Βρισκόμαστε στον Απρίλη του 2005. Το κατάστημα έχει πάρει φωτιά, και εμείς πάμε να το φτιάξουμε. Με λίγες λέξεις η χειρότερη περίοδος μου στη δουλειά. Νιώθω μία τεράστια άρνηση να την περιγράψω. Να περιγράψω τι; Τις προσβολές και τα μπινελίκια; Ή τους εκβιασμούς και τις απειλές; Και όλα αυτά με το να έχω ένσημα μόνο 16 μηνών. (Σε εκείνη τη φάση ήθελες 18 μηνών ένσημα για να βγεις στην ανεργία νομίζω). Δεν κατάλαβα ποτέ άλλοτε τόσο ωμά τον εκβιασμό του να δουλεύεις. Όλη αυτή η ιστορία κράτησε μέχρι την Πέμπτη το μεσημέρι. (Αφού μας είχαν σκίσει στη δουλειά και στην καθαριότητα...). Ξαφνικά η αρχιεπόπτρια γλύκανε απέναντι μου και απέναντι στην Ζ. την άλλη 8ωρη. Θυμάμαι είπα τότε στην Ζ. που ρώτησε απορημένη "Τι γίνεται ρε με αυτούς;" "Τίποτα, τώρα είναι που θα μας γαμήσουν για τα καλά. Ψάχνουν υπεύθυνο." Σημ. Την προηγούμενη υπεύθυνη δεν την απέλυσαν, την καθαίρεσαν, μιας και θα έπρεπε να σκάσουν μία τρελλή αποζημίωση για τα 18 χρόνια προυπηρεσίας.

Στο τέλος της βάρδιας με πιάνει η αρχιεπόπτρια και με αρχίζει στο γλύψιμο. Κι εσύ που αυτό κι εσύ που εκείνο. Αφού έκανε μία τεράστια εισαγωγή κάνα 10λεπτο μου ρίχνει το μαντάτο. "Θες να γίνεις υπεύθυνος;". "Όχι" της λέω αυθόρμητα και αυτή μένει λίγο μαλάκας. "Ε μήπως θες να το σκεφτείς;" Μου λέει. "Καλά" λέω εγώ από ευγένεια "θα το σκεφτώ".

Βασικά το πρόβλημα μου δεν ήταν τόσο ιδεολογικό, ότι θα γίνω προιστάμενος (ποιανού θα γινόμουν προιστάμενος, με δύο άτομα στη βάρδια, εκ των οποίων το ένα στο ταμείο; Άλλωστε τυπικά υποτίθεται ότι ήμουν ήδη προιστάμενος καθότι σαν 8ωρος "διάταζα" τις 4ωρες...), όσο πρακτικό. Αυτό, που εγώ θέλω από την δουλειά είναι να πηγαίνω να κάνω το 8ωρο μου και να φεύγω και να μην έχω έγνοια στο σπίτι για τη δουλειά. Τώρα να σου φορτώσουν ένα μαγαζί στην πλάτη δεν είναι και ότι πιο ευχάριστο για ένα bonus των 37 ευρω!!!

Την επόμενη μέρα που με ρωτάνε πάλι απαντάω "Όχι αν και με τιμάτε με την πρόταση σας, νομίζω ότι θα πρέπει να περάσει και άλλος καιρός να αποκτήσω εμπειρία της δουλειάς..." Τέλος πάντων μην τα πολυλογώ, προσπαθώ να το καθυστερήσω για να φύγει η αρχιεπόπτρια από το μαγαζί και να μείνει μόνο η επόπτρια την οποία μπορώ να χειριστώ καλύτερα.

Την επόμενη βδομάδα μετά από τρελλή πίεση καταλήγουμε σε συμβιβασμό. "Τυπικά εγώ δεν είμαι τίποτα εδώ μέσα, μαζί με την Ζ. και τις υπόλοιπες κοπέλες θα δουλεύουμε, δεν θέλω ούτε μπόνους αλλά ούτε και την ευθύνη." Αυτοί όμως στο σκάλωμα τους. Μα θέλουμε κάποιον να μιλάμε στο τηλ. Αφού το συζητήσαμε με την Ζ. τους λέμε. "Καταρχήν ο καθένας είναι υπεύθυνος για την δουλειά του εδώ, και κατά συνέπεια μπορείτε να απευθύνεστε σε όλους μας!!!" Μάλιστα. Επήλθε ο συμβιβασμός. Που να ξερα όμως και γω το μικρό και άβαλτο στην παραγωγή τι με περίμενε. Τέλος πάντων, αφού κάνω και μία ξήγα με την πρώην προισταμένη μου που τώρα είναι υφισταμένη μου και μιας και εκείνη θέλει να απολυθεί ακόμα καταλήγουμε στο εξής: Αυτή κάνει ότι νομίζει, εμείς δεν την ενοχλούμε καθόλου, και με την άδεια της την "δίνουμε" στους απο πάνω. Αστειευόμενος σε κάποια φάση της λέω "Εσύ είσαι ο αποδιοπομπαίος τράγος. Για ότι γίνεται φταις εσυ!" Αυτή συμφώνησε και επαύξησε. Η Γυναίκα είναι 50 χρονών, είχε ήδη σκυλοβαρεθεί εκεί μέσα. Οπότε ήθελε και θέλει να φύγει με τα χίλια. Έτσι λοιπόν θα δημιουργηθεί μία κοινώς αποδεκτή βολική κατάσταση για όλους μας. Δεν ενοχλούμε την πρώην υπεύθυνη, και ταυτόχρονα έχουμε και εμείς ένα πολύ βολικό άλλοθι για τα προβλήματα του μαγαζιού.

Η αλήθεια είναι ότι για κάνα 9μηνο μας άφησαν στην υσηχία μας. Μία υσηχία που έφτασε τα όρια της βαρεμάρας. Πέραν από τα μικροπροβλήματα της δουλειάς φτάσαμε σε ένα σημείο για κάνα τρίμηνο η επόπτρια να εμφανίζεται μία φορά τη βδομάδα για μία ωρίτσα, να μας λέει 2-3 πράγματα και να φεύγει. Όλον αυτό τον καιρό βέβαια το πράμα δουλευε για εμάς.

Καταφέραμε και φτιάξαμε ένα πολύ ωραίο κλίμα στο μαγαζί. Δουλεύαμε όλοι μαζι όταν χρειαζόταν και λουφάραμε πάλι όλοι μαζί. Είχαμε αλληλουποστήριξη και κατά μία έννοια αλληλεγγύη. Στεκόμασταν δίπλα-δίπλα σε μία καθημερινότητα καθόλου εύκολη. Οι συνάδελφοι ξέραν (και γω μαζί τους) ότι θα πηγαίναμε για δουλειά και δεν θα είμασταν μόνοι μας. Θα είχαμε τον συνάδελφο, που θα βοηθήσει και που θα τον βοηθήσουμε. Ε και αν μια μέρα δεν είχαμε όραξη για δουλειά, ντάξει δεν έτρεχε μία. Είναι άπειρες φορές που θυμάμαι την Ζ. να έρχεται (ειδικά στην απογευματινή βάρδια) να λέει. "Άσε με σήμερα μη μου μιλάς δεν έχω καθόλου όρεξη." Και είναι άπειρες οι φορές όπου εγώ κινούμουν μεταξύ αποδυτηρίων και αποθήκης απο τη βαρεμάρα μου. Η δουλειά έβγαινε και μεις είχαμε την πολυτέλεια να της δίνουμε το ρυθμό της ανάλογα με τα κέφια μας. Σημαντικό. Ειδικά σε μία σκατοδουλειά σαν αυτή. Εν ολίγοις, αν και αυτό θα φανεί παρακάτω απο την αφήγηση, είχαμε φτιάξει ένα πολύ καλό κλίμα στο μαγαζί. Η Ζ. μαζί με δύο τετράωρες και μένα και λίγο πιο μετά συν άλλη μία τετράωρη, είμασταν μία ομάδα που δούλευε απο κοινού, που καταλάβαινε τον συνάδελφο, και που ο συνάδελφος την καταλάβαινε.

Εγώ όλο αυτό τον καιρό δεν ήμουν υπεύθυνος τυπικά. Ουσιαστικά όμως οι απο πάνω απευθύνονταν σε εμένα για διάφορα πράγματα. Θυμάμαι για πολύ καιρό τους έλεγα είτε το λέτε σε μένα είτε στην Ζ. είναι το ίδιο. Εκεί γύρω στα Χριστούγεννα λοιπόν, έρχεται η επόπτρια και μου το ανακοινώνει. "Από εδώ και εμπρός θα είσαι δηλωμένος σαν υπεύθυνος εσύ και η Ζ. σαν συνυπεύθυνη". Θυμάμαι της λεω "Ποιανού μωρέ θα είμαστε υπευθυνοι, της Α., της Μ., και της Φ. (Οι τετράωρες);"

Έτσι καταλήγω να είμαι υπεύθυνος καταστήματος. Τρομάρα μου. Λίγο καιρό αργότερα αυτή μου η ιδιότητα θα αποτελέσει ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο στην όλη υπόθεση. Φυσικά δεν άλλαξε κάτι από την υπόθεση. Όπως δούλευα συνέχισα να δουλεύω και όπως ήταν οι σχέσεις μας συνέχισαν να είναι.

Εγώ τότε από την αρχή είχα σαν ένα μικρό στόχο να κάνω τις συναδέλφους να δραστηριοποιηθούν λίγο. Με ποια έννοια; Με την έννοια ότι γενικώς στις δουλειές ο κόσμος το βουλώνει και δεν πολυμιλάει. Με την έννοια ότι ο κόσμος θα αφήσει πράγματα να περάσουν εις βάρος τους. Έτσι ας πούμε στα διάφορα μικροπροβλήματα που υπήρχαν ο στόχος μου δεν ήταν να τα επιλύσω ο ίδιος αλλά να πείσω τις συναδέλφους να τα λύσουν αυτές. Να πάρει η τετράωρη τηλ. την αρχιεπόπτρια αμά λάχει και να της πει για 3,5 ώρες υπερωρία που δεν της βάλανε... (Έγινε αυτό και μετά πήρε εμένα η αρχιεπόπτρια τηλ. να μου πει ότι έχει πιο σημαντικά πράγματα να ασχολήθει από 3.5 ώρες υπερωρία...). Τέλος πάντων αυτό ήταν κάτι που σιγά σιγά το κατάφερα. Μάθαμε όλοι μας να λέμε όχι. Που και που όταν χρειαζόταν. Είναι πολύ διαφορετικό να σε παίρνει ο επόπτης τηλ. και να σου λέει: "Μ. θα κάτσεις αυριο 8ωρο. Εντάξει;" από το "Μ. θα μπορέσεις αν σου είναι έυκολο να κάτσεις αύριο υπερωρία;". Το ένα είναι κατάφαση που περιμένει επιβεβαίωση, το άλλο είναι ερώτηση. Μεγάλη διαφορά.

Γενικώς το κλίμα μέχρι και την άνοιξη του 2006 ήταν το εξής: δουλεύαμε και δουλεύαμε καλά επειδή συνονοούμασταν μεταξύ μας, και ταυτόχρονα προσπαθούσα να καλλιεργήσω μία πιο διεκδικητική στάση στο χώρο της δουλειάς στις υπόλοιπες συναδέλφους. Τα αποτελέσματα αυτού του πράγματος φάνηκαν στην πορεία. Όταν ήρθαν τα δύσκολα.

Αρχές Μάρτη του 2006 αλλάζουμε επόπτη. Μας έρχεται ένας τύπος που μόλις έχει γίνει υπεύθυνος από μαγαζί. Τρελλό γέλιο. Αλλά αυτά στην επόμενη ανάρτηση.

2 Comments:

  1. Ανώνυμος said...
    ενδιαφέρουσα η ιστορία σου φίλε, καλό κουράγιο έυχομαι και keep it up!
    βα.αλ. said...
    Σε ευχαριστώ για τον καλό σου λόγο. Μόνο up μπορώ να το κρατήσω. Όταν ξεμπλέξω από διάφορες μανούρες θα επανέλθω.

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα