρνηση είναι τόσο σκανδαλώδης και τόσο ανοιχτά επιβλαβής στα κράτη που υποτίθεται ότι «βοηθούνται», που ακόμα και μια ημι- κυβερνητική ΜΚΟ σαν την CARE International, που είχε μια βαθιά υπακοή στην Ουάσιγκτον, έχοντας δουλέψει για δεκαετίες με το Πεντάγωνο σε καιρούς πολέμου, το 2007, «απέρριψε 46 δισεκατομμύρια $ βοήθειας σε τρόφιμα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, διότι η βοήθεια ήταν καταστροφική για τις ζωές πολλών ανθρώπων, των αγροτών, που υποτίθεται ότι θα βοηθούσε»(6).
Ποια είναι η λειτουργία μιας κρίσης της τιμής των τροφίμων τώρα;
Βάζοντας σε ένα πλαίσιο την σημερινή «κρίση τροφίμων» σε σχέση με αυτό το ιστορικό υπόβαθρο, αυτό θα μας υπενθυμίσει, πως ο καπιταλισμός παράγει σπανιότητα παρά πλούτο, τουλάχιστον για την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Αλλά αυτή η εξήγηση ανεγείρει νέα ερωτήματα. Εάν η καπιταλιστική ανάπτυξη έχει για δεκαετίες δομηθεί από την ανάγκη ελέγχου των αποθεμάτων και χρήσης των τροφίμων σαν μέσα απολαβής κέρδους και σαν ένα όπλο στον ταξικό αγώνα, γιατί είναι ακόμα αναγκαίο, το 2008, να καταφεύγει σε μέτρα, όπως η δραματική αύξηση των τιμών των τροφίμων, τα οποία εγγυώνται να πυροδοτήσουν εξεγέρσεις σε πολλά μέρη του κόσμου; Γιατί οι Παγκόσμιοι Τραπεζίτες και άλλοι καπιταλιστικοί σχεδιαστές θέλουν να διατρέξουν αυτόν τον κίνδυνο; Γιατί δεν ήταν επαρκείς οι πολιτικές των δομικών προγραμμάτων; Και, είναι η κρίση των τροφίμων κομμάτι της κρίσης του νεοφιλελευθερισμού;
Αυτά τα ερωτήματα δεν είναι εύκολο να απαντηθούν, αλλά κάποιες υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Οι δραματικές και εγκληματικές αυξήσεις των τιμών των τροφίμων έχουν πρόθεση να εξαναγκάσουν σε μια αποφασιστική μετατόπιση στον αστερισμό των ταξικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο υπέρ του κεφαλαίου.
Πρώτον, η κρίση των τροφίμων πρέπει να αναγνωστεί σαν μια απάντηση στην ευρέως εξαπλούμενη άρνηση της εμπορευματοποίησης της γης (που είναι ισχυρή ειδικά στην Αφρική) και του αγώνα, που οι κοινότητες κάνουν κατά μήκος της Λατινικής Αμερικής για να αναστρέψουν την ιδιωτικοποίηση της γης και των φυσικών πηγών και να ξαναδημιουργήσουν «νέα κοινά». Αυτό έχει λάβει την μορφή των ανοιχτών κινημάτων επανοικειοποίησης, όπως οι Ζαπατίστας, το κίνημα των ακτημόνων στην Βραζιλία (MST, στμ), το κίνημα των ακτημόνων λαών στη Νότια Αφρική, όπως και πολλές λιγότερο τυπικά οργανωμένες προσπάθειες σε όλο τον κόσμο(7). Σε πολλά μέρη της Αφρικής, οι αγρότες μεταναστεύουν στις πόλεις, ειδικά οι γυναίκες, συνεχίζοντας να καλλιεργούν αγροτοτεμάχια δημόσιας γης, μια κίνηση που τους κάνει ικανούς να κερδίζουν κάποια ανεξαρτησία, να αυξάνουν την οικογενειακή κατανάλωση και προϋπολογισμό και να μαζέψουν κάποια χρήματα από μόνοι τους, διαμέσου της μικρής κλίμακας πώλησης, ή με την ανταλλαγή του υπερπροϊόντος.
Και οι επίσημοι της Παγκόσμιας Τράπεζας και τα CEO των μεγαλύτερων πολυεθνικών επιχειρήσεων εμπορίου τροφίμων, αναμφίβολα σχεδιάζουν το, με ποιο τρόπο, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων θα βάλουν ένα τέλος σ’ αυτή την αντίσταση, καθώς οι ανοδικές τιμές των τροφίμων παράγουν μια νέα «ορμή για γη», οδηγώντας σε μεγαλύτερη απαλλοτρίωση γης, σε μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση της γεωργίας και σε νέες επιθέσεις στην βιώσιμη γεωργία, υπέρ της γεωργίας των σοδειών για εξαγωγή.
Δεύτερο, διαμέσου των αυξήσεων στα τρόφιμα και στις τιμές των καυσίμων, το κεφάλαιο προσπαθεί να εισάγει μια σειρά μεταρρυθμίσεων στην κοινωνική αναπαραγωγική διαδικασία, που ήταν για καιρό στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα του, αλλά έτυχε επιτυχούς αντίστασης από εργάτες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Παρά την εξάλειψη των οφελών λόγω του αυξημένου πληθωρισμού, δεν έχουν μειωθεί σημαντικά ούτε η κοινωνική ασφάλεια στις ΗΠΑ, ούτε οι συντάξεις σε πολλά μέρη της ΕΕ, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων είναι το ισοδύναμο της περικοπής των πραγματικών μισθών και μια μεταβίβαση ακόμα μεγαλύτερης αξίας στις γεωργικές πολυεθνικές εταιρίες. Αυτή η μεταβίβαση, διαθέτει εκείνες της «δυσκαμψίες του εισοδήματος», για να παραφράσουμε μια Κεϋνσιανή αντίληψη, που έχουν αποτρέψει αρκετά την από μακρού «μεταρρύθμιση του κράτους-πρόνοιας», την οποία το κεφάλαιο φιλοδοξεί να πετύχει εδώ και πολλά χρόνια. Όπως και με τον πληθωρισμό, ιστορικά οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων επιτίθενται στις κοινότητες της εργατικής τάξης στο πιο αδύναμο σημείο τους, σαν αγοραστές και καταναλωτές, παρά σαν μέλη εργατικών οργανώσεων.
Τρίτο, οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων, είναι στην υπηρεσία της υπερνίκησης της αντίστασης πολλών κυβερνήσεων, από την Ευρώπη στην Αφρική και την Λατινική Αμερική, ενάντια στην εισαγωγή Γενετικά Μεταλλαγμένων προϊόντων. Η απόρριψη των GM τροφίμων έχει προέλθει από κάθε κοινωνική πλευρά σ’ αυτές τις περιοχές, προς μεγάλο φόβο της αγροβιομηχανίας των ΗΠΑ. Είναι σημαντικό το γεγονός, ότι το επιχείρημα, ότι οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων θα διευκολύνουν την αποδοχή των αφρικανικών κυβερνήσεων, ήταν κιόλας καλά αρθρωμένο στην αναφορά για την παγκόσμια ανάπτυξη της Παγκόσμιας Τράπεζας, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη του 2007 (πριν τις πιο πρόσφατες αυξήσεις των τιμών). Πράγματι αυτή η αναφορά, παρουσίασε αρκετά προφητικά τις εξελίξεις που ήταν να έρθουν, εάν δεν αντιληφθούμε, ότι αυτές οι εξελίξεις επικράτησαν, σε μεγάλη έκταση, εξαιτίας των προσπαθειών της Παγκόσμιας Τράπεζας και των συμμάχων της στο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, του ΔΝΤ και της FAO, όντας «πρόβλεψη» να είναι συχνά ένας ευφημισμός για ένα στοχευμένο σχέδιο στο λόγο της Παγκόσμιας Τράπεζας(8).
Το μέλλον της παραγωγής τροφίμων
Είναι δύσκολο να προεξοφλήσουμε εάν η κρίση των τροφίμων θα κατορθώσει αυτούς τους τρεις στόχους της, ή θα προκαλέσει ένα παγκόσμιο ξεσήκωμα των κινημάτων για την επανοικειοποίηση της γης και την αποεμπορευματοποίηση της γεωργίας. Γιατί έτσι, και τα καλύτερα σχέδια τόσο των εκτελεστών της αγροβιομηχανίας, όσο και της σπείρας της Παγκόσμιας Τράπεζας, θα πάνε κατά διαόλου. Ένας καθοριστικός παράγοντας εδώ, θα είναι η συμπεριφορά των κυβερνήσεων του παγκόσμιου Νότου (ειδικά των μεγαλύτερων, της Κίνας, της Ινδίας και της Βραζιλίας), πολλές εκ των οποίων έχουν δείξει να είναι έτοιμες για μια πιο ανταγωνιστική στάση απέναντι στην πίεση που ασκείται πάνω τους από την «διεθνή κοινότητα». Η αποτυχία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο γύρο της Doha, είναι ένα καλό σημάδι προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά η αντίσταση δεν περιορίζεται στα γιγάντια έθνη όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία. Είναι υποδειγματική, όπως και στις προηγούμενες, η περίπτωση του Μαλάουι, μια από τις μικρότερες αφρικάνικες χώρες. Παραδοσιακά αυτάρκης, και επίσης μια εξαγωγός προς τη Νότια Αφρική χώρα, οδηγήθηκε στα 1980 από την παγκόσμια Τράπεζα στο τέλος των επιδοτήσεων προς τους αγρότες και αργότερα, στα 2000, το ΔΝΤ επέμεινε να βάλει τα αποθέματα της σε τρόφιμα, στην αγορά. Αλλά μετά από χρόνια σε σχεδόν συνθήκες λιμού, πρόσφατα αυτές οι πολιτικές αναστράφηκαν, παρά την πίεση για το αντίθετο από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ. Έτσι έγινε μια σοφή κίνηση πράγματι, την οποία μία ή περισσότερες χώρες πιθανόν μιμηθούν, δεδομένου ότι για πρώτη φορά εδώ και χρόνια το Μαλάουι μπορεί να περηφανευθεί ξανά για απόθεμα στην παραγωγή τροφίμων. Τα κράτη όμως, είναι προβληματικοί σύμμαχοι στον αγώνα ενάντια στο δημιουργημένο από τις αυξήσεις των τροφίμων λιμό, επειδή σχεδόν πάντα ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού γεωργικού τομέα, αλλά με τους δικούς τους όρους. Ότι θα συμβάλλει περισσότερο στην έκβαση του αποτελέσματος των κρίσης των τροφίμων, θα είναι η ικανότητα των κινημάτων, ενάντια στις διαιρέσεις που μας επιβάλλονται, να συντονίσουμε στρατηγικές αντίστασης ενάντια στους σχεδιαστές της πείνας και του λιμού. Ο αγώνας ενάντια στο λιμό και στην απαλλοτρίωσης της γης δεν μπορεί να δοθεί μόνο στην Αφρική, ή στα βουνά της Chiapas. Πρέπει να διεξαχθεί στα supermarket και στους δρόμους των ΗΠΑ και της Ευρώπης, όπως οι καμπάνιες των «καθαρών ρούχων» των 90ς, που μετασχημάτισαν το shopping σε πολιτική δράση, και με ενωμένους τους εργάτες στα κάτεργα της υφαντουργίας του παγκόσμιου Νότου, με τους εργάτες του Βορά. Το αίτημα τρόφιμα για όλους, που θα ισχυροποιεί και δε θα δηλητηριάζει τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, δημιουργεί τη βάση μιας υλικής πολιτικής, που μπορεί να αναστατώσει τους σκοπούς εκείνων που σχεδίασαν την κρίση των τιμών των τροφίμων.
Αλλά σ’ αυτό το σημείο, ας μην κάνουμε λάθος: τα στοιχήματα σ’ αυτό τον αγώνα είναι υψηλά. Εάν η στρατηγική των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων δουλέψει και η παραγωγή τροφίμων εμπορευματοποιηθεί πλήρως, εάν ο αγώνας για την επανακοινωνικοποίηση της γης ηττηθεί, με τρόφιμα και γη να πηγαίνουν σε εκείνους που έχουν πιο πολλά μετρητά στα χέρια, εκατομμύρια θα πεθάνουν, η αγροτιά σαν ιστορική τάξη θα εξαφανιστεί, οι λαοί σε όλο τον πλανήτη θα έχουν πρόσβαση στην γη μόνο δουλεύοντας σαν peons ( έτσι ονομάζονταν οι μεξικανοί ακτήμονες στην υπηρεσία των φεουδαρχών κατά την περίοδο της ισπανικής κατάκτησης του Μεξικού, στμ) στην υπηρεσία των γεωργικών πολυεθνικών και εμείς θα έχουμε χάσει την τελευταία μας ευκαιρία να έχουμε κάποιο έλεγχο πάνω στην ποιότητα της τροφής που τρώμε, που είναι κιόλας σε μεγάλο βαθμό παραπροϊόν της πετρο-χημικής βιομηχανίας. Ακόμα πιο σημαντικό, εάν οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων καταφέρουν τους σκοπούς τους, η πιθανότητα συγκρότησης ενός κόσμου, όπου παραφράζοντας το Jose Bove «Η ζωή δεν είναι για πούλημα», θα εξαλειφθεί για δεκαετίες.
______
1. Δες: Maria Mies, Women, Food and Global Trade: An Ecofeminist Analysis of the World Food Summit, Rome, 13-17 November 1996, Bielefeld: Institute fur Theorie und Praxis der Subsistenz e.V., and Karen Lehman & Al Krebs, 'Control of the World’s Food Supply', in Jerry Mander and Edward Goldsmith (eds.) The Case Against the Global Economy and For a Turn Toward the Local. San Francisco: Sierra Club books, 1996.
2. Mariarosa Dalla Costa, 'Food Sovereignty, Peasants and Women', The Commoner, 2008, accessed at www.thecommoner.org, July 2008
3. Walden Bello, 'Manufacturing a Food Crisis', The Nation, 2 June, 2008
4. World Bank, 'World Bank Development Report for 2008: Agriculture for Development'. Washington, D.C.: World Bank, 2007
5. Harry Cleaver, 'Food, Famine and the International Crisis', Zerowork II, 1977, pp.7-70.
6. Kwesi W. Obeng, 'Soaring food prices send shockwaves and protest across Africa', African Agenda. Vol. 11, No. 1, 2008, pp.5-9.
7. Sam Moyo and Paris Yeros (eds.), Reclaiming the Land: The Resurgence of Rural Movements in Africa, Asia and Latin America, London: Zed Books, 2005
8. World Bank, οπ. παρ.
Η παρακάτω μετάφραση έγινε πολύ γρήγορα, είναι σχετικά ελεύθερη, αλλά ακριβής στα νοήματα του πρωτότυπου (υπάρχει το αγγλικό κείμενο με το οποίο μπορεί να αντιπαρατεθεί και οι υποδείξεις για διορθώσεις είναι ευπρόσδεκτες). Μεταφράζω το food crisis ως «κρίση των τροφίμων» και όχι ως «επισιτιστική κρίση», ούτε ως «διατροφική κρίση». Ο πρώτος όρος παραπέμπει μάλλον σε μια κρίση πραγματικής έλλειψης τροφίμων (όπως π.χ. στο β- παγκόσμιο πόλεμο), ενώ ο δεύτερος σε κρίση στην ποιότητα των τροφίμων (π.χ. διοξίνες, μελανίνες, κλπ). Ενώ αυτό το οποίο μάλλον συμβαίνει είναι μία κρίση που αφορά το εμπόρευμα τρόφιμα σαν χρηματιστηριακή αξία. Οι υποσημειώσεις στο τέλος, οι τονισμοί και τα εισαγωγικά (αλλά όχι όλη η στίξη), είναι του Caffentzis. Οι ελάχιστες δικές μου, είναι ενσωματωμένες στο κείμενο, ως στμ.
Μετάφρασα το κείμενο γιατί αποτελεί πιθανόν το καλύτερο γραπτό που διάβασα φέτος, όχι μόνο σε σχέση με την κρίση. Αξίζει να διαβαστεί τουλάχιστον δύο φορές και να συζητηθεί αρκετά. Αξίζει επίσης να διανεμηθεί πλατιά. Δεν γράφονται συχνά τέτοια πράγματα σήμερα.
Κάποια πράγματα που αναφέρονται επίσης στο κείμενο, ή στις παραπομπές, και έχω την εντύπωση ότι δεν μας είναι γνωστά, όπως οι “clean clothes” campaigns (καμπάνιες «καθαρά ρούχα»), ή οι διαδηλώσεις σε Φιλιππίνες και Μεξικό σε κάποιες φάσεις αυτής της κρίσης, είναι σημαντικό να ερευνηθούν και να αναδειχτούν. Κατά την γνώμη μου, βεβαίως, βεβαίως…
Αυτά.
Ηobo
Ερμηνεύοντας την κρίση των τροφίμων
Μετά από τρεις δεκαετίες σχετικής σταθερότητας, οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται δραματικά για πάνω από τρία χρόνια. Ανάμεσα στο Μάη του 2007 και του 2008 η τιμή του καλαμποκιού αυξήθηκε κατά 46%, του σιταριού κατά 80%, της σόγιας κατά 72%, του ρυζιού κατά 75%. Σαν αποτέλεσμα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο πρόγραμμα την Ηνωμένων Εθνών για τα τρόφιμα (UN World Food Program), επιπλέον 130 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν προστεθεί στα εκατοντάδες εκατομμύρια των κιόλας λιμοκτονούντων, ή όσων υποφέρουν από υποσιτισμό.
Δεν αποτελεί έκπληξη, ότι σε μια ντουζίνα πόλεων σε όλο τον κόσμο, από το Πορτ- ο- Πρενς στο Κάιρο και στην Μανίλα, ότι οι άνθρωποι έχουν κατέβει σε διαμαρτυρίες ενάντια στην οικονομική ποινή θανάτου που τους έχει επιβληθεί, γνωρίζοντας ξεκάθαρα, πως οι διακυμάνσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, δεν είναι «γεγονότα της φύσης». Πράγματι, τα ιερογλυφικά των τιμών των τροφίμων και κρύβουν και αποκαλύπτουν ένα κόσμο σχεδίων, πολιτικών και αγώνων που έχουμε ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε, για να είμαστε ικανοί να ερμηνεύσουμε τις ρίζες της «κρίσης των τροφίμων».
Για τις τέλειες θύελλες και τις παράλογες φούσκες
Το πρώτο μας βήμα πρέπει να είναι η απόρριψη του χαρακτηρισμού αυτής της κρίσης, σαν «τέλειας θύελλας», δηλαδή σαν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων που κανένας δεν θα ήταν δυνατό να προβλέψει. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από την αλήθεια. Όπως και με την «ενεργειακή κρίση», που έστειλε τις τιμές του πετρελαίου στον ουρανό, η άνοδος των τιμών στα τρόφιμα βασικής διατροφής, ήταν εύκολα προβλέψιμη και πραγματικά προβλέφτηκε από αναλυτές και ακτιβιστές σε όλο τον κόσμο. Για χρόνια, πράσινοι, οικο-φεμινίστριες, και πάνω από όλα, μέλη των κινημάτων ειρήνης, ισχυρίζονταν πως οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιβάλλει η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στις χώρες του παγκόσμιου Νότου, στο όνομα της οικονομικής ανάκαμψης και της δομικής προσαρμογής, θα έχουν καταστροφικά αποτελέσματα στην παραγωγή τροφίμων και στην ικανότητα των ανθρώπων να αναπαράγουν τους εαυτούς τους.(1)
Παρόλα αυτά, η δομική προσαρμογή παρέμεινε η Βίβλος για την ρύθμιση των οικονομιών στην Αφρική, την Ασία και στην Λατινική Αμερική μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με αυτή, κυβερνήσεις σ’ αυτές τις περιοχές πιέστηκαν να ιδιωτικοποιήσουν το χρόνο μίσθωσης της γης, να κόψουν τις επιδοτήσεις στους αγρότες, αν ανακατευθύνουν των γεωργική παραγωγή προς εξαγόμενα αγαθά, ενώ άνοιγαν την πόρτα σε εισαγωγή τροφίμων (ειδικά από τις ΗΠΑ και τις χώρες της ΕΕ). Επιπρόσθετα, αναγκάζονταν να καταστρέψουν τα αποθέματα τροφίμων, με το επιχείρημα, ότι τέτοιοι προστατευτικοί μηχανισμοί δεν έχουν θέση στο ελεύθερο εμπόριο, στην παγκόσμια οικονομία, όπου τα τρόφιμα φτάνουν με ευκολία και φτηνά στα χέρια των καταναλωτών.
Ακόμα κι όταν συσσωρεύονταν οι ενδείξεις, πως αυτές οι πολιτικές δημιουργούσαν συνθήκες λιμού και μείζονες εξαρθρώσεις του κοινωνικού ιστού, κάνοντας εκατομμύρια ανθρώπους να εξαρτώνται από τις παραξενιές της διεθνούς αγοράς, οι ενστάσεις απορρίφθηκαν. «Ειδικοί» επικαλέστηκαν την αρχή του «συγκριτικού πλεονεκτήματος» και κρίθηκε «σκανδαλώδες» για τις χώρες του Νότου να απαιτούν «διατροφική ανεξαρτησία», δηλ. «το δικαίωμα κάθε πληθυσμού αν αποφασίζει τι θα φάει και πώς να το παράγει, έχοντας πρόσβαση σε γη και δάνεια με φτηνά επιτόκια», όταν τα τρόφιμα βασικής ανάγκης αυτών των χωρών μπορούν πιθανώς να παράγονται «πιο αποδοτικά» στις ΗΠΑ(2). Σαν αποτέλεσμα, σε διάστημα δύο δεκαετιών, πολλές χώρες που ήταν εντελώς αυτάρκεις στην παραγωγή τροφίμων, έγιναν ένα δίκτυο εισαγωγέων των τροφικών αποθεμάτων από την Ευρώπη, ή τις ΗΠΑ και εκατομμύρια μικρών γεωργών καταστράφηκαν, εξαναγκασμένοι να μεταναστεύσουν σε πόλεις ή στο εξωτερικό. Πολλοί στην Ινδία, συντριμμένοι από τα χρέη, οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία (150.000 στα τελευταία χρόνια)(3).
Στην Ευρώπη επίσης, από την δημιουργία της Κοινής Αγοράς, η πιθανότητα της τροφικής αυτάρκειας υπονομεύθηκε, καθώς ο αντικειμενικός σχηματισμός της γεωργικής παραγωγής έχει γίνει η συντήρηση μιας κερδοφόρου δομής τιμών, ακόμα κι αν κατορθώνεται διαμέσου της καταστροφής του περισσότερου πλούτου. Χτίζοντας ένα υψηλά κερδοφόρο γεωργικό τομέα, στην πραγματικότητα, σημαίνει την θέσμιση αναλογιών ρύθμισης, τι ποσότητας κάθε προϊόντος ένα μέλος της χώρας επιτρέπεται να παράγει, και την επιβολή αυστηρών προστίμων σε εκείνους που υπερβαίνουν αυτές τις ποσότητες. Βασισμένη στην χώρα και ειδικά στην αναλογία που της αντιστοιχεί, αγρότες γαλακτοκομίας έχουν πληρωθεί να σκοτώνουν τις «παραπάνω» αγελάδες τους, ούτως ώστε η παραγωγή γάλακτος να μην υπερβεί τα όρια που έχουν προγραφεί, και έχουν φάει πρόστιμο όταν δεν συμμορφώνονται, ενώ άλλοι αγρότες έχουν αναγκαστεί να ξεπατώσουν οπωροφόρα δέντρα, να καταστρέψουν τις «παραπάνω» σοδειές, και πάει λέγοντας.
Συνοψίζοντας, ενώ η επίσημη ρητορική εκφρασμένη από τον οργανισμό για τα τρόφιμα και την γεωργία (FAO), έχει βάλει σαν στόχο την παγκόσμια «ασφάλεια τροφίμων», η παραγωγή τεχνητής «σπανιότητας» στην υπηρεσία των υψηλότερων κερδών και η απάλειψη των αυτοσυντηρούμενων αγροτών, έχουν γίνει η πραγματική κατευθυντήρια οδηγία της διεθνούς πολιτικής για τα τρόφιμα, εδώ κι αρκετό καιρό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, να μιλήσεις για «κρίση τροφίμων» σαν ένα αποτέλεσμα, για το οποίο δεν υπήρχε πρόθεση, ή να την κατηγορήσεις για τις υψηλές τιμές του πετρελαίου, ή για την αλλαγή κατεύθυνσης της γης προς τα βιοκαύσιμα, ή την αυξημένη ζήτηση σόγιας στην Κίνα, είναι ένα προκάλυμμα. Πράγματι, αποτελεί άσκηση κυνισμού της Παγκόσμιας Τράπεζας να κουνάει το δάκτυλο στις κυβερνήσεις που προάγουν την παραγωγή βιοκαυσίμων, όπως έγινε πρόσφατα.(4) Η παραγωγή βιοκαυσίμων είναι τέλεια εναρμονισμένη με τις πολιτικές προτάσεις που έχουν συστηματικά προάγει την εμπορευματοποίηση της γεωργίας και την μεγιστοποίηση του κέρδους σε βάρος των υποκείμενων αναγκών.
«Τέλεια θύελλα», όμως, δεν είναι μόνο μια περιγραφή που θολώνει τους κοινωνικούς παράγοντες τους υπεύθυνους για την ξαφνική αύξηση των τιμών των τροφίμων. Επειδή, η κρίση απεικονίζεται επίσης συχνά σαν μια τιμή «φούσκα», που καθοδηγείται από μια παράλογη κερδοφόρα δραστηριότητα κοντόθωρων επενδυτών, οι οποίοι πλειοδοτούν στο μέλλον του σιταριού, του καλαμποκιού, του ρυζιού, μακράν από την «πραγματική αξία» τους με μια απελπισμένη επιθυμία να στίψουν κάθε τελευταία σταγόνα κέρδους πριν η φούσκα σκάσει και οι τιμές καταρρεύσουν. Υπονοείται έτσι, ότι αυτοί οι επενδυτές έχουν πιαστεί σ’ αυτή την διαδικασία, όπως οι άνθρωποι που δεν έχουν χρήματα για να πληρώσουν το καλαμποκάλευρο για να φτιάξουν τις τορτίγιες της μέρας! Έτσι, σύμφωνα με αυτή την λογική, αν μια αγοραστική φούσκα είναι υπεύθυνη για τον θάνατο από πείνα και υποσιτισμό εκατομμυρίων, τότε κανένας δεν είναι υπεύθυνος.
Η περιγραφή σαν «φούσκα» της ανόδου των τιμών είναι εύλογη, διότι όλο και περισσότερες όψεις του καπιταλισμού σ’ αυτή την νεοφιλελεύθερη περίοδο, έχουν «οικονομικοποιηθεί». Έτσι, οι μεγάλες εμπορικές ανταλλαγές για σπόρους, επενδύσεις τροφίμων και κερδοσκοπικού κεφαλαίου, έχουν συνδεθεί με αγροεπιχειρήσεις και με εταιρίες επεξεργασίας τροφίμων, σαν οι κύριοι αγοραστές και πωλητές. Αυτές οι εταιρίες, εμπλέκονται σ' αυτές τις αγορές, όχι με σκοπό να βγάλουν κέρδος πουλώντας εμπορεύματα, ή διαμέσου της χρήσης αυτού του κέρδους να παράγουν άλλα εμπορεύματα, αλλά στην πώληση του δικαιώματος να πουλάς εμπόρευμα σε κάποια καθορισμένη τιμή στο μέλλον. Αυτή η κίνηση δημιουργεί τις συνθήκες για την ανάπτυξη μιας φούσκας.
Η μέθοδος της «φούσκας», η οποία αύξησε δραματικά την τιμή των βασικών ειδών διατροφής είναι αρκετά διαφορετική από τον τρόπο που γινόταν στην τελευταία ιστορική αύξηση των τιμών αυτών, στα πρώιμα χρόνια των 70ς. Όπως περιγράφει εντυπωσιακά ο Harry Cleaver, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δημιούργησε απελπιστικά μια έλλειψη σπόρων, βάζοντας όρια στις διανομές πολλών τετραγωνικών μέτρων γης για καλλιέργεια το 1970, το '71 και το '72, ακόμα και μετά που συμφώνησε μια μαζική αγοροπωλησία σπόρων με την Σοβιετική Ένωση (5). Αυτό οδήγησε σε μια σπανιότητα σπόρων στην παγκόσμια αγορά και μια δραματική αύξηση της τιμής τους. Αυτός ο τύπος του χειρισμού της αγοράς, έγινε κατά την διάρκεια της Κεϋνσιανής περιόδου, όταν το κράτος μπορούσε δικαιωματικά να ελέγξει την αγορά. Μετά από αυτό, υπήρξε η περίοδος του ελέγχου των μισθών από το Νίξον. Στην παρούσα νεοφιλελεύθερη περίοδο, αυτό το ανοιχτό σχέδιο θα ήταν ένα ιδεολογικό ανάθεμα, ειδικά για την διακυβέρνηση του προέδρου Μπους, και έτσι οι αυξήσεις στις τιμές των σπόρων πραγματοποιούνται διαμέσου της αγοράς.
Αλλά δεν πρέπει να εξαπατηθούμε με την σκέψη ότι οι «φούσκες» είναι διαστροφές χωρίς πρόθεση, που με τον καιρό θα διορθωθούν και τα πάντα θα επιστρέψουν στο «φυσιολογικό». Αν και οι «φούσκες» δεν είναι παράλογες, παρόλα αυτά οι επενδυτές που εμπλέκονται σ’ αυτές μπορεί να είναι. Οι φούσκες δομούνται, φουσκώνουν και σπάνε από τους οικονομικούς θεσμούς και το κράτος (για ένα κλασικό παράδειγμα δες το ρόλο του Ομοσπονδιακού αποθέματος (Federal Reserve) του Alan Greenspan στην φούσκα των «dot.com» στα τέλη των 90ς). Έχουν τους σκοπούς και τους τραπεζίτες τους, τους εκτελεστές επενδυτικού κεφαλαίου, και οι επίσημοι των κυβερνήσεων της ΕΕ και των ΗΠΑ, είναι υπεύθυνοι για την δημιουργία και για την κατάρρευση τους, συμπεριλαμβανομένου αυτής της «φούσκας» των τιμών των τροφίμων του 2008.
Το γιατί της κρίσης των τιμών των τροφίμων.
Εάν η «κρίση των τιμών των τροφίμων» είναι αποτέλεσμα όχι λάθους και παραλόγου, αλλά σχεδίου και καπιταλιστικής λογικής, ποιος είναι ο σκοπός της; Τι αντικειμενικότητες υποτίθεται ότι κατορθώνει; Πιο πλατιά, ποια είναι η σημαντικότητα από την σκοπιά των βράχυ- και μάκρο-πρόθεσμων τάσεων της καπιταλιστικής συσσώρευσης και των ταξικών σχέσεων;
Μια βέβαια απάντηση σ’ αυτά τα ζητήματα είναι ότι η παρούσα κρίση τιμών των τροφίμων είναι το τελευταίο βήμα στην διεθνή πορεία του κεφαλαίου προς την εγκατάσταση του ελέγχου του, πάνω στις κύριες πλανητικές πηγές ενέργειας και αξίας: η παραγωγή τροφίμων είναι το κλειδί για την ρύθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων, του επιπέδου των μισθών, και της παραγωγής της εργατικής δύναμης σε κάθε τμήμα του κόσμου. Είναι μια μακρά πορεία που πάει πίσω στην αποικιοκρατική περίοδο, όταν όχι μόνο η γη και άλλες φυσικές πηγές απαλλοτριώθηκαν από το κεφάλαιο, αλλά το προσανατολισμένο για εξαγωγή ρευστό από τις σοδειές και οι μονοκαλλιέργειες, είχαν εφαρμοστεί σε βάρος των αναγκών επιβίωσης των αποικιοκρατούμενων λαών. Από τότε, κάθε νέα πολιτική που αναφέρεται στην γεωργία και στην παραγωγή τροφίμων (κατά καιρούς εμπλέκοντας «φτηνά» και άλλες φορές «ακριβά» τρόφιμα), έχει διαμορφωθεί από της αρχή ότι εκείνος που ελέγχει την παραγωγή τροφίμων, ελέγχει επίσης την πολιτική οικονομία του πλανήτη.
Οι οδηγίες της ιδιωτικοποίησης των κοινοτικών γαιών και της βιομηχανοποίησης της γεωργίας διαμέσου του ριζώματος της χημικής βιομηχανίας και αργότερα της βιοτεχνολογίας, από την Πράσινη Επανάσταση στην επινόηση των Γενετικά Τροποποιημένων (GM) Σπόρων, ρυθμίστηκαν προς αυτό τον σκοπό. Έτσι ήταν η πολιτική των γεωργικών επιδομάτων και της «βοήθειας σε τρόφιμα», την οποία, οι ΗΠΑ (ο κύριος κινητήρας στην εμπορευματοποίηση και επιχειρηματικοποίηση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων), έχει προωθήσει από τα 50ς. Ένα σημείο στροφής ήταν η Food for Peace Act (η δράση «Τρόφιμα για Ειρήνη»), που πολιτικοποίησε την βοήθεια σε τρόφιμα και άρχισε να κάνει τυπικά της αποικιακές χώρες να εξαρτώνται από τους σπόρους των ΗΠΑ. Το μεγαλύτερο κομμάτι από αυτά, κατορθώθηκε διαμέσου της πολιτικής των «φτηνών» τροφίμων, που, τότε, υποτίμησε τα προς το ζειν των αυτάρκων αγροτών στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική, κάνοντας αδύνατο γι’ αυτές να ανταγωνιστούν με την καλά επιδοτούμενη και βιομηχανοποιημένη γεωργία των ΗΠΑ.
Είναι σημαντικό εδώ να τονίσουμε ότι η χρήση των τροφίμων σαν μέσο δημιουργίας εξάρτησης, έχει γίνει η καρδιά της ανόδου των αγροεπιχειρήσεων και η περιθωριοποίηση εκατομμυρίων μικρών αγροτών επίσης στις ΗΠΑ. Και είναι μια πολιτική που έχει συνεχιστεί μέχρι σήμερα, όπως αποδεικνύεται από την ισχυρή άρνηση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να αποδεχτεί την πρόκληση πολλών ΜΚΟ, οι οποίες αγοράζουν τρόφιμα με τα χρήματα που «δωρίζει» στις τοπικές αγορές από των αγρότες των «φτωχών χωρών», παρά εισάγοντας τα από τις ΗΠΑ. Αυτή η άρνηση είναι τόσο σκανδαλώδης και τόσο ανοιχτά επιβλαβής στα κράτη που υποτίθεται ότι «βοηθούνται», που ακόμα και μια ημι- κυβερνητική ΜΚΟ σαν την CARE International, που είχε μια βαθιά υπακοή στην Ουάσιγκτον, έχοντας δουλέψει για δεκαετίες με το Πεντάγωνο σε καιρούς πολέμου, το 2007, «απέρριψε 46 δισεκατομμύρια $ βοήθειας σε τρόφιμα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, διότι η βοήθεια ήταν καταστροφική για τις ζωές πολλών ανθρώπων, των αγροτών, που υποτίθεται ότι θα βοηθούσε»(6).
Ποια είναι η λειτουργία μιας κρίσης της τιμής των τροφίμων τώρα;
Βάζοντας σε ένα πλαίσιο την σημερινή «κρίση τροφίμων» σε σχέση με αυτό το ιστορικό υπόβαθρο, αυτό θα μας υπενθυμίσει, πως ο καπιταλισμός παράγει σπανιότητα παρά πλούτο, τουλάχιστον για την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Αλλά αυτή η εξήγηση ανεγείρει νέα ερωτήματα. Εάν η καπιταλιστική ανάπτυξη έχει για δεκαετίες δομηθεί από την ανάγκη ελέγχου των αποθεμάτων και χρήσης των τροφίμων σαν μέσα απολαβής κέρδους και σαν ένα όπλο στον ταξικό αγώνα, γιατί είναι ακόμα αναγκαίο, το 2008, να καταφεύγει σε μέτρα, όπως η δραματική αύξηση των τιμών των τροφίμων, τα οποία εγγυώνται να πυροδοτήσουν εξεγέρσεις σε πολλά μέρη του κόσμου; Γιατί οι Παγκόσμιοι Τραπεζίτες και άλλοι καπιταλιστικοί σχεδιαστές θέλουν να διατρέξουν αυτόν τον κίνδυνο; Γιατί δεν ήταν επαρκείς οι πολιτικές των δομικών προγραμμάτων; Και, είναι η κρίση των τροφίμων κομμάτι της κρίσης του νεοφιλελευθερισμού;
Αυτά τα ερωτήματα δεν είναι εύκολο να απαντηθούν, αλλά κάποιες υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Οι δραματικές και εγκληματικές αυξήσεις των τιμών των τροφίμων έχουν πρόθεση να εξαναγκάσουν σε μια αποφασιστική μετατόπιση στον αστερισμό των ταξικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο υπέρ του κεφαλαίου.
Πρώτον, η κρίση των τροφίμων πρέπει να αναγνωστεί σαν μια απάντηση στην ευρέως εξαπλούμενη άρνηση της εμπορευματοποίησης της γης (που είναι ισχυρή ειδικά στην Αφρική) και του αγώνα, που οι κοινότητες κάνουν κατά μήκος της Λατινικής Αμερικής για να αναστρέψουν την ιδιωτικοποίηση της γης και των φυσικών πηγών και να ξαναδημιουργήσουν «νέα κοινά». Αυτό έχει λάβει την μορφή των ανοιχτών κινημάτων επανοικειοποίησης, όπως οι Ζαπατίστας, το κίνημα των ακτημόνων στην Βραζιλία (MST, στμ), το κίνημα των ακτημόνων λαών στη Νότια Αφρική, όπως και πολλές λιγότερο τυπικά οργανωμένες προσπάθειες σε όλο τον κόσμο(7). Σε πολλά μέρη της Αφρικής, οι αγρότες μεταναστεύουν στις πόλεις, ειδικά οι γυναίκες, συνεχίζοντας να καλλιεργούν αγροτοτεμάχια δημόσιας γης, μια κίνηση που τους κάνει ικανούς να κερδίζουν κάποια ανεξαρτησία, να αυξάνουν την οικογενειακή κατανάλωση και προϋπολογισμό και να μαζέψουν κάποια χρήματα από μόνοι τους, διαμέσου της μικρής κλίμακας πώλησης, ή με την ανταλλαγή του υπερπροϊόντος.
Και οι επίσημοι της Παγκόσμιας Τράπεζας και τα CEO των μεγαλύτερων πολυεθνικών επιχειρήσεων εμπορίου τροφίμων, αναμφίβολα σχεδιάζουν το, με ποιο τρόπο, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων θα βάλουν ένα τέλος σ’ αυτή την αντίσταση, καθώς οι ανοδικές τιμές των τροφίμων παράγουν μια νέα «ορμή για γη», οδηγώντας σε μεγαλύτερη απαλλοτρίωση γης, σε μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση της γεωργίας και σε νέες επιθέσεις στην βιώσιμη γεωργία, υπέρ της γεωργίας των σοδειών για εξαγωγή.
Δεύτερο, διαμέσου των αυξήσεων στα τρόφιμα και στις τιμές των καυσίμων, το κεφάλαιο προσπαθεί να εισάγει μια σειρά μεταρρυθμίσεων στην κοινωνική αναπαραγωγική διαδικασία, που ήταν για καιρό στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα του, αλλά έτυχε επιτυχούς αντίστασης από εργάτες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Παρά την εξάλειψη των οφελών λόγω του αυξημένου πληθωρισμού, δεν έχουν μειωθεί σημαντικά ούτε η κοινωνική ασφάλεια στις ΗΠΑ, ούτε οι συντάξεις σε πολλά μέρη της ΕΕ, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων είναι το ισοδύναμο της περικοπής των πραγματικών μισθών και μια μεταβίβαση ακόμα μεγαλύτερης αξίας στις γεωργικές πολυεθνικές εταιρίες. Αυτή η μεταβίβαση, διαθέτει εκείνες της «δυσκαμψίες του εισοδήματος», για να παραφράσουμε μια Κεϋνσιανή αντίληψη, που έχουν αποτρέψει αρκετά την από μακρού «μεταρρύθμιση του κράτους-πρόνοιας», την οποία το κεφάλαιο φιλοδοξεί να πετύχει εδώ και πολλά χρόνια. Όπως και με τον πληθωρισμό, ιστορικά οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων επιτίθενται στις κοινότητες της εργατικής τάξης στο πιο αδύναμο σημείο τους, σαν αγοραστές και καταναλωτές, παρά σαν μέλη εργατικών οργανώσεων.
Τρίτο, οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων, είναι στην υπηρεσία της υπερνίκησης της αντίστασης πολλών κυβερνήσεων, από την Ευρώπη στην Αφρική και την Λατινική Αμερική, ενάντια στην εισαγωγή Γενετικά Μεταλλαγμένων προϊόντων. Η απόρριψη των GM τροφίμων έχει προέλθει από κάθε κοινωνική πλευρά σ’ αυτές τις περιοχές, προς μεγάλο φόβο της αγροβιομηχανίας των ΗΠΑ. Είναι σημαντικό το γεγονός, ότι το επιχείρημα, ότι οι αυξήσεις των τιμών των τροφίμων θα διευκολύνουν την αποδοχή των αφρικανικών κυβερνήσεων, ήταν κιόλας καλά αρθρωμένο στην αναφορά για την παγκόσμια ανάπτυξη της Παγκόσμιας Τράπεζας, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβρη του 2007 (πριν τις πιο πρόσφατες αυξήσεις των τιμών). Πράγματι αυτή η αναφορά, παρουσίασε αρκετά προφητικά τις εξελίξεις που ήταν να έρθουν, εάν δεν αντιληφθούμε, ότι αυτές οι εξελίξεις επικράτησαν, σε μεγάλη έκταση, εξαιτίας των προσπαθειών της Παγκόσμιας Τράπεζας και των συμμάχων της στο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, του ΔΝΤ και της FAO, όντας «πρόβλεψη» να είναι συχνά ένας ευφημισμός για ένα στοχευμένο σχέδιο στο λόγο της Παγκόσμιας Τράπεζας(8).
Το μέλλον της παραγωγής τροφίμων
Είναι δύσκολο να προεξοφλήσουμε εάν η κρίση των τροφίμων θα κατορθώσει αυτούς τους τρεις στόχους της, ή θα προκαλέσει ένα παγκόσμιο ξεσήκωμα των κινημάτων για την επανοικειοποίηση της γης και την αποεμπορευματοποίηση της γεωργίας. Γιατί έτσι, και τα καλύτερα σχέδια τόσο των εκτελεστών της αγροβιομηχανίας, όσο και της σπείρας της Παγκόσμιας Τράπεζας, θα πάνε κατά διαόλου. Ένας καθοριστικός παράγοντας εδώ, θα είναι η συμπεριφορά των κυβερνήσεων του παγκόσμιου Νότου (ειδικά των μεγαλύτερων, της Κίνας, της Ινδίας και της Βραζιλίας), πολλές εκ των οποίων έχουν δείξει να είναι έτοιμες για μια πιο ανταγωνιστική στάση απέναντι στην πίεση που ασκείται πάνω τους από την «διεθνή κοινότητα». Η αποτυχία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο γύρο της Doha, είναι ένα καλό σημάδι προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά η αντίσταση δεν περιορίζεται στα γιγάντια έθνη όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία. Είναι υποδειγματική, όπως και στις προηγούμενες, η περίπτωση του Μαλάουι, μια από τις μικρότερες αφρικάνικες χώρες. Παραδοσιακά αυτάρκης, και επίσης μια εξαγωγός προς τη Νότια Αφρική χώρα, οδηγήθηκε στα 1980 από την παγκόσμια Τράπεζα στο τέλος των επιδοτήσεων προς τους αγρότες και αργότερα, στα 2000, το ΔΝΤ επέμεινε να βάλει τα αποθέματα της σε τρόφιμα, στην αγορά. Αλλά μετά από χρόνια σε σχεδόν συνθήκες λιμού, πρόσφατα αυτές οι πολιτικές αναστράφηκαν, παρά την πίεση για το αντίθετο από την Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ. Έτσι έγινε μια σοφή κίνηση πράγματι, την οποία μία ή περισσότερες χώρες πιθανόν μιμηθούν, δεδομένου ότι για πρώτη φορά εδώ και χρόνια το Μαλάουι μπορεί να περηφανευθεί ξανά για απόθεμα στην παραγωγή τροφίμων. Τα κράτη όμως, είναι προβληματικοί σύμμαχοι στον αγώνα ενάντια στο δημιουργημένο από τις αυξήσεις των τροφίμων λιμό, επειδή σχεδόν πάντα ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού γεωργικού τομέα, αλλά με τους δικούς τους όρους. Ότι θα συμβάλλει περισσότερο στην έκβαση του αποτελέσματος των κρίσης των τροφίμων, θα είναι η ικανότητα των κινημάτων, ενάντια στις διαιρέσεις που μας επιβάλλονται, να συντονίσουμε στρατηγικές αντίστασης ενάντια στους σχεδιαστές της πείνας και του λιμού. Ο αγώνας ενάντια στο λιμό και στην απαλλοτρίωσης της γης δεν μπορεί να δοθεί μόνο στην Αφρική, ή στα βουνά της Chiapas. Πρέπει να διεξαχθεί στα supermarket και στους δρόμους των ΗΠΑ και της Ευρώπης, όπως οι καμπάνιες των «καθαρών ρούχων» των 90ς, που μετασχημάτισαν το shopping σε πολιτική δράση, και με ενωμένους τους εργάτες στα κάτεργα της υφαντουργίας του παγκόσμιου Νότου, με τους εργάτες του Βορά. Το αίτημα τρόφιμα για όλους, που θα ισχυροποιεί και δε θα δηλητηριάζει τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, δημιουργεί τη βάση μιας υλικής πολιτικής, που μπορεί να αναστατώσει τους σκοπούς εκείνων που σχεδίασαν την κρίση των τιμών των τροφίμων.
Αλλά σ’ αυτό το σημείο, ας μην κάνουμε λάθος: τα στοιχήματα σ’ αυτό τον αγώνα είναι υψηλά. Εάν η στρατηγική των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων δουλέψει και η παραγωγή τροφίμων εμπορευματοποιηθεί πλήρως, εάν ο αγώνας για την επανακοινωνικοποίηση της γης ηττηθεί, με τρόφιμα και γη να πηγαίνουν σε εκείνους που έχουν πιο πολλά μετρητά στα χέρια, εκατομμύρια θα πεθάνουν, η αγροτιά σαν ιστορική τάξη θα εξαφανιστεί, οι λαοί σε όλο τον πλανήτη θα έχουν πρόσβαση στην γη μόνο δουλεύοντας σαν peons ( έτσι ονομάζονταν οι μεξικανοί ακτήμονες στην υπηρεσία των φεουδαρχών κατά την περίοδο της ισπανικής κατάκτησης του Μεξικού, στμ) στην υπηρεσία των γεωργικών πολυεθνικών και εμείς θα έχουμε χάσει την τελευταία μας ευκαιρία να έχουμε κάποιο έλεγχο πάνω στην ποιότητα της τροφής που τρώμε, που είναι κιόλας σε μεγάλο βαθμό παραπροϊόν της πετρο-χημικής βιομηχανίας. Ακόμα πιο σημαντικό, εάν οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων καταφέρουν τους σκοπούς τους, η πιθανότητα συγκρότησης ενός κόσμου, όπου παραφράζοντας το Jose Bove «Η ζωή δεν είναι για πούλημα», θα εξαλειφθεί για δεκαετίες.
______
1. Δες: Maria Mies, Women, Food and Global Trade: An Ecofeminist Analysis of the World Food Summit, Rome, 13-17 November 1996, Bielefeld: Institute fur Theorie und Praxis der Subsistenz e.V., and Karen Lehman & Al Krebs, 'Control of the World’s Food Supply', in Jerry Mander and Edward Goldsmith (eds.) The Case Against the Global Economy and For a Turn Toward the Local. San Francisco: Sierra Club books, 1996.
2. Mariarosa Dalla Costa, 'Food Sovereignty, Peasants and Women', The Commoner, 2008, accessed at www.thecommoner.org, July 2008
3. Walden Bello, 'Manufacturing a Food Crisis', The Nation, 2 June, 2008
4. World Bank, 'World Bank Development Report for 2008: Agriculture for Development'. Washington, D.C.: World Bank, 2007
5. Harry Cleaver, 'Food, Famine and the International Crisis', Zerowork II, 1977, pp.7-70.
6. Kwesi W. Obeng, 'Soaring food prices send shockwaves and protest across Africa', African Agenda. Vol. 11, No. 1, 2008, pp.5-9.
7. Sam Moyo and Paris Yeros (eds.), Reclaiming the Land: The Resurgence of Rural Movements in Africa, Asia and Latin America, London: Zed Books, 2005
8. World Bank, οπ. παρ.
Κατηγορία: Αναλύσεις, Μεταφράσεις
18 Comments:
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1. Ο Caffentzis περιγράφει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή. Έχει δίκιο ότι με αυτές ξηλώνεται το παλαιό καθεστώς προστασίας της μικρής αγροτιάς, η ίδια ξεκληρίζεται ενώ εμπορευματικοποίειται κάθε πτυχή της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής και μεταβαίνουμε σε πλήρως βιομηχανοποιημένη κεφαλαιοκρατική παραγωγή τροφίμων. Δεν είδα πουθενά στοιχεία από τον Caffentzis για το πως κάτι τέτοιο συνδέεται με την κρίση. Από όσο ξέρω τα δύο τρία τελευταία χρόνια που εμφανίζεται η κρίση η παραγωγή δεν μειώθηκε αλλά παρέμεινε απλώς σχετικά στάσιμη. Μάλιστα, προσωπικά θεωρώ ότι, όταν θα έχει ολοκληρωθεί η διαρθρωτική αλλαγή που περιγράφει ο Caffentzis, και το κεφάλαιο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της παραγωγής τροφής θα έχει ξηλώσει τη μικρή ιδιοκτησία, θα υπάρχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην παραγωγή.
2. Στην απαρίθμηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που αναφέρονται ως υπεύθυνες για την κρίση ο Caffentzis αναφέρει το ξήλωμα των προστατευτικών δασμών εν ονόματι του ελεύθερου εμπορίου. Όμως το ελεύθερο εμπόριο έχει κάθε φορά δύο μπάντες. Δηλαδή οι δασμοί της ΕΕ στο μπαμπάκι συμφέρουν τους Έλληνες αγρότες, όχι όμως τους Αιγύπτιους που δε μπορούν να πουλήσουν το προϊόν τους. Γενικότερα, είτε το θέλουμε είτε όχι το ελεύθερο εμπόριο και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές αποτελούν την πιο αποτελεσματική διαχείριση σε καθεστώς ύστερου καπιταλισμού. Προστατευτισμοί και σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες μας τελείωσαν.
3.Ο Caffentzis δεν αναφέρει κανέναν άλλο παράγοντα που να επιδρά στην εμφάνιση και την εξέλιξη της κρίσης. ΚΑΝΕΝΑΝ. Αυτό ήξερε (υπεραξία στην αγροτική παραγωγή, κεφάλαιο V μικρή αγροτιά), αυτό έγραψε. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι τα πράγματα.
Συνεπώς, η ματιά του Caffentzis στο θέμα είναι αξιόλογη, γιατί εξετάζει μία συγκεκριμένη πτυχή αυτού, αλλά περιορίζεται μόνο σε αυτήν χωρίς να ποσοτικοποιεί ούτε καν τη συμμετοχή της στην κρίση. Αναφέρω ενδεικτικά άλλους παράγοντες που συμμετέχουν στην κρίση, όπως την κερδοσκοπία στα futures, την κλιματική αλλαγή, την υπερκατανάλωση των πηγών του πλανήτη (υπερκαλλιέργεια, υπεραλλιεία, υπεράρδευση κτλ), την αύξηση του πληθυσμού, την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών του "Νότου" κτλ.
Θα προσπαθήσω να απαντήσω στα ερωτήματα σου, όσο πιο συνοπτικά γίνεται.
1. Νομίζω ότι είναι σαφές όταν λέει "Οι δραματικές και εγκληματικές αυξήσεις των τιμών των τροφίμων έχουν πρόθεση να εξαναγκάσουν σε μια αποφασιστική μετατόπιση στον αστερισμό των ταξικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο υπέρ του κεφαλαίου." Και στη συνέχεια προσπαθεί αν εξηγήσει γιατί και πως και με ποιο τρόπο γίνεται αυτό.
2. Λες: "Γενικότερα, είτε το θέλουμε είτε όχι το ελεύθερο εμπόριο και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές αποτελούν την πιο αποτελεσματική διαχείριση σε καθεστώς ύστερου καπιταλισμού." Και απο κάτω σοσιαλδημοκρατία:Τέλος. Κάθε καπιταλιστική διαχείρηση υποτίθεται ότι είναι ο καλύτερος δυνατός τρόπος διαχείρησης, και είναι αλήθεια. Ο Κευνσιανισμός όντως ήταν μία πολύ καλή κίνηση, μέχρι που μας τέλειωσε, όπως και τόσα άλλα. Όμως εδώ νομίζω ότι κάνεις ένα λάθος λέγοντας ότι όποιες πιθανές οπισθοδρομήσεις προς τη σοσιαλδημοκρατία δεν έχουν κανένα νόημα ή δεν μπορούν να εφαρμοστούν.
Ας πω το εξής: ενώ το κράτος πρόνοιας είναι μία κίνηση των αφεντικών επιθετική προς τους εκμεταλλευομένους και κυριαρχούμενους, πολλά από τα συστατικά μέρη του κράους πρόνοιας ήταν επιθετιες κινήσεις των από κάτω, οι οποίες ακριβώς για να αντιμετωπιστούν εντάχθηκαν σε μία καπιταλιστική διαχείρηση. Στη σοσιαλδημοκρατία δεν μπορούμε να επιστρέψουμε για τον απλούστατο λόγο του ότι αυτό το μοντέλο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη σημερινή κατάσταση. Είναι φυσικά αδιανόητο πια για ατα αφεντικά ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΟΥΝ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΕΝΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ. Αυτό τους φαγε το '60. Για αυτό βγαίνει ο Σαρκοζί στη Γαλλία και λέει: άμα δουλευεις 4 ωρο δε σου κόβουμε το επίδομα, και έτσι δημιουργεί κίνητρα για να πάει κανείς να δουλέψει. Το ζητούμενο είναι να δουλεύουμε. Και πάνω εκεί καλέιται ο καπιταλισμός ιστορικά να ισορροπήσει: Πως θα συνεχίσει και αυτή τη φορά να κυριαρχεί για να εκμεταλλευέται, και πως θα συνεχίσει να εκμεταλεεύεται για να κυριαρχεί. Αυτό πρέπει να ερμηνεύσουμε.
Από την άλλη, δεν υποβιβάζω τίποτα που εμποδίζει την περαιτέρω εξάπλωση του καπιταλισμού, ΟΛΑ έχουν μία συγκεκριμένη αξία. Ακόμα περισσότερο όταν μιλάμε για αγώνες και κινήματα, για αντιστάσεις και επιθέσεις.
3. Εδω εγώ θέλω να σε ρωτήσω τα εξής: Πιστεύεις ότι υπάρχει έλλειψη τροφίμων; Πιστεύεις δηλ. ότι αυτή η κρίση οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει αρκετό φαγητό στον πλανήτη;
Νομίζω ότι από αυτή την απάντηση κρίνονται σχεδόν όλα. Αν υπάρχουν αρκετά τρόφιμα, αν υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να τραφούν όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη, μιλάμε για κάτι άλλο έτσι δεν είναι;
Να σταθώ σε κάτι άλλο: λέμε όλοι μας για την κλιματική αλλαγή. Και ξαναλέμε. Ωραία... Πέραν του ότι αυτή η αλλαγή οφείλεται και αυτή στον καπιταλισμό, υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα: υπάρχουν μετεωρολικά φαινόμενα, γνωστά χρόνια ολόκλρα. Πχ. το El Nino, δεν οφείλεται καθόλου στην κλιματική αλλαγή ή στην τρύπα του όζοντος. Στην Κίνα για παράδειγμα, με μία αρκετή συχνότητα η βόρεια Κίνα περνάει περίοδο ξηρασίας, ενώ η νότια πλυμμηρίζει. Αυτά είναι γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων (μάλιστα το μεγάλο κανάλι στην Κίνα φτιάχτηκε για αυτόν ακριβώς το λόγο: σε περιόδους ξηρασίας και πλημμύρας να μπορεί να υπάρχει γρήγορη μετακίνηση βοήθειας από βορρά προς νότο και ανάποδα).
Αυτό που θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψην μας είναι η συγκεκριμένη διανομή και παραγωγή των αγροτικών προιόντων που κάθε φορά γίνεται.
2. Σαφώς και πρέπει να παλεύουμε για να γίνεται πιο ανθρώπινη η ζωή μας. Απλώς, αυτό δε γίνεται μέσα από το παρόν σύστημα. Γι' αυτό η σοσιαλδημοκρατία δεν υπάρχει πια. Γι' αυτό το πολιτικό σύστημα είναι γενικότερα σε κρίση. Ωστόσο, τείνουμε να μοιάζουμε λίγο σαν λουδίτες, σα τον "πατριώτη" αριστερό γάλλο Μποβέ που γκρεμίζει τα McDonalds και ζητά περισσότερους προστατευτικούς δασμούς. Τέτοια μέτρα μοιάζουν πλέον ετεροχρονισμένα. Ίσως θα έπρεπε να αναζητήσουμε άλλες τακτικές.
3. "Πιστεύεις ότι υπάρχει έλλειψη τροφίμων; Πιστεύεις δηλ. ότι αυτή η κρίση οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει αρκετό φαγητό στον πλανήτη;"
Δε θυμάμαι ποια ΜΚΟ με μία ορισμένη μονάδα μέτρησης είχε αποδείξει ότι οι ποσότητες τροφίμων, που μπορούμε να καταναλώνουμε κάθε χρόνο, έτσι ώστε ο πλανήτης να είναι βιώσιμος, ξεπεράστηκαν γύρω στα μέσα Σεπτεμβρίου και κάθε χρόνο εξαντλούνται όλο και νωρίτερα. Η παραγωγή τροφίμων (όπως και όλων των αγαθών) δεν αναλογεί στις ανάγκες μας και είναι τελείως ανισομερώς κατανεμημένη παγκοσμίως. Ωστόσο, η παρούσα "ελεύθερη αγορά", που έχει τα παραπάνω στοιχεία και με τον τρόπο που κινείται, συνεκτιμώμενου του γεγονότος ότι ο ανθρώπινος πληθυσμός αυξάνεται αλματωδώς, πράγματι οδηγεί σε ανάγκη αύξησης της παραγωγής. Όσους άλλους παράγοντες και να παρεμβάλλεις, υπάρχει και θέμα προσφοράς - ζήτησης πίσω από την άνοδο των τιμών.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι αμελητέος παράγοντας. Και μάλλον θα γίνει στο μέλλον ο ισχυρότερος. Να σκεφτούμε μόνο ότι στη Λάρισα η καλλιέργεια βαμβακιού είναι πλέον αδύνατη. Ή και εκτός η Αυστραλία, ο σιτοβολώνας του πλανήτη, έχει εξαντλήσει τα υδάτινα αποθέματά της.
Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι αφενός η ανάλυση του Caffentzis δίνει μόνο μία, υπαρκτή βέβαια, αιτία για την κρίση και αφετέρου ότι και οι υπόλοιπες αιτίες ανάγονται σε παθογένειες του συστήματος, οι οποίες είναι εξίσου (με το θέμα της εργασίας) σημαντικές.
1. Γράφεις: " Η ανάλυση του Caffentzis περιγράφει τις διαρθρωτικές αλλαγές που διεξάγονται στην αγροτική παραγωγή παγκοσμίως και το κάνει σωστά και κατά τη δική μου άποψη. Αυτές αποτελούν "κρίση" από μόνες τους. Εδώ όμως έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο φαινόμενο : μία ξαφνική και τεράστια άνοδο τιμών στα τρόφιμα, τη μεγαλύτερη εδώ και μισό αιώνα. Ως προς αυτό η ανάλυση δεν με καλύπτει, γιατί δε συνδέει με στοιχεία το πρώτο με το δεύτερο φαινόμενο".
Κατά την γνώμη μου, επειδή ακριβώς συνδέει αυτά τα δύο φαινόμενα, πράγμα που σπάνια το βλέπουμε σήμερα σε αναλύσεις της αμφισβήτησης, γι'αυτό μετάφρασα και το άρθρο. Γιατί, όντως η κρίση "προκλήθηκε" από την κερδοσκοπία πάνω στις τιμές των τροφίμων, από τις επενδύσεις δηλαδή στις μετοχές των εταιριών τροφίμων, υποθέτοντας ότι στο μέλλον θα αυξηθεί η αξία τους. Αυτός ήταν ο τελευταίος κρίκος αν φτιάχναμε μια πιθανή αλυσίδα αιτίων. Τι όμως προκάλεσε αυτή την στροφή προς αυτή την επένδυση, των κερδοσκόπων; Κατά την γνώμη μου αυτή είναι η κεφαλαιώδης ερώτηση που αφορά τόσο αυτή την κρίση, όσο και την σημερινή.Γιατί δηλαδή δεν στράφηκαν στο χαρτί (μετοχές εφημερίδων, περιοδικών, εκδοτικών επιχειρήσεων), στις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας (κακά πάνε οι πωλήσεις κινητών δηλαδή παγκόσμια;), ή δεν ξέρω που αλλού, οι κερδοσκόποι; Μα φίλε, εδώ είναι το ζητούμενο κι σ'αυτό αποπειράται να απαντήσει- πειστικά κατά την γνώμη μου- ο Καφετζής. Επειδή ακριβώς η κρίση είναι -στο μεγαλύτερο της βαθμό τουλάχιστον- μια απάντηση του κεφαλαίου στην άρνηση των εκμεταλλευόμενων ακτημόνων και μικροαγροτών, του παγκόσμιου Νότου να πειθαρχήσουν στις προσταγές του.Άρνηση που εκδηλώνεται, είτε με απαλλοτριώσεις γης (βλέπε το Βραζιλιάνικο MST), είτε σε άρνηση των κυβερνήσεων (βλέπε των αγροτών,αυτών των χωρών) να εισάγουν GM σπόρους, είτε με χίλιους άλλους τρόπους. Τώρα αν σ'αυτή την ιστορία της απάντησης κάποιοι θα χάσουν φράγκα (το "τοξικό" κεφάλαιο, όπως το ονομάζει η αργκό τους), αυτό δεν αλλάζει την ουσία του πράγματος. Πάντα στην ιστορία το ίδιο συνέβαινε: το πιο υγιές, το πιο δυναμικό δηλαδή κομμάτι του κεφαλαίου επιβιώνει, και αξιοποιεί τις νέες ευκαιρίες που προσφέρονται μετά την κρίση. Αν διαβάσεις το άρθρο του περιοδικού Nation του Bello, με τον τίτλο Manufacturing crisis, στο οποίο παραπέμπει ο Καφετζής, θα έχεις και τα ποσοτικά στοιχεία που ζητάς, με αφορμή το παράδειγμα του Μεξικό και των Φιλιππίνων.
Κάτι ακόμα, που το τόνισα στο εισαγωγικό σημείωμα της μετάφρασης. Η κρίση των τροφίμων είναι τεχνητή κρίση (το είπε πριν και ο Βααλ). Δεν πρόκειται δηλαδή για μια πραγματική σπάνη τροφίμων, πρόκειται για τερατώδη αύξηση των τιμών βασικής διατροφής που κάνει αδύνατη την αγορά τους από τους εκμεταλλευόμενους, ειδικά σε χώρες όπως π.χ. το Μεξικό, που τρέφονται- το μεγαλύτερο μέρος των εκμεταλλευόμενων- αποκλειστικά με καλαμπόκι. Μιλάμε δηλαδή για μια κατάσταση τεχνητής σπάνης.Με αυτή την έννοια προφανώς δεν υπάρχει πτώση της παραγωγής. Πιθανόν τα ίδια τρόφιμα να καταστρέφονται, ή να θάβονται όπως συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες με τα ελληνικά πορτοκάλια, ροδάκινα,κλπ, που οι αγρότες έπαιρναν επιδοτήσεις για να τα θάβουν και να διατηρείται υψηλή (σχετικά) η τιμή τους.
2. Γράφεις ξανά:"Στην απαρίθμηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που αναφέρονται ως υπεύθυνες για την κρίση ο Caffentzis αναφέρει το ξήλωμα των προστατευτικών δασμών εν ονόματι του ελεύθερου εμπορίου...Προστατευτισμοί και σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες μας τελείωσαν". Καταρχήν ξεκινώντας από το τέλος, να πω ότι ο συγγραφέας δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι είναι υπέρ ενός τέτοιου τύπου "κρατικού προστατευτισμού". Αλλά ακόμα κι αν ήταν, δεν σημαίνει ότι συμφωνώ, μ' αυτόν, με ότι γράφει στο συγκεκριμένο κείμενο. Το ζήτημα για μένα είναι άλλο. Ότι ακριβώς αυτές οι πολιτικές, υπήρξαν ο πολιορκητικός κριός της νεοφιλελεύθερης ρύθμισης σ'αυτό τον τομέα, που αν θες την γνώμη μου βλάφτει το ίδιο τους έλληνες μικροαγρότες και τους αιγύπτιους. Γιατί πριν χρόνια φαινόταν να χτυπά καταρχήν τους Αιγύπτιους, σήμερα πια βλέπουμε τα αποτελέσματα και στους Έλληνες. Και ακόμα πιο φυσικά δεν χτυπάει όλους τους αγρότες σε Ελλάδα και Αίγυπτο, αλλά την μικρή και ίσως και την μεσσαία ιδιοκτησία.
Για να μην επεκταθώ άλλο (και επειδή δεν θέλω να απαντάω φράση- φράση). Πιθανόν να υπάρχουν περισσότεροι παράγοντες που ευθύνονται για την κρίση από τους τρεις που αναφέρει ο Καφετζής. Κάτι μου λέει όμως πως δεν ευθύνεται ούτε η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες του νότου, ούτε η κλιματική αλλαγή, ούτε η αύξηση του πληθυσμού, όπως δεν ευθύνονται οι φούσκες των κερδοσκόπων. Φοβάμαι μάλιστα ότι αν δεχτείς ότι ευθύνονται όλα αυτά, όχι εσύ αλλά όλοι μας, τότε χάνουμε από τα μάτια μας, όχι μόνο την αιτία της κρίσης, αλλά και τις δυνατότητες υπέρβασης της.
Και αν θες τη γνώμη μου: επειδή ακριβώς ότι έχω διαβάσει γραμμένο στα ελληνικά (αλλά όχι μόνο), είτε προέρχεται από τις κίτρινες σελίδες του αστικού τύπου, είτε από τις μαύρες σελίδες της αριστεράς, ή της αντιεξουσίας, αναμασάει τις παπαριές των μίντια, του Αλογοσκούφη, ή του Σόρος, γι'αυτό μετάφρασα αυτό το άρθρο.
Συντροφικά
Ηobo
"Επειδή ακριβώς η κρίση είναι -στο μεγαλύτερο της βαθμό τουλάχιστον- μια απάντηση του κεφαλαίου στην άρνηση των εκμεταλλευόμενων ακτημόνων και μικροαγροτών, του παγκόσμιου Νότου να πειθαρχήσουν στις προσταγές του."
Εδώ βρίσκεται η ουσία της σκέψης σου (δεν ξέρω για τον Caffentzis, δεν φαίνεται από το κείμενό του). Όπως και στο ότι η κρίση είναι τεχνητή. Σε κάθε περίπτωση αυτά που γράφεις είναι αυτά που θέλω (και εγώ) να ισχύουν και στην πραγματικότητα.
Επίσης, το ζήτημα του πως διαρθρώνεται η αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή, με ποιους όρους και από ποιους καθώς και το γεγονός ότι η αυτάρκεια των κοινωνιών έχει καταστραφεί από το παγκόσμιο εμπόριο μας πάει στην ουσία του θέματος και στο τι τελικά εμείς προτείνουμε.
Ωστόσο πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχουν και άλλοι πολλοί σημαντικοί παράγοντες στην κρίση, που δεν ανατρέχουν μόνο σε θέματα εκμετάλλευσης αλλά έχουν να κάνουν με το πως γενικότερα κινείται το σύστημα (πάγια δική μου θέση είναι ότι οι σχέσεις εκμετάλλευσης είναι απλώς ένα - κεντρικό βέβαια - σημείο του πως εξηγούνται τα πράγματα).
thanks βα.αλ hobo (και για τη μετάφραση)
φιλε inwl
Πιστεύω ότι η βασική μας διαφωνία έγκειται στη μέθοδο με την οποία προσεγγίζουμε το ζήτημα (ή τα ζητήματα). Λέγοντας ότι οι παράγοντες της κρίσης δεν είναι ένας αλλά πολλοί δεν είναι αναγκαίο και το γεγονός ότι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους. Είναι για σένα όλοι αυτοί οι παράγοντες συνέπειες ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής και αναπαραγωγής της ζωής που λέγεται σχέση κεφάλαιο ή όχι; Η υπερκαλλιέργεια, η υπεραλλιεία, η υπεράρδευση είναι αποτέλεσμα μιας παραγωγικής σχέσης που βάζει στο κέντρο της την ανάγκη αύξησης και επέκτασης του κέρδους και άρα επέκτασης της μισθωτής σχέσης ή όχι;
Η μέθοδος που αποκαλείς «ορθόδοξος μαρξισμός» (και δυστυχώς σφάλεις στον χαρακτηρισμό σου) λέει ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες που εμφανίζονται σαν ανεξάρτητοι μεταξύ τους, φαίνονται μόνο έτσι. Πίσω από τη βιτρίνα της διαφοράς υπάρχει ένα νήμα που συνδέει τις διάφορες «κρίσεις», τους διάφορους «παράγοντες» ή «αιτίες». Το νήμα αυτό είναι η σχέση κεφάλαιο, μια συγκεκριμένη κοινωνική σχέση που εκδηλώνεται μέσα από την τάση για εμπορευματοποίηση κάθε πλευράς της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Αν η πάγια θέση σου είναι ότι «οι σχέσεις εκμετάλλευσης είναι απλώς ένα - κεντρικό βέβαια - σημείο του πως εξηγούνται τα πράγματα», ποιες άλλες σχέσεις ή ποια άλλα σημεία ερμηνεύουν της όψεις της σύγχρονης κρίσης;
Για μενα η εννοια εξουσια ειναι πολυ αφηρημενη και οχι ιστορικα καθορισμενη και αρα οχι τοσο χρησιμη σαν αναλυτικο εργαλειο εναντια στο υπαρχον.
Το ότι οι σχέσεις εξουσίας δεν έτυχαν επαρκούς ανάλυσης δεν αποτελεί δικαιολογία, για να μην τις χρησιμοποιούμε ως αναλυτικό εργαλείο. Ευτυχώς από τη μία, δυστυχώς από την άλλη, δεν υπήρξε ένας Μαρξ στην αναρχική σκέψη για ευνόητους λόγους.
Επειδή όμως η ροή της ιστορίας μας έχει κάνει πλέον αρκούντως ώριμους, είναι καιρός να κάνουμε το βήμα και να επαναπροσδιορίσουμε την επαναστατική σκέψη με βάση αυτό το αναλυτικό εργαλείο, αλλιώς κομμουνισμός bye bye για το "εγγύς" μέλλον.
Όσο για την επικέντρωση στις σχέσεις (οικονομικής/εργασιακής) εκμετάλλευσης ως αποκλειστικό αναλυτικό εργαλείο ερμηνείας του κοινωνικού φαινομένου, εκτός του ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθαγιάζει τον οικονομισμό και οδηγεί σε καθεστώτα τύπου ΕΣΣΔ, όπου από τη μία όλοι υποτίθεται δουλεύουμε για το σύνολο, όποτε δεν μας εκμεταλλεύονται, αλλά εξηγούμε και το πως έπεσε με βάση το ότι δεν είχαμε επαρκή οικονομική ανάπτυξη ή ότι στράβωναν οι ρόδες από τα τρακτέρ.
ΥΓ. Είναι δυνατόν να πιστεύεις ότι δεν συνδέω και τους υπόλοιπους παράγοντες της κρίσης με τον καπιταλισμό?
Οι σχέσεις εκμετάλλευσης, η μισθωτή εργασία και η δικτατορία της οικονομίας δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Το να μιλάμε δηλαδή για το πως παράγεται και αναπαράγεται η ζωή σήμερα καθαγιάζουμε τον οικονομισμό;(!!!)
υ.γ.Θα σε παρακαλούσα να μην πετάς τσιτάτα που απλά αναπαράγουν τις διαστρεβλώσεις του Καστοριάδη (ο οποίος απορρίπτοντας την μαρξική ανάλυση κατέληξε να εξυμνεί την αρχαία ελληνική δημοκρατία και να γραφει αρθρα υπερ του πολεμου στον Κολπο).
Εμένα οι σχέσεις οικονομικής εκμετάλλευσης μου είναι ασαφείς και δε μου λένε πολλά, γιατί δεν ανταποκρίνονται τόσο στην πραγματικότητα, όπως τις περιέγραψε ο Μαρξ και οι μετά από αυτόν.
Παραδείγματα : Από τη σημερινή χρηματοπιστωτική κρίση (αλλά και γενικότερα) ποιοι κερδίζουν οικονομικά αλήθεια? Είναι μόνο το κεφάλαιο? Ποια είναι τα φυσικά πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν το κεφάλαιο? Αν πάρουμε το σχήμα που είχε στο μυαλό του ο Μάρξ για τους ιδιοκτήτες των εργοστασίων και γενικότερα της τότε παραγωγής, τότε καταλήγουμε ξέρεις που? Στους μεγαλομετόχους των εκάστοτε εταιρειών. Για τους μάνατζερς έχουμε να πούμε κάτι? Αυτοί δεν είναι κεφάλαιο, παίρνουν όμως τις αποφάσεις, έχουν τη διεύθυνση της παραγωγής και λογοδοτούν μόνο στο κεφάλαιο. Αυτό είναι σχέσεις εξουσίας κάποιων πάνω σε κάποιους.
Θες να πάμε πιο κάτω? Η εκάστοτε (επιχειρησιακή, κλαδική κτλ) παραγωγή ιεραρχείται κάθετα και πυραμιδικά. Οι πυραμίδες αυτές έχουν άπειρες βαθμίδες. Γενικοί, ανώτεροι κτλ διευθυντές, μανατζέρια, εργοδηγοί, ακόμη και συνάδελφοι στην ίδια βαθμίδα οι οποίοι απολαμβάνουν με διάφορους τρόπους προνόμια (ή μπορεί να είναι απλώς Έλληνες), με τα οποία έχουν τη δυνατότητα να ασκούν εξουσία σε άλλους συναδέλφους. Αυτό είναι σχέσεις εξουσίας κάποιων πάνω σε κάποιους.
Οι σχέσεις εκμετάλλευσης στην παραγωγή είναι μία ιδιοφυής ιδέα. Δεν εξηγεί τα πάντα όμως, αντίθετα εξηγεί πολύ λίγα και κυρίως δεν εξηγεί γιατί αυτή η εκμετάλλευση διατηρείται, γιατί δηλαδή το υποκείμενο (η εργατική τάξη) δεν αποτινάσσει το ζυγό, ενώ υπάρχουν (?) οι αντικειμενικοί παράγοντες.
Για να ξετυλίξουμε το κουβάρι, πρέπει να αναζητήσουμε τις σχέσεις εξουσίας που διαμορφώνονται μέσα στην παραγωγή (και έξω από αυτή). Τα κέντρα δηλαδή όπου παίρνονται οι αποφάσεις που επηρεάζουν τους χώρους εργασίας αλλά και την κοινωνία γενικότερα. Πως παίρνονται αυτές και ποιος πρέπει να τις παίρνει?
Οι κλασικοί του μαρξισμού έχουν αναφερθεί σε σχέσεις εξουσίας μέσα στην παραγωγή και εντός της εργατικής τάξης. Δεν ανέλυσαν όμως ποτέ διεξοδικά το θέμα, ούτε αυτοί ούτε βέβαια οι συνεχιστές τους για ευνόητους λόγους. Οι πρώτοι επειδή από την ανάγκη να πάνε μπροστά την επανάσταση χρειάζονταν μία αρραγή και με πλήρως κοινά και ομογενοποιημένα συμφέροντα εργατική τάξη, για να φέρει εις πέρας τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οι δεύτεροι είτε από ανοησία είτε σε διατεταγμένη υπηρεσία. Φανταστείτε να θιγόταν το θέμα των σχέσεων εξουσίας στην παραγωγή στην ύστερη ΕΣΣΔ.
Η φράση "είδος προς γένος" υπονοεί ότι οι σχέσεις οικονομικής εκμετάλευσης είναι απλώς μία, κεντρική βέβαια, υποκατηγορία των σχέσεων εξουσίας αλλά οι σχέσεις εξουσίας δεν εξαντλούνται εκεί, αντίθετα διαχέονται σε όλο το κοινωνικό φαινόμενο.
Ο οικονομισμός βάζει ως αρχή και τέλος της ζωής την οικονομία. Μπορείς να στηρίξεις κάπου το γιατί η Μαρξική σκέψη δεν μπορεί να κατηγορηθεί για κάτι τέτοιο εξαιρουμένου του κομμουνιστικού προτάγματος, το οποίο έτσι και αλλιώς δεν είναι μόνο ίδιον του μαρξισμού? Εγώ δεν μπορώ.
Ελπίζω να κάλυψα τουλάχιστον ως προς το τι πιστεύω εγώ.
2. Αυτό που περιγράφεις λέγεται ιεραρχία και δεν είναι κάτι πρωτότυπο ακόμα και για την εποχή του Μαρξ.
Ωστοσο,το προνομιο της λήψης αποφάσεων από μια μεριδα γραφειοκρατων, πολιτικών ή μανατζερ δεν είναι η αιτια αλλα το αποτελεσμα της υπαρξης του κεφαλαιου, της μισθωτης εργασιας και της εμπορευματικης ανταλλαγης. Το θεμα σου από ότι καταλαβαινω είναι του ποιος λαμβανει τις αποφασεις. Δηλαδή σε μια επιχείρηση όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με γενικές συνελεύσεις τα πράγματα είναι οκ? Σημασια δεν εχει τοσο το ποιος λαμβανει τις αποφασεις αλλα ποιο είναι το περιεχομενο αυτων των αποφασεων και μεσα σε ποιο πλαισιο γινεται.
3. Ο οικονομισμος δεν είναι αυτό που περιγραφεις. Είναι μια συγκεκριμενη ιστορικη ταση που ξεκιναει από τη δευτερη διεθνη και τα σοσιαλδημοκρατικα κομματα τα οποια εγκαταλειπουν την κριτικη στη μισθωτη εργασια προς οφελος ενός αγωνα για την καταληψη της πολιτικης εξουσιας (ώστε να μπορουν να συμμετεχουν στη ληψη αποφασεων)…αλλα αυτό είναι μια μεγαλη ιστορια
4. Το γιατί η μαρξική σκέψη οδηγεί στον οικονομισμό είναι κατι που δεν εξηγεις . Μην κολλας με τους κλασσικους του μαρξισμου και τα ρεστα. Μετα το Μαρξ υπαρχει μια πλειαδα επιγονων που συνεχιζουν να χρησιμοποιουν τη μεθοδο της κριτικης στην πολιτικη οικονομια χωρις να μετατρεπουν τον Μαρξ σε ευαγγελιστη μιας νεας οικονομιας (της σοσιαλιστικης). Από τον Μπορντιγκα ,τον Πανεκουκ και τον Ματτικ μεχρι τους καταστασιακους , τους midnight oil και τον Ντωβε…Οι οποιοι ηταν μαρξιστες χωρις να είναι σταλινικοι.
5. Αν προσεγγιζουμε τα πραγματα σαν φωτογραφοι, αν δηλαδη λαμβανουμε στιγμιοτυπα της πραγματικοτητας τοτε καταληγουμε να βλεπουμε δεκα, εκατο, χιλιαδες διαιρεσεις και σε τελευταια αναλυση καταληγουμε να βλεπουμε μονο ατομα. Η μαρξικη μεθοδος συνισταται στην ιστορικη προσεγγιση. Βλεπουμε ολο το φιλμ και όχι μια φωτογραφια. Βλεπουμε τις (αντιφατικες) εκδηλωσεις των συλλογικων υποκειμενων μεσα στην ιστορικη τους πορεια. Αν παντου υπαρχει μονο ιεραρχια και διαιρεση δεν μπορουμε ποτε να κατανοησουμε το πώς αυτά τα ατομα σε συγκεκριμενες φασεις μετατρεπονται σε συλλογικο υποκειμενο.
6. Τελος αν ηξερα γιατι δεν αποτινασσει το ζυγο της η εργατικη ταξη, δεν θα το κρατουσα μυστικο. Αλλα ουτε οι σχεσεις εξουσιας εξηγουν γιατι δεν το κανει αυτό. Αλλιως θα μας το ελεγες.
Οκ εχω καταλαβει την αποψη σου. Απλα διαφωνουμε. Δυστυχως αν δεν μπουμε στη διαδικασια να μιλησουμε για καποιο συγκεκριμενο γεγονος και πανω σε αυτό να αναπτυξουμε τις διαφορετικες μας προσεγγισεις μπορουμε να μιλαμε χωρις τελειωμο. Εδώ δεν είναι ο χωρος για κατι τετοιο, ισως καπου, καπως, καποτε…
Τα λεμε
Θα αντιστρέψω το επιχείρημά σου. Αν καταργηθεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής χωρίς να καταργηθεί κάθε μορφή εξουσίας σε αυτή, θα έχουμε σε κάθε δυνατή επανεκκίνηση της ιστορίας μία καλύτερη ή χειρότερη αναπαραγωγή του γραφειοκρατικού καπιταλισμού της ΕΣΣΔ. Ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής δεν είναι η αιτία εξουσιαστικών φαινομένων μέσα στην παραγωγή ούτε αντίστροφα η εκεί ιεραρχία είναι το αποτέλεσμα αυτού. Η ιεραρχία έχει να κάνει με το πως παίρνονται οι αποφάσεις. Η ιστορία έδειξε, δείχνει και θα δείχνει το παραπάνω.
Ωστόσο, έχεις πολύ δίκιο στο ότι η ανάλυση με βάση τις σχέσεις εξουσίας, τουλάχιστον όπως εσύ τη θέτεις, μοιάζει με ακινητοποιημένες πόζες και όχι με ταινία. Εδώ έρχονται οι μαρξικές αναλύσεις περί κεφαλαίου, που είναι αξεπέραστες, καθώς και ο ιστορικός υλισμός, οι οποίες δε χρειάζεται να απεμποληθούν αλλά να εμπλουτιστούν, καθώς υιοθετούμε τα παραπάνω.
Το γιατί δεν υπάρχουν οι υποκειμενικές συνθήκες για την επαναστατική διαδικασία μπορεί να βρεθεί αφενός από το ότι ο κόσμος της εργασίας στον Βορρά είναι ακόμη σχετικά υλικά προνομιούχος και αφετέρου ότι
1. Τα ιδιωτικά συμφέροντα, που δημιουργούνται από τις σχέσεις εξουσίας και τις θέσεις στην παραγωγή, τον καθιστούν κάθε άλλο παρά αρραγή τάξη,
2. Οι συνθήκες που θα επικρατούν, έστω και άμεσα, κατά και μετά την επανάσταση δεν έχουν διασαφηνιστεί καθόλου και δεν προκύπτουν εύκολα και στην πράξη.
ΥΓ1. Το να λαμβάνονται σε επιχειρήσεις οι αποφάσεις με γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων θα ήταν ένα βήμα μπροστά σε σχέση με το τώρα. Ο λόγος : η παρ. 2 παραπάνω. Δε συμβαίνει όμως στην πράξη γιατί είναι ασύμβατο σε σχέση με το σύστημα.
ΥΓ2. Τελευταίο σχόλιο.
Νομίω ότι σε ένα βαθμό μεγαλύτερο ή μικρότερο σφάλλετε και οι δύο. Γιατί θα πρέπει να αναζητήσουμε ΜΙΑ κεντρικότητα δηλ. Γιατί είναι ΜΙΑ η πρωτοκαθεδρία, (ή της οικονομίας ή της εξουσίας;). Νομίζω ότι εκεί καταβάση βρίσκεται το ρπρόβλημα και πολλών αναρχικών και πολλών "μαρξιστών".
Με αυτό θέλω να πω ότι για εμένα αυτό που λέμε καπιταλισμό αποτελείται και συνετελείται εξίσου απο δύο παράγοντες. Κυριαρχία και εκμετάλλευση, εκμετάλλευση και κυριαρχία. Η εξουσία είναι οικονομική, και η οικονομία είναι εξουσιαστική. Το ένα χρειάζεται το άλλο. Και το άλλο χρειάζεται το ένα. Καπιταλισμός χωρίς αυτού του τύπου της εξουσιαστικές δομές δεν μπορεί να υπάρξει (ας μη φέρει κανείς εδώ το παράδειγμα του υπαρκτού...), και αυτού του τύπου οι εξουσιαστικές δομές δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς τον καπιταλισμό. Για τον απλούστατο λόγο ότι αυτό είναι το αποτέλεσμα της μέχρι τώρα ιστορικής κίνησης.
Με αυτή την έννοια για μένα όλα τα επαναστατικά αιτήματα πρέπει να είναι διττά.
Με αυτή την έννοια ως ένα βαθμό έχετε δίκιο και άδικο και οι δύο.
"Εμένα οι σχέσεις οικονομικής εκμετάλλευσης μου είναι ασαφείς και δε μου λένε πολλά, γιατί δεν ανταποκρίνονται τόσο στην πραγματικότητα, όπως τις περιέγραψε ο Μαρξ και οι μετά από αυτόν".
Αν κάποιος θέλει να διαστρεβλώσει κάτι, μπορεί πολύ εύκολα έτσι δεν είναι;
Για παράδειγμα η πρώτη άποψη (εκφρασμένη από τον βιλαρδουίνο), αν γίνει κεντρικό σχήμα και πρακτική ανάλυσης,μπορεί να οδηγήσει χαλαρά, σε καθεστώτα τύπου εσσδ, ρωσίας, κούβας.
Για παράδειγμα επίσης, η δεύτερη άποψη (εκφρασμένη από τον ιν-λοβ-γουιθ-λάιφ), μπορεί να οδηγήσει χαλαρά στο πασοκ, και στη "συμμετοχική δημοκρατία" του γιωργάκη.
Μην σχίζετε τα ιμάτια σας, δεν είπα ότι υπερασπίζεται είτε ο ένας, είτε ο άλλος, κάτι τέτοιο. Με όλο το σεβασμό όμως: προσοχή.
Ένα πράγμα χαρακτηρίζει χοντρικά κατά την γνώμη μου τον καπιταλισμό: η μισθωτή εργασία, δηλαδή η τάση για μετατροπή της εργασίας σε εμπόρευμα, σε κάτι που ανταλλάσσεται με κάποιο αντίτιμο με σκοπό το κέρδος. Λοιπόν. Είναι αδύνατον, αδύνατον, να υπάρχει μισθωτή εργασία, χωρίς να υπάρχει εκμεταλλευτική σχέση (παραγωγή υπεραξίας, παραγωγή δηλαδή υπερπροΪόντος που το ιδιοποιείται κάποιος άλλος από αυτόν που το παράγει). Και είναι αδύνατον, αδύνατο όμως, να υπάρχει μισθωτή εργασία, χωρίς να υπάρχει εξουσιαστική σχέση (κυριαρχία επί του εκμεταλλευόμενου δηλαδή).
Με αυτή την έννοια, οι σχέσεις αυτές είναι αδύνατον, αδύνατον όμως, να μην συνυπάρχουν μέσα στο καπιταλιστικό καθεστώς (ανατολικού τύπου όταν υπήρχε και δυτικού, αυτού δηλαδή που υπάρχει παντού μέσες άκρες σήμερα). Και είναι αδύνατο επειδή οι σχέσεις αυτές, εκφράζουν αντίστοιχα το περιεχόμενο και την μορφή της μισθωτής σχέσης (και κατ' επέκταση : κάθε σχέσης μέσα στον καπιταλισμό). Χωρίς να θέλω να περιαυτολογώ, υπάρχει υπό έκδοση ένα κείμενο μου, που ξεκινάει ακριβώς από αυτό το πράγμα, με περισσότερα επιχειρήματα, από αυτά που μπορώ να παραθέσω τώρα (Ο βααλ κάτι ξέρει σχετικά...)
Κάτι ακόμα, με όλο το σεβασμό.
Υπήρξα κάποτε, γενικά μιλώντας"καστοριαδικός"(αν και ποτέ, δεν αναμασούσα κάθε λέξη του Κορνήλιου, όπως κάνει σύσσωμη η φάρα των σημερινών οπαδών του καστοριάδη στην ελλάδα. Επίσης ποτέ δεν δήλωσα "καστοριαδικός"). Επίσης υπήρξα κάποτε "αντιμαρξιστής" (ποτέ όμως δεν έλεγα τις παπαριές που ακόμα λένε οι σημερινοί "αντιμαρξιστές". Παρόλο που γενικά μπορεί να έλεγα (και να λέω ακόμα) πολλές παπαριές. Επίσης ποτέ δεν δήλωσα "αντιμαρξιστής").
Λοιπόν, αν θέλετε την γνώμη μου, αυτοί που κατάφεραν κάποτε να πουν πέντε πράγματα παραπάνω για το τι συμβαίνει γύρω τους και πως μπορεί να αλλάξει αυτό το πράγμα, το κάνανε γιατί κατάφερανε να μην είναι ούτε μαρξιστές ("εγώ δεν είμαι μαρξιστής" διαλαλούσε ο Μαρξ), ούτε καστοριαδικοί,ούτε αναρχικοί, ούτε καταστασιακοί, γενικά να μην είναι οπαδοί καμιάς "ιδεολογίας". Αντίθετα, όταν αρχίσανε την θεωρία τους να την κάνουν ιδεολογία, να την υποστασιοποιούν δηλαδή, τότε αρχίσανε να λένε και να κάνουν μαλακίες.
Κάτι ακόμα για τον βιλαρδουίνο. Έχω πολλές αμφιβολίες για το πως χρησιμοποιούσαν όλοι αυτοί που αναφέρεις τον Μαρξ (εξαιρώ το midnight oil, κατά την γνώμη μου ανήκει σε άλλη παράδοση). Και πάντως η σκοπιά καθενός από αυτούς, είναι αρκετά διαφορετική από την σκοπιά των υπόλοιπων(π.χ.διαφέρουν στο πως βλέπουν το ζήτημα της οργάνωσης,το ζήτημα του ιμπεριαλισμού, στο πως στέκονται απέναντι στην "κρίση", στην ανάγνωση της ιστορικής κίνησης, κλπ). Τέλος πάντων, μην αρχίσω να λέω κοινοτοπίες. Το προβλήμα μας σήμερα, δεν είναι ούτε ο Κάρολος, ούτε ο Κορνήλιος, ούτε ο Μπακούνιν, ούτε ο Κροπότκτιν, ούτε ο Μπούκτσιν (που εξάλλου έχουν πεθάνει, ας μην το ξεχνάμε).
Hobo
γιατί εμένα τώρα αυτό που έγραψες μου φαίνεται ταυτολογία? εφόσον κυριαρχία και εκμετάλλευση είναι οι δύο πλευρές του ίδιου πράγματος, εφόσον μιλάμε για καπιταλιστική κυριαρχία και καπιταλιστική εκμετάλλευση, είναι αστείο να τα διαχωρίζουμε...
η ουσία του να λές ότι οι εκμεταλλευτικές σχέσεις καθορίζουν τις σχέσεις κυριαρχίας που υπάρχουν, είναι το να καταλαβαίνεις ποια είναι η ουσιαστική διαφορά του καπιταλισμού από άλλα συστήματα εκμετάλευσης (και κυριαρχίας).
το να εστιαάζεις στην εκμετάλλευση νομίζω πως σημαίνει ότι παραδέχεσαι ότι εστιάζεις στον τρόπο με τον οποίο δομείται η παραγωγή των σχέσεων. ε στον καπιταλισμό στο κέντρο βρίσκεται η σχέση εργασία, πως να το κάνουμε... η συγκεκριμένη παραγωγή από κει και πέρα παράγει συγκεκριμένα υποκείμενα και συγκεκριμένες σχέσεις κυριαρχίας, οι οποίες επίσης με τη σειρά τους δρουν πάνω σε και παράγουν την συγκεκριμένη παράγωγή.
δεν ξέρω... το ζήτημα του που βρίσκεται η διαφορά του καπιταλισμού από τα άλλα εκμεταλλευτικά συστήματα μου φαίνεται εμένα ότι κρύβεται πίσω από την κουβέντα...
Πάντως γενικά δεν υφίσταται εκμετάλευση χωρίς κυριαρχία, εκεί είναι η ταυτολογία...
Στην κυριολεξία.
Γι'αυτό μόνο δύο παρατηρήσεις θα κάνω.
Η μία αφορά το αν συνιστά ταυτολογία η ύπαρξη των σχέσεων εκμετάλλευση/ κυριαρχία. Αν κατάλαβα καλά, υποστηρίζεις ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μία σχέση, και όχι δύο. Κατά την γνώμη μου δεν συνιστά ταυτολογία, για διάφορους λόγους.
Καταρχήν για ένα κοινωνικό/ιστορικό λόγο. Υπάρχουν ιστορικές κοινωνίες που η ομάδα που κυριαρχούσε, δεν εκμεταλλευότανε τους κυριαρχούμενους, τουλάχιστον με τους όρους, που εννόησα εγώ την εκμετάλλευση (απόσπαση υπεραξίας).
Είναι μεγάλη συζήτηση αυτή, αλλά θα μπορούσαμε να την κάνουμε.
Δεύτερο, για υλικούς/ πραγματικούς/ σύγχρονους λόγους. Κυριαρχία σημαίνει εξουσία χοντρικά, εκμετάλλευση σημαίνει απόσπαση υπεραξίας χοντρικά. Κάθε σχέση που αναπτύσσεται εντός του καπιταλισμού, τείνει να είναι και εκμεταλλευτική και κυριαρχική(ως περιεχόμενο/ μορφή). Υπάρχουν όμως σχέσεις, που τουλάχιστον στο άμεσο επίπεδο, μοιάζουν να επικρατεί μόνο το ένα χαρακτηριστικό από τα δύο, σαν χαρακτηριστικό τους:Η σχέση δασκάλου- μαθητή,για παράδειγμα, τι σχέση είναι; Σχέση κυριαρχίας σίγουρα. Είναι και σχέση εκμετάλλευσης; Στο άμεσο επίπεδο, δεν μπορεί κάποιος να υποστηρίξει κάτι τέτοιο (δεν βγάζει υπεραξία ο δάσκαλος από το μαθητή, ενώ π.χ. ο καθηγητής πανεπιστ. από το φοιτητή του βγάζει). Τότε; Τότε,αφενός εδώ πάει το "τείνει".
Αφετέρου, αν βλέπαμε πιο συνολικά τα πράγματα, θα λέγαμε ότι η "μάθηση" συνιστά στιγμή ενός κύκλου ("του κύκλου της εμπορευματικής ροής"), στον οποίο το υποκείμενο προετοιμάζεται για να αντληθεί από αυτό υπεραξία, έστω κι αν την συγκεκριμένη στιγμή δεν αποσπάται άμεσα από αυτό υπεραξία. (Μπορούμε φυσικά να πούμε κι άλλα πράγματα. Ότι ο δάσκαλος μέσω της κυριάρχησης του στο μαθητή, επιθυμεί την επιβολή της τάξης, την ηρεμία του δηλαδή, και την απρόσκοπτη εκτέλεση της διαδικασίας της διδασκαλίας,και άρα αποσπά άλλου τύπου "υπεραξία", κλπ)
Αυτό όμως δείχνει ότι οι σχέσεις αυτές, μπορούν σε ορισμένες στιγμές των κοινωνικών διαδικασιών, να μην ταυτίζονται.
Τρίτο για πολιτικούς/ ιδεολογικούς λόγους. Μπορεί εσένα να σου φαίνονται ότι οι όροι κυριαρχία/ εκμετάλλευση είναι ταυτόσημοι, ή έστω συνυπάρχουν σε μια ενότητα, πίστεψε με όμως δεν
"φαίνεται" στην συντριπτική πλειοψηφία του πολιτικοποιημένου κόσμου, όπως κι αν αυτοπροσδιορίζεται(οι δύο παρεμβάσεις των φίλων παραπάνω, δεν είναι η εξαίρεση). Πολύ περισσότερο δεν "φαίνεται" στους προγόνους των μεγάλων παραδόσεων. Είναι τυχαίο για παράδειγμα το πόσο λίγο ασχολήθηκε ο Μαρξ με τις σχέσεις εξουσίας (και κατ' επέκταση με την μεγα- σχέση εξουσίας, την σχέση κράτος), ή είναι τυχαίες οι απόψεις του Λένιν για το κόμμα νέου τύπου; Είναι τυχαίο ακόμα, πόσο ορισμένες τάσεις του αναρχισμου και του φεμινισμού, είδαν μονόπλευρα τις σχέσεις εξουσίας, αγνοώντας την εκμεταλλευτική σχέση;
Σίγουρα όλοι αυτοί δεν ταύτιζαν αυτές τις δύο σχέσεις, γιατί αλλιώς μέσα στην δραστηριότητα τους, δεν θα έπρατταν όπως έπρατταν και πράττουν ακόμα (άρα τελικά δεν είναι καθόλου θεωρητικό αυτό το ζήτημα). Τέλος πάντων.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά, το τι παράγει αυτές τις σχέσεις. Υποθέτω ότι μιλώντας για παραγωγή,μιλάς για παραγωγή σχέσεων, όχι για την ΠΑΡΑΓΩΓΗ (βάση - εποικοδόμημα, κλπ). Συμφωνούμε ότι η εργασία είναι κεντρική διαδικασία στον καπιταλισμό, αυτό είπα κι εγώ παραπάνω. Συμφωνούμε επίσης ότι η μισθωτή εργασία, και όχι το εμπόρευμα συνολικά, είναι το διαφοροποιό στοιχείο του καπιταλισμού από άλλες κοινωνίες.
Αν όμως αντίθετα από ότι κατάλαβα, εννοείς ότι η σχέση ΠΑΡΑΓΩΓΗ, παράγει τις άλλες σχέσεις, θα διαφωνούσα. Οκ, η ΠΑΡΑΓΩΓΗ είναι κεντρική κοινωνικά διαδικασία, στον καπιταλισμό. Οκ, η ΠΑΡΑΓΩΓΗ επηρεάζει και καθορίζει σημαντικά και τις άλλες σχέσεις. Αλλά οι άλλες σχέσεις του καπιταλισμού, δεν είναι αντανάκλαση της παραγωγής, ούτε βέβαια γεννιούνται από αυτήν. Αλλά κι αυτό είναι μεγάλη συζήτηση (που έχει γίνει χιλιάδες φορές...)
Τέλος πάντων, βαριά πράγματα όλα αυτά(αλλά έχουν ένα νόημα).
Εν τω μεταξύ, το αρχικό ποστ ήταν ένα κείμενο για την κρίση των τροφίμων...
Hobo
μόνο δυο λέξεις...
όταν χρησιμοποίησα τη λέξη εκμετάλευση δεν εννοούσα μόνο την απόσπαση υπεραξίας, αλλά αδυνατώ δυστυχώς να δώσω έναν ορισμό τώρα...
και ναι, προφανώς εννοούσα παραγωγή σχέσεων και όχι ΠΑΡΑΓΩΓΗ
ενηγουέη. ενδιαφέρουσα κουβέντα παιδιά, ακόμα και υπ αυτές τις συνθήκες...
τσάο