1. Η Αρχή της Πολιτιστικής Επανάστασης (1964-1976)
Η αποτυχία του Μεγάλου Άλματος θα σημάνει την έκλειψη του Μάο από την πολιτική σκηνή και την επικράτηση της αναπτυξιακής γραμμής του Λιού Σάο Τσι και του Ντενγκ Σιάο Πινγκ: η οργάνωση της εργασίας θα ακολουθήσει το φορντικό μοντέλο καταμερισμού εργασίας και υλικών κινήτρων (πριμ). Ωστόσο, η επικράτηση του «σοβιετικού δρόμου» στην οικονομία δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί δίχως μια σειρά από υπερδομικές διορθώσεις. Την δουλειά αυτή θα την αναλάβουν μια σειρά από λογοτέχνες προερχόμενοι από την «νέα τάξη» των διευθυντών. Ανάμεσά τους πιο λαμπρός θεωρείται ο Τενγκ Το, ο οποίος σε άρθρο του το 1961 θα βάλει εναντίον της σπατάλης του «πλέον ανεκτίμητου εμπορεύματος: της εργασίας», ενώ στους «Βραδινούς Θρύλους» το 1962 θα αμφισβητήσει ανοιχτά την δημιουργικότητα των μαζών λέγοντας πως «οι άνθρωποι δεν μπορούν να ενεργήσουν από μόνοι τους». Πρόκειται λοιπόν για μια γενιά ρεαλιστών της οικονομίας, ή οικονομιστών όπως θα κατηγορηθούν από τους αντιπάλους τους, η οποία στρέφεται εναντίον του μαοϊκού μοντέλου κοινωνικής και παραγωγικής ανάπτυξης το οποίο είχε σαν εργαλείο την ισχύ της ιδεολογίας (περί δημιουργικότητας των μαζών, περί της επικράτησης του ανατολικού ανέμου επί του δυτικού κοκ) και στόχο της την δίχως όρια και πάνω σε υπερβολονταριστικές βάσεις υπερεκμετάλλευση των εργατών και αγροτών. Το μαοϊκό «πρόσταγμα της πολιτικής» απέναντι στο τεχνοκρατικό «πρόσταγμα της οικονομίας» έθετε σαν βάση της υπερεκμετάλλευσης τα λεγόμενα ηθικά κίνητρα: η αύξηση της παραγωγικότητας απορρέει κυρίως α) από την επιθυμία να ξεπεράσει κανείς άλλα άτομα κι ομάδες, β) από την τάση να δρα κανείς καλύτερα λόγω της έντονης και στενής ταύτισης του με μια ομάδα. Έτσι, το αίσθημα συμμετοχής στην και σε ένα βαθμό ελέγχου της παραγωγικής διαδικασίας το οποίο παρουσιαζόταν από τους μαοϊκούς ως η βουλησιαρχική βάση της επανάστασης των παραγωγικών σχέσεων («όλες οι μορφές έμμεσης διαχείρισης συνεπάγονται την ανάπτυξη του πραγματικού υποκειμένου στην κοινωνία»), δεν αποτελούσε παρά μια πειθαρχική κυβερνητική μέθοδο που σκοπό της είχε όχι απλά την αποδοχή μα την ενεργό παραγωγή του κρατικού σχεδίου από την εργατική δύναμη.
Ο στόχος της «νέας τάξης» ήταν εξίσου η υπερεκμετάλλευση της εργασίας, μα η μέθοδος διέφερε σημαντικά: οι διευθυντές και τα κομματικά στελέχη θεωρούσαν ως καταλληλότερο μέσο για την μαζική χειραγώγηση της εργασίας την αύξηση της παραγωγής καταναλωτικών αγαθών και τα υλικά κίνητρα τα οποία θα είχαν σαν αποτέλεσμα την αναχαίτιση των αρνήσεων. Η δε σχέση αυτής της τάξης με την λογοτεχνία οφείλεται στο γεγονός ότι το ιδεολογικό πεδίο ήταν τόσο ελεγχόμενο από τους μαοϊκούς ακόμα και μετά την αποτυχία του Μεγάλου Άλματος, που η επίθεση στο επίπεδο των υπερδομών μπορούσε να γίνει ακόμα μονάχα έμμεσα. Για αυτό και οι μαοϊκοί με σκοπό να βάλλουν εναντίον της νομιμότητας του φορντικού μοντέλου ανάπτυξης, θα επιλέξουν να συγκρουστούν ακριβώς σε αυτό το πεδίο.
Αφορμή για την εξαπόλυση μιας ολομέτωπης επίθεσης στο πεδίο της κουλτούρας-πολιτικής ήταν η έκδοση ενός θεατρικού έργου του επιφανούς λογοτέχνη, εργοστασιακού διευθυντή και αντιδημάρχου της Σαγκάης Βου Χαν (Η απόλυση του Χάι Τζουί) σχετικά με έναν μανδαρίνο του 16ου αιώνα ο οποίος στάθηκε με τους αγρότες εναντίον ενός δεσποτικού αυτοκράτορα και γυμνώθηκε από τα αξιώματά του σε αντίποινα. Το έργο είχε εκδοθεί το 1961 με το σλόγκαν «Διδαχτείτε από τον Χάι Τζουί» και θα θεωρηθεί απροκάλυπτη επίθεση εναντίον των μαοϊκών μιας και ο ήρωας της ιστορίας έμοιαζε εκπληκτικά με τον Πενγκ Ντε Χουάι (Υπουργός Εθνικής Άμυνας ο οποίος το 1958 είχε ασκήσει με τις πλάτες του Χρουστσόφ οξεία κριτική στο Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός), τον οποίο τα τεχνοκρατικά στοιχεία της ΚΕ επιθυμούσαν να αποκαταστήσουν μετά το καταστροφικό τέλος του Μεγάλου Άλματος. Είχε ήδη προηγηθεί κατά το 10ο συνέδριο της 8ης ΚΕ του ΚΚΚ, στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1962, μια πρώτη αντεπίθεση των μαοϊκών με την εξαπόλυση μιας νέα καμπάνιας μεταμόρφωσης των υπερδομών της κινεζικής κοινωνίας οι οποίες θεωρούνταν υπεύθυνες για την αποτυχία του Μεγάλου Άλματος: η ημιτελής πολιτική εκπαίδευση των αγροτικών μαζών είχε επιτρέψει, κατά τον Μάο, λάθη από μεριάς του διοικητικού προσωπικού. Επιπλέον, η «επιβράδυνση του επαναστατικού ηθικού στις πόλεις» και ιδιαίτερα ανάμεσα στους καλλιτέχνες και τους διανοούμενους δυσχέραινε ακόμα περισσότερο την κατάσταση: «η κοινωνική και οικονομική βάση έχει αλλάξει, όμως οι τέχνες ως μέρος της υπερδομής, που εξυπηρετούν αυτή την βάση, παραμένουν ένα σοβαρό πρόβλημα. Πρέπει λοιπόν να ερευνήσουμε, να μελετήσουμε και να δώσουμε προσοχή σε αυτό το ζήτημα. Δεν είναι παράλογο που τόσοι κομμουνιστές προωθούν με ενθουσιασμό την φεουδαρχική και καπιταλιστική τέχνη, κι όχι την σοσιαλιστική;». Εδώ ο Μάο δείχνει ξεκάθαρα τους λογοτέχνες της «νέας τάξης»: ορισμένοι εκπρόσωποι της κουλτούρας «έχουν συμπεριφερθεί σαν παντοδύναμοι γραφειοκράτες, δεν πήγαν στους εργάτες στους αγρότες και τους στρατιώτες, και δεν έχουνε για στόχο τους την σοσιαλιστική επανάσταση και οικοδόμηση. Τα πρόσφατα χρόνια έχουνε γλιστρήσει μέχρι τα όρια του ρεβιζιονισμού».
Την όξυνση του μετώπου πολιτικής-κουλτούρας θα αναλάβει η Τζιανγκ Τσινγκ, η τρίτη σύζυγος του Μάο. Η πρώτη της δημόσια εμφάνιση είχε γίνει τον Δεκέμβρη του 1962 όταν τέθηκε επικεφαλής στην υποδοχή του προέδρου της Ινδονησίας Σουκάρνο, λίγο πριν το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ιάβα και την σφαγή 60,000 κομμουνιστών και κινέζων. Η Τζιανγκ Τσινγκ, θα ηγηθεί μιας θεατρικής αβανγκάρντ η οποία θα κατακτήσει το παραδοσιακό κρατικό φεστιβάλ της Όπερας του Πεκίνου στην κινεζική πρωτεύουσα το καλοκαίρι του 1964, παρουσιάζοντας ένα εντελώς νέο είδος όπερας με σοσιαλιστικό-ρεαλιστικό περιεχόμενο: την όπερα-μοντέλο (χαρακτηριστικά δείγματα είναι Το κόκκινο τάγμα των γυναικών, και το Κατακτώντας το βουνό Τζι με τη βία). Οι αυτοκράτορες κι οι στρατηγοί αντικαταστάθηκαν από εργάτες και γεωργούς, ενώ η θεματική μετατοπίστηκε από το ρομάντζο στην επανάσταση και τον ανταρτοπόλεμο. Τώρα η Τζιανγκ Τσινγκ σε συνεργασία με δύο στενούς της συνεργάτες, τον Τσανγκ Τσουν Τσιάο, τρίτο γραμματέα του ΚΚ Σαγκάης, και τον νεαρό Γιάο Ουέν Γιουάν, ριζοσπαστικό δημοσιογράφο σε εφημερίδα της Σαγκάης θα κληθούν να αναλάβουν την επίθεση εναντίον του θεατρικού έργου του Βου Χαν, του cause celebre των μαοϊκών.
Η κριτική θα εκδοθεί στο όνομα του Γιάο Ουέν Γιουάν, και παρά τον αιχμηρό της τόνο, θα αγνοηθεί επιδειχτικά από τα ΜΜΕ. Τα μέσα ενημέρωσης στο Πεκίνο βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του δημάρχου Πενγκ Τσεν, στενού συνεργάτη του Βου Χαν και υποστηριχτή των θέσεων της «νέας τάξης» των τεχνοκρατών μέσα στο κόμμα. Μαζί με τον υπουργό πολιτισμού, ο Πενγκ ήταν μέλος της Επιτροπής των Πέντε για την Πολιτιστική Επανάσταση η οποία είχε δημιουργηθεί στην κορφή του ΚΚΚ για να κατευθύνει την υπερδομική μεταρρύθμιση (δηλαδή να περιορίσει τον ρόλο των μαοϊκών σε αυτή). Έτσι, οι επικριτές του Βου Χαν έπρεπε να βρουν άλλο μέσο έκφρασης. Από την μια, μπορούσαν να απευθυνθούν στα τοπικά μέσα, και στο στρατιωτικό σύστημα ενημέρωσης όπως η Ημερησία του ΛΑΣ, κι από την άλλη, οι επικριτές είχαν επαφές με τον Τσεν Μπο Ντα, ο οποίος είχε αντικαταστήσει τον υπουργό πολιτισμού ως εκδότης του κεντρικού θεωρητικού οργάνου του κόμματος, την Κόκκινη Σημαία. Ιδιαίτερα ανάμεσα στον στρατό, οι προσπάθειες της ομάδας της Σαγκάης βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση, κι ο Λιν Μπιάο τους ζήτησε να δημιουργήσουν μια ομάδα συζήτησης για το έργο της λογοτεχνίας και της τέχνης στις ένοπλες δυνάμεις. Ο Λιν Μπιάο θα συμβουλέψει το Πολιτικό Γραφείο: «η συντρόφισσα Τζιανγκ Τσινγκ μου μίλησε εχθές. Έχει πολύ οξεία πολιτική σκέψη σε σχέση με ζητήματα της λογοτεχνίας και της τέχνης. Έχει πολλές κι ανεκτίμητες απόψεις. Πρέπει να τους δώσετε προσοχή και να φροντίσετε να εφαρμοσθούν ιδεολογικά και οργανωτικά». Η ομάδα του Πενγκ έσπευσε να προστατεύσει τις θέσεις Ομάδας των Πέντε, και εξαπέλυσε επίθεση μέσω της κεντρικής εφημερίδας του κόμματος ΡενΜιν ΡιΜπάο (Λαϊκή Ημερησία) εναντίον του Γιάο Ουέν Γιουάν και των υποστηρικτών του στην Κόκκινη Σημαία. Οι Πέντε αποφάσισαν πως η κριτική του πολιτισμού έπρεπε να παραμείνει μια ακαδημαϊκή-ιστορική συζήτηση στα χέρια εξουσιοδοτημένων ιδεολογικών αυθεντιών και να μην πάρει δημόσιες διαστάσεις. Οι θέσεις τους βρήκαν υποστήριξη από τον Λιού Σάο Τσι και την ομάδα των τεχνοκρατών.
Σε απάντηση, ο Μάο θα επιχειρήσει πολιτικό πραξικόπημα καλώντας συνέδριο του ΠΓ στο Χαντζόου, μακριά από την συντηρητική βάση στο Πεκίνο, σε μια περιοχή υπό τον έλεγχο των μαοϊκών. Το πρώτο θέμα που τέθηκε από τον ΥΠΕΞ Τσεν Γι, ήταν η απόρριψη πρόσκλησης στο 23ο συνέδριο του ΚΚΕΣΣΔ στη Μόσχα. Στο δεύτερο σκέλος του συνεδρίου, ο Μάο θα ταχθεί υπέρ του Γιάο Ουέν Γιουάν: «ο Βου Χαν και ο Τσιέν Μπο Τσαν (υπο-πρύτανης του πανεπιστημίου ΜπέιΝτα) φέρουν κάρτα μέλους του ΚΚΚ, μα στην πραγματικότητα είναι ακόμα μέλη του ΓκουοΜινΤάνγκ. Οι μπουρζουάδικες ακαδημαϊκές αρχές πρέπει να υποστούν κριτική. Πρέπει να διαμορφώσουμε οι ίδιοι την νεολαία χωρίς να φοβόμαστε πως θα προσβάλλουν τον λεγόμενο νόμο του βασιλιά». Ο Λιού Σάο Τσι θα αποστασιοποιηθεί από την υποστήριξη του Βου Χαν, μα θα φροντίσει να μην πληγεί ο Πενγκ Ντε Χουάι. Δυο μέρες μετά το τέλος του συνεδρίου, μια σύνοψη των πρακτικών των συνομιλιών της ομάδας της Σαγκάης θα προωθηθεί από τον Λιν Μπιάο στα μέλη της Στρατιωτικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΚ, η οποία μετά την πτώση του Λο Τζουί Τσινγκ από την ηγεσία του στρατού βρισκόταν υπό τον πλήρη έλεγχο των μαοϊκών. Η επιτροπή θα θέσει το ζήτημα της ομάδας στο ΠΓ αντιμετωπίζοντας πια άμεσα τον Πενγκ Τσεν. Υποστηριζόμενος από το Ζου Εν Λάι, ο Τσεν Μπο Ντα θα εξαπολύσει επίθεση εναντίον του Πενγκ κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της γραμματείας του κόμματος. Τελικά ο Πενγκ και η Ομάδα των Πέντε θα καθαιρεθεί: «η αναφορά της Ομάδας των Πέντε (Σχετικά με τον Βου Χαν) αντιτίθεται προς την ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής επανάστασης…επιτίθεται στην προλεταριακή αριστερά και προστατεύει την αστική δεξιά, ετοιμάζοντας την κοινή γνώμη για την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Αποτελεί αντανάκλαση της αστικής ιδεολογίας μέσα στο κόμμα, αποτελεί πέρα για πέρα ρεβιζιονισμό…οφείλουμε να κριτικάρουμε και να διαπομπεύουμε τους εκπροσώπους της μπουρζουαζίας που έχουνε τρυπώσει μέσα στο κόμμα, την κυβέρνηση, τον στρατό και όλες τις σφαίρες του πολιτισμού…πάνω από όλα δεν πρέπει να εμπιστευτούμε σε αυτούς τους ανθρώπους την ηγεσία της Πολιτιστικής Επανάστασης».
Στις 18 του Μάη 1966, η ηγεσία θα συνεδριάσει ξανά. Ο Μάο θα απουσιάζει και ο πρώτος που θα μιλήσει είναι ο Λιν Μπιάο, ο ρόλος του οποίου είχε ενισχυθεί δραματικά μέσα από την κρίση. Ο Λιν Μπιάο θα βγάλει τον πιο σημαντικό λόγο της ζωής του (γνωστό από το απόφθεγμα «για την επανάσταση χρειάζονται πηγάδια με μελάνι και βαρέλια με μπαρούτι»). Θα μιλήσει για στρατιωτική απειλή εναντίον του καθεστώτος και για την προετοιμασία ενός αντεπαναστατικού πραξικοπήματος. Ο Λιν Μπιάο θα συνεχίσει τον λόγο του εξυμνώντας την ιδιοφυΐα του Μάο και το φυσικό του ταλέντο: «κάθε φράση του είναι σαν χίλιες φράσεις». Πολλές από τις μισές αλήθειες και τις υπερβολές αυτού του λόγου σύντομα θα αποκτήσουν μια αυτόνομη ζωή, αλλά προς το παρόν όλοι οι μαοϊκοί συμφωνούσαν και θεωρούσαν την συνεργασία του Γενικού Επιτελείου αναπόφευκτη για την σύγκρουσή τους με την «νέα τάξη» των τεχνοκρατών στελεχών. Ο Λιν Μπιάο αναλαμβάνοντας ενεργά πια μέρος στην εκστρατεία εναντίον του φορντικού μοντέλου θα εκδώσει το πασίγνωστο κόκκινο βιβλιαράκι με αποφθέγματα του Μάο, το οποίο θα γίνει αναγκαστικό ανάγνωσμα ανάμεσα σε αξιωματικούς και στρατιώτες, πριν γενικευτεί ως η βίβλος της Πολιτιστικής Επανάστασης και του μαοϊσμού διεθνώς. Επιπλέον, κατά την κρίσιμη περίοδο Απρίλη-Ιούνη ειδικές δυνάμεις του ΛΑΣ θα τεθούν σε επιφυλακή για να αποτρέψουν οποιαδήποτε πραξικοπηματική κίνηση από την τεχνοκρατική/ διευθυντική φράξια. Ο Λιν Μπιάο θα μεταφέρει στρατεύματα κοντά στην πρωτεύουσα για να προλάβει περίπτωση ανταρσίας, ενώ ο Μάο θα μείνει μακριά από το Πεκίνο μέχρι να επιλυθεί η κρίση. Ο ρόλος του στρατού στις αρχές κιόλας της Πολιτιστικής Επανάστασης ήταν κρίσιμος.
Όμως όλους αυτούς τους μήνες η αντιμαχία μαοϊκών-τεχνοκρατών δεν θα καταφέρει να περιοριστεί στα γραφεία του κόμματος, και στα στρατόπεδα του ΛΑΣ, δηλαδή θα ξεπεράσει τα όρια μιας «ενδογραφειοκρατικής διαμάχης». Στις αρχές του Φλεβάρη η Φιλοσοφική του ΜπέιΝτα θα απορρίψει την αίτηση της πρυτανείας (η οποία είχε στενές σχέσεις με τον Πενγκ) να αρχίσει μια εκτενής ιστορική έρευνα για την καταγωγή του Χάι Τζουί στο θεατρικό του Βου Χαν, μιας κι αυτό θα μετέτρεπε μια θεμελιακά πολιτική συζήτηση σε ένα καθαρά ακαδημαϊκό ζήτημα. Καθώς η πολιτική κρίση κλιμακωνόταν, ο ανταγωνισμός βάσης και κορφής στο ακαδημαϊκό κατεστημένο θα οξυνθεί, έως ότου στις 24 του Μάη ένας αριθμός καθηγητών και μαθητών κρεμάσουν στο προαύλιο του πανεπιστημίου αφίσα με μεγάλους χαρακτήρες που είχε τίτλο: «Ποίος είναι ο ρόλος σας στην Πολιτιστική Επανάσταση;». Όταν οι πανεπιστημιακές αρχές οργανώσουν αντιδιαδήλωση και στείλουν ορισμένους φοιτητές στους αγρούς για επανεκπαίδευση (βάσει του μαοϊκού αποφθέγματος «κατέβα στα χωριά, ανέβα στα βουνά»), ριζοσπάστες φοιτητές και καθηγητές θα απευθυνθούν στον Μάο ο οποίος θα προωθήσει την διάδοση του κειμένου της αφίσας μέσω του Κανγκ Σενγκ (του μοναδικού από την Ομάδα των Πέντε που διαχώρισε την θέση του και θα προσχωρήσει στην ομάδα της Τζιανγκ Τσινγκ) προκειμένου να βρει μιμητές. Θα ακολουθήσει μια βδομάδα επαναστατικής γιορτής σε όλα τα πανεπιστήμια του Πεκίνου, κατά την οποία οι εξόριστοι φοιτητές θα επιστρέψουν θριαμβευτές και εκατοντάδες χιλιάδες αφίσες θα γραφτούν εναντίον των ακαδημαϊκών γραφειοκρατών.
Ωστόσο, ο Λιού Σάο Τσι και ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ θα προστατέψουν τις ακαδημαϊκές αρχές και θα προσπαθήσουν να ελέγξουν την πανεπιστημιακή εξέγερση στέλνοντας κομματικούς καθοδηγητές. Στις 19 του Ιούνη 1966 θα καταφτάσουν στο Πολυτεχνείο Τσινγκχουά του Πεκίνου 500 κομισάριοι με σκοπό να ελέγξουν 40,000 εξεγερμένους φοιτητές. Η άφιξη των κομισάριων θα οδηγήσει σε ραγδαία πόλωση της κατάστασης. Όταν την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες ανακοινώσουν τον διωγμό της ομάδας του Πενγκ Τσεν από το κόμμα, ριζοσπάστες φοιτητές θα απαγάγουν κορυφαία στελέχη της πανεπιστημιακής γραφειοκρατίας και θα τους επιβάλουν δημόσια αυτοκριτική, επικαλούμενοι ένα από τα πρώτα έργα του Μάο: «η επανάσταση δεν είναι σαν να δίνεις δεξίωση, ή να γράφεις ένα δοκίμιο, ή να ζωγραφίζεις ένα πίνακα, ή να κεντάς με βελονάκι, δεν μπορεί να είναι τόσο εκλεπτυσμένη, τόσο ευχάριστη, τόσο ευγενική, τόσο πράα, τόσο λεπτεπίλεπτη, τόσο φιλική, τόσο συγκρατημένη, τόσο μεγαλόψυχη. Η επανάσταση είναι μια εξέγερση, μια πράξη βίας με την οποία μια τάξη ανατρέπει μια άλλη τάξη». Πολλοί συντηρητικοί φοιτητές, με πρωτεργάτισσες την κόρη και την γυναίκα του Λιού Σάο Τσι θα πάρουν το μέρος των απαχθέντων, θα δημιουργήσουν τις λεγόμενες «ομάδες εργασίας» και θα θέσουν τον συγγραφέα της πρώτης αφίσας Κάι Ντα Φου υπό κατ’ οίκον περιορισμό. Ο Κάι Ντα Φου θα αρχίσει απεργία πείνας και ο Τσεν Μπο Ντα θα επισκεφτεί το πανεπιστήμιο τασσόμενος υπέρ των ριζοσπαστών. Ο Λιού Σάο Τσι και η τεχνοκρατική/ διευθυντική φράξια θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την κρίση και να συγκαλέσει συνέδριο εν τη απουσία του Μάο, μα θα εμποδιστούν από τον Λιν Μπιάο και τον Ζου Εν Λάι. Στις 16 του Ιούλη του 1966, ο Μάο θα καταφέρει επιχειρήσει ένα συμβολικό χτύπημα στους αντιπάλους του με μια θεατρική πράξη η οποία θα κάνει τον γύρω του κόσμου. Παρά τα 73 του χρόνια θα βουτήξει στα επικίνδυνα νερά του ποταμού Γιανγκτσέ και θα κολυμπήσει για πολύ ώρα ανάμεσα στα ισχυρά ρεύματα και τις δίνες, αποδεικνύοντας πως ο Μεγάλος Τιμονιέρης δεν ήταν καθόλου άρρωστος όπως ήθελαν οι φήμες, αλλά είχε πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Την επόμενη μέρα θα επιστρέψει στο Πεκίνο οπού θα ενημερωθεί από τον Τσεν Μπο Ντα για τις κινήσεις της τεχνοκρατικής/ διευθυντικής φράξιας, και θα τοιχοκολλήσει μια ιδιόγραφη αφίσα με το κρυπτικό σύνθημα «Όταν κάποιος έχει βουτήξει στη θάλασσα, δεν είναι παρά μια σταγόνα νερό. Τα σύννεφα δεν μπορούν πια να καλύψουν την κορφή του βουνού». Λίγες μέρες μετά οι Τσεν Μπο Ντα, Κανγκ Σενγκ και Τζιανγκ Τσινγκ θα φτάσουν στα πανεπιστήμια του Πεκίνου οπού θα διαλύσουν τις «ομάδες εργασίας» και θα επιβάλουν αυτοκριτική στην γυναίκα του Λιού Σάο Τσι. Στο σημείο αυτό, η φοιτητική εξέγερση θα περάσει σε μια δεύτερη φάση κατά την οποία θα μετατραπεί σε καταλύτη ενός πολύ ευρύτερου αντι-γραφειοκρατικού κινήματος.
2. Οι Ερυθροφρουροί
Κατά τους προηγούμενους μήνες του 1966 είχαν διαμορφωθεί πολλές ομάδες φοιτητών. Κάποιες ήταν τμήματα της κομματικής νεολαίας τα οποία είχαν ως σκοπό να λειτουργήσουν ως πρωτοπορία του νεολαιίστικου κινήματος. Άλλες ήταν ημι-παράνομες ομάδες οι οποίες μετά την συντριβή των συντηρητικών φοιτητικών οργανώσεων («ομάδες εργασίας») πολλαπλασιάστηκαν ραγδαία και υιοθέτησαν διάφορα ονόματα από την σοσιαλιστική μυθολογία, αν και θα γίνουν γνωστές με τον συλλογικό χαρακτηρισμό «ερυθροφρουροί». Οι κρατικοί θεσμοί σχετίζονταν με δυο τρόπους με αυτές τις ομάδες, οι οποίες ουδέποτε είχαν κάποιο κεντρικό σχεδιασμό δράσης ή ένα μόνιμο σύστημα επικοινωνίας μεταξύ τους. Πρώτον, ο στρατιωτικός μηχανισμός υπό τον έλεγχο του Λιν Μπιάο θα υποστήριζε τους ερυθροφρουρούς με δωρεάν μεταφορές, ρουχισμό, στέγαση, ενώ οι πολιτικοί κομισάριοι του στρατού θα προσφέρουν ηθική υποστήριξη και κάλυψη νομιμότητας στους εξεγερμένους. Δεύτερον, η νεοϊδρυθείσα Ομάδα για την Πολιτιστική Επανάσταση (Κανγκ Σενγκ, Τσεν Μπο Ντα, Τζιανγκ Τσινγκ, Τσανγκ Τσουν Τσιάο, Γιάο Ουέν Γιουάν, Ουάνγκ Λι, Κουν Φενγκ και Τσι Πεν Γιου) μια ομοσπονδία ριζοσπαστών καλλιτεχνών και διανοούμενων η οποία είχε αντικαταστήσει την Ομάδα των Πέντε, θα προωθήσει την μαζική κινητοποίηση των ερυθροφρουρών και θα είναι σε συνεχή επαφή με τις διάφορες φράξιές τους στα πανεπιστήμια. Την πρώτη μέρα του Αυγούστου του 1966 θα καλεστεί συνέδριο του κόμματος κατά το οποίο ο Μάο θα κρεμάσει αφίσα με το σύνθημα «Βομβαρδίστε τα Κομματικά Αρχηγεία!». Η ΚΕ θα συμφωνήσει με την προέκταση της Πολιτιστικής Επανάστασης σε ένα ευρύτερο αντι-γραφειοκρατικό κίνημα. Μετά το τέλος του συνεδρίου, ο Λιν Μπιάο θα εκφωνήσει την έναρξη της επίθεσης εναντίον των τεσσάρων παλιών από την πύλη της Απαγορευμένης Πόλης στην πλατεία Τιαναμέν: «Υπό την ηγεσία του Προέδρου Μάο πρέπει να εξαπολύσουμε άγρια επίθεση εναντίον της αστικής ιδεολογίας, των παλιών εθίμων, και των παλιών δυνάμεων της συνήθειας! Πρέπει να ανατρέψουμε ολοκληρωτικά, να συντρίψουμε και να διαπομπεύουμε τους αντεπαναστάτες ρεβιζιονιστές, τους αστούς δεξιούς και τις αντιδραστικές αστικές αρχές, και ποτέ να μην τους αφήσουμε να σηκώσουνε ξανά κεφάλι!». Θα ακολουθήσει κύμα λεηλασιών εύπορων σπιτιών, και μαζικές καταστροφές αρχαίων και δυτικών αντικειμένων. Το ταξίδι από και προς τις επαρχίες θα απαλλαχθεί από κάθε αντίτιμο, ενώ θα οργανωθούν τεράστιοι ξενώνες στο κέντρο του Πεκίνου. Μέσα στο καλοκαίρι του ’66, 11 εκατομμύρια ερυθροφρουροί θα περάσουν από το Πεκίνο για να ακούσουν τους λόγους του Μάο του Λιν Μπιάο, του Τσεν Μπο Ντα και του Ζου Εν Λάι.
Γρήγορα ωστόσο η κομματική ηγεσία βρέθηκε να έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο της κατάστασης, η οποία από μια ενορχηστρωμένη διένεξη μεταξύ των κυρίαρχων του ιδεολογικού μηχανισμού και των κυρίαρχων του οικονομικού μηχανισμού θα εξελιχθεί σε γενικευμένη εξέγερση εναντίον της κομματικής γραφειοκρατίας. Στην αρχή θα γίνουν προσπάθειες συγκράτησης του κινήματος με απειλές για διαγραφές από τα πανεπιστήμια σε περίπτωση μακρόχρονων απουσιών. Μα η επαναστατική πρωτοπορία των πόλεων θα σκορπίσει απτόητη στις επαρχίες για να καταδιώξει την τοπική γραφειοκρατία και να πληροφορήσει τους αγρότες για τα ιδανικά της νέας επανάστασης.
Στις 31 Αυγούστου 1966 το δημαρχείο της Σαγκάης θα πολιορκηθεί από ερυθροφρουρούς οι οποίοι κατά τους επόμενους μήνες θα καταλάβουν πολλά εργοστάσια και τυπογραφία. Οι γραφειοκράτες, οι τεχνοκράτες/διευθυντές και τα συνδικάτα θα οργανώσουν μια σειρά από εργατικές αντιδιαδηλώσεις με αποτέλεσμα άγνωστο αριθμό νεκρών από τις συγκρούσεις. Μέχρι τον Γενάρη του 1967, ο αριθμός και η ένταση των συγκρούσεων και των συγκρουόμενων στο δρόμο θα πάρει εμφυλιοπολεμικές διαστάσεις (οι αντικρουόμενες ομάδες θα αποτελούνται από μισό με ένα εκατομμύριο μέλη η κάθε μια). Ο Τσανγκ Τσουν Τσιάο θα αναλάβει να αποκλιμακώσει την «Καταιγίδα του Γενάρη» ζητώντας από τον λαό της Σαγκάης «να συμφιλιώσει την παραγωγή με την επανάσταση». Στις 11 του Γενάρη, ωστόσο οι επαναστάτες θα καταλάβουν όλους τους μείζονες τομείς της διοίκησης και της βιομηχανίας της πόλης και η ΚΕ του ΚΚΚ θα εγκρίνει την εξέλιξη της κατάστασης. Παρουσία ενός εκατομμυρίου ερυθροφρουρών θα κηρυχθεί η Κομμούνα της Σαγκάης. Οι ερυθροφρουροί θα επικαλεστούν ξανά και ξανά το παράδειγμα της Παρισινής Κομμούνας ως θεσμικό μοντέλο για την νέα επαναστατική κοινωνία που οραματίζονταν. Η πρώτη αναφορά στους Κομμουνάρους είχε γίνει τον Μάρτη του 1966 από την Κόκκινη Σημαία και θα καθιερωθεί ανάμεσα στους ερυθροφρουρούς στον βαθμό που τα 16 σημεία της Ομάδας για την Πολιτιστική Επανάσταση θα περιέχουν το εξής άρθρο: «είναι αναγκαίο να εισάγουμε ένα σύστημα γενικών εκλογών, όπως αυτό της Παρισινής Κομμούνας, για την εκλογή μελών στις ομάδες της Πολιτιστικής Επανάστασης και για τις επιτροπές και τους εκπροσώπους στα συνέδρια της Πολιτιστικής Επανάστασης». Το εκλογικό σύστημα των Κομμουνάρων θα αναλυθεί διεξοδικά στον καθημερινό τύπο και το φθινόπωρο του 1966 ο Λιν Μπιάο θα δηλώσει δημόσια στην Τιαναμέν: «τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού θεσπίζονται με απόλυτη πίστη στις αρχές της Παρισινής Κομμούνας. Χωρίς αυτή την εκτεταμένη δημοκρατία θα ήταν αδύνατον να ακολουθήσουμε τη αυθεντική Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση». Παρ’ όλ’ αυτά, οι ερυθροφρουροί θα κάνουν ελάχιστες προσπάθειες αυτοθέσμισης στις περιοχές που κατάφερναν να καταλάβουν.
Αν και μέσα στους δυο πρώτους μήνες του 1967, θα προσπαθήσουν να καταλάβουν την εξουσία σε 14 από τις 29 επαρχίες της δημοκρατίας, το παράδειγμα της Σαγκάης δεν επαναλήφθηκε. Οι ερυθροφρουροί ήταν υπερβολικά διασπασμένοι, ιδεαλιστές και άπειροι για να τα βάλουν με την πετσωμένη γραφειοκρατία. Στο Πεκίνο η πρωτοβουλία για κατάληψη της πόλης από ερυθροφρουρούς κι επαναστατημένους εργάτες εμποδίστηκε μετά από παρέμβαση του Ζου Εν Λάι, ενώ η μαοϊκή ηγεσία άρχισε να προβάλει ένα νέο είδος κριτικής, ενάντια στον αυθορμητισμό και την υποκειμενικότητα (ουσιαστικά ενάντια στην αυτό-οργανωμένη αντι-βία), ενάντια στην εκτενή δημοκρατία (ουσιαστικά ενάντια στο κομμουνάρικο μοντέλο της Σαγκάης, και υπέρ του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού), ενάντια στον «αναρχισμό» ο οποίος «παρουσιάζει τις μη-ανταγωνιστικές αντιθέσεις των μαζών ως ανταγωνιστικές». Παράλληλα η μαοϊκή κομματική φράξια θα αναζητήσει ένα πιο μετριοπαθές μοντέλο σύμπλευσης της παραγωγικής υποδομής και της ιδεολογικής υπερδομής. Η ευκαιρία για την εδραίωση αυτού δόθηκε για πρώτη φορά στην σημαντική βιομηχανική επαρχία του ΧέιλονγκΤζιανγκ στην Μαντζουρία. Λίγο μετά την κατάληψη της Σαγκάης, ομάδες ερυθροφρουρών θα εξαπολύσουν ολομέτωπη επίθεση στην πρωτεύουσα της επαρχίας Χαρμπίν, κατά την οποία θα καταλάβουν την κομματική εφημερίδα, το ραδιόφωνο και τα αρχηγεία της αστυνομίας. Ωστόσο θα συναντήσουν τη λυσσασμένη αντίσταση χιλιάδων εργατών, οι οποίοι άλλοι παρακινούμενοι από τα (υπό γραφειοκρατικό έλεγχο) συνδικάτα, και άλλοι αντιστεκόμενοι στην εντατικοποίηση της εργασίας, θα θεωρήσουν τους εξεγερμένους φοιτητές ταξικούς τους εχθρούς. Εν τέλει, οι ερυθροφρουροί θα προσεγγιστούν από τον Γενικό Γραμματέα της επαρχίας αλλά και από τον στρατιωτικό διοικητή οι οποίοι θα προτείνουν την δημιουργία ενός νέου κοινού και προσωρινού οργάνου διοίκησης.
Έτσι, στις 31 του Γενάρη 1967 θα δημιουργηθεί η πρώτη Επαναστατική Επιτροπή, η οποία αποτελούταν από έναν ερυθροφρουρό, έναν γραφειοκράτη, έναν στρατιωτικό, ενώ ένας ακόμα στρατιωτικός είχε ρόλο προέδρου. Ο λεγόμενος «συνδυασμός τρία σε ένα» είχε πολλά πρακτικά πλεονεκτήματα για το κόμμα σε σχέση με το μοντέλο της Σαγκάης. Ο αυξημένος ρόλος του στρατού εγγυούταν από την μία την αποτροπή των αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ αντίπαλων επαναστατικών ομάδων, τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, και την ομαλή λειτουργία κομβικών οικονομικών μονάδων, μα από την άλλη είχε και παροτρυντική λειτουργία, υπό την έννοια ότι απέτρεπε την διαμόρφωση μιας νέας γραφειοκρατικής ελίτ. Μέχρι το τέλος του Φλεβάρη, η ΚΕ θα αποφασίσει ότι το μοντέλο του Χαρμπίν είναι λειτουργικό, και το μοντέλο της Σαγκάης θα εγκαταλειφθεί από την επαρχία του Σενσί η οποία το είχε υιοθετήσει. Όταν στις 26 του μήνα ξεσπάσουν πάλι ταραχές στην Σαγκάη, το μοντέλο «τρία σε ένα» θα επιβληθεί και στην μεγαλύτερη βιομηχανική πόλη της ΛΔΚ, και η Κομμούνα θα διαλυθεί. Μέχρι την άνοιξη, το μοντέλο του Χαρμπίν θα εφαρμοστεί στις κεντρικότερες οικονομικά και στρατηγικά επαρχίες και λόγω των συνεχών διαφωνιών των ερυθροφρουρών και των γραφειοκρατών μέσα στις Επαναστατικές Επιτροπές, η εξουσία θα βρεθεί ουσιαστικά στα χέρια του ΛΑΣ.
3. Το θερμό καλοκαίρι του 1967
Όμως τόσο η ιδεολογική επανατοποθέτηση όσο και η οργανωτική λύση των Επιτροπών θα αποτύχουν να συγκρατήσουν τους ερυθροφρουρούς. Η οργή τους είχε αρχίσει να αγγίζει τα ανώτατα κλιμάκια του κόμματος όπως ο ΥΠΕΞ Τσεν Γι (το ΥΠΕΞ θα καταληφθεί από ερυθροφρουρούς διπλωμάτες οι οποίοι θα δημοσιεύσουν σωρεία απόρρητων εγγράφων υποστηρίζοντας πως τα μυστικά είναι μικροαστική έννοια), μα ιδιαίτερα εναντίον του Λιού Σάο Τσι, τον «νούμερο ένα ακόλουθο του καπιταλιστικού δρόμου», και του Ντενγκ Σιάο Πινγκ (τον «νούμερο δύο»). Στις αρχές του Μάη όλο και μεγαλύτερος αριθμός ερυθροφρουρών θα απαιτήσουν την παράδοση του «κρυμμένου προδότη». Δυο αυτοκριτικές του Λιού θα απορριφθούν, φοιτητές κι εργάτες θα καταλάβουν το σπίτι του και θα αρχίσουν απεργία πείνας. Στις 4 του Αυγούστου 1967 πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θα συγκεντρωθούν στην Τιαναμέν απαιτώντας να τους παραδοθεί ο Λιού Σάο Τσι, ο οποίος θα αναγκαστεί σε δημόσια αυτοκριτική, ενώ αργότερα θα συλληφθεί και θα πεθάνει στο κελί του. Παράλληλα, η αποτυχία του μοντέλου «τρία σε ένα» στις επαρχίες και η βίαιη επιβολή νέου εργασιακού καθεστώτος στα εργοστάσια και της μανιφακτούρες από τους ερυθροφρουρούς, με παγωμένο μισθό, και ραγδαία εντατικοποίηση της εργασίας στο όνομα της σοσιαλιστικής αυτοθυσίας, θα οδηγήσει σε μεγάλης κλίμακας αναταραχές που θα φέρουν την χώρα στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου.
Στην πόλη Ναντσάνγκ χιλιάδες αγρότες θα καταλάβουν τις τράπεζες και θα αποσπάσουν με τη βία κοινοτικά χρήματα, ενώ στο Χουπέι οι αγρότες θα αρνηθούν να στείλουν τα φορτία προϊόντων που απαιτούσε η κυβέρνηση και να εξοφλήσουν τα δάνεια τους. Η σοβαρότερη κρίση θα εμφανιστεί στο Γουχάν οπού συνεχόμενες συγκρούσεις μεταξύ της μαζικής οργάνωσης Ένα Εκατομμύριο Μαχητές και της λίγο μικρότερης Τρεις Εντολές θα οδηγήσουν σε πολυάριθμους θανάτους, παραλύοντας την κεντρική σιδηροδρομική γραμμή βορρά-νότου. Στις 19 του Ιούλη 1967 δύο επίτροποι της Πολιτιστικής Επανάστασης θα φτάσουν στο Γουχάν να λύσουν τη διαφορά, και θα αποφασίσουν ότι οι Ένα Εκατομμύριο Μαχητές είναι συντηρητική οργάνωση και πως τα συμφέροντα του προλεταριάτου τα εκφράζουν οι Τρεις Εντολές. Οι Μαχητές θα απαγάγουν τους επιτρόπους και θα τους ξυλοκοπήσουν, ενώ με τη βοήθεια συντηρητικού τμήματος του ΛΑΣ θα καταλάβουν στρατιωτικά την πόλη και το αεροδρόμιο. Εργατικές οργανώσεις θα επιτεθούν στους ερυθροφρουρούς, θα πυρπολήσουν σχολές και σχολεία και θα εκτελέσουν πολλούς αγκιτάτορες. Το Πεκίνο θα αναγκαστεί να στείλει πέντε φρεγάτες και μεγάλο αριθμό ειδικών δυνάμεων για να καταλάβουν την πόλη και να ενισχύσουν τους ερυθροφρουρούς.
Αντιμετωπίζοντας όλο και περισσότερες στάσεις στρατευμάτων στις δυτικές κυρίως επαρχίες, και υπό την καθοδήγηση των απελευθερωμένων επιτρόπων, η Ομάδα για την Πολιτιστική Επανάσταση θα ενισχύσει ένα πρόγραμμα στρατιωτικής κατασκοπίας των τοπικών μονάδων του ΛΑΣ οι οποίες ήταν ύποπτες για αντι-μαοϊκές τάσεις. 2,000 φοιτητές θα στρατολογηθούν για να συλλέξουν πληροφορίες με βάση το Πολυτεχνείο Τσινγκχουά υπό το σύνθημα «ξετρυπώστε την χούφτα των ακολούθων του καπιταλιστικού δρόμου από τον στρατό». Κομάντο ερυθροφρουρών θα εισβάλουν στα διαμερίσματα υψηλόβαθμων αξιωματικών ψάχνοντας για στοιχεία. Στο Ναντζίνγκ, η εκστρατεία θα οδηγήσει σε διαδήλωση εκατοντάδων χιλιάδων έξω από το ΓΕΣ και σε κατάληψη του. Σε όλη τη χώρα στρατόπεδα θα λεηλατηθούν από τους ερυθροφρουρούς και χιλιάδες στρατιώτες θα σκοτωθούν προσπαθώντας να υπερασπιστούν τις αποθήκες πυρομαχικών. Κατά τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο η κατάσταση θα βρίσκεται εκτός κάθε ελέγχου στις περισσότερες επαρχίες, ενώ στην επαρχία Γκουαντζόου θα καταληφθούν στρατηγικές θέσεις όπως ο σιδηροδρομικός σταθμός της Καντόνας, ενώ θα σχηματιστούν αντάρτικα σώματα στα βουνά της επαρχίας περιφερειακά της αποικίας του Χονγκ Κονγκ, σε προετοιμασία για κατάληψη της πόλης. Η πρεσβεία της Βρετανίας στο Πεκίνο είχε ήδη πολιορκηθεί και καταστραφεί από εκατοντάδες χιλιάδες ερυθροφρουρούς οι οποίοι απαιτούσαν αποχώρηση των βρετανών από το Χονγκ Κονγκ. Παράλληλα στο Πεκίνο θα αποκαλυφθεί και θα κατασταλεί το Κίνημα της 16ης Μάη, ένα δίκτυο ερυθροφρουρών που συνωμοτούσαν για την εξολόθρευση του πρωθυπουργού Ζου Εν Λάι. Το κόμμα θα προσπαθήσει για άλλη μια φορά να εφαρμόσει την συμβιβαστική λύση των Επαναστατικών Επιτροπών μιας και κατά τα λόγια του Μάο «δεν υπάρχει καμία θεμελιακή διαμάχη συμφερόντων μέσα στην εργατική τάξη».
Η πιο συγκροτημένη απάντηση σε αυτές τις προσπάθειες εθνικής και ταξικής ενότητας θα έρθει από μια ομάδα επαναστατών από το Χουνάν, την Σενγκ Γου Λιάν (Επαρχιακή Επαναστατική Ένωση) η οποία θα εκδώσει το φυλλάδιο με τον τίτλο «Που βαδίζει η Κίνα;», διακηρύσσοντας πως «η μορφή της πολιτικής εξουσίας δεν έχει αλλάξει παρά μόνο επιφανειακά, η παλιά κομματική επιτροπή και η παλιά στρατιωτική διοίκηση της περιφέρειας έχουν μετονομαστεί σε επαναστατική επιτροπή». Η έκδοση του φυλλαδίου στις 12 Γενάρη του 1968 θα κάνει πάταγο, και θα θεωρηθεί το απόσταγμα της ακροαριστερής ερυθροφρουρικής ιδεολογίας. Χωρισμένο σε εννέα τμήματα, το φυλλάδιο θα διακηρύξει ως αρχή του πως «η εξουσία της γραφειοκρατικής αστικής τάξης πρέπει να ανατραπεί βίαια προκειμένου να λυθεί το πρόβλημα της πολιτικής εξουσίας». Στη συνέχεια θα ακολουθήσει μια ιστορική αναδρομή της Πολιτιστικής Επανάστασης ξεκινώντας από την «Καταιγίδα της Επανάστασης του Γενάρη» «μια σύντομη περίοδο όπου σε ορισμένα μέρη πραγματοποιήθηκε αν κι όχι επακριβώς η Λαϊκή Κομούνα της Κίνας όπου η κοινωνία όπως στην Παρισινή Κομμούνα ήταν σε κατάσταση μαζικής δικτατορίας» οπού «η κοινωνία ανακάλυψε ξαφνικά ότι χωρίς γραφειοκράτες όχι μόνο μπορούσε να επιβιώσει, αλλά και να ζήσει καλύτερα, ν’ αναπτυχθεί ταχύτερα και πιο ελευθέρα… επιπλέον ο ενθουσιασμός, και η πρωτοβουλία των εργατών στην παραγωγική διαδικασία αποδεσμεύτηκαν, ενισχύθηκαν… για πρώτη φορά οι εργάτες ένοιωσαν ότι εργάζονται για τον εαυτό τους». Θα συνεχίσει καταγγέλλοντας πώς «ο συνδυασμός τρία σε ένα αποτελεί παλινόρθωση των γραφειοκρατών που είχαν ανατραπεί στην επανάσταση του Γενάρη, αναπόφευκτα αποτελεί μια μορφή πολιτικής εξουσίας που θα σφετεριστεί η αστική τάξη κι όπου ο στρατός και οι τοπικοί γραφειοκράτες θα έχουν τον πρωτεύοντα ρόλο», και θέτοντας την ύπαρξη του στρατού ως πρόβλημα της επαναστατικής διαδικασίας. Στη συνέχεια θα παρουσιάσει τα γεγονότα του Αυγούστου σαν μια ακόμα προσπάθεια εφαρμογής των προσταγμάτων της Κομμούνας η οποία όμως θα υποχωρήσει. Το φυλλάδιο τελειώνει με ένα μικρό μανιφέστο υπέρ της διαρκούς επανάστασης και της βίαιης ανατροπής των γραφειοκρατών μπουρζουάδων και της κόκκινης καπιταλιστικής τάξης «ας τρέμει η νέα γραφειοκρατική μπουρζουαζία…το μόνο που έχει να χάσει το προλεταριάτο σε αυτή την επανάσταση είναι οι αλυσίδες του, και το μόνο που έχει να κερδίσει είναι η οικουμένη».
Ωστόσο, Οι περισσότερες ομάδες ερυθροφρουρών που δεν ήταν έτοιμες να συμβιβαστούν και να τεθούν υπό την κηδεμονία του ΛΑΣ μέσα στο πλαίσιο των Επαναστατικών Επιτροπών δεν είχαν ούτε ένα ξεκάθαρο πολιτικό πρόγραμμα, ούτε κάποια επαφή με το κοινωνικό. Επί το πλείστον φοιτητές, η άρνησή τους για ομαλοποίηση δεν εξαργύρωνε την αδυναμία τους να κατανοήσουν την κοινωνική πραγματικότητα γύρω τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι φοιτητές των ΜπέιΝτα και Τσινγκχουά στο Πεκίνο οι οποίοι θα μπλεχτούν σε μια αιματηρή διαμάχη σχετικά με το αν όλοι οι κομματικοί γραφειοκράτες πρέπει να καθαιρεθούν ή αν αρκεί ο διωγμός μοναχά ορισμένων. Η ομάδα που υποστήριζε την πρώτη θέση, το Τάγμα του Τσιανγκ Κάνγκ Σαν είχε πάρει ενεργά μέρος στις επιχειρήσεις κατασκοπίας εναντίον του στρατού, ενώ η δεύτερη το Τάγμα της 14ης Απρίλη στις επιθέσεις εναντίον των ξένων πρεσβειών. Με το άνοιγμα ξανά των σχολών το 1968, η αντιπαλότητα των δύο φραξιών θα φουντώσει και το Τσινγκχουά θα μετατραπεί σε πολεμική ζώνη μεταξύ 300 φοιτητών οι οποίοι θα κάνουν χρήση αυτοσχέδιων τανκ, αντιαρματικών όπλων, ναρκών, ρουκετών και αυτόματων. Όταν μερικές χιλιάδες εργάτες και στρατιώτες επέμβουν με πανό που έφεραν το μαοϊκό τσιτάτο «χρησιμοποιήστε επιχειρήματα, όχι όπλα», οι αντιμαχόμενοι φοιτητές θα τους επιτεθούν, οδηγώντας στον θάνατο 5 διαδηλωτών και τον τραυματισμό 731. Τελικά, μετά από προσωπική παρέμβαση του Μάο, οι φοιτητές θα δεχτούν να αφοπλιστούν σηματοδοτώντας το τέλος της γενικευμένης βίας στην πρωτεύουσα.
Ωστόσο το ότι οι απείθαρχοι ερυθροφρουροί όλο και λιγοστεύανε δεν σήμαινε και πολλά: η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση γενικευμένης ακυβερνησίας, η παραγωγή ήταν άτακτη και απρόβλεπτη, ενώ η κεντρική εξουσία ήταν ακόμα ανίκανη να καθοδηγήσει καθολικά την ιδεολογία. Ο τρόπος με τον οποίο θα λυθούν αυτά τα προβλήματα για τα αφεντικά του κόμματος του στρατού και της γραφειοκρατίας θα καθοριστεί από ένα εξωγενές γεγονός μείζονος σημασίας.
4. Η στρατηγική κρίση
Στις 16 του Φλεβάρη του 1969 η Πράβντα θα εξαπολύσει μια από τις συνήθεις σοβιετικές επιθέσεις εναντίον του ΚΚΚ το οποίο θα κατηγορήσει ως εθνικιστικό και ρατσιστικό. Τίποτα το ασυνήθιστο, αν δεν προσέθετε πως η ηγεσία του ΚΚΚ είχε επεκτατικές βλέψεις προς τα εδάφη της ΕΣΣΔ. Δυο βδομάδες μετά θα ξεσπάσουν μάχες μεταξύ των δυο κρατών σε μια αμμονησίδα του ποταμού Ουσούρι στα μαντζουριανά σύνορα. Πριν το απόγεμα της 2 Μάρτη 1969 πάνω από 1,000 χειροβομβίδες θα εκραγούν στην κινεζική πλευρά με δεκάδες νεκρούς. Στις 15 του Μάρτη άλλο ένα επεισόδιο θα κοστίσει ακόμα περισσότερες ζωές. Το σοβιετικό ραδιόφωνο θα απειλήσει το Πεκίνο με ολομέτωπη βαλλιστική επίθεση. Το Πεκίνο θα απαντήσει με αβρότητα: «Θάνατος στους νέους τσάρους! Θάνατος στους ρώσους ρεβιζιονιστές σοσιαλιμπεριαλιστές!». Μέσα σε αυτό το κλίμα, το 9ο συνέδριο του ΚΚΚ θα ανοίξει την πρωταπριλιά του 1969 με καθυστέρηση επτά χρόνων. Ασυνήθιστα, η πλειοψηφία των επιτρόπων δεν θα επιλεχθεί στη βάση του κομματικού μηχανισμού αλλά από την κορφή του σε συνεργασία με τις Επαναστατικές Επιτροπές. Έτσι θα κυριαρχηθεί από στρατιωτικούς εκπροσώπους. Ο 62χρονος Λιν Μπιάο θα επικαλεστεί το άρθρο του Μάο «σχετικά με την σωστή αντιμετώπιση των αντιφάσεων μέσα στον λαό» και θα τονίσει πως η ταξική πάλη, ιδιαίτερα οι ιδεολογικές τις πλευρές δεν έχουν καθόλου ολοκληρωθεί στην ΛΔΚ και μπορεί να πάρουν και βίαιη τροπή κατά περιόδους. Στη συνέχεια, θα παραθέσει και πάλι τον Μάο λέγοντας πως από μια μαρξιστική σκοπιά, «ο στρατός είναι το πιο ζωτικό μέρος του κράτους». Το συνέδριο θα ανακηρύξει τον Λιν Μπιάο διάδοχο του Μάο και θα εκλέξει την νέα ΚΕ, το ένα τρίτο εκ της οποίας θα αποτελείται από στρατιωτικούς (ωστόσο μονάχα οι μισοί από αυτούς θα αντιπροσωπεύουν την κεντρική στρατιωτική εξουσία).
Μετά την λήξη του συνεδρίου οι εχθροπραξίες θα απλωθούν και σε άλλα μέρη των συνόρων και σε περιοχές με μεγαλύτερο στρατηγικό ενδιαφέρον. Στην Αυτόνομη Επαρχία των Ουϊγούρων, ΣινΤζιανγκ, στη βορειοδυτική Κίνα, η επιδείνωση των Σινο-σοβιετικών σχέσεων κατά την δεκαετία του ’60 είχε πυροδοτήσει ένα σοβιετόφιλο «Κίνημα για το Ελεύθερο Τουρκεστάν». Μέσα στο καλοκαίρι του 1969, 60.000 αυτονομιστές θα διεισδύσουν με τη βοήθεια της ΚαΓκεΜπε στην βορειοδυτική ΛΔΚ. Η περιοχή ήταν μεγάλης στρατηγικής αξίας μιας και οι ρώσοι είχαν πυρηνικές βάσεις στην γειτονική Άλμα-Άτα (πρωτεύουσα της ΣΣΔ του Καζακστάν), ενώ οι κινέζοι έκαναν πυρηνικά πειράματα στην περιοχή Λοπ Νορ της ερήμου Τακλαμακάν. Οι σοβιετικοί πιθανώς να σχεδίαζαν περιορισμένη επίθεση εναντίον ων πυρηνικών εγκαταστάσεων ώστε να καθυστερήσουν την κατασκευή κεφαλής από το Πεκίνο (η οποία εν αγνοία τους είχε περατωθεί πέντε χρόνια πριν). Η ένταση στα σύνορα αυξανόταν συνεχώς και στις αρχές του Αυγούστου οι μάχες διεξάγονταν πλέον με πλήρεις σχηματισμούς τανκ. Στη διαθήκη του, ο ηγέτης των Βιετκόνγκ Χο Τσι Μινγκ θα καλέσει τις δυο μεριές να συμφιλιωθούν, μα οι συνομιλίες που θα αρχίσουν στο Χανόι θα αποτύχουν και η φήμη περί ολικού πολέμου μεταξύ των δυο χωρών θα αρχίσει πάλι να διαδίδεται. Η περιοχή γύρω από το Πεκίνο θα κηρυχθεί απαγορευμένη λόγω της μεταφοράς μεγάλου αριθμού αντιαεροπορικών γύρω από την πρωτεύουσα, ενώ στην ίδια την πόλη θα ξεκινήσει γιγαντιαία επιχείρηση εκσκαφής τούνελ για την προστασία του πληθυσμού.
Οι προετοιμασίες για πυρηνική επίθεση θα πυροδοτήσουν την λεγόμενη «στρατηγική συζήτηση» στην ηγεσία του ΚΚΚ. Η πρώτη «στρατηγική συζήτηση» είχε προκύψει στα κλιμάκια της ΚΕ κατά την κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ το 1965. Τότε τόσο το ΚΚΚ, όσο και ο ΛΑΣ είχαν αποφανθεί πως σε περίπτωση εισβολής της χώρας από τις ΗΠΑ, ένας «λαϊκός πόλεμος» θα τσάκιζε τους ιμπεριαλιστές, κάτι αρκετά ρεαλιστικό (πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν πως τόσο η αποκέντρωση της παραγωγής, όσο και η συνθετική παραγωγή στα εργοστάσια, αποσκοπούσε στη δόμηση ενός παραγωγικού δικτύου το οποίο θα μπορούσε να είναι αυτοκέφαλο όποια περιοχή κι αν δεχόταν εισβολή από τις Αμερικανικές δυνάμεις) . Όμως τώρα η Κίνα αντιμετώπιζε την πιθανότητα πυρηνικής επίθεσης από την ΕΣΣΔ, κάτι για το οποίο η προετοιμασία για έναν «λαϊκό πόλεμο» δεν εξασφάλιζε και πολλά. Η Κίνα κατείχε πυρηνικά από το 1964, χωρίς κανείς να το γνωρίζει, μα δεν μπορούσε να συγκριθούν σε ακρίβεια, βαλλιστική ικανότητα και τονάζ με αυτά της γειτονικής ΕΣΣΔ. Η ηγεσία του ΛΑΣ θα θεωρήσει πως η μόνη λύση είναι η άμεση και ραγδαία ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος της χώρας, όμως η πολιτική ηγεσία του ΚΚΚ ήταν αντίθετη προς αυτό, μιας και απόλυτη προτεραιότητα σε ένα τομέα της βιομηχανίας, τα ηλεκτρονικά, θα εισήγαγε ένα παράγοντα άνισης ανάπτυξης με αναπόφευκτη ανάκαμψη της «νέας τάξης» των τεχνοκρατών/ διευθυντών.
Έτσι, η στρατηγική κρίση θα αποτελέσει όχημα για την διαπραγμάτευση δύο διακριτών σφαιρών συμφερόντων των κομματικών αφεντικών, και δύο σχεδίων για την γενική οργάνωση της κοινωνίας. Το ένα είχε σαν ορίζοντα την στρατιωτικοποίηση της παραγωγής και κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, ενώ το άλλο την επικέντρωση σε μη-στρατιωτικούς στόχους: γρήγορη αποκατάσταση της παραγωγής, αποκατάσταση των αποθεμάτων, ενίσχυση της διοίκησης, με παράλληλη αποτροπή ανασύστασης της λεγόμενης «νέας τάξης». Στο έδαφος, η πανταχού παρουσία του στρατού στην καθημερινή ζωή, κυρίως μέσω των Επαναστατικών Επιτροπών, είχε αρχίσει να δημιουργεί ένα κύμα δυσαρέσκειας, και καταγγελιών για αυταρχισμό: οι στρατιωτικοί επίτροποι είχαν την τάση να διατάζουν και όχι να συνεργάζονται με τους πολίτες συντρόφους τους, να κόβουν τον δεσμό αντί να τον λύνουν και να είναι γενικά πιο πολιτικά αδιάλλακτοι από ότι το ίδιο το κόμμα.
Κατά το φθινόπωρο του 1969, αυτό το πρόβλημα έγινε ιδιαίτερα αισθητό μιας και δυο αντιφατικές εκστρατείες άρχισαν να διεξάγονται σε παράλληλο χρόνο. Η εκστρατεία για τις «τέσσερις τελειοποιήσεις», ακολουθώντας το παράδειγμα του ΛΑΣ (τελειότητα της στρατιωτικής εκπαίδευσης, της οργάνωσης της καθημερινής εργασίας, της πολιτικής και ιδεολογικής εκπαίδευσης και του τρόπου εργασίας) θα εφαρμοστεί στην ζωή των πολιτών, ενώ παραδόξως ακριβώς αυτές οι αρχές δέχονταν σφοδρή επίθεση μέσα στον ίδιο τον στρατό, οπού θα αρχίσει εκστρατεία εναντίον της γραφειοκρατικοποίησης του φορμαλισμού και του υποκειμενισμού. Επιπλέον, μια σειρά από άρθρα στον τύπο τον Φλεβάρη του 1970 τα οποία εξυμνούσαν την συνεργασία πολιτικής ηγεσίας και στρατού προσθέτοντας πυθικά, «παρά την διαφωνία του ΛΑΣ με τις οδηγίες του κόμματος», δείχνουν αυξανόμενη απειθαρχία του στρατού να ακολουθήσει τις κομματικές εντολές. Η Πολιτιστική Επανάσταση είχε αποδείξει στα μάτια του ΛΑΣ, κι όχι μόνο, ότι ο κομματικός μηχανισμός βρίθει από ιδεολογική και ταξική διάβρωση, ενώ ο ΛΑΣ παραμένει η πρωτοπορία της επανάστασης. Πως μπορούσε το εν γενεί παθολογικό κόμμα να ελέγξει την οικονομία υπό την απειλή του πολέμου χωρίς να υποπέσει στα ίδια λάθη με το παρελθόν;
Από την άλλη η παραγωγή παρουσίαζε ένα πρωτοφανές πρόβλημα: κυρίως οι νεαροί και οι νεαρές είχαν αναπτύξει μέσα από την διαδικασία της εξέγερσης μια συστηματική απειθαρχία προς την εργασία και μια συχνά βίαιη επιθετικότητα προς τα κομματικά αφεντικά, η οποία εξαργυρωνόταν σε δραστική μείωση της παραγωγής σε κρίσιμους γεωργικούς και βιομηχανικούς τομείς. Παράλληλα, στις επαρχίες συνέχιζαν να δρουν και πάλι ακροαριστερές ομάδες οι οποίες μάχονταν εναντίον της κεντρικής εξουσίας και των Επαναστατικών Επιτροπών. Η Επαναστατική Επιτροπή του Σενσί για παράδειγμα στέλνει τον Ιούλιο του 1969 το εξής γράμμα στο Πεκίνο: «στην πόλη του Ταϊγιουάν και σε άλλα δυο μέρη του κεντρικού και νότιου Σενσί, μια χούφτα ταξικών εχθρών έχουν διεισδύσει σε κάθε μαζική οργάνωση κι έχουν χρησιμοποιήσει τις τεχνικές του αστικού φραξιονισμού για να παραπλανήσουν ορισμένα μαζικά στρώματα ώστε να μην εκτελούν τις εντολές, τις ντιρεκτίβες και τις οδηγίες της ηγεσίας. Αυτοί οι άνθρωποι…έχουν καταστρέψει την σοσιαλιστική επαναστατική πειθαρχία, έχουν αρνηθεί να υπακούσουν στην πολιτική της τριπλής επαναστατικής ενότητας…έχουν επιτεθεί σε μονάδες του ΛΑΣ…έχουν καταστρέψει γέφυρες, δρόμους και σιδηρόδρομους…έχουν καταλάβει με τη βία αποθήκες, τράπεζες και μαγαζιά…έχουν καταλάβει περιοχές με τη χρήση ένοπλης βίας…έχουν ενθαρρύνει τους εργάτες να σταματήσουν την παραγωγή, να καταλάβουν τις πόλεις και να καταστρέψουν το εθνικό σχεδιασμό». Όλα αυτά έδειχναν πως αν και η Πολιτιστική Επανάσταση είχε μπει για τα καλά στο στάδιο της ομαλοποίησης, ή όπως λεγόταν τότε στο στάδιο συμφιλίωσης της επανάστασης και της παραγωγής, δεν είχε ακόμα επιτευχθεί ούτε μια εξουσιαστική ενότητα στην κορφή του κράτους, ούτε ακόμα λιγότερο μια υποτυπώδεις κοινωνική ειρήνη με προοπτική κάποιων χρόνων στη βάση. Το κόμμα-κράτος θα αντιμετωπίσει αυτή την κρίση με δύο τρόπους.
Στη βάση θα επιχειρηθεί μια πιο ψύχραιμη υπερδομική μεταρρύθμιση, η οποία θα γοητεύσει έως και θα θαμπώσει πολλούς δυτικούς αριστεριστές. Ένα άρθρο του Γιάο Ουέν Γιουάν θα ωθήσει στην επαν-οργάνωση του συστήματος παιδείας, με σκοπό την «προλεταριοποίηση» του. Η εκπαίδευση θα γίνει πολύ πιο πρακτική, συμπυκνωμένη και πολιτική. Κύριος στόχος θα ανακηρυχθεί η αποτροπή δημιουργίας μιας «νέας τάξης μανδαρίνων», αν και κατά τη γνώμη μας ο πραγματικός στόχος ήταν τόσο η αποτροπή ανασύστασης της τάξης των τεχνοκρατών, όσο και να τσακιστεί το κίνημα απειθαρχίας και άρνησης εργασίας από την νεολαία. Πριν εισέλθουν σε κάποια σχολή, οι απόφοιτοι των λυκείων θα απαιτείται να περάσουν δύο με τρία χρόνια δουλεύοντας στον ΛΑΣ, στα χωράφια ή τα εργοστάσια. Έτσι η είσοδος στα πανεπιστήμια δεν θα εξαρτιόταν πια από τις ακαδημαϊκές αποδόσεις, αλλά κυρίως από τις συστατικές επιστολές της ομάδας εργασίας του καθένα. Η διδακτέα ύλη αλλά και ολόκληρη η διοίκηση των περισσότερων πανεπιστήμιων θα ορίζεται από μια επιτροπή καθηγητών, φοιτητών, καθαριστριών και εργατών/ αγροτών από τα κοντινά εργοστάσια και χωράφια. Κάθε φοιτητής θα υποχρεούται να δουλεύει κάποιες ώρες την ημέρα στους τοπικούς αγρούς ή εργοστάσια καθώς και να μελετάει τα έργα του Μάο σε ομάδες ανάγνωσης.
Πριν από την Πολιτιστική Επανάσταση, η παιδεία βασιζόταν στο σοβιετικό μοντέλο, το οποίο έδινε έμφαση στην «ποιοτική εκπαίδευση», ένα πρόγραμμα που παρακινούσε τους σπουδαστές να ανταγωνισθούν για μια θέση στην εκπαιδευτική και κατά συνέπεια στην γραφειοκρατική κλίμακα. Οι λεγόμενες «παγόδες του μικρού θησαυρού» ήταν ειδικές σχολές που εκπαίδευαν προνομιούχους για υψηλές θέσεις μέσα στον κρατικό και κομματικό μηχανισμό. Ήδη από το 1958 οι μαοϊκοί είχαν ενθαρρύνει ίδρυση σχολείων με πιο κοινωνικό χαρακτήρα, οπού η εργασία θα καταλάμβανε το μισό ωράριο. Το 1964 οι μαοϊκοί θα πιέσουν εκ νέου να καταργηθεί η αποστήθιση και οι μαθητές να «συγκεντρωθούν στην καλλιέργεια και στην άσκηση της ικανότητας για ανάλυση και λύση προβλημάτων». Μονάχα όμως με την δεύτερη φάση της Πολιτιστικής Επανάστασης αυτό το πρόγραμμα θα γενικευτεί. Οι φοιτητές θα αποκτήσουν δικαίωμα συλλογικής κριτικής προς τους διδάσκοντες, ψηφίζοντας κάθε χρόνο τον χειρότερο, ο οποίος και οδηγείται σε επανεκπαίδευση (κάτι που ισχύει και σήμερα), ενώ οι εξετάσεις γίνονταν με ανοιχτά βιβλία και ήταν προϊόν συνεργασίας διδασκόντων και φοιτητών, θεωρούμενες ως μορφωτική εμπειρία και για τους δύο. Τα τμήματα θετικής επιστήμης ανέπτυξαν εργοστάσια όπου οι φοιτητές εργάζονταν εφαρμόζοντας πειραματικά νέες μέθοδες και υλικά. Δεδηλωμένος συνολικός σκοπός του συστήματος εκπαίδευσης «ανεβαίνουμε στο πανεπιστήμιο, κατεβαίνουμε στο χωρίο» θα αποτελεί α) η κατάργηση της ιδιοκτησίας της γνώσης», της γνώσης ως τρόπου κατάκτησης πλούτου και κοινωνικής ανόδου, β) η δραστική αποθάρρυνση του αυταρχισμού, γ) η ενθάρρυνση της δημιουργικότητας από τα κάτω, δ) η τοποθέτηση του πανεπιστημίου μέσα στην κοινωνία.
Παράλληλα, από τον Μάη του 1968 ένα νέο σύστημα επανεκπαίδευσης των γραφειοκρατικών στελεχών θα ιδρυθεί στο Χέιλονγκτζιανγκ (το οποίο ως βιομηχανικά αναπτυγμένη ζώνη αποτελούσε γενικότερα κοινωνικό εργαστήριο). Γρήγορα σε ολόκληρη την χώρα οι παλιές κομματικές σχολές θα αντικαθιστούν από τις σχολές της 7ης του Μάη στις οποίες τουλάχιστον κάθε πέντε χρόνια κάθε στέλεχος θα πρέπει να ζει για έξι με εικοσιτέσσερις μήνες σε συνθήκες που προσομοιώνουν την ζωή και την εργασία στους αγρούς, ενώ οι περισσότεροι περνούσαν και κάποιους μήνες σε πραγματικές αγροτικές κολεκτίβες. Η ιδεολογία πίσω από τις σχολές αυτές ήταν πως ακόμα και μετά την ανατροπή του αστικού κράτους, εξακολουθούν να υπάρχουν ταξικές αντιθέσεις μέσα στην νέα σοσιαλιστική κοινωνία λόγω της συνεχόμενης ύπαρξης γραφειοκρατών και τεχνοκρατών που χρησιμοποιούν τις θέσεις και τις γνώσεις τους για προσωπικό κέρδος. Η επανεκπαίδευση των στελεχών στις σχολές της 7ης Μάη απαιτούταν εντατική πρακτική και ιδεολογική εργασία και αυστηρή καθημερινή αυτοκριτική, με σκοπό να αποφευχθούν τα «τρία ξεκόματα»: ξέκομα από τις μάζες, ξέκομα από την δουλειά, και ξέκομα από την πρακτική, «πρέπει κανείς να ξέρει να καλλιεργεί ρύζι όπως να το τρώει».Η πειθάρχηση των γραφειοκρατικών στελεχών και η αποφυγή τεχνοκρατικοποίησης του κομματικού μηχανισμού ήταν προφανώς ο αντικειμενικός στόχος του κόμματος, το οποίο θα χρησιμοποιούσε για ακόμα μια φορά την αύρα της προλεταριοποίησης για να συγκαλύψει την πραγματική του πολιτική.
Στην κορφή, μέσα στα κομματικά κλιμάκια του Πεκίνου και κυρίως στην ανώτατη διοίκηση του ΛΑΣ θα οργανωθεί ένα ξεκαθάρισμα των ακραίων αριστερών. Ο στενότερος συνεργάτης του Λιν Μπιάο και επιτελάρχης Γιανγκ Τσανγκ Γου θα καθαιρεθεί κατηγορούμενος ότι καταδίωξε αξιόπιστους μαοϊκούς επαρχιακούς διοικητές του στρατού, και ότι υπερέβαλε στην αντικατάσταση των τοπικών στρατευμάτων με κεντρικά. Προφανώς μεγάλο μέρος της κριτικής αυτής κατευθυνόταν στον αλώβητο ακόμα Λιν Μπιάο. Το μοντέλο που θα ακολουθήσει στην οργάνωση του ΛΑΣ θα αποτελεί συμβιβασμό μεταξύ του συγκεντρωτισμού του Λιν Μπιάο και των τοπικά ισχυρών διοικητών του ΛΑΣ, όπως ο διοικητής της Καντόνας, οι οποίοι βρίσκονταν κοντά στον Ζου Εν Λάι, ενώ το υπουργείο δημόσιας τάξης (υπό τον έλεγχο των μετριοπαθών) θα ανεξαρτητοποιηθεί από το υπουργείο εθνικής άμυνας. Παράλληλα κατά το 10ο Συνέδριο θα σημάνει το τέλος του υπουργού προπαγάνδας κι εκδότη της Κόκκινης Σημαίας Τσεν Μπο Ντα, ο οποίος είχε πιέσει κατά ύποπτο τρόπο για την μεταφορά του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας στον απρόθυμο Μάο (κάτι που, αν γινόταν δεκτό από τον Μάο, θα σήμαινε ότι ο Λιν Μπιάο θα κληρονομούσε τη θέση αυτή στο μέλλον). Η καθαίρεση του Τσεν Μπο Ντα, ηγέτη των ακροαριστερών, θα ακολουθηθεί από μια εκστρατεία απο-μαοποίησης με ηγέτη τον ίδιο τον Μάο ο οποίος θα αρνηθεί κατηγορηματικά πως είναι ιδιοφυΐα, φυσικό ταλέντο μεγάλος τιμονιέρης κοκ, κατηγορώντας τον Λιν Μπιάο για απριοριστική παρέκκλιση. Η έκθεση εικόνων του Μάο θα μειωθεί δραστικά, οι αναφορές σε αποφθέγματα του θα πετσοκοφτούν, και οι τελετουργίες δημόσιες γύρω από το κόκκινο βιβλιαράκι θα αραιώσουν. Παράλληλα, η θέση του μετριοπαθούς Ζου Εν Λάι θα ενισχυθεί σημαντικά, και ακροαριστεροί ηγέτες όπως ο Κουάι Ντα Φου, θα υποστούν μαζικές δημόσιες αυτοκριτικές κατηγορούμενοι ως συνωμότες της 16ης Μάη.
Όμως η πιο θεμελιώδης αλλαγή στην κορφή αφορούσε την εξωτερική πολιτική του κόμματος, κάτι που μέσα στα πλαίσια της στρατηγικής κρίσης ήταν αρκετά λογικό και ανυπολόγιστα σημαντικό. Κατά την διάρκεια του παγκόσμιου πρωταθλήματος πινγκ πονγκ στο Τόκιο τον Μάρτη του 1970, κινέζοι και αμερικανοί θα έχουν για πρώτη φορά συνομιλίες. Στη συνέχεια 15 αμερικανοί πρωταθλητές θα προσκληθούν να επισκεφτούν την ΛΔΚ. Η λεγόμενη «διπλωματία του πινγκ πονγκ» θα οδηγήσει σε μια ραγδαία διπλωματική δραστηριότητα, κυρίως μυστική, μιας και ο πόλεμος στο Βιετνάμ και η επέμβαση της ΣΙΑ στην Καμπότζη καθιστούσαν προς το παρόν αδύνατη μια δημόσια αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής του Πεκίνου. Το καλοκαίρι του 1971 ο Κίσινγκερ θα επισκεφτεί μυστικά το Πεκίνο οπού θα γίνει δεκτός από τον Ζου Εν Λάι. Η επιτυχία της επίσκεψης θα δημοσιοποιηθεί μέσα σε λίγες μέρες μαζί με την πρόσκληση του Πεκίνου προς τον Πρόεδρο Νίξον να επισκεφτεί την χώρα. Ήταν φυσικό η κεντρική ηγεσία του ΛΑΣ, δηλαδή ο Λιν Μπιάο, η γενική γραμματέας του ΛΑΣ και σύζυγος του, καθώς και οι τέσσερις γενικοί στρατηγοί υπό τον έλεγχό τους να θορυβηθούν. Ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος τους στο πραξικόπημα «σχέδιο 571» του Σεπτέμβρη παραμένει άγνωστο. Το βέβαιο είναι πως ο γιος του Λιν Μπιάο, Λιν Λι Κουό, διοικητής της πολεμικής αεροπορίας με πλατιά υποστήριξη από εκατοντάδες αξιωματικούς και μεγάλο μέρος του κεντρικού στρατού θα επιχειρήσει κατά την διάρκεια της δεύτερης βδομάδας του Σεπτέμβρη να δολοφονήσει τον Μάο και να θέσει την Κίνα υπό στρατιωτική δικτατορία με επικεφαλή τον πατέρα του. Οι πληροφορίες για τα ακριβή γεγονότα είναι βεβαίως ακόμα και σήμερα άγνωστες. Το σίγουρο είναι πως στις 13 του Σεπτέμβρη ένα μαχητικό αεροσκάφος της πολεμικής αεροπορίας της ΛΔΚ θα συντριβεί στην έρημο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μογγολίας. Τα κουφάρια θα αναγνωριστούν μετά από ατελείωτα διπλωματικά επεισόδια ως αυτά της οικογένειας Λιν Μπιάο. Αν και η ηγεσία του ΚΚΚ θα μιλήσει επίσημα για το γεγονός ένα χρόνο αργότερα, θα ακολουθήσουν μεγάλης κλίμακας σιωπηλοί διωγμοί εναντίον των συνωμοτών και της βάσης τους. Ολόκληρη η κεντρική ηγεσία του ΛΑΣ θα ξηλωθεί και θα σαπίσει στη φυλακή. Οι αιτίες της αποτυχίας του πραξικοπήματος παραμένουν άγνωστες και πηγή τεράστιας παραφιλολογίας. Ωστόσο με την απουσία του Λιν Μπιάο, ο δρόμος για την επίλυση της στρατηγικής κρίσης ήταν πια ανοιχτός για τους μετριοπαθείς. Στις 25 του Οκτώβρη η ΛΔΚ θα αποκτήσει την θέση της Ταϊβάν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ στις 21 του Φλεβάρη του 1972 ο Νίξον θα γίνει δεκτός από τον Μάο στο Πεκίνο.
5. Η Συμμορία των Τεσσάρων
Με την στρατηγική κρίση υπό έλεγχο και «το όπλο να ακολουθεί το κόμμα», η πολιτική ηγεσία μπορούσε να επικεντρωθεί σε εσωτερικά ζητήματα που περιόριζαν την ηγεμονία της. Στην κορφή της κομματικής ηγεσίας, γρήγορα άρχισαν να κυριαρχούν δύο ανταγωνιστικά ρεύματα σχετικά με την οργάνωση της παραγωγής και της κοινωνίας. Από την μία ήταν η Τζιανγκ Τσινγκ, ο Γιάο Ουέν Γιουάν, ο Τσενγκ Τσουν Τσιάο και ο Ουάνγκ Χουνγκ Ουέν, η Ομάδα της Σαγκάης που αργότερα θα ονομαστεί από τους εχθρούς της Συμμορία των Τεσσάρων, κι από την άλλη ήταν ομάδα του Ζου Εν Λάι, υπό την οποία θα αποκατασταθεί το 1975 κι Ντενγκ Σιάο Πινγκ. Οι δύο ομάδες θα συνεργαστούν αρχικά προκειμένου να παρέχουν ένα νομιμοποιητικό πλαίσιο στην εκκαθάριση του μηχανισμού από τους συμμάχους του Λιν Μπιάο. Το κόμμα θα εξαπολύσει μια υπερδομική επίθεση «εναντίον του Λιν, εναντίον του Κομφούκιου». Η εκστρατεία «μπι Λιν, μπι Κονγκ» δυσνόητη και αντιφατική στα μάτια των δυτικών, είχε σαν θεωρητική της βάση το ότι ο Λιού Σάο Τσί, ο Τσεν Μπο Ντα και ο Λιν Μπιάο μπορούσαν να ξεφύγουν για τόσο καιρό παράγοντας ψευδό-μαρξιστικές αναλύσεις, μόνο και μόνο γιατί στα μυαλά των κινέζων επιβιώνουν κομφουκιανές φεουδαρχικές αρχές και ιδέες.
Ωστόσο η Ομάδα της Σαγκάης (γνωστή κι ως τρελοί ιδεολόγοι της Σαγκάης) με επικεφαλή τον υπουργό προπαγάνδας Γιάο Ουέν Γιουάν (στο Σχετικά με τις Κοινωνικές Βάσεις της Αντικομματικής Κλίκας του Λιν Μπιάο) και τον Τσανγκ Τσουν Τσιάο (στο Σχετικά με την Άσκηση της Ολικής Δικτατορίας επί της Μπουρζουαζίας) θα προσθέσουν γρήγορα μια νέα διάσταση στην εκστρατεία, η οποία στόχο της είχε την συνέχιση της επίθεσης εναντίων της τάξης των τεχνοκρατών/ διευθυντών η οποία εκπροσωπούταν πια στο ΠΓ από την ομάδα Ζου Εν Λάι και την πολιτική των τεσσάρων εκσυγχρονισμών: στην γεωργία, την βιομηχανία, την επιστήμη, την διοίκηση, υπό τεχνοκρατική επίβλεψη/ οργάνωση): «σε τι συνίσταται ο ταξικός χαρακτήρας ανθρώπων όπως ο Λιν Μπιάο, και κυρίως σε ποια κοινωνική βάση μπόρεσε να γεννηθεί μια τέτοια κλίκα;» ρωτάει ο Γιάο Ουέν Γιουάν. Η ερώτηση αυτή πρέπει να απαντηθεί ώστε «να δημιουργηθούν βαθμιαία οι όροι μέσα στους οποίους η αστική τάξη να μη μπορεί να υπάρχει ούτε να μετασχηματιστεί». Η γραμμή Λιν Μπιάο, δεν εμφανίστηκε, υποστήριζε η ομάδα της Σαγκάης, όπως λένε οι μετριοπαθής, από τα μυαλά κάποιων διεστραμμένων καριεριστών, μα «είχε μια βαθιά ταξική βάση…ενσάρκωνε τα συμφέροντα των ηττημένων γαιοκτημόνων και της ηττημένης αστικής τάξης». Στο σημείο αυτό ο Γιάο Ουέν Γιουάν θα προσθέσει έναν κρίσιμο νέο παράγοντα: «η αντικομματική κλίκα του Λιν Μπιάο ενσάρκωνε βέβαια τα συμφέροντα των τάξεων που έχουν ηττηθεί, αλλά ακόμα και κύρια μπορούμε να πούμε πως αντιπροσώπευε τις ελπίδες των αστικών στοιχείων που γεννήθηκαν στη σοσιαλιστική κοινωνία. Πρέπει να επιμείνουμε σε αυτή τη δεύτερη πλευρά, τους νέους αστούς». Το δάχτυλο δείχνει τους τεχνοκράτες «οικονομιστές» συμμάχους του Ζου Εν Λάι, και κυρίως τον πρόσφατα αποκαταστημένο Ντενγκ Σιάο Πινγκ.
Πέρα όμως από αυτό το απλό γεγονός, στο οποίο συνήθως σταματάνε οι δυτικοί την αναζήτησή τους, η ριζοσπαστική θέση των τεσσάρων σκόπευε στην αμφισβήτηση της ίδιας της κοινωνικής οργάνωσης η οποία για ακόμα μια φορά άρχιζε να ηγεμονεύεται από τα διευθύνοντα γραφειοκρατικά στελέχη και τους τεχνοκράτες. Ο Γιάο Ουέν Γιουάν υποστηρίζει πως το αστικό δίκαιο είναι η οικονομική βάση όπου μπορούν να αναπτυχθούν αυτά τα νέα αστικά στοιχεία. Παρότι η ατομική ιδιοκτησία καταργήθηκε, το αστικό δίκαιο δεν εξαλείφθηκε και συνεχίζει να ρυθμίζει τις ανταλλαγές και την διανομή. Τι εννοούν με το «αστικό δίκαιο» οι «επαγγελματίες επαναστάτες»; Κατά κύριο λόγο το εμπορευματικό σύστημα και την χρήση χρήματος στις συναλλαγές, κατά δεύτερο την διανομή σύμφωνα με την εξισωμένη εργασία. Κατά τους τέσσερις, το εμπορευματικό σύστημα συνεπάγεται με ένα ίσο δίκαιο που, όπως το θέτει ο Μαρξ, είναι ένα «άνισο δίκαιο για μια άνιση εργασία», αφού «ορθολογικοποιεί τις διαφορές απόδοσης και έτσι δικαιολογεί τα προνόμια, δίνοντάς τους μια φυσική βάση». Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να καταργηθεί η μισθολογική διαβάθμιση και να υιοθετηθεί το πρόγραμμα της Παρισινής Κομμούνας: α) τα ηγετικά μέλη της κομμούνας δεν πρέπει να έχουν ανώτερο μισθό από αυτόν των εργατών, β) πρέπει να επιτευχθεί ισότητα μισθών ανδρών και γυναικών, γ) τα ηγετικά στελέχη που έχουν δύο αρμοδιότητες δεν πρέπει να παίρνουν διπλή αμοιβή, δ) πρέπει να μειώνονται οι ανώτεροι μισθοί και αν αυξάνονται οι κατώτεροι. Επιπλέον πρέπει να επιλυθεί το «πρόβλημα των τεχνικών αρμοδιοτήτων» με το να καταργηθεί η απόσταση μεταξύ πνευματικής και χειρονακτικής εργασίας, «να διευρύνονται αδιάκοπα οι γνώσεις των εργατών», και να εφαρμοστεί πάραυτα το «σύστημα των δύο συμμετοχών» (των εργατών στη διεύθυνση και των στελεχών στην παραγωγή). Όλα αυτά στην ουσία επαναφέρουν στο προσκήνιο τις θέσεις περί «πρόσταγμα της πολιτικής» των «επαγγελματιών επαναστατών» υπό τη μορφή ενός ξεκάθαρου πολιτικού προγράμματος, το οποίο έχει ως βάση του την κριτική του τεϊλορισμού/ φορντισμού («κάθε πρακτική που περιορίζει την πρωτοβουλία των εργατών και αποβλέπει στο να τους εντάξει σε μια επαναλαμβανόμενη εκτέλεση ενός και του ίδιου καθήκοντος, με αποκλεισμό κάθε άλλου»), που όπως έχουμε ήδη πει αποσκοπούσε στην υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και συρρίκνωση της γραφειοκρατίας και της «νέα τάξης» η εξουσία της οποίας βασίζεται όχι στην ιδιοκτησία, μα στην αρμοδιότητα.
Ωστόσο δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι δύο αυτές φράξιες παίζανε μόνες τους στο κοινωνικό πεδίο. Το καλοκαίρι του 1974 μια σειρά φοιτητικές εξεγέρσεις θα συγκλονίσουν την Καντόνα. Η κεντρική λεωφόρος της πόλης θα τοιχοκολληθεί με ένα μια τεράστια εφημερίδα τοίχου (ντατζιμπάο), το κατ εξοχήν όργανο των ερυθροφρουρών, η οποία με 27,000 χαρακτήρες θα επιτεθεί τόσο στο «σύστημα Λιν Μπιάο» όσο και στους υποτιθέμενους επικριτές του από τα πάνω: «Κινέζοι αν ξέρατε τι αέρα αναπνέαμε στο απόγειο του συστήματος Λιν Μπιάο! Δεν ξεχνάμε πως η πολιτική τα πριμοδοτούσε όλα (ποια πολιτική; αέρας!). Πριμοδοτούσε τα πάντα για να ανταμείψει την τεμπελιά, να τιμωρήσει τον ζήλο. Δεν ξεχνάμε πως έπρεπε «κάθε μέρα, χωρίς ανάπαυλα, να μελετάμε», να μελετάμε τι; Ν’ απαγγέλλουμε ευχές με το κομπολόι, να αναμασάμε τα κεφάλαια από το Κοράνι. Δεν ξεχνάμε πως έπρεπε «να συγκεντρωθούμε για να μελετήσουμε και να εφαρμόσουμε», να μελετάμε και να εφαρμόσουμε τι; Χασομερώντας σε αυτές τις συνεδριάσεις τις όλο και πιο υποκριτικές; Δεν ξεχνάμε «την επανάσταση που ξεσπά στα βάθη της ψυχής», που ξεσπά σαν πορδές όλο και πιο γελοίες και παράλογες. Δεν ξεχνάμε πως ενθάρρυναν «την έκφραση της εντιμότητάς του», ωραία ενθάρρυνση προς τον πολιτικό οπορτουνισμό. Δεν ξεχνάμε πως έπρεπε να χορεύουμε την «καντρίλια της εντιμότητας», χορό γελοίο! Αισχρός χορός της σκούπας! Δεν ξεχνάμε την ασταμάτητη και διαρκή λειτουργία: πρωινή προσευχή, βραδινή εξομολόγηση, συνεδριάσεις, συγκεντρώσεις, αλλαγή υπηρεσίας, είτε για τηλεφώνημα, για την αλληλογραφία, για τα ψώνια ή για να δώσει ρέστα και μέχρι τα ίδια γεύματα, όλα είχαν βερνικωθεί με μια πυκνή θρησκευτική σάλτσα που έβγαζε μια δυνατή μπόχα θεού» (την ίδια περίπου περίοδο θα ξεσπάσουν άγριες εργατικές απεργίες στις βιομηχανικές ζώνες της παραδοσιακά υπό μαοϊκό έλεγχο επαρχίας ΤζεΤζιανγκ για τις οποίες ωστόσο έχουμε ελάχιστες πληροφορίες).
Οι δύο κομματικές φράξιες θα έρθουν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τον θάνατο του Ζου Εν Λάι τον Απρίλη του 1976. Η Ομάδα της Σαγκάης θα απαγορέψει το δημόσιο πένθος του πρωθυπουργού. Όταν μια ομάδα τοποθετήσει στεφάνια στο Μνημείο των Ηρώων του Λαού, οπαδοί των τεσσάρων θα τα καταστρέψουν. Γρήγορα δεκάδες χιλιάδες οπαδοί των τεσσάρων εκσυγχρονισμών θα κατακλύσουν την πλατεία Τιαναμέν βγάζοντας λόγους, κολλώντας πανό και εφημερίδες τοίχου (ντατζιμπάο) γύρω από το Μνημείο των Ηρώων του Λαού. Θα κηρύξουν πως η «εποχή του αυτοκράτορα Σιχουάντι των Μαντσού τέλειωσε». Την επόμενη μέρα, το πλήθος θα επιτεθεί σε κομματικό όχημα και θα πολιορκήσει το κτήριο της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης, συγκρουόμενο με σώματα της πολιτοφυλακής που θα προσπαθήσει να επέμβει. Οι πολιτοφύλακες θα αναγκαστούν σε δημόσια αυτοκριτική, και σώματα της αστυνομίας θα ξυλοκοπηθούν άγρια. Το κτίριο της πολιτοφυλακής θα καταληφθεί και θα πυρποληθεί.
Με τον κρατικό μηχανισμό παραλυμένο, η Ομάδα της Σαγκάης θα αναλάβει δράση, θα συγκεντρώσει μεγάλο σώμα ακροαριστερών το οποίο θα επιτεθεί στους οπαδούς του Ντενγκ Σιάο Πινγκ και θα τους κατατροπώσει με περίσσια βία. Ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ θα κατηγορηθεί σαν υποκινητής των επεισοδίων και θα εξοριστεί στην ενδοχώρα. Με τον Μάο βαριά άρρωστο και την εξουσία στα χέρια της η Ομάδα της Σαγκάης θα διανύσει ένα σύντομο καλοκαίρι παντοδυναμίας. Όμως όταν στις 8 του Σεπτέμβρη του 1968 ο Μάο πεθάνει, η τεχνοκρατική φράξια του κόμματος με επικεφαλή του διαδόχου του Μάο Χουά Γκάο Φενγκ και την υποστήριξη τοπικών στρατιωτικών διοικητών θα συλλάβει τους τέσσερις με κατηγορίες συνομωσίας εναντίον του κράτους. Όταν η σύλληψη της «Συμμορίας της Σαγκάης» ανακοινωθεί στους πολίτες τρεις βδομάδες αργότερα θα ξεσπάσουν μαζικοί εορτασμοί, όχι όλοι εκ των οποίων ήταν καθοδηγούμενοι από τα επάνω. Η Τζιανγκ Τσιν θα παρουσιαστεί σαν «ο δαίμονας με τα άσπρα κόκαλα», και αυτοκρατορική σύζυγος η οποία με την βοήθεια παρακμασμένων ευνούχων της προσπαθεί να σφετεριστεί τον θρόνο και καταστρέφει την αυτοκρατορία. Το γεγονός ότι ήταν ηθοποιός από τη Σαγκάη και 3η γυναίκα του Μάο διευκόλυνε αυτή την εικόνα. Η δίκη των τεσσάρων θα λάβει μέρος το 1980 και θα σχεδιαστεί σαν μια θεαματική επαναφορά της έννομης τάξης. Όμως η παράσταση που θα δώσει η Τζιανγκ Τσινγκ θα θολώσει την προπαγανδιστική ικανότητα της καταδίκης του μαοϊσμού: «ήμουνα το σκυλί του Μάο, όταν μου έλεγε να δαγκώσω, δάγκωνα» είναι η πιο γνωστή φράση της απολογίας της η οποία είχε περισσότερο μορφή ανάκρισης προς τους δικαστές της. Όταν ο εισαγγελέας ζητήσει τον αποκεφαλισμό της, αυτή θα φωνάξει «μακάρι να είχα εκατό κεφάλια για να μπορείτε να τα κόβετε ένα-ένα και να γίνω εκατό φορές μάρτυρας των επαναστατικών ιδεωδών του προέδρου Μάο και της Πολιτιστικής Επανάστασης». Τελικά η θανατική ποινή θα μετατραπεί σε ισόβια, και οι τελευταίες της λέξεις της «Μαντάμ Μάο» πριν τη λήξη της δίκης θα είναι «Δικαιοσύνη είναι η Εξέγερση» (η Τζιανγκ Τσιν θα ζήσει υπό καθεστώς φυλάκισης κατ’ οίκον έως αυτοκτονήσει με απαγχονισμό το 1991).
6. Η επικράτηση των τεχνοκρατών
Στο μεταξύ στα μέσα του 1977 ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ θα γυρίσει από την εξορία του και θα αναρριχηθεί γρήγορα στην εξουσία, αρχικά ως αντιπρόεδρος του κόμματος και αρχηγός του ΛΑΣ. Το 1980 ο Χουά Γκάο Φενγκ θα παραιτηθεί της πρωθυπουργίας η οποία θα περάσει στον προστατευόμενο του Ντενγκ Σιάο Πινγκ, Τζάο Τζι Γιάνγκ του οποίου οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην επαρχία του Σετσουάν (πρώτη προσπάθεια διάλυση των κολεχτίβων) στα μέσα της δεκαετίας του 1970 θα αναβιώσουν την χρεοκοπημένη οικονομία της επαρχίας και θα βάλουν τέρμα στην σιτοδεία . Ωστόσο η μετάβαση στην τεχνοκρατική πολιτική οικονομία που οραματιζόταν η «νέα τάξη» των διευθυντών δεν ήταν απλή ούτε στην κορφή ούτε στη βάση.
Οι τοπικές γραφειοκρατίες είχαν εδραιώσει προσωπικές φεουδαρχίες έξω από τον έλεγχο του Πεκίνου. Στο κινέζικο σύστημα μέχρι το 1980 τα χρήματα δεν είχαν πολύ σημασία μιας και δεν μπορούσαν να σου εξασφαλίσουν πολλά πράγματα. Την θέση τους ως γενικό ισοδύναμο είχε το λεγόμενο τσουάν (κύρος/εξουσία). Ένας υψηλά ιστάμενος γραφειοκράτης είχε το τσουάν για να αποχτήσει ό,τι κι αν ήθελε. Αλλά κι ένας εργάτης είχε τσουάν επί του κουπονιού του, το οποίο μπορούσε να του αγοράσει υφάσματα ή σπόρους οι οποίοι με τη σειρά τους μπορεί να είχαν αντικειμενικά μεγαλύτερη αξία για έναν αγρότη ο οποίος επισκεπτόταν την πόλη. Έτσι μετατρέπονταν σε εμπόρευμα ανταλλάξιμο με κάτι στο οποίο ο εργάτης δεν είχε επίσημα πρόσβαση και μπορούσε να του παρέχει ο αγρότης. Αυτό το μαύρο εμπόριο υπόσκαπτε την κοινωνική ηθική και παρήγαγε από τα κάτω μια αλυσίδα κοινωνικών σχέσεων η οποία κορυφωνόταν και προστατευόταν πελατειακά από την υψηλή γραφειοκρατία.
Ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ θα εξαπολύσει εκστρατεία ενάντια σε αυτή την τοπική γραφειοκρατική ολιγαρχία και στο κοινωνικό σύστημα που τη στήριζε. Μετά από μια θεαματική παρέλαση υποθέσεων οπού τοπικοί ολιγάρχες χρησιμοποιώντας την κομματική τους θέση έπαιρναν τον έλεγχο της διανομής σπάνιων πόρων και αποσπούσαν αγαθά, χρήματα και υπηρεσίες από τις μονάδες που τους είχαν ανάγκη, θα ποινικοποιηθεί για πρώτη φορά η διαφθορά με θανατική ποινή. Μια περίπτωση-μοντέλο που θα οδηγήσει σε αυτή τη μεταρρύθμιση ήταν το σκάνδαλο της Εταιρίας Άνθρακα της Επαρχίας Μπιν στο Χέιλονγκτζιανγκ. Η 52χρονη κομματική γραμματέας της εταιρίας, Ουάνγκ Σόου-σιν, θα κατηγορηθεί ότι είχε σφετεριστεί εκατό χιλιάδες δολάρια. Η Ουάνγκ ήταν μια χαμηλόβαθμη ταμίας πριν την Πολιτιστική Επανάσταση. Κατά την δεκαετία των ταραχών θα διαμορφώσει επαναστατική ομάδα, θα καβαλήσει το κύμα των καιρών και θα καταστεί σε απόλυτος αρχών της επαρχίας Μπιν μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος πελατειακών σχέσεων -γκουανσί- πίσω από ένα παραπέτασμα ριζοσπαστικής πολιτικής. Η τριήμερη δίκη της «βασίλισσας του άνθρακα», της «μεγαλύτερης σφετερίστριας στην ιστορία της λαϊκής δημοκρατίας» στο Χαρμπίν θα τραβήξει το ενδιαφέρον όλης της χώρας. Η Ουάνγκ θα καταδικαστεί σε θάνατο και θα εκτελεστεί τον Φλεβάρη του 1980.
Παράλληλα θα αρχίσουν να κυκλοφορούν ιστορίες για τον απίστευτο αριθμό γραφειοκρατικών διαπραγματεύσεων που απαιτήθηκαν προκείμενου μια μονάδα εργασίας να χτίσει μια πολυκατοικία για τους εργάτες της στο Πεκίνο: η εταιρία προμήθειας υλικών απαίτησε ένα διαμέρισμα ως προϋπόθεση για την προσφορά οικοδομικών υλικών, το ίδιο απαίτησε τόσο η ηλεκτρική εταιρεία όσο και η εταιρία ύδρευσης, μετά ακολούθησε η εταιρία ασανσέρ και η δημοτική πολεοδομία. Εν τέλει η αρχική ομάδα εργασίας θα ήταν τυχερή αν έπαιρνε τα μισά διαμερίσματα. Αυτή η πρακτική οπού κάθε μονάδα η οποία εμπλέκεται στην περάτωση ενός σχεδίου προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί στο έπακρο για τον εαυτό της ονομάστηκε «ενώ η κότα τρέχει, όλοι προσπαθούν να τραβήξουν κι από ένα φτερό». Μιας και το 1981 ήταν η χρονιά του πετεινού, ο Πεκινέζικος τύπος προωθώντας μια νέα ηθική την ονόμασε χρονιά του σιδερένιου πετεινού, δηλαδή κατά την κινέζικη παροιμία «είναι σαν σιδερένιος πετεινός, δεν μπορείς να τραβήξεις ούτε ένα φτερό», χρονιά προστασίας του δημόσιου πλούτου απέναντι στους επιτήδειους γραφειοκράτες.
Η πολιτική του Ντενγκ Σιάο Πινγκ απέναντι στη γραφειοκρατία δεν περιορίσθηκε ωστόσο σε θεαματικές συλλήψεις. Αποφασίστηκε πως ένα μεγάλο ποσοστό των γραφειοκρατών ήταν απλά ανίκανο να προσφέρει επαρκείς υπηρεσίες. 2 εκατομμύρια γραφειοκράτες έπρεπε να επανεκπαιδευτούν. Τους δόθηκαν λοιπόν επιπλέον 12 μήνες να αποδείξουν την ικανότητα τους ή να διωχθούν. Πολλοί περισσότεροι κρίθηκε χρήσιμο να συνταξιοδοτηθούν. Αυτοί χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες: πρώτα, σε όσους ήταν απλά πολύ γέροι μα σε πολιτικά ευαίσθητη θέση. Ήταν άνθρωποι που ήταν απόντες ή διωκόμενοι κατά τα χρόνια της Πολιτιστικής Επανάστασης, και τους είχε αποκαταστήσει ο Ντενγκ Σιάο Πινγκ. Δεύτερον, ήταν αυτοί που αν κι όχι γέροι είχαν υποστηρίξει αρκετά τους μαοϊκούς ώστε να προαχθούν γοργά πάνω από τα πτώματα των συνάδελφων τους, μα όχι αρκετά ώστε να είναι τώρα σε δυσμένεια. Και τρίτον, ήταν οι απόστρατοι αξιωματικοί του ΛΑΣ στους οποίους είχαν υποσχεθεί γραφειοκρατικές θέσεις ανάλογου επιπέδου είτε ήταν αναγκαίοι είτε όχι οι οποίοι εμπόδιζαν την καριέρα νεότερων μέσα στις υπηρεσίες οπού δουλεύανε. Η αντίσταση στην πρόωρη συνταξιοδότηση που προωθούσε ο προστατευόμενος του Ντενγκ, Τζαο Τζι Γιανγκ ήταν τεράστια. Οι ηλικιωμένοι γραφειοκράτες γνώριζαν πολύ καλά πως μαζί με τη θέση τους θα έχαναν όλα τους τα προνόμια, το βιοτικό τους επίπεδο μα κυρίως το τσουάν τους. Αυτό ήταν κάτι άνευ προηγουμένου στην Λαϊκή Δημοκρατία. Έτσι επιλέχθηκε ένας συμβιβασμός: η «πολιτική των τριών μη-αλλαγών». Οι συνταξιοδοτούμενοι γραφειοκράτες δεν θα υπέφεραν από αλλαγές στο βιοτικό τους επίπεδο, και θα διατηρούσαν τον πλήρη μισθό τους μέχρι το θάνατο τους, επιπλέον δεν θα υπέφεραν από καμία αλλαγή στην θέση πρωτοκόλλου τους, και τρίτον από καμία αλλαγή στον σεβασμό που έχαιραν. Έτσι οι γραφειοκράτες δεν θα νοιώθανε και δεν θα γίνονταν αντιληπτοί ως θύματα ενός διωγμού, μα κυρίως θα διατηρούσαν το πρόσωπό τους.
Λίγους μήνες μετά ο Χου Γιάο Μπανγκ εκλέχθηκε Πρόεδρος παραγκωνίζοντας οριστικά την κλίκα Χουά Γκάο Φενγκ. Υπό τον Χου Γκάο Φενγκ, το κόμμα έκανε τρία είδη αυτοκριτικής. Πρώτα, μια επίσημη ανασκόπηση της ιστορίας του και του ρόλου του Μάο. Δεύτερον, άσκησε κριτική στην τάση των τοπικών κομματαρχών να εγκαθιδρύουν «φέουδα και πριγκιπάτα» και προειδοποίησε πως η κομματική εξουσία δεν είναι πάνω από την κρατική. Τέλος υποστήριξε πως ο μαρξισμός δεν είναι ένα δεδομένο δόγμα ούτε περιέχει όλη τη σοφία του κόσμου: ο ρόλος του ΚΚΚ είναι να ηγηθεί των κινέζων σε μια συνεχή αναζήτηση νέων αληθειών οι οποίες απορρέουν από την δική τους εμπειρία. Το 1982 το νέο σύνταγμα δεν θα είχε πια αναφορές στη «διαρκή επανάσταση υπό τη δικτατορία του προλεταριάτου» ούτε υποσχέσεις για την «εξολόθρευση της μπουρζουαζίας». Η Κίνα θα προόδευε σίγουρα και αναπόφευκτα προς την κομμουνιστική κοινωνία μέσω μιας μακράς ιστορικής διαδικασίας. Η λέξη «σταδιακά» εμφανίζεται 5 φορές στις 5 πρώτες σελίδες του σχεδίου εθνικής ανάπτυξης. Τέλος η παράγραφος 33 επαναπροσδιόρισε τον ρόλο των κομματικών επιτροπών στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς ως επιβλεπτική αλλά όχι υποκαταστατική της καθαυτής τους διοικητικής μονάδας.
Το κινεζικό κομματικό κράτος επαναδομεί τους κυβερνητικούς του θεσμούς και επαν-εφευρίσκει τον εαυτό του κατά τη διαδικασία. Αν και το κράτος από το 81’ και μετά αποσύρεται από διάφορους τομείς δίνοντας μεγαλύτερη εξουσία στην αγορά και γενικότερα στον ιδιωτικό τομέα, οι μεταρρυθμίσεις δεν συνεπάγονται όπως συχνά λέγεται σε συρρίκνωση της συμμετοχής του κράτους. Αντίθετα έχει σαν αποτέλεσμα την επανατοποθέτηση της εξουσίας του υπό νέους όρους, οι οποίοι συχνά έχουν σαν αποτέλεσμα την ενίσχυσή του. Γενικά μιλώντας, ο έλεγχος έχει γίνει περισσότερο μακροσκοπικός, μιας και σωρεία κυβερνητικών λειτουργιών έχουν απεμπλακεί από την άμεση ρύθμιση διάφορων σφαιρών της καθημερινότητας. Η απελευθέρωση του κράτους από τις καθημερινές λειτουργίες έγινε με σκοπό να ασκήσει πιο συστηματικό κι αποτελεσματικό έλεγχο σε ένα σύνολο στρατηγικά σημαντικών ζητημάτων. Έτσι η μείωση της ρυθμιστικής εξουσίας σε ένα πεδίο συνεπάγεται τόσο την επικέντρωση της σε κάποιο άλλο όσο και την καθαυτή αλλαγή του τρόπου άσκησης της. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την μεταρρύθμιση τόσο της δημόσιας διοίκησης όσο και των εσωτερικών λειτουργιών του κόμματος έπαιξε το σύστημα γραφειοκρατικής υπευθυνότητας το οποίο εφαρμόστηκε μαζικά σε τοπικό επίπεδο κατά μήκος της ΛΔΚ. Η μεταρρύθμιση αυτή είχε τρις άξονες: α) την αποκέντρωση της διοίκησης προσωπικού και την ανάθεση αξιολόγησης και επιτήρησης των τοπικών γραφειοκρατών από την κοινωνία, σε συνδυασμό με ενίσχυση του κεντρικού ελέγχου επί στρατηγικά επιλεγμένων ηγετικών γραφειοκρατικών στελεχών, β) την αντικατάσταση των παλαιών υποχρεωτικών στόχων με στόχους κατεύθυνσης: πρόκειται ένα άλμα από το ποσοτικό προς το ποιοτικό, τώρα οι γραφειοκράτες επιβραβεύονται για τον τρόπο με τον οποίο πληρούν τους στόχους κατεύθυνσης. Η κεντρική οργάνωση παράλληλα θέτει κάποιες προτεραιότητες για τους τοπικούς ηγέτες και η περάτωση αυτών ως προτεραιότητες καθορίζει την καριέρα τους, γ) την γενικά αυξανόμενη αυτονομία των τοπικών οργανώσεων και τον παράλληλα αυξημένο έλεγχο πάνω σε επιλεγμένες επαρχίες.
Τυπικά θεωρείται πως η Κίνα έχει προβεί σε εκτενείς οικονομικές μεταρρυθμίσεις μα κάθε προσπάθεια πολιτικής μεταρρύθμισης εγκαταλείφθηκε μετά το 89’. Αυτό δεν είναι αληθές. Για παράδειγμα η απόφαση της 13ου κομματικής ολομέλειας το 1987 να διαχωρίσει τους πολιτικά διορισμένους δημόσιους υπαλλήλους από τους καριερίστες, παρότι θεωρείται ανενεργή, έχει εφαρμοστεί σε τοπικό επίπεδο. Σήμερα οι ηγετικοί γραφειοκράτες είναι οι μόνοι που ελέγχονται από το σύστημα γραφειοκρατικής υπευθυνότητας, αντιστοιχώντας στην κατηγορία των πολιτικά διορισμένων. Αν και ο διαχωρισμός μεταξύ καριερίστα και πολιτικού δεν είναι επίσημη, στην πραγματικότητα εφαρμόζεται ενεργά από το κόμμα. Το σύστημα γραφειοκρατικής υπευθυνότητας είναι μέρος ευρύτερων διοικητικών μεταρρυθμίσεων με στόχο την γραφειοκρατία. Σκοπός τους δεν είναι η δημιουργία μιας περιορισμένης κυβέρνησης υπό την έννοια ότι το κόμμα θα παραδώσει τις εξουσίες του στην κοινωνία ή την αγορά, αλλά η δημιουργία μιας περιορισμένης κυβέρνησης υπό την έννοια μιας πιο αποτελεσματικής και ενοποιημένης. Το κόμμα θεωρείται λανθασμένα από δυτικούς παρατηρητές ως ένας αναχρονισμός που θα καταρρεύσει αυτόματα μόλις βαθύνουν οι οικονομικές αλλαγές. Αντίθετα το κόμμα χρησιμοποιεί τις δυνάμεις της αγοράς για να επανεφεύρει τον εαυτό του. Τυπικά η δύση μελετάει το γραφειοκρατικό σύστημα των στελεχών από μια τεχνοκρατική σκοπιά η οποία δεν είναι πλέον χρήσιμη για την κατανόηση της κομματικής μεταμόρφωσης. Ένας λόγος να δοθεί βάρος στην μελέτη τοπικών μεταρρυθμίσεων είναι πως στην ιστορία του το κόμμα πάντα εφάρμοζε πειραματικά τις νέες ιδέες σε απομακρυσμένες επαρχίες πριν τις γενικεύσει. Η βάση ελέγχου του κόμματος είναι η νομενκλατούρα, μια λίστα ηγετικών πόστων τα οποία ελέγχονται από το κόμμα του οποίου οι επιτροπές αποφασίζουν τον διορισμό, την προαγωγή, την απόλυση κατά ιεραρχικό τρόπο. Πριν το 83’ οι κομματικές οργανώσεις έλεγχαν τα δυο υφιστάμενα επίπεδά τους, μετά το 83’ μονάχα ένα. Αυτό μείωσε τον έλεγχο των κεντρικών επιτροπών επί των τοπικών διοικητικών διαμερισμάτων. Συχνά η νομενκλατούρα συγχέεται με το μπιαντζί, το εξουσιοδοτημένο σώμα προσωπικού σε ένα κομματικό ή κυβερνητικό διοικητικό όργανο, υπηρεσία ή εργατική μονάδα. Το μπιαντζί καλύπτει όλους τους εργαζόμενους σε μια δεδομένη μονάδα ενώ η νομενκλατούρα μονάχα τα ηγετικά στελέχη. Μια από τις πλέον σημαντικές μεταρρυθμίσεις των 90’s ήταν ο διαχωρισμός των ηγετικών στελεχών –λινγκ-νταο γκα-μπου- από τα μη-ηγετικά στελέχη – φει-λινγκ-νταο γκα-μπου. Οι πρώτοι είναι υπόλογοι στις οργανωτικές επιτροπές ενώ οι δεύτεροι στις επιτροπές προσωπικού (υπάγονται δηλαδή στους κανονισμούς περί της δημόσιας υπηρεσίας). Απλά το κόμμα έχει αποκεντρώσει τον έλεγχο των απλών στελεχών και επανα-κεντρικοποιήσει τον έλεγχο των ηγετικών στελεχών. Στο δημοτικό επίπεδο η διαφορά αυτή γίνεται αντιληπτή από τον διαφορετικό τρόπο που διοικούνται οι μεν και οι δε: τα απλά στελέχη αξιολογούν τους δημάρχους, αντίθετα τα ηγετικά στελέχη αξιολογούν τον κομματικό γραμματέα και τον κυβερνητικό επικεφαλή. Σήμερα οι γραμματείς κι οι επικεφαλείς υπογράφουν συμβόλαια επίδοσης μέσα στο πλαίσιο του συστήματος γραφειοκρατικής υπευθυνότητας, οπού τίθενται προσωπικά υπεύθυνοι για την περάτωση ορισμένων υψηλά καθορισμένων στόχων, ο μεν πολιτικής κι ο δε οικονομικής φύσης. Στα μη-ηγετικά στελέχη ανατίθενται λεγόμενοι μαλακοί στόχοι, ενώ στα ηγετικά σκληροί στόχοι ή στόχοι προτεραιότητας με ισχύ βέτο. Οι μαλακοί στόχοι είναι συνήθως δύσκολο να μετρηθούν και να ποσοτικοποιηθούν, ενώ οι σκληροί στόχοι έχουν συνήθως να κάνουν με την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη, όπως πχ η φορολογία. Οι στόχοι προτεραιότητας με ισχύ βέτο είναι ένα θεσμικό εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται για πολιτικές-κλειδιά συνήθως από την κεντρική κυβέρνηση. Μόνο δυο στόχοι προτεραιότητας εφαρμόζονται σε όλη τη χώρα: ο οικογενειακός σχεδιασμός και η δημόσια τάξη. Το σύστημα προαγωγών είναι ιδιαίτερα σημαντικό μιας και συνδυάζει το πολιτικό κίνητρο/ ενθάρρυνση με τον πολιτικό έλεγχο των ηγετικών στελεχών. Οι διοικητικές κεφαλές και οι κομματικοί γραμματείς οικονομικά σημαντικών περιοχών ενθαρρύνονται να αναλάβουν παράλληλα υψηλότερα πόστα. Αυτό το πολιτικό μπόνους είναι ένα ισχυρό κίνητρο για την περάτωση των σκληρών στόχων και των στόχων προτεραιότητας και μια μέθοδος έλεγχου ισχυρών και ικανών στελεχών από το κέντρο. Ακόμα στο τοπικό επίπεδο πετυχημένοι επιχειρηματίες ενθαρρύνονται να ενσωματωθούν στον κομματικό μηχανισμό, να αναλάβουν πολιτικά πόστα με οικονομικές και πολιτικές απολαβές μέσω των οποίων θα τους ελέγχει το κόμμα. Αυτή η πολιτική εγκρίθηκε σε εθνικό επίπεδο από τη 16 κομματική ολομέλεια το Νοέμβρη του 2002. Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο συνδυάζεται η πολιτική ενθάρρυνση με τον πολιτικό έλεγχο είναι η προαγωγή του status μια ολόκληρης περιοχής με αυτόματη προαγωγή του γραφειοκρατικού αξιώματος όλων των στελεχών της. Κανονικά μια επαρχία βρίσκεται υπό την ηγεσία μιας δημοτικής κυβέρνησης ως μέρος του σχεδίου αποκέντρωσης και του «έλεγχου της επαρχίας από την πόλη». Αν όμως η επαρχία προαχθεί σε επαρχιακού επιπέδου πόλη εντάσσεται σε ένα σχέδιο επανα-κεντρικοποίησης που τη θέτει υπό τον άμεσο έλεγχο της επαρχίας η οποία πια διορίζει τον δήμαρχο και τον κομματικό γραμματέα της νέας πόλης. Σκοπός είναι ο κεντρικός έλεγχος στρατηγικά σημαντικών περιοχών, και ιδιαίτερα των οικονομικά πετυχημένων. Πρόκειται για έναν επιλεχτικη ενίσχυση του κομματικού έλεγχου.
2 Comments:
-
- Ανώνυμος said...
19 Απριλίου 2008 στις 5:29 μ.μ.υπάρχει ενα λαθάκι στο κείμενο, ο Μάο πεθαίνει στα 1976, οχι το '68.- Ανώνυμος said...
19 Απριλίου 2008 στις 5:31 μ.μ.και μαλλον ημουν λιγο αγενης, η ολη προσπάθεια τα σπαει, σπανια βλεπουμε απο τον "χωρο" κατι που να πηγαινει περα απο το πτου-κακα κρατικος καπιταλισμος ΕΣΣΔ-Κινα.
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα