Άντε τώρα να περιγράψεις ένα βιβλίο σαν αυτό. Μπορείς; Μάλλον όχι. Κανονικά τώρα θα έπρεπε να αρχίσω να κάνω μία τεράστια ανάλυση περί ιστορικότητας και διανοητικού έργου και τη σημασία τους. Επίσης, έχω κολλήσει γιατί δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να παρουσιάσεις κάτι αντικειμενικά όταν έχεις εμπλακεί τόσο έντονα μαζί του. Και σε αυτό το βιβλίο έχω εμπλακεί, όχι μόνο εγώ όσο και πολλοί άλλοι, πάρα πολλοί άλλοι. Και η εμπλοκή όλων αυτών το κάνει σημαντικό, για να διαβαστεί και να κριθεί, και αν έχει κάτι σημαντικό να πει να το κρατήσουμε ειδάλλως ας μείνει απλά να σκονίζεται στο ράφι κάποιας βιβλιοθήκης.

Το hobo τον "συγγραφέα" του, πιθανά να τον ξέρετε από εδώ... Τα εισαγωγικά στο "συγγραφέα" τα έχω βάλει μόνο και μόνο επειδή το τελευταίο πράγμα που εγώ τον θεωρώ είναι αυτό, επειδή απλούστατα ο καλός μας ο hobo είναι πρώτα από όλα σύντροφος...

Αυτά τα λίγα ατσούμπαλα λόγια...

Από κάτω έχω βάλει τον πρόλογο και κάτω από τον πρόλογο ένα κείμενο σε σχέση με την εξέγερση του Δεκέμβρη που είναι ένθετο στο βιβλίο.


Πρό­λο­γος

Αυ­τό ε­δώ εί­ναι έ­να βι­βλια­ρά­κι για τους α­γώ­νες και το κί­νη­μα. Δεν είναι ό­μως το (κόκ­κι­νο) βι­βλια­ρά­κι των αγώ­νων και του κι­νή­μα­τος. Εί­ναι η θε­ω­ρη­τική ε­πε­ξερ­γα­σί­α, η κα­τά­θε­ση κά­ποιων σκέ­ψε­ων, βγαλ­μέ­νων α­πό την συμ­με­το­χή στους α­γώνες και στο κί­νη­μα. Βγαλ­μέ­νων α­πό την α­κρά­δα­ντη πε­ποί­θη­ση της ση­μα­σί­ας αυ­τών των α­γώ­νων, για την υ­πό­θε­ση της κοι­νω­νι­κής α­πε­λευ­θέ­ρω­σης. Σαν προ­ϊ­όν μιά­μι­σης δε­κα­ε­τί­ας ε­να­σχό­λη­σης με το κί­νη­μα, τα τε­λευ­ταί­α εν­νέ­α χρό­νια σχε­δόν κα­θη­με­ρι­νής, έ­ντο­νης και διαρ­κούς. Σαν συμ­με­το­χή στις ορ­γα­νω­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες αυ­τού του κι­νή­μα­τος, στους α­γώ­νες των εκ­με­ταλ­λευό­με­νων-κα­τα­πιε­ζό­με­νων, στην προ­σπά­θεια δη­μιουργί­ας και συ­γκρό­τη­σης πα­ρα­δειγ­μά­των ε­νά­ντια στην εκ­με­τάλ­λευ­ση και στην κυ­ριαρ­χί­α.
Αυ­τό το βι­βλια­ρά­κι εί­ναι μια α­πό­πει­ρα να κλεί­σουν ο­ρισμέ­νοι πα­λιοί λο­γα­ρια­σμοί και να α­νοί­ξουν κά­ποιοι και­νούργιοι. Μια α­πό­πει­ρα για να δο­θούν προ­σωρι­νές α­πα­ντή­σεις σε ε­ρω­τή­μα­τα που μας βα­σα­νί­ζουν ε­δώ και χρό­νια, και για να προ­κλη­θεί μια συ­ζή­τη­ση μέ­σα στις ρι­ζο­σπα­στι­κές κοι­νό­τη­τες και πα­ρέ­ες για τα ζη­τή­μα­τα που α­φο­ρούν αυ­τές οι α­πα­ντή­σεις. Ζη­τή­μα­τα, κα­τά την γνώ­μη μας, ζω­τι­κά για το ε­πα­να­στα­τι­κό κί­νη­μα, ό­πως ποια η ση­μα­σί­α των κοι­νω­νι­κών α­γώ­νων στην δια­μόρ­φω­ση αυ­τού του κό­σμου, τι εί­ναι τά­ξη και πως συ­γκρο­τεί­ται, τι εί­ναι ο κοι­νω­νι­κός α­ντα­γω­νι­σμός και που υ­ποβό­σκει ό­ταν οι δρό­μοι δεν μπλο­κά­ρο­νται α­πό ο­δο­φράγ­μα­τα, και ποιες μπο­ρεί να εί­ναι ε­κεί­νες οι πο­λι­τι­κές πρα­κτι­κές (θε­ω­ρί­ας και δρά­σης ταυ­τό­χρο­να), που θα μας ε­πι­τρέ­ψουν να τον α­νι­χνεύ­σου­με και να τον δια­βά­σου­με με τρό­πο γό­νι­μο για την υ­πό­θε­ση της κοι­νω­νι­κής α­πε­λευ­θέ­ρω­σης. Με τρό­πο γό­νι­μο, πά­ει να πει: με τρό­πο που θα μας ε­πιτρέ­ψει να πρά­ξου­με ρι­ζο­σπαστι­κά στο σή­με­ρα. Εί­ναι φα­νε­ρό ό­τι δεν μι­λά­με για ζη­τή­μα­τα που χω­ρά­νε σε κα­τα­λό­γους “συ­ντα­γών” και “ο­δη­γιών προς ναυ­τιλ­λο­μέ­νους”, και που (ε­ξαι­τί­ας αυ­τού) δια­τη­ρούν ο­λό­κλη­ρη την ση­μα­σί­α τους, ει­δι­κά σε και­ρούς υ­πο­χώ­ρη­σης και ήτ­τας των συλ­λο­γι­κών κοι­νω­νι­κών υ­πο­κει­μέ­νων, ό­πως η ση­με­ρι­νή. Πράγ­μα που μας α­να­γκά­ζει να τα θέ­σου­με, στο βαθ­μό που μπορού­με να δια­κρί­νου­με τα α­διέ­ξο­δα και την μα­ταιό­τη­τα ο­ρι­σμέ­νων τρό­πων σκέψης και δρά­σης. Πράγ­μα, πα­ράλ­λη­λα, που μας ε­πι­τρέ­πει να κα­τα­νο­ή­σου­με, πως οι α­πα­ντή­σεις που δί­νου­με σ’ αυ­τά, δεν εί­ναι α­πλώς προ­σω­ρι­νές, εί­ναι ταυ­τό­χρο­να προσ­διο­ρι­σμέ­νες α­πό το συ­γκε­κρι­μέ­νο κοι­νωνι­κό-ι­στο­ρι­κό πλαί­σιο μέ­σα στο ο­ποί­ο δί­νο­νται, και στο ο­ποί­ο ζού­με, σκε­φτό­μα­στε και πράτ­του­με. Εί­ναι δη­λα­δή α­παντή­σεις κοι­νω­νι­κό-ι­στο­ρι­κά προσ­διο­ρι­σμέ­νες και γι’ αυ­τό προ­σω­ρι­νές.
Το υ­λι­κό που πε­ριέ­χε­ται σ’ αυ­τό το βι­βλια­ρά­κι δεν εί­ναι ού­τε ο­μοιο­γε­νές, ού­τε ε­νιαί­ο. Εν­νο­εί­ται, ε­πί­σης, ό­τι δεν εί­ναι πλή­ρες. Δεν α­πο­πει­ράται κά­ποιος να τα βγά­λει πέ­ρα με πα­λιούς και και­νούρ­γιους λο­γα­ρια­σμούς, έ­χο­ντας στο μυα­λό του μια αυ­στη­ρή και προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη θε­ω­ρη­τι­κή σύλ­λη­ψη και μά­λι­στα με ό­ρους πλη­ρό­τη­τας. Αυ­τός εί­ναι ο λό­γος που σε κά­ποια ζη­τή­μα­τα εμ­βα­θύ­νου­με και κά­ποια άλ­λα τα πιά­νουμε α­κρο­θι­γώς. Αυ­τός εί­ναι και ο λό­γος της σχετι­κής α­νο­μοιο­γέ­νειας του υ­λι­κού που κα­τα­τίθε­ται. Ας ελ­πί­σου­με ό­τι αυ­τές οι ελ­λεί­ψεις και αυ­τά τα προ­βλή­μα­τα δεν θα έχουν ση­μα­ντι­κές συ­νέ­πειες στην συ­νο­χή του κει­μέ­νου και στην κα­τα­νό­η­ση των α­πό­ψεων που πε­ριέ­χει.
Οι α­πό­ψεις που εκ­φρά­ζο­νται σ’ αυτό το βι­βλια­ρά­κι δεν εί­ναι “α­το­μι­κές” ή α­πο­κλει­στι­κά “προ­σω­πι­κές”. Εί­ναι συλ­λο­γι­κές α­πό­ψεις, προ­ϊ­όν α­το­μι­κών ή συλ­λο­γι­κών δια­βα­σμά­των βι­βλί­ων που έ­γρα­ψαν (που σε­λι­δο­ποί­η­σαν, που μό­ντα­ραν, που τύ­πω­σαν, που κου­βά­λη­σαν, που πού­λη­σαν…) άλ­λοι, προ­ϊ­όν συ­ζη­τή­σε­ων, συ­γκρού­σε­ων, δια­φω­νιών και συμ­φωνιών σε δια­δι­κα­σί­ες που συμ­με­τεί­χαν πολ­λοί άν­θρω­ποι, προ­ϊ­όν ε­μπει­ριών των δρό­μων, ό­ταν ή­ταν γε­μά­τοι α­πό κοι­νω­νι­κά υ­πο­κεί­με­να που διεκ­δι­κού­σαν συλ­λο­γι­κά. Ποιος μπο­ρεί στο φως αυ­τής της συνεί­δησης να μι­λά­ει για α­το­μι­κά έρ­γα, για πνευ­μα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα και για άλ­λες πα­ρό­μοιου ε­πι­πέ­δου βλα­κεί­ες;
Ω­στό­σο, θα πα­ρα­δε­χθού­με κά­τι: η ευ­θύνη γι’ αυ­τό το βι­βλια­ρά­κι βα­ραί­νει απο­κλει­στι­κά αυ­τόν που το υ­πο­γρά­φει, ό­σο κι αν η συγ­γρα­φή του εί­ναι προ­ϊ­όν χι­λί­ων (και μί­ας…) συλ­λο­γι­κών δια­δι­κα­σιών. Α­φού υ­πάρ­χει μια α­το­μι­κή υ­πο­γρα­φή κάτω α­πό τον τί­τλο του, τα “λά­θη” που βα­ραί­νουν τις α­πό­ψεις που εκ­φρά­ζο­νται ε­δώ μέ­σα, οι πα­ρα­λεί­ψεις, η κρι­τι­κή που του α­να­λο­γεί, ό­λα αυ­τά μα­ζί, πρέ­πει να α­πευ­θυν­θούν σ’ αυ­τόν που το υπο­γρά­φει.
Αυ­τό το βι­βλια­ρά­κι χρω­στά­ει πολ­λά -α­νά­με­σα στα άλ­λα- στις συλ­λο­γι­κές και προ­σω­πι­κές συ­ζη­τή­σεις τα τε­λευ­ταί­α τρί­α χρόνια, με συ­ντρό­φους της συλ­λο­γι­κό­τη­τας Νο­μά­δες Α­ντιρ­ρο­ής, στην ο­ποί­α συμ­με­τέ­χου­με. Αν και η ευ­θύ­νη για τις α­πό­ψεις του, ό­πως (ξα­νά) ει­πώ­θη­κε, βα­ραί­νει α­πο­κλει­στι­κά αυ­τόν που υ­πο­γρά­φει, η ό­ποια ποιό­τη­τα του σε ό­λα τα ε­πί­πε­δα, α­ντα­να­κλά την ποιό­τη­τα αυ­τής της συλ­λο­γι­κό­τη­τας.
Αυ­τό το βι­βλια­ρά­κι θέ­λει να εί­ναι κι­νη­μα­τι­κό, θέ­λει δη­λα­δή να δια­βα­στεί και να κρι­θεί α­πό το κί­νη­μα.

Hobo, Α­θή­να Ο­κτώ­βριος 2008


ΥΓ1. Έ­χο­ντας κα­τά νου έ­να ευ­ρύ φά­σμα α­νά­γνω­σης (α­πό το νε­α­ρό σύ­ντρο­φο ή συ­ντρό­φισ­σα που μπο­ρεί να α­πο­τε­λέ­σει αυ­τό το βι­βλί­ο το πρώτο πο­λι­τι­κό του διά­βα­σμα, μέ­χρι τον “παλιό”, που δια­βά­ζει για λό­γους ρου­τί­νας, ό­τι κυ­κλο­φο­ρεί εκ­δο­τι­κά στον ε­πα­να­στα­τι­κό χώ­ρο), υ­πο­χρε­ώ­σα­με την γρα­φή να ξε­δι­πλω­θεί ε­κτε­λώ­ντας ε­ξα­να­γκα­σμέ­νη τα­λά­ντω­ση μέ­σω νο­η­μα­τι­κών α­ραιω­μά­των και πυ­κνω­μά­των. Αν αυ­τή η δια­τύ­πω­ση σας θυ­μί­ζει κύ­μα, η αί­σθη­ση σας μπο­ρεί να μην πέ­φτει και πο­λύ έ­ξω: μα­νια­σμέ­νο κά­ποιες φο­ρές α­παι­τεί αρ­κε­τά νεύ­ρα για να μην πα­ρα­σύ­ρει, πιο ή­ρε­μο κά­ποιες άλ­λες, ε­πι­τρέ­πει την εμ­βά­θυν­ση σε γνωστά πράγ­μα­τα. Με την ελ­πί­δα να μην φέ­ρει ναυ­τί­α σε πολ­λούς η “δυ­σκο­λί­α” κά­ποιων κομ­μα­τιών του βι­βλί­ου και να μην πλή­ξει πε­ρισ­σό­τε­ρους η “ευ­κο­λί­α” κά­ποιων άλ­λων, ελ­πί­ζου­με να έ­χει μια α­ξία χρή­σης αυ­τός ο κο­λυμ­βη­τι­κός τρό­πος γρα­φής.

Μερικές πρώιμες σκέψεις για μια κοινωνική εξέγερση

«Ο ανταγωνισμός δεν είναι μια δεξαμενή που συλλέγει το νερό της βροχής και περιμένει την κρίσιμη σταγόνα για να ξεχειλίσει και να πνίξει τους αστούς και τους γραφειοκράτες (για να τους κάνουμε μετά ψητούς στο φούρνο με πατάτες). Είναι μια κατά βάση, έξω από νόμους/ κανόνες διαδικασία, ασυνεχής, απρόβλεπτη και πολυσύνθετη...» ( σελ.74)1

Το βιβλίο αυτό βγήκε από το τυπογραφείο την παραμονή της δολοφονίας του Αλέξη. Οι μέρες που ακολούθησαν δεν ήταν για σπατάλες χρόνου, για το πότε θα πάει στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Μπορεί να μην είναι ακόμα, αλλά δεν θα το αφήσουμε άλλο στην κριτική της σκόνης. Γι’αυτό θα γράψουμε πριν δύο λέξεις. Όχι για να αναλύσουμε τα γεγονότα ενδελεχώς. Ούτε για να τα προλάβουμε. Ο ρόλος μας είναι στο δρόμο, δεν είναι μπροστά στην γυάλινη μαγική σφαίρα.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν αυτή την δολοφονία, μετά το πρώτο μεγάλο σοκ, οφείλουμε να ομολόγησουμε ότι ξεπέρασαν όλα τα πολιτικά μορφώματα, κυρίαρχα και μη. Όλες τις συνιστώσες της αριστεράς και της αντιεξουσίας. Όλες τις περισπούδαστες αναλύσεις ειδικών, επιστημόνων, δημοσιογράφων, πολιτικών, θεωρητικών. Παρόλα αυτά, οι συνήθεις λαλίστατοι συνεχίζουν να μιλούν και να γράφουν ακατάπαυστα. Αυτά που λένε είναι αέρας κοπανιστός, κοινώς: μαλακίες.

Εμείς που μιλάμε για την δυναμική του ανταγωνισμού (σελ. 82 ) ξέρουμε ότι αυτές τις στιγμές μας αντιστοιχούν μόνο μερικές πολύ πρώιμες υποψίες για τα σημαντικά πράγματα που ανέδειξε αυτή η εξέγερση και που θα καθορίσουν την επόμενη περίοδο. Ξέρουμε επίσης ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός για να συναντήσουν αυτές οι υποψίες την διάψευση ή την επαλήθευση τους.

Το τι είναι εξέγερση και τι επανάσταση, για όλους εμάς που αποτελούμε το ανταγωνιστικό κίνημα, και είμαστε κάτω των 45 χρονών, είναι ζήτημα βιβλίων: κανένας μας δεν έχει ζήσει μια κοινωνική εξέγερση για να μπορεί να κάνει συγκρίσεις και να οριοθετήσει δύο πράγματα. Όμως αυτό που ζούμε τις τελευταίες δέκα μέρες στην Αθήνα κυρίως, αλλά και στις πόλεις της επαρχίας, έχει όνομα και το ξέρουμε: λέγεται κοινωνική εξέγερση. Μπορεί να μην είναι μια γενικευμένη κοινωνική εξέγερση, είναι όμως εξέγερση. Είναι και στο χέρι μας, η γενίκευση της.

Για μας τα γεγονότα αυτά, δεν θα εξαντληθούν σε μία, δύο, τρεις βδομάδες, ή ένα μήνα. Οι δυνάμεις που απελευθέρωσαν σε συνδυασμό με την δύναμη του επαναστατικού κινήματος σ’αυτό τον τόπο, και ειδικά της ανταγωνιστικής του τάσης, είναι μια καλή εγγύηση ότι μπαίνουμε σε μια φάση κύκλου αγώνων, που είναι άγνωστο πόσο θα διαρκέσει και που θα καταλήξει.

Θα αφήσουμε κατά μέρος αίτια και αιτιατά των γεγονότων. Δεν θα καταθέσουμε κανένα χρονολόγιο τους. Άλλωστε η πυκνότητα τους είναι τόσο τρομερή, όσο κάθε φορά που η ιστορία γεννάει κάτι καινούργιο. Θα αφήσουμε και πολλά άλλα ζητήματα, χωρίς σχολιασμό: την στάση των κομμάτων (κυβέρνησης και αντιπολίτευσης), την στάση των ΜΜΕ, την στάση της καταστολής. Η δουλειά όλων αυτών, όπως και όλων των θεσμών του κράτους, είναι η υπεράσπιση της «τάξης πραγμάτων» που ευνοεί την διαιώνιση τους. Το καθένα με το δικό του τρόπο. Δεν περιμένουμε, εμείς οι εκμεταλλευόμενοι, ούτε οίκτο, ούτε κατανόηση, ούτε «συμπάθεια», ούτε συμπόρευση από κάποιο από όλα αυτά.

Θα αφήσουμε στην άκρη και πολλά άλλα ζητήματα: την συμβολική ισχύ του τόπου της δολοφονίας, την πλήρη εφαρμογή των νέων τεχνολογιών ως αξιών χρήσης για την ταχεία οργάνωση και ανάπτυξη της εξέγερσης και χίλια άλλα. Αντίθετα θα μιλήσουμε συνοπτικά για μια εμπειρία και θα προσπαθήσουμε να συλλάβουμε κάποια ψήγματα από την ιστορικότητα της.

Η πορεία της Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου, δεν ήταν μια ακόμα πορεία από τα Προπύλαια προς το Σύνταγμα. Ήταν στην κυριολεξία, η πρώτη πορεία του ανταγωνισμού (τουλάχιστον στον τόπο μας) προς τον 21ο αιώνα. Υπερβολές; Καθόλου. Δεν πρέπει να χει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία μια πορεία 30.000 ανθρώπων να κατέβηκε τόσο αποφασιστικά στο δρόμο για να διαδηλώσει την οργή για όλη την ζωή που ζει, και αυτό να το κάνει φωνάζοντας συνθήματα μόνο για την καταστολή. Ούτε να έχει αναπτυχθεί τόσο αυθόρμητα αλλά και οργανωμένα, μια τόσο σημαντική κοινωνική δυναμική, που συνένωνε στην βάση της άρνησης, μία τόσο ετερόκλητη μάζα ανθρώπων. Ούτε είναι πολύ πιθανό να υπήρξε πολλές φορές μια τέτοια σύμπνοια μεταξύ των 2,3,4 χιλιάδων ανθρώπων που έσπαγαν και λεηλατούσαν και των χιλιάδων που χειροκροτούσαν για τις σπασμένες τράπεζες και μεγαλοεπιχειρήσεις, των χιλιάδων που τους έκαναν πλάτες δηλαδή.

Κάποιοι σύντροφοι μίλησαν για το τέλος μιας εποχής: της εποχής της παραίτησης, της μιζέριας, της απάθειας, της συναίνεσης , και τελικά της κοινωνικής ειρήνης για ένα σημαντικό κομμάτι των εκμεταλλευόμενων/ καταπιεζόμενων. Της κοινωνικής συναίνεσης των τελευταίων 16-17 χρόνων, μετά την πρώτη επίθεση του νεοφιλελευθερισμού, και την ήττα του ανταγωνισμού, που επισημοποιήθηκε στα συλλαλητήρια για την Μακεδονία.Εμεις νομίζουμε πως τα πράγματα πάνε ακόμα πιο βαθιά.

Έχουμε μια εικόνα στο μυαλό. Χιλιάδες διαδηλωτές στην πλατεία Ομόνοιας, ενώ ένα κομμάτι της διαδήλωσης έχει κατέβει την Πανεπιστημίου με όλα σχεδόν τα μαγαζιά, ξενοδοχεία της, κλπ, σπασμένα και καμμένα, και τους συναγερμούς να ουρλιάζουν πίσω μας. Ξαφνικά και για κάμποσα λεπτά απλώνεται μια σιωπή. Μια πορεία που δεν έχει πάψει ούτε στιγμή να φωνάζει οργισμένη «Μπάτσοι- γουρούνια- δολοφόνοι», βρίσκεται επί δέκα λεπτά να σιωπά στους δρόμους γύρω από την Ομόνοια. Μέχρι να γίνουν οι συννενόησεις με μια εργαζόμενη που δούλευε στον τέταρτο όροφο της Εθνικής Τράπεζας, πιθανόν υπό την επίβλεψη του προϊσταμένου της, ώστε να κατέβει γρήγορα κάτω. Μετά από αυτό, ακούγονται υπόκωφοι θόρυβοι τζαμιών που σπάζουν και ανεβαίνουν γλώσσες φωτιάς από κάθε σημείο της πρόσοψης του παλιού νεοκλασικού προς τον ουρανό. Και κάθε φορά που σπάει ένα τζάμι και παίρνει φωτιά ένα σημείο της Τράπεζας, οι διαδηλωτές που βρίσκονται στα Χαυτεία και πάνω στην Πλατεία, μερικές χιλιάδες άνθρωποι δηλαδή, ζητωκραυγάζουν, χειροκροτούν, φωνάζουν όλε.

Δεν ξέρω αν αυτό τον κόσμο θα τον ονόμαζε κάποιος πλήθος (διαφωνούμε με αυτή την έννοια, σελ. 91-92). Ξέρω όμως ότι αυτός ο κόσμος εκείνη την στιγμή, σ’ αυτή την πορεία της Δευτέρας, συνιστούσε πράγματι ένα τέλος εποχής μιας ορισμένης σύστασης της ανταγωνιστικής υποκειμενικότητας (σελ. 169, υποσημ.125 ). Τόσο της αντικειμενικής της σύστασης, όσο και της υποκειμενικής. Χιλιάδες μαθητές, χιλιάδες νέοι εργαζόμενοι, χιλιάδες μετανάστες πρώτης γενιάς ασιατικής καταγωγής και δεύτερης γενιάς βαλκάνιοι, χιλιάδες φοιτητές, δίπλα στα πολιτικά υποκείμενα της αριστεράς και της αντιεξουσίας, βρισκόταν εκείνο το βράδυ στο δρόμο για να δείξουν έμπρακτα ότι: όλος ο πλούτος αυτού του κόσμου είναι δικός μας. Ακόμα κι αν δεν το έλεγαν ξεκάθαρα, ακόμα κι αν δεν το είχαν συνειδητοποιήσει σε βάθος, ακόμα κι αν χρησιμοποιούσαν τα παλιά σχήματα για να ερμηνεύσουν την νέα πραγματικότητα (όπως κάποιοι αναρχικοί που μιλάνε ακόμα για «επίθεση στα σύμβολα του καπιταλισμού». Μα σύντροφοι, εδώ μιλάμε για συλλογική απαλλοτρίωση του πλούτου που παράγουμε, όχι απλώς για σπασμένα τζάμια). Όμως κι αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία. Σπάνια οι άνθρωποι μπορούν να συνειδητοποιήσουν μέχρι τέλους κάποια στιγμή, το νόημα αυτού, που πράττουν οι ίδιοι.

Από την υποκειμενική άποψη, είναι φανερό ότι ένας ορισμένος τρόπος πολιτικής δέσμευσης, ακόμα και με «ηθικούς» όρους, είχε οριστικά τελειώσει. Φανταστείτε πόσο διαφορετική είναι η πολιτική δέσμευση ενός υποκειμένου που είναι δεκαπέντε χρονών το 1990 και πηγαίνοντας το πρωί στο σχολείο βλέπει κρεμασμένο ένα πανό που γράφει ΚΑΤΑΛΗΨΗ, και ενός υποκειμένου που πολιτικοποιείται μπροστά στο αστυνομικό τμήμα πετώντας πέτρες και ενώ έχει προηγηθεί μία δολοφονία ενός συνομήλικου του. Φανταστείτε την διαφορά στους όρους αυτής της δέσμευσης ενός υποκειμένου που μπορούσε ακόμα τότε να μιλάει για «παδεία με ανθρώπινο πρόσωπο», δηλαδή που επηρεαζόταν ακόμα, συνειδητά ή ασυνείδητα από τις αξίες της αριστεράς, και ενός υποκειμένου που υποκειμενικοποιείται πολιτικά, έχοντας την αίσθηση ότι το μαζικό καπιταλιστικό σχολείο είναι ένας θεσμός διεφθαρμένος, ξεπερασμένος, χωρίς καμιά σχεδόν αξία χρήσης για το ίδιο. Όλη η δική μας γενιά και οι επόμενες, οι γενιές που βγήκαν μέσα από τα μαθητικά και τα φοιτητικά της δεκαετίας του 90, ή μέσα από την ιστορία του anti-global κινήματος, βρίσκονται σήμερα στο ιστορικό τους όριο και πρέπει να ανακαλύψουν τα καινούργια εργαλεία του ανταγωνισμού, για να μπορέσουν να καταλάβουν τι συνέβη και να συνεχίσουν να αγωνίζονται πατώντας στο έδαφος.

Έχουμε ακόμα μια εικόνα στο μυαλό. Καθώς ανεβαίνουμε την Σταδίου, κι ενώ έχει σπαστεί και απαλλοτριωθεί ένα φασιστομάγαζο με μεσαιωνικά όπλα στην πλατεία Ομόνοιας, βλέπουμε στην άκρη της πορείας κάποιους με περικεφαλαίες, άλλους να επιδείκνουν χαρούμενα μικρές ασπίδες τύπου ιπποτών της στρογγυλής τραπέζης και άλλους να σπανε βιτρίνες με τεράστια σπαθιά σαν γιαταγάνια, ανάμεσα σε χιλιάδες «κουκουλοφόρους» (Θα θέλαμε να ξέραμε αν όλα αυτά δεν ήταν ο πιο μεγάλος φόρος τιμής στους εξεγερμένους χωρικούς του Μύντσον το 1512, που σφαγιάστηκαν μετά την καταστολή της εξέγερσης τους, σελ. 47-48). Monty Pythons είπατε; Λάθος. Κάθε αυθεντική εξέγερση παράγει νέα νοήματα, νέες σημασίες, νέους τρόπους αντίληψης της πραγματικότητας, νέα αισθητική. Κάθε αυθεντική εξέγερση, δεν αντιγράφει ποτέ το παρελθόν ακόμα και στις καλύτερες στιγμές του.

Δυστυχώς δεν μπορώ να γράψω περισσότερα. Αυτό μπορεί ωστόσο να μην είναι μόνο δυστυχές,μπορεί να είναι και ευτυχές: όσα λιγότερα γράφει κανείς αυτές τις στιγμές τόσο λιγότερες πιθανότητες, υπάρχουν να διαψευστεί από την εξέλιξη των γεγονότων.

Στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις έχουν ήδη αρχίσει να καταλαμβάνονται δημόσιοι χώροι Στην πρώτη συνέλευση ενός τέτοιου χώρου, βρέθηκα να συμμετέχω πριν μερικές μέρες και έμεινα άφωνος από την βαθιά ανάγκη 15 χρόνων μαθητών, μεταναστών, νέων εργαζόμενων, κλπ να μιλήσουν και από την βαθιά ωριμότητα αυτών που έλεγαν, πλάι στους απογειωμένους (κατανοητό κι αυτό) λόγους των παλιών αριστερών και αναρχικών, που ξαναμπήκαν μετά από χρόνια στο κίνημα. Σαν να τους κλείνανε το στόμα τόσα χρόνια, σαν να μην έχουν μιλήσει ποτέ στην ζωή τους σε κανένα..Στον ίδιο χώρο είχα πρωινή βάρδια χτες και βρέθηκα να μιλάω με ανθρώπους που περνούσαν ή κατευθύνονταν προς τα κει. Εκεί κατάλαβα το βάθος της κατάστασης που έχει προκύψει. Κατάλαβα τι μπορεί να σημαίνει εμφύλιος πόλεμος όταν σ’αυτόν εμπλέκονται ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια και όταν οι θεσμοί του κράτους νιώθουν να απειλούνται.

Τέλος πάντων, η ώρα περνάει. Έχουμε να μοιράσουμε προκηρύξεις, να κατέβουμε στο δρόμο, να ενισχύσουμε τα ανταγωνιστικά παραδείγματα που υπάρχουν, ή να φτιάξουμε κάποιο νέο. Πρέπει να ενισχυθεί με κάθε τρόπο η τάση του ανταγωνισμού (σελ. 157), αυτός ο κόσμος που εδώ και χρόνια έλεγε ότι ο κοινωνικός ανταγωνισμός είναι παντού, ότι τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται, όπως τα παρουσιάζει η κυριαρχία, ότι στο πρώτο πλάνο μας είναι οι ανάγκες και οι επιθυμίες των εκμεταλλευόμενων/ καταπιεζόμενων και όχι οι ιδεολογίες. Η ευκαιρία που υπάρχει μπροστά μας είναι ιστορική. Η επανάληψη από το κίνημα των αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών του παρελθόντος, θα το αφήσει έκθετο στην χειραγωγική δύναμη της αριστεράς, που θα επιδιώξει να κάνει ψήφους ένα κομμάτι αυτής της εξέγερσης. Πρέπει να ενισχύσουμε με κάθε τρόπο την τάση του ανταγωνισμού για να δώσουμε μια προοπτική στα καινούργια υποκείμενα που μπήκαν στον δρόμο του ανταγωνισμού. Για να μετασχηματιστεί σιγά- σιγά η εξέγερση σε κίνημα. Για να ξαναγίνει ορατό το σχέδιο της κοινωνικής απελευθέρωσης.

Κάτι τελευταίο. Μου είπε ένας φίλος πριν ένα- δύο μέρες, μισοαστειευόμενος: «το βιβλίο σου μιλάει για την παλιά κατάσταση, είναι πια ιστορικό». Απάντησα (μισοαστειευόμενος κι εγώ): αν το βιβλίο αυτό είχε κάποιο νόημα ύπαρξης για κάποιον πριν την εξέγερση, θα το διατηρήσει και μετά από αυτή. Εκτός φυσικά αν καταστραφεί στο μεταξύ το κράτος και το κεφάλαιο, και εισέλθουμε στην φάση να συζητάμε στους νέους θεσμούς που θα έχουν αναλάβει την οργάνωση αυτής της κοινωνίας και να σχεδιάζουμε την καινούργια ζωή. Αφήνω στην κρίση του αναγνώστη, αυτή την στιχομυθία.

Αθήνα 16/12/2008, Hobo

Το βιβλίο διακινείται στα βιβλιοπωλεία Ναυτίλο (Χαρ. Τρικούπη 28), Ελεύθερο Τύπο (Βαλτετσίου, Εξάρχεια), «Χώρος» Ελευθεριακής Κουλτούρας (Ερεσσού 52, Εξάρχεια), Αλφειός (Χαρ. Τρικούπη 22, Κέντρο), Πολιτεία (Ασληπιού 3-5)- Πρωτοπορία (Γραβιάς 3-5), Solaris. Επίσης θα το βρείτε σε στέκια και καταλήψεις.

7 Comments:

  1. reddove said...
    Νατο το πολυαναμενομενο βιβλιο λοιπον.

    Θεσσαλονικη εχεις υποψιν σου που μπορει να το βρει κανεις; Αν και θα βρω ακρη φανταζομαι.
    Ανώνυμος said...
    x8es σπρώξαμε καμιά 10ριά αντίτυπα στην Φάμπρικα Υφανέτ.

    Αν δεν το βρεις εκεί, ξαναπέστο
    Ανώνυμος said...
    Πολλά συγχαρητήρια σ' όλους σας! Το πήρα προχθές και από το λίγο που έχω δει είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουμε μεγάλη κινηματική εμπειρία!

    Ελπίζω να επιστρέψω σύντομα για κριτική και διευκρινήσεις...
    Ανώνυμος said...
    θα σας παρακαλούσα αν ήταν δυνατον να το στειλετε σε μερικα σημεια στη θεσσαλονικη για να το βρουμε ευκολα.
    Ανώνυμος said...
    "...στη θεσσαλονίκη μπορείτε να το βρείτε στο στέκι στην ιατρική και στην κατάληψη φάμπρικα υφανέτ

    όποιος δεν το βρει στα παραπάνω μέρη ας μου στείλει ένα e mail στο rainville12_56@yahoo.gr

    από εδώ: arsenelumpen.wordpress.com
    Ανώνυμος said...
    να ενοχλησω και παλι...
    αν ήταν ευκολο να αφηνες και κανενα σε καποια βιβλιοπωλεια στην θεσσαλονικη, θα ήταν καλο.
    και ισως και μια΄ηλεκτρονικη έκδοση για οσους ειναι εκτος κεντρων.
    ευχαριστω πολυ.
    Ανώνυμος said...
    Φίλε, πιθανότατα ηλ. έκδοση θα υπάρξει στο μέλλον.
    Όσον αφορά τα βιβλιοπωλείο κι αυτό ίσως γίνει σε κάποια φάση.
    Προς το παρόν για Σαλονίκη παίζουν αυτά που σου είπαμε πριν. Εξάλλου, επειδή τρέχω ασύστολα σε διαδικασίες, δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ με διακίνηση: φαντάσου έχει πάει σε ελάχιστα στέκια στην Αθήνα, και στην υπόλοιπη Ελλάδα, πουθενά. Θα δω τι μπορώ να κάνω ωστόσο.
    (Δεν ενοχλείς πάντως...)
    Αυτά
    Hobo

Post a Comment



Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα